Μουσικη

Σαβίνα Γιαννάτου: Να ακούς τα πάντα ως μουσική

Βρίσκεται σε μία από τις πολύ δημιουργικές της περιόδους και δεν σταματά να πειραματίζεται

Γιώργος Φλωράκης
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σαβίνα Γιαννάτου: Συνέντευξη με την τραγουδίστρια και συνθέτιδα - Η συνεργασία με τους Primavera En Salonico, τα τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι, η Λιλιπούπολη.

Οι παλαιότεροι από εμάς τη γνώρισαν από τη Λιλιπούπολη, τη θαύμασαν στο «Σαμποτάζ» της Λένας Πλάτωνος, την αγάπησαν στο ηλεκτρονικό «’62 του Μάνου Χατζιδάκι» κι ύστερα άρχισαν να αναζητούν τη φωνή της, όπου κι αν παρουσιαζόταν. Πέρασε καιρός, ακούσαμε τη λιτή ολοδική της εκδοχή στα τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι όταν κυκλοφόρησε από τη Λύρα ο δίσκος «Πάω να Πω στο Σύννεφο» κι ύστερα έφτασε μέχρι την ECM, μία από τις σημαντικότερες δισκογραφικές εταιρείες στην ιστορία της μουσικής με υλικό από την παράδοση ολόκληρης της Μεσογείου.

Η Σαβίνα Γιαννάτου βρίσκεται σε μία από τις πολύ δημιουργικές της περιόδους: Τις Πέμπτες του Φεβρουαρίου -8-15-22-29- θα εμφανίζεται με τους Primavera en Salonico στο θέατρο Άλσος και τις Τρίτες του Μαρτίου -5-12-19-26- θα παρουσιάζει στον ίδιο χώρο το υλικό του «Πάω να Πω στο Σύννεφο», τα τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι, δηλαδή. Και δεν πρόκειται για τα μόνα πράγματα που κάνει αυτόν τον καιρό…

Θα ξεκινήσω από τη σειρά συναυλιών που έρχεται πρώτη: τι έφερε σε συναισθηματικό επίπεδο για εσάς η συνεργασία με τους Primavera En Salonico;
Το ότι είναι μία συνεργασία που διατηρήθηκε σταθερή για τριάντα χρόνια κάτι λέει από μόνο του. Γίναμε φίλοι, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό. Εμπιστοσύνη, ασφάλεια και ταυτόχρονα αίσθηση ελευθερίας και οικειότητας. Αυτό που έφερε όμως το ίδιο το μουσικό υλικό με το οποίο ήρθα σε επαφή, μαζί και με τους Primavera En Salonico, ήταν η γνώση της ιστορίας της Θεσσαλονίκης, της Βόρειας Ελλάδας, και μετά, των χωρών της Μεσογείου, των Βαλκανίων. Ήταν κάτι που άλλαξε τη δική μου οπτική γωνία σε σχέση με τη χώρα που ζω.

Ποια ήταν τα πιο σημαντικά πράγματα που είδατε ηχογραφώντας σε μια τόσο σημαντική εταιρεία, όπως η ECM;
Τον Manfred Eicher! Αστειεύομαι αλλά και σοβαρολογώ κατά κάποιο τρόπο. Εννοώ ότι η ECM είναι αυτός. Αυτό που μας έφερε στην ECM πάντως, ήταν η συνεργασία μας με την εταιρεία Λύρα. Ήταν η δυνατότητα που είχαμε από την αρχή της συνεργασίας μας, να επιλέγουμε τα τραγούδια μας, να τα παίζουμε και να τα ηχογραφούμε με τον τρόπο που θέλαμε. Να μπορούμε να συμπεριλαμβάνουμε τον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό στα παραδοσιακά κομμάτια μ’ έναν τρόπο που δεν ήταν καθόλου συνηθισμένος τότε. Αυτό ήταν μία δική μου επιλογή κατ’ αρχάς. Διαμορφώσαμε έναν προσωπικό ήχο, που μετά ακολουθήθηκε από άλλα σχήματα, στο εξωτερικό κυρίως. Αυτό νομίζω μας έφερε τελικά στην ECM, και ξεκίνησε από τη Λύρα η οποία συνεργαζόταν με την ECM τότε. Από την Ντόρα Ρίζου πιο συγκεκριμένα, που ήταν η παραγωγός σε όλους τους πρώτους μας δίσκους. Αυτή ήταν που έφερε εμένα και τους μουσικούς σε επαφή.

Τι πρόσφερε ο Manfred Eicher στον ήχο σας αλλά και στον τρόπο που βλέπετε τη μουσική;
Ο Manfred, λείανε τις «γωνίες» μας ας πούμε… Οι αιχμές στον ήχο μαζεύτηκαν. Αυτό είναι η επιλογή του στους περισσότερους δίσκους του τα τελευταία χρόνια. Είναι μάλλον γνωστό αυτό. Το μότο της ECM, «ο καλύτερος ήχος μετά τη σιωπή», δεν επιλέχτηκε τυχαία. Ο Manfred δίνει μεγάλη σημασία στις παύσεις και στις μακριές νότες.

© John Kelman

Οι μουσικοί με τους οποίους συνεργάζεστε στις 4 συναυλίες του Φεβρουαρίου είναι κορυφαίοι, όχι μόνο σε ελληνικό αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο. Ποια είναι τα συναισθήματα που θα θέλατε να μοιραστείτε από τις πρόβες, που είναι άραγε πολύωρες;
Δεν κάνουμε πολύωρες πρόβες. Μετά βίας κάνουμε πρόβες… και σ’ αυτές τις πρόβες πέφτει αρκετό γέλιο και γίνονται αρκετά διαλείμματα για τσιγάρο. Κάποιοι είναι φανατικοί καπνιστές. Πάντως, για να απαντήσω συγκεκριμένα, είναι η αίσθηση της επικοινωνίας. Παίζουμε τόσα χρόνια μαζί, γνωριζόμαστε μουσικά τόσο καλά που συμπληρώνουμε ο ένας τον άλλον αβίαστα. Αυτό είναι πολύ σημαντικό και καθόλου αυτονόητο. Είναι μαγικό, θα έλεγα.

Να περιμένουμε να παιχτεί και νέο υλικό πέρα από το ηχογραφημένο με τους Primavera En Salonico;
Θα παίξουμε και κάποια τραγούδια από το “Watersong”, τραγούδια με θέμα το νερό που είχαμε παρουσιάσει στο Φεστιβάλ Αθηνών και δεν έχουν κυκλοφορήσει ακόμα.

Και τον Μάρτιο επιστρέφετε σ’ έναν δίσκο που είχε κυκλοφορήσει πριν από 22 χρόνια. Τι είναι αυτό που σας κάνει να επιστρέφετε στη μουσική του Μάνου Χατζιδάκι;
Τόσο, η αγάπη του κοινού όσο και η αγάπη των μουσικών για τα τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι. Το καλοκαίρι που κάναμε μία συναυλία μετά από πολλά χρόνια με τα τραγούδια αυτά, νιώσαμε πάλι το ίδιο. Το πόσο συγκινητικά είναι τόσο για μας, όσο και για το κοινό. Αυτό νιώσαμε και γι’ αυτό το επαναλαμβάνουμε.

Να γυρίσω στη Λιλιπούπολη; Ποιες είναι οι αναμνήσεις που σας έρχονται πρώτες από εκείνη την εποχή;
Οι διάδρομοι του Τρίτου προγράμματος της ΕΡΤ, η Λένα Πλάτωνος με τον Δημήτρη Μαραγκόπουλο να με παίρνουν από το σπίτι με το αυτοκίνητο για να πάμε για ηχογράφηση, ο Νίκος Κυπουργός, ο συνθέτης Δημήτρης Λέκκας να λέει ότι θα τραγουδούσε ευχαρίστως τη Ρόζα Ροζαλία, ο Αντώνης Κοντογεωργίου, η Ελένη Βλάχου (συνδημιουργός της Λιλιπούπολης) να περνάει με άσπρα μακριά φορέματα, οι ηθοποιοί καθισμένοι γύρω από μικρόφωνα σ’ ένα τραπέζι, να παίζουν τους ρόλους τους στο στούντιο σαν να διαβάζουν τα μαθήματα τους για το σχολείο, (δεν τους άκουγα τους έβλεπα για λίγο από το τζάμι), ο Μάνος Χατζιδάκις παρών καθημερινά…

© Johanna Diehl

Ο πιο πρόσφατος δίσκος σας το “Ways Of Not seeing” ήταν αρκετά πειραματικός. Τι σας έφερε κοντά με τη Joana Sa;
Η μουσική. Ο τρόπος που παίζει το «προετοιμασμένο» πιάνο και ο τρόπος που αυτοσχεδιάζω εγώ. Ό,τι υπάρχει στο δίσκο μας παίχτηκε και ηχογραφήθηκε μια κι έξω. Δεν επαναλάβαμε τίποτα και ήταν η πρώτη μας συνάντηση στο στούντιο. Την είχα ακούσει να παίζει στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, είχα ενθουσιαστεί και της ζήτησα να συνεργαστούμε.

Τι προσφέρουν οι πειραματισμοί στη συνολική σας καλλιτεχνική οπτική;
Με έχουν εξελίξει μουσικά με έναν τρόπο που δεν θα συνέβαινε εάν δεν είχα ασχοληθεί μ’ αυτό το είδος, με τη free jazz δηλαδή. Εξελίχθηκα όχι μόνο φωνητικά, αλλά άλλαξε και ο τρόπος που ακούω τη μουσική και τον ήχο γενικότερα στην καθημερινότητά μου. Διαμόρφωσε το τι θεωρώ μουσική και τι όχι. Μπορώ να ακούσω και να χρησιμοποιήσω πλέον συνθετικά οποιονδήποτε ήχο του περιβάλλοντος θέλω. Ούτως ή άλλως αυτή είναι μία τάση της εποχής μας, αλλά σε μένα προέκυψε κυρίως από τον αυτοσχεδιασμό. Το πώς δηλαδή μπορείς να ακούσεις τα πάντα ως μουσική.

Είστε σε μια ιδιαίτερα δημιουργική περίοδο. Υπάρχει κάτι που ετοιμάζετε και πρέπει να περιμένουμε μετά από τις συναυλίες στο Άλσος;
Παράλληλα συμμετέχω στην όπερα του Δημήτρη Μαραγκόπουλου και της Έλλης Παπακωνσταντίνου «Περσεφόνη» όπου εμφανίζομαι ως Δήμητρα στο Μέγαρο Μουσικής και στην Ελευσίνα, επίσης σε δύο συναυλίες της Λιλιπούπολης, και σε μία συναυλία με το φωνητικό σύνολο Γιασεμί. Αργότερα, τον Μάιο, με τους Primavera En Salonico θα παίξουμε στην Πορτογαλία, και απ’ ό,τι φαίνεται θα επαναληφθεί το καλοκαίρι η Ταβέρνα Miresia, Mario Bella Anastasia του Μάριο Μπανούσι, όπου συμμετέχω επίσης ως performer.