Μουσικη

Molyneaux: Σκοτεινά στιχουργήματα, μουσικές για χορό

Μιλήσαμε για τη συνεργασία της με τον Agatha στο ολοκαίνουργιο «Intimacy Without Obsession» και για μερικές ακόμη από τις περιπέτειες της μουσικής της

Γιώργος Φλωράκης
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Molyneaux: Η τραγουδίστρια μιλάει στην Athens Voice για τη νέα της κυκλοφορία «Intimacy Without Obsession»

Ο Agatha είναι ο sound designer και μουσικός παραγωγός από την Αθήνα που συνεργάζεται με πολλά ηλεκτρονικά σχήματα της πόλης αλλά δουλεύει και με τον ήχο στο θέατρο και τον κινηματογράφο, με πιο πρόσφατη δουλειά τον «Φιλοκτήτη» της Εταιρείας Φίλων στην Επίδαυρο. Η Molyneaux σχεδόν έναν χρόνο μετά την κυκλοφορία του πρώτου της μελαγχολικού ep “Sorrow” και λίγο καιρό μετά τη διασκευή της «Ανδρομέδας» του Θανάση Παπακωνσταντίνου, συνεργάζεται μαζί του γράφοντας τους ατμοσφαιρικούς στίχους που μας έχει συνηθίσει, ντύνοντάς τους όμως μ’ ένα πρωτότυπο δυναμικό ηλεκτρονικό χορευτικό ήχο.

© Πάνος Τσομάκος

Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που θυμάσαι ως παιδί κι έχει να κάνει με τη μουσική;
Θυμάμαι να βρίσκομαι στο σαλόνι του σπιτιού μου και να παίζουν βινύλια από ροκ, κλασική, τζαζ, και ό,τι άλλο. Θυμάμαι επίσης να τραγουδάω και να χορεύω σε όλα αυτά non stop.

Ξέρω ότι τέτοιου είδους πράγματα σπάνια τα γνωρίζουμε και ακόμη σπανιότερα τα αποκαλύπτουμε. Πιστεύω ότι ως ψυχολόγος γνωρίζεις καλά τους λόγους που θέλεις να σε αποκαλούμε Molyneaux. Θα ήθελες να μας δώσεις μερικά στοιχεία γι’ αυτήν την επιλογή;
Όλα μας, όλες και όλοι μας έχουμε το δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό, με κάθε τρόπο. Το Μολυνώ είναι εγώ, είναι αυτοδημιούργητο, και είναι πιο «πραγματικό» από ό,τι επέλεξαν προηγουμένως για εμένα. Το ίδιο το όνομα προέκυψε κάπως τυχαία, αλλά «έκατσε» συνειδητά.

Συνήθως ξεκινάμε να παίζουμε τις μουσικές του καιρού μας και στο πέρασμα του χρόνου πηγαίνουμε προς ήχους όπως η jazz. Μ’ εσένα συνέβη το ανάποδο, ξεκίνησες με κάποιον τρόπο από τη jazz. Πώς συνέβη αυτό;
Ναι είναι αλήθεια! Είμαι επηρεασμένη από τα ακούσματα του πατέρα μου, μεγάλωσα με ιδιαίτερες μουσικές στο σπίτι. Όσο μεγάλωνα έβρισκα μεγάλο ενδιαφέρον και ερμηνευτικά τραγουδώντας jazz. Νομίζω καθοριστική ήταν η Θεσσαλονίκη. Την περίοδο που μετακόμισα Θεσσαλονίκη για να σπουδάσω, κυριαρχούσε στη μουσική σκηνή η soul jazz. Αυτό ζητούσε το κοινό, αυτό είχε πάρει μπρος, και μπήκα και εγώ στη διαδικασία να ερμηνεύσω για αρκετό διάστημα κομμάτια από Melody Gardot, Nina Simone, με μία cover-band -τους Belle Reve- που είχαμε τότε δημιουργήσει. Δυστυχώς ή ευτυχώς, όμως, δεν με κάλυπτε αυτό. Δεν χωρούσε τη δημιουργική μου ανάγκη, ήθελα να πειραματιστώ κάπου αλλού και να βρω τον ήχο μου. Αυτό με έφερε στη σκηνή που είμαι τώρα, όπου νιώθω καλά.

Εκτιμώ ιδιαίτερα τη Γεωργία Συλλαίου -ως ερμηνεύτρια αλλά και ως συγγραφέα- η οποία στάθηκε μια πολύ σημαντική δασκάλα σου. Τι πήρες από εκείνη;
Η Γεωργία είναι νομίζω one of a kind καλλιτέχνης. Σίγουρα πήρα πολλά τεχνικά όσον αφορά το τραγούδι, καθώς δίπλα της έκανα μαθήματα jazz αλλά και κλασικού τραγουδιού προς το τέλος, αλλά νομίζω περισσότερο από οτιδήποτε, άνοιξε το μυαλό μου. Πήρα μία πολύ δυνατή αίσθηση του performing. Πώς η ερμηνεία μπορεί να αλλάξει τις λέξεις, να δημιουργήσει έντονα συναισθήματα και να σταματήσει τον χρόνο. Έχοντας απολαύσει τις ερμηνείες της με τον Σάκη Παπαδημητρίου εκείνο το διάστημα, βλέποντάς την να μεταμορφώνεται στη σκηνή, ήταν για μένα κάτι καινούργιο. Θεωρώ ότι έχει επηρεάσει βαθιά τη δική μου ερμηνεία σήμερα.

Το “Sorrow” ήταν μια σκοτεινή θα έλεγε κανείς δουλειά. Από πού έρχονται άραγε τα σκοτάδια; Από ποιες εξωτερικές πραγματικότητες; Από ποια εσωτερικά στοιχεία;
Σίγουρα το “Sorrow”, όπως το λέει δηλαδή και ο τίτλος, ήταν μία σκοτεινή δουλειά. Παράλληλα όμως ήταν για μένα ενδυναμωτική. Τα σκοτάδια, όπως είπες κι εσύ, μάλλον είναι μία διαρκής συνομιλία των εξωτερικών και εσωτερικών πραγματικοτήτων. Από τη στιγμή που ξεκινάμε να υπάρχουμε, λαμβάνουμε ερεθίσματα και αντιδρούμε σε αυτά σύμφωνα με τη προσωπική μας ιδιοσυγκρασία. Υπάρχουμε σε έναν κόσμο, σε μία κοινωνία, η οποία αν δε μας χωράει, ή αν μας πολεμάει, η πραγματικότητα είναι δύσκολη. Δεν έχουν όλοι τις ίδιες ευκαιρίες και δεν ζουν όλοι στην ίδια πραγματικότητα. Ο εσωτερικός κόσμος, από την άλλη, είναι κάποιες φορές ακόμα πιο δύσκολος να τον αποδεχτείς και να τον καταλάβεις.

© Eleni Albarosa

Την εποχή που κυκλοφόρησε το “Sorrow” έτυχε να διαβάζω τον «Κάφκα στην Ακτή» του Χαρούκι Μουρακάμι. Υπάρχει άραγε κάποια συνάφεια στην ατμόσφαιρα της μουσικής σου και στην ατμόσφαιρα της γραφής του; Τι είναι αυτό που θα μπορούσε να σας φέρνει κοντά;
Με συγκινείς πολύ, διότι είναι πολύ αγαπημένος μου ο Μουρακάμι! Θα μπορούσε να μας φέρει κοντά ο ρεαλισμός που όμως εκείνος τον τοποθετεί, σε ένα πλαίσιο μεταφυσικών αποχρώσεων. Είναι σκοτεινός ο Μουρακάμι και αυτά που βγάζει στο χαρτί δεν είναι ευκολόπεπτα, κάτι στο οποίο εν μέρει βλέπω και τον εαυτό μου όταν γράφω. Τα τοποθετεί όμως σε έναν κόσμο -μη πραγματικό-φεύγει από το συμβατικό, δημιουργεί ένα παραμύθι. Τέτοια παραμύθια νομίζω, μπορεί, κάποιες φορές να δημιουργώ κι εγώ στην ατμόσφαιρα της μουσικής.

Η διασκευή της «Ανδρομέδας» ήταν μια μεγάλη έκπληξη για τους πιο πολλούς από εμάς. Πώς προέκυψε;
Τον αγαπώ πολύ τον Θανάση Παπακωνσταντίνου. Έχω μεγαλώσει ακούγοντας και τραγουδώντας την «Ανδρομέδα» και το «Αερικό». Από τις πρώτες συναυλίες που θυμάμαι, ήταν κι αυτές του Θανάση. Έχοντας γεννηθεί και μεγαλώσει μέχρι κάποιο σημείο στον κάμπο, οι ήχοι αυτοί είναι ήχοι γνώριμοι, ήχοι που εκτιμώ. Αποφάσισα λοιπόν να πειραματιστώ. Ήθελα να δω τι θα γίνει αν παίξω την «Ανδρομέδα» με τα δικά μου εργαλεία και τις δικές μου ιδέες. Νομίζω ότι κάνοντας μία διασκευή, ίσως είναι και ο τρόπος μου να τιμήσω ακούσματα που με έχουν καθορίσει ή εμπνεύσει.

Τι είναι αυτό που έφερε για πρώτη φορά κοντά Agatha και Molyneaux;
Ο κοινωνικός μας κύκλος μας έφερε πρώτη φορά κοντά. Γνώριζα ότι ο Άγγελος κάνει μουσική, είχα βρεθεί στο διπλανό studio από το δικό του αρκετές φορές, και απλά μία μέρα με κάλεσε να παίξουμε. Είχα κομπλάρει πολύ, γιατί στο μυαλό μου ήταν αυτός ο υπερταλαντούχος sound-designer και παραγωγός, και εγώ τότε είχα κυκλοφορήσει μόνο ένα single, από το οποίο δεν φαινόταν και ιδιαίτερα η βαθύτερη ανάγκη μου για ηλεκτρονική μουσική και πειραματισμό. Αλλά τον κατάφερα, από τότε να γράφουμε μουσική μαζί κι έχουν περάσει κιόλας τρία χρόνια.

Πόσο διαφορετική ήταν η διαδικασία σύνθεσης των κομματιών από αυτήν που είχες συνηθίσει όταν δούλευες μόνη;
Πολύ πολύ πολύ διαφορετική. Είναι άλλο process τελείως. Δουλεύοντας με τον Άγγελο είμαι διαρκώς challenged. Μου προτείνει πράγματα, με βάζει σε διαδικασία να βγω από το comfort zone μου, και φυσικά δημιουργώ κάτι που ποτέ δεν θα έκανα μόνη μου, γιατί βάζει όλη τη δική του τέχνη και τεχνουργία μέσα σε αυτό που κάνουμε μαζί. Έχουμε βρει έναν δικό μας, κοινό τρόπο να δουλεύουμε, κάνοντας incorporate στη δουλειά μας τα καλύτερα στοιχεία από το ένα και το άλλο.

Εδώ έχουμε να κάνουμε με πιο pop και λιγότερο σκοτεινό υλικό, έτσι δεν είναι;
Σίγουρα! Όπως λέει και ο τίτλος του άλμπουμ μας “Intimacy Without Obsession”. Η έμπνευση κάποιων κομματιών προκύπτει από δύσκολες εμπειρίες, αλλά επιλέγουμε να τα ενσαρκώσουμε με μία δόση χιούμορ, με αυθορμητισμό και χωρίς εμμονές! Παράλληλα, επηρεαζόμαστε και από απλά καθημερινά πράγματα για να γράψουμε, κρατώντας έναν βιωματικό χαρακτήρα. Στο “Str8 Date” για παράδειγμα ακούτε την πραγματικότητα και τη δυσκολία των πρώτων date μετά το τέλος μίας μεγάλης σχέσης!

Τι διαφορετικό έχει φέρει για σένα -μουσικά και συναισθηματικά- αυτή η συνεργασία;
Όπως είπα και πριν, με τον Άγγελο είμαι διαρκώς challenged. Δοκιμάζω πράγματα που δεν θα έκανα, έχω καταφέρει να συναντήσω και να «γιορτάσω» μια πιο αυθόρμητη και ξέγνοιαστη πλευρά του εαυτού μου. Μπορώ δημιουργικά να ξεφύγω από το δικό μου τόπο και να πω μια άλλη ιστορία, που ίσως μόνη μου να φοβάμαι να πω. Είναι ο πρώτος, και κάποιες φορές ο τελευταίος, άνθρωπος που ακούει τις σκέψεις μου ωμές, αυτά που γράφω όπως τα γράφω. Και αυτό νομίζω είναι πολύ ιδιαίτερο. Για παράδειγμα, στο «Δεν πειράζει» οι πρώτες μελωδίες που είχαμε γράψει ήταν αρκετά μελαγχολικές, κάτι το οποίο όπως έχετε καταλάβει τείνω να κάνω σαν Μολυνώ. Με τον Άγγελο όμως αυτό το αντιστρέψαμε, και βγήκε ένα αποτέλεσμα που με ενδιαφέρει πολύ, διότι συνδυάζονται κάποιοι στίχοι λίγο δύσκολοι με μία μελωδία πολύ χαρωπή, που σε προσκαλεί σε χορό. Αυτή η αντίθεση μου αρέσει και νομίζω είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα της συνεργασίας μας.

Ίσως λόγω και των σπουδών σου στην Ψυχολογία αλλά και της καθημερινής δουλειάς σου στον ίδιο τομέα, χρησιμοποιείς συχνά την έννοια του ονείρου αλλά και υλικό ονείρων στη δουλειά σου. Η σκέψη αυτή μου έρχεται με αφορμή το “Dream” αλλά νιώθω να έχει ευρύτερη εφαρμογή στην καλλιτεχνική δουλειά σου. Θα ήθελες να πεις δυο λόγια για τον κόσμο των ονείρων, για τη σχέση συνειδητού - ασυνείδητου, για τους κόσμους που αυτά κρύβουν;
Είναι πράγματι τα όνειρα μία συχνή θεματική στη δουλειά μου. Η απάντηση που μπορώ να δώσω είναι ότι όταν βρίσκεσαι σε μία βαθύτερη επικοινωνία με τον εαυτό, μέσω της θεραπείας ίσως, αλλά φαντάζομαι και με άλλα μέσα, τα όνειρα γίνονται πολύ έντονα. Συνομιλούν το συνειδητό με το ασυνείδητο και γίνεται ο κακός χαμός. Για εμένα προσωπικά, μου λένε αυτά που δεν βλέπω, ή περνάνε μία αίσθηση που με κινητοποιεί, όπως στην περίπτωση του νέου κομματιού “Dream”. Το κομμάτι αυτό είναι εμπνευσμένο από μία τέτοια εμπειρία, όπου μέσα σε ένα όνειρο που είχα, μπόρεσα να δω τον ίδιο μου τον εαυτό, σε μία αγνή-ιδανική μορφή του. Όταν ξύπνησα συνειδητοποίησα ότι ο εαυτός μου είναι εκεί, ακόμα κι όταν νιώθω ότι λίγο τον έχω χάσει, και με κρατάει γερά, και ήταν μία περίοδος τότε που είχα ανάγκη να το καταλάβω αυτό. Η αίσθηση ήταν τόσο δυνατή, σαν να την είχα ζήσει στον ξύπνιο μου.

Θα κυκλοφορήσει κάποια από τις δουλειές σου σε βινύλιο για να την αποκτήσουμε κι εμείς οι παλιομοδίτες;
Πλάνα για βινύλιο δεν υπάρχουν ακόμα, σας εκτιμούμε όμως εσάς τους παλιομοδίτες, και γι’ αυτό θα κυκλοφορήσουμε μία limited έκδοση κασέτας!

Τι να περιμένουμε στο αμέσως επόμενο διάστημα;
Να περιμένετε στις 16 Μαρτίου την παρουσίαση δίσκου μας στο αγαπητό μας ΚΕΤ! Υπάρχουν βεβαίως πολλές εκπλήξεις για αυτήν την παρουσίαση, τις οποίες θα αποκαλύψουμε σιγά σιγά. Παράλληλα ετοιμάζουμε και κάποιες εμφανίσεις εκτός Ελλάδας.