Όσα συζητήθηκαν στα πάνελ σε video, highlights και εικόνες
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
11°
Διονύσης Γραμμένος, ένας Έλληνας μαέστρος μας κάνει περήφανους
Συνέντευξη με τον Διονύση Γραμμένο για την ΕΛΣΟΝ και για την καλλιτεχνική του πορεία
Ο Διονύσης Γραμμένος με υποδέχεται στο φουαγιέ του Μεγάρου Μουσικής με μια απροσποίητη ευγένεια. Γνωρίζω ότι έχει ήδη καταφέρει τόσα πολλά παρότι τόσο νέος. Με το που καθόμαστε με εκπλήσσει μια ενέργεια που έρχεται από εκείνον, μαζί με μια προσοχή. Ίσως για αυτό μου βγαίνει να του πω «αγαπάω πολύ την κλασική μουσική», σαν μια γέφυρα που θα μας συνδέσει. «Ποιοι συνθέτες σου αρέσουν;» ρωτάει καθόλου τυπικά. Είναι εντελώς στον εαυτό του, αλλά τον ενδιαφέρει ο συνομιλητής του, έχει μάθει να «ακούει». Ως μαέστρος έχει μια πορεία αξιοσημείωτη, καθώς από πολύ μικρός στάθηκε στο πόντιουμ διευθύνοντας σημαντικές ορχήστρες. Τώρα ανεβαίνει ένα ακόμα σκαλοπάτι υπογράφοντας συμβόλαιο με την Intermusica, το agency που εκπροσωπεί κάποιους από τους πιο τοπ μουσικούς όλου του πλανήτη. Δίπλα στα ονόματα του Θεόδωρου Κουρεντζή και του Λεωνίδα Καβάκου, σκέφτομαι, σε λίγο καιρό θα βάζουμε και το δικό του όνομα – το κρατάω για να του το πω αργότερα.
Ένας 34χρονος έλληνας μαέστρος που θα διευθύνει τις καλύτερες ορχήστρες του κόσμου, το ένα αξιοσημείωτο. Το άλλο είναι αυτό το μικρό θαύμα που έχει καταφέρει, με την ίδρυση πριν από 7 χρόνια της Ελληνικής Συμφωνικής Ορχήστρας Νέων. Πώς συνέβη στα 26 του χρόνια να έχει ένα όραμα «εθνικού» διαμετρήματος για τους νέους Έλληνες μουσικούς; Κάποιος μη μυημένος, όταν ακούει Ορχήστρα Νέων, δεν σκέφτεται μια ορχήστρα που παίζει σε πολύ υψηλό επίπεδο, εκπροσωπώντας τη μουσική νεολαία της χώρας μας διεθνώς. Η ΕΛΣΟΝ είναι πλέον μέλος της Ευρωπαΐκής Ομοσπονδίας Εθνικών Ορχηστρών Νέων (ENFYO) και έχει μπει στον ευρωπαϊκό μουσικό χάρτη με ισχυρή παρουσία. Ενδεικτικά μόνο, έχει εμφανιστεί δύο φορές στο Young Εuro Classic, το μεγαλύτερο φεστιβάλ για ορχήστρες νέων στον κόσμο, το οποίο φέτος μάλιστα άνοιξε με τη συναυλία του – μία Ορχήστρα Νέων από την Ελλάδα να ανοίγει το φεστιβάλ του Βερολίνου!
Η έδρα της ΕΛΣΟΝ από το 2020 είναι το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Εκεί είναι και το γραφείο του Διονύση Γραμμένου, ως ιδρυτή και καλλιτεχνικού διευθυντή της ορχήστρας, εκεί κάνουν τις πρόβες τους οι Έλληνες νέοι μουσικοί της ΕΛΣΟΝ, από όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό. Η συνέντευξή μας γίνεται με αφορμή τη συναυλία τους στις 7 Δεκεμβρίου, για τα 150 χρόνια από τη γέννηση του Σεργκέι Ραχμάνινοφ, με σολίστ έναν άλλο σπουδαίο Έλληνα μουσικό με διεθνή καριέρα, τον πιανίστα Βασίλη Βαρβαρέσο. Αλλά και πέρα από αυτήν. Ο διεθνής τύπος γράφει για «την έμφυτη και ενστικτώδη μουσικότητά του, τη σαφήνεια και την αποτελεσματικότητα της διεύθυνσής και την ικανότητά του να διαμορφώνει τον ήχο της ορχήστρας. Οι ερμηνείες του είναι βαθιά εκφραστικές, πλούσιες σε χρώματα και συναισθήματα. Ο Διονύσης Γραμμένος είναι ένα από τα πιο πολλά υποσχόμενα αστέρια του αύριο».
Πώς ένα παιδί από την Κέρκυρα έφτασε στα 34 του χρόνια στo BBC Radio3, το διαμάντι του βασιλικού στέμματος, το οποίο μόλις την προηγούμενη μέρα μετέδωσε τη συναυλία του με την Ulster Orchestra; Οι απορίες λύνονται καθώς στο πρώτο κομμάτι της συζήτησής μας μιλάμε για την ΕΛΣΟΝ και στο δεύτερο για τη ζωή του και την πορεία του στη μουσική.
«…Στις παρτιτούρες της ορχήστρας σε κάποια σημεία γράφουν οι συνθέτες “cantabile”, σαν να το τραγουδούσες δηλαδή. Αυτό είναι κάτι που σκέφτομαι πάντα. Όταν παίζεις ένα μουσικό όργανο να φαντάζεσαι το πώς θα τραγουδούσες την κάθε φράση του έργου. Ο ήχος τότε είναι διαφορετικός, έχει μια άλλη ποιότητα, έχει ροή, φυσικότητα...»
Είναι κάτι που λες και στους μουσικούς της ορχήστρας; Ίσως για αυτό η ΕΛΣΟΝ έχει αυτή την εκφραστικότητα στον ήχο της και θεωρείται πλέον μία από τις καλύτερες ορχήστρες νέων.
Ναι, το λέω, μην παίζετε το όργανο, χρησιμοποιήστε το για να τραγουδήσετε! Η οποιαδήποτε ορχήστρα θα έπαιζε σε άλλο επίπεδο αν έκανε δύο απλά πράγματα. Το να παίζεις σε μία ορχήστρα είναι ήδη πολύ απαιτητικό, ένα κομμάτι της προσοχής σου όμως πρέπει να είναι στραμμένο στο να ακούσεις και να συνδεθείς με αυτό που συμβαίνει γύρω σου. Σε μία ορχήστρα με πολύ υψηλό επίπεδο οι μουσικοί της έχουν αναπτύξει αυτή τη σφαιρική αντίληψη και αυτό είναι κάτι το οποίο καλλιεργείται. Άρα, αυτό είναι το πρώτο. Το δεύτερο, έχει να κάνει με την αναπνοή μας. Ο τρόπος με τον οποίο θα εισπνεύσουμε είναι απόλυτα συνδεδεμένος με τον ήχο που θα πάρουμε, κι όταν όλοι οι μουσικοί αναπνέουν μαζί, τότε η ορχήστρα συντονίζεται.
Σκέψου! Μια ορχήστρα μπορεί να έχει 80 μουσικούς. Για να έχουμε έναν κοινό ήχο πρέπει να έχουν όλοι τους μια κοινή φαντασία για τον ήχο αυτό. Η μεγαλύτερη πρόκληση λοιπόν δεν είναι το πώς θα κουρδίσουμε τα όργανα μας ή πώς θα συντονιστούμε χρονικά, αλλά το πώς θα συντονίσουμε το πνεύμα μας. Αν αναπνεύσουμε μαζί με αυτούς που βρίσκονται δίπλα μας, έχουμε μια πιο βαθιά σύνδεση και φυσικά μια άλλη ποιότητα στον ήχο. Και δεν σου μίλησα καν για το τεχνικό επίπεδο των μουσικών, το αν έχουν μελετήσει ή αν έχουν εμπειρία στο έργο... Αν ακούσεις μια ορχήστρα, ανεξάρτητα από το επίπεδό της, μπορείς να καταλάβεις εάν αυτά τα δύο στοιχεία λειτουργούν.
Πάντως προξενεί εντύπωση η ΕΛΣΟΝ, μια τόσο νέα ορχήστρα, πώς παίζει σε τόσο υψηλό επίπεδο. Και μάλιστα όταν ανανεώνεται συχνά, καθώς νέοι μουσικοί μπαίνουν και άλλοι, όταν περνούν το ηλικιακό όριο, φεύγουν.
Αυτή η ανανέωση, η έλλειψη μονιμότητας, είναι ένα από τα πιο ωραία χαρακτηριστικά αυτής της ορχήστρας. Γιατί η ΕΛΣΟΝ δημιουργήθηκε για να προσφέρει ορχηστρική εκπαίδευση και εμπειρία στους μουσικούς. Ένας μουσικός 18 με 26 χρονών, όσο ταλαντούχος και να είναι, δεν έχει την εμπειρία του ρεπερτορίου για να παίξει σε ένα μεγάλο σύνολο ή να δουλέψει με μαέστρους που έχουν κάτι να πουν.
Πέρα από τις πρόβες, τη δουλειά που κάνουμε και τα έργα που παίζουμε, πόσο σπουδαίο είναι για έναν νέο Έλληνα μουσικό να εμφανίζεται σε συναυλίες στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών ή στο Konzerthaus του Βερολίνου, αλλά και σε σημαντικές αίθουσες στην Ευρώπη, να συμπράττει με διάσημους σολίστ, όπως τώρα με τον Βασίλη Βαρβαρέσο, αλλά και πολλούς άλλους. Πόσο σημαντικό είναι για την εκπαίδευσή τους και τη μετέπειτα πορεία τους το να βρίσκονται στο ξεκίνημά τους σε ένα τέτοιο σύνολο και να έχουν αυτές τις συναυλιακές εμπειρίες, οι οποίες σε μεγάλο βαθμό τους διαμορφώνουν ως καλλιτέχνες.
Κάθε χρόνο κάνετε ακροάσεις για να διαλέξετε από έναν αριθμό αιτήσεων. Με ποιο κριτήριο διαλέγεις, τι κοιτάς περισσότερο; Και τι έχεις να πεις για τους νέους Έλληνες μουσικούς;
Το πρώτο πράγμα που κοιτάζω σε έναν μουσικό, το οποίο είναι ευδιάκριτο από τα πρώτα κιόλας δευτερόλεπτα –πριν πούμε πόσο χρονών είναι, τι εμπειρία έχει, πώς είναι η τεχνική του κ.λπ.– είναι… έχει φλόγα μέσα του; Γιατί και αν έχει κάποιες τεχνικές δυσκολίες, αυτές θα βρούμε τρόπο να τις ξεπεράσουμε. Το πρωτεύον για εμένα είναι εάν η μουσική αυτή που παίζει σημαίνει κάτι γι’ αυτόν. Έπειτα βλέπουμε την πορεία του, τα ενδιαφέροντά του, ζητάμε να μας μιλήσει για τον εαυτό του, να μάς πει γιατί θέλει να παίξει στην ορχήστρα αυτή, τι είναι αυτό που αγαπά στη συμφωνική μουσική… και προφανώς θέλουμε να έχει λύσει βασικά τεχνικά θέματα στο όργανο του.
Υπάρχει πολύ ταλέντο εκεί έξω, αυτό είναι βέβαιο. Θα σου πω κάτι αξιοσημείωτο, όσο και ενδεικτικό. Πριν από κάποια χρόνια, βλέποντας τα βίντεο των ακροάσεων, είδαμε έναν νέο μουσικό από τα Ιωάννινα ο οποίος σε μεγάλο βαθμό ήταν αυτοδίδακτος. Έπαιζε ορχηστρικά αποσπάσματα από τις συμφωνίες του Μπετόβεν, του Μότσαρτ, του Μπραμς… Ήταν ένα φυσικό ταλέντο και είχε τέτοια αγάπη και πάθος για τη μουσική, και προφανώς περιορισμένη πρόσβαση και δυνατότητες στην πόλη του. Ή τις προάλλες, μία μουσικός από τα Τρίκαλα έστειλε μια ακρόαση που την είδα ξανά και ξανά, σαν να παρακολουθούσα ρεσιτάλ μουσικής. Η μουσικός αυτή λέγεται Δήμητρα Κωστίκα και παίζει φλάουτο. Υπάρχει πολύ ταλέντο και πολλές φορές εκεί που δεν το περιμένεις, έρχονται από πόλεις και περιοχές, που λες γιατί; πώς; τι υπάρχει εκεί πέρα; Δεν σου κρύβω πως κάθε φορά που βλέπω αυτά τα παιδιά να παίζουν στην ΕΛΣΟΝ συγκινούμαι πολύ.
Περισσότερα για την ΕΛΣΟΝ μας λέει στο video που φτιάξαμε στο φουαγιέ του Μεγάρου Μουσικής (στο τέλος της συνέντευξης). Αυτά τα 7 χρόνια από την Ελληνική Συμφωνική Ορχήστρα Νέων έχουν περάσει περίπου 250 νέοι Έλληνες μουσικοί. Μου λέει ότι έχει διευθύνει άλλες Εθνικές Ορχήστρες Νέων οι οποίες γιόρταζαν τα 40, 50, 60 χρόνια παρουσίας τους, ενώ εκείνοι μπαίνουν στην έβδομη σεζόν. «Όλες οι χώρες του δυτικού κόσμου, δεν θέλω να πω οι πολιτισμένες, δεν είμαστε απολίτιστοι απλώς χάνουμε τις προτεραιότητες μερικές φορές, έχουν μία Εθνική Ορχήστρα Νέων, η οποία είναι ένας μεγάλος θεσμός και η κάθε συναυλία της είναι μάλιστα από τις πιο όμορφες μουσικές στιγμές σε μια καλλιτεχνική σεζόν». Μου μιλάει με τρομερή συγκίνηση για την Ορχήστρα, είναι πολύ σπουδαίος ο ρόλος που επιτελεί, με έναν τρόπο προσφέρει κοινωνικό έργο και είναι πράγματι συγκινητικό, αλλά δεν με αφήνει να πω πολλά και μεγαλόστομα, μόνο μου λέει «έλα να μας ακούσεις πρώτα και μετά θα πεις».
Οι καλύτεροι Έλληνες νέοι μουσικοί συνδεδεμένοι σε ένα σύνολο μαζί.
«Για μένα αυτό έχει μεγάλη δυναμική και σημασία. Ξέρεις, όταν βγαίνουμε και εμφανιζόμαστε στο εξωτερικό εκπροσωπούμε τη χώρα μας, νιώθουμε κάπως σαν την Εθνική Ελπίδων που έχουμε στο ποδόσφαιρο, που δίνει αγώνες και φέρει το εθνόσημο. Ανήκουμε στις καλύτερες ορχήστρες νέων της Ευρώπης πλέον, κι αυτό συνέβη μέσα σε έξι χρόνια. Όταν ένας μουσικός βρίσκεται εκεί προφανώς κουβαλάει μέσα του κι αυτήν την εκπροσώπηση της χώρας του». Η ΕΛΣΟΝ αποτελεί τον καλύτερο πρεσβευτή μας στο εξωτερικό, αλλά και στην Ελλάδα για να επικοινωνήσει το είδος αυτό της μουσικής στη νέα γενιά.
Ο ίδιος είναι τόσο νέος αλλά την ίδια στιγμή τόσο πολύ στον εαυτό του. Καταλαβαίνω πώς μπορεί να εμπνεύσει τους μουσικούς μιας ορχήστρας γιατί διακατέχεται από αυτή τη φλόγα που αναζητάει και στους άλλους. Μιλάει αργά, με απαλή φωνή, για την αγάπη και το πάθος του για τη μουσική, που είχε από μικρό παιδάκι. Σιγά-σιγά περνάμε στο δεύτερο μέρος της συζήτησής μας, που είναι η ζωή του και η δική του λαμπρή πορεία.
Πώς ένας τόσο νέος μουσικός είχε ένα τόσο μεγαλόπνοο όραμα; Να ιδρύσει μία –εθνική, ας την πούμε– ορχήστρα;
Έπαιξα μουσική από πολύ μικρός στην Φιλαρμονική, στην Κέρκυρα. Γνώρισα και αγάπησα τη μουσική μέσα από τη σύμπραξη. Με πολλούς μουσικούς ήμασταν φίλοι, πηγαίναμε μαζί σχολείο, άλλοι ήταν μικρότεροι και άλλοι μεγαλύτεροι σε ηλικία, επαγγελματίες ή ερασιτέχνες δεν έπαιζε κανέναν ρόλο. Όλοι συνδεόμασταν για να παίξουμε μουσική. Χωρίς τη σύμπραξη, για μένα, δεν νοείται μουσική και αυτό είναι και ένα μάθημα για τη ζωή, γιατί δεν μπορείς να πετύχεις τίποτα μόνος σου – νομίζουμε ότι καταφέρνουμε μόνοι μας πράγματα, πάντα όμως είναι συλλογική η προσπάθεια. Στη Φιλαρμονική είχαμε δωρεάν πρόσβαση και εκπαίδευση. Ήταν λοιπόν ένα όνειρό μου να δημιουργήσω μια παρόμοια συνθήκη για τους νέους μουσικούς της χώρας μας.
Ένας χώρος όπου η ορχηστρική εκπαίδευση θα παρέχεται δωρεάν, όπου οι νέοι θα ευαισθητοποιούνται και θα εμπνέονται, θα ανακαλύπτουν τα όρια τους και που ως πυρήνα θα διατηρεί πάντα τη μαγεία αυτής της σύμπραξης. Αυτό ακριβώς είναι για εμένα η ΕΛΣΟΝ.
Ο Διονύσης Γραμμένος ξεκίνησε παίζοντας κλαρινέτο στη Φιλαρμονική Κέρκυρας, κέρδισε βραβεία και υποτροφίες, για δύο χρόνια έκανε μαθήματα στο Ωδείο Αθηνών και στα 18 του, το 2008, κέρδισε το πρώτο βραβείο στον Πανευρωπαϊκό Διαγωνισμό Νέων, όπου κάθε χώρα εκπροσωπούνταν από ένα νέο σολίστ. Κάπως έτσι ένα νεαρό παιδί από την Κέρκυρα βρέθηκε να παίζει με τη Συμφωνική Ορχήστρα της Βιέννης σε μια συναυλία που αναμεταδόθηκε ζωντανά στο δίκτυο της EBU, έτσι ξεκίνησε η διεθνής του πορεία. Δεύτερος σημαντικός σταθμός το 2013/14, όταν επιλέχθηκε από την ECHO (European Concert Hall Organization) ως “Rising Star”, έναν οργανισμό στον οποίον εκπροσωπούνται οι μεγάλες αίθουσες συναυλιών στην Ευρώπη, ως συμμετοχή του Μεγάρου Μουσικής, και 23 χρονών έπαιξε σε περιοδεία στις σημαντικότερες αίθουσες της Ευρώπης – πλέον σε κάποιες από αυτές εμφανίστηκε και ως μαέστρος.
Οι περισσότεροι μαέστροι ξεκινάνε από ένα όργανο, αλλά είναι σπάνιο να το προχωρούν σε τόσο υψηλό επίπεδο. Πώς πέρασες στη διεύθυνση ορχήστρας;
Όταν ήμουν 17-18 χρονών άρχισα να γνωρίζω ένα μεγαλύτερο κομμάτι της μουσικής, να ανακαλύπτω τις συμφωνίες του Μπραμς, του Μπετόβεν, γιατί μέχρι τότε άκουγα κυρίως έργα για κλαρινέτο. Δεν ήταν τόσο η φύση της διεύθυνσης ορχήστρας, αλλά η σχέση μου με τα έργα αυτά που με έκανε να πω, ωραία, θέλω να εμπλακώ σε ένα άλλο επίπεδο μαζί τους, πώς; θα πρέπει να τα διευθύνω. Αποφάσισα λοιπόν να γίνω μαέστρος καθώς με μαγνήτισε η ίδια η μουσική. Άρχισα να αγοράζω cd με τις συμφωνίες του Μάλερ και άλλων συνθετών, μαζί με τις παρτιτούρες, να τα ακούω και από δίπλα να διαβάζω… κάπως έτσι ξεκίνησα. Και φυσικά να παρακολουθώ συναυλίες μεγάλων ορχηστρών.
Οι σπουδές στη Γερμανία διαρκούν 8-9 χρόνια, πρώτα κλαρινέτο, Βαϊμάρη, Βύρτσμπουργκ, 3 χρόνια στη Βιέννη, Βερολίνο. Το καλοκαίρι του 2016 πηγαίνει στην Αμερική, που επιλέγεται από το Μουσικό Φεστιβάλ του Άσπεν να συμμετάσχει ως υπότροφος στην “American Academy of Conducting” και στη συνέχεια συμμετέχει στη Λουκέρνη, στα master class του Μπέρναρντ Χάιτινκ– πολύ σπουδαία στιγμή για έναν νέο μαέστρο να διευθύνει υπό την καθοδήγησή του.
«Ξέρεις, οι σπουδές σου δίνουν γεύσεις, αλλά ο καλύτερος καθηγητής του εαυτού σου είσαι εσύ. Από μικρός, κάθε φορά που διηύθυνα μια ορχήστρα το βιντεοσκοπούσα με την κάμερα, ηχογραφούσα όμως πάντα και τις πρόβες μου και τις άκουγα, δεν ήθελα να με ρουφήξει το οπτικό κομμάτι της διεύθυνσης ορχήστρας. Για να είμαι ειλικρινής, δεν με ενδιαφέρει πώς διευθύνει ένας μαέστρος, μπορεί να το κάνει με τα χέρια, με τα μάτια ή με την έντονη παρουσία του στο πόντιουμ, δεν με νοιάζει. Μπορώ όμως να καταλάβω αν έχει τη δύναμη και το χάρισμα να βγάλει ήχο από την ορχήστρα. Όταν σπούδαζα, πήγαινα στις πρόβες πολύ μεγάλων μαέστρων στη Βιέννη, στο Βερολίνο, στο Μόναχο, και έβλεπα ότι αλλιώς έκανε ο καθένας πρόβα, αλλιώς μιλούσε στην ορχήστρα, αλλιώς διηύθυνε…
Υπάρχει φυσικά μια βάση που όλοι πρέπει να έχουμε στην τεχνική μας, πρέπει επίσης να σέβεσαι την ορχήστρα, να κάνεις καλό time management σε μια πρόβα, είναι όλα σημαντικά. Από εκεί και πέρα όμως βάζεις εσύ την προσωπική σου σφραγίδα με τον τρόπο που διευθύνεις. Αν είσαι αυθεντικός, αυτό γίνεται αισθητό τόσο στους μουσικούς όσο και στο κοινό».
Ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή στη ζωή σου, που σε καθόρισε; Ή μήπως είναι κάτι προσωπικό;
Το πιστεύω ότι οι δύσκολες στιγμές είναι αυτές που μας διαμορφώνουν και που βαθειά μέσα μας μας καθορίζουν. Είναι αυτά τα χαράγματα στην ψυχή μας, που πάντα θα βρίσκονται εκεί. Από μικρή ηλικία με επηρέασαν γεγονότα στο περιβάλλον και την οικογένειά μου, που με έκαναν να σκεφτώ πως αν θέλω ποτέ να φτάσω κάπου, θα πρέπει να παλέψω με τις δικές μου δυνάμεις και μόνο. Στην Κέρκυρα, όπου μεγάλωσα, οι γονείς μου δεν είχαν ιδιαίτερη οικονομική δύναμη για να με στηρίξουν σε αυτό που ήθελα να κάνω. Ήξεραν ότι είμαι καλός στη μουσική, αλλά προτεραιότητα τους ήταν να είμαι καλός στο σχολείο. Η κατεύθυνσή μου όμως ήταν πάντοτε η μουσική, και οι όποιες δυσκολίες θα έλεγα ότι με έκαναν να αισθάνομαι περισσότερο υπεύθυνος για τον εαυτό μου. Κέρδισα κάποια βραβεία, υποτροφίες και έφυγα για το εξωτερικό, γιατί αυτό το όνειρο είχα από μικρός, ήθελα να βρίσκομαι και να ζω τη ζωή μου μέσα από τη μουσική. Ο άνθρωπος όταν βρει μέσα του αυτό που αγαπά… Θα στο πω αλλιώς, είναι πολλά τα πράγματα που θα μπορούσαμε να κάνουμε, ίσως όμως υπάρχει και κάτι το οποίο δεν μπορούμε να μην το κάνουμε. Αυτό θα έλεγα πως είχα την τύχη να το ανακαλύψω από νωρίς στη ζωή μου.
Αυτή η αίσθηση ανάληψη ευθύνης του εαυτού για ένα παιδί, όπως την περιγράφει, εξηγεί πολλά. Γιατί το να ιδρύεις μια ορχήστρα στα 27 σου δεν είναι απλό, το να είσαι στο τιμόνι ενός καλλιτεχνικού οργανισμού φέρει πολύ μεγάλη ευθύνη, πέρα από τη δυναμική της ορχήστρας την οποία έχει κατακτήσει, η χρηματοδότησή του, η καθημερινή του φροντίδα, η οργάνωση του, η συνεκτικότητά του, η καλλιτεχνική του κατεύθυνση… «Υπήρχε από την αρχή μια στρατηγική, δεν παρουσιάζουμε τυχαία ό,τι μας αρέσει σε κάθε συναυλία. Από όταν ίδρυσα την ΕΛΣΟΝ υπήρχε ένα πλάνο πενταετίας και δεκαετίας, σαν μια μεγάλη γραμμή, για το που θέλουμε να πάει… Υπάρχει αρκετή δουλειά πίσω από αυτό, χρειάζεται να δώσεις ενέργεια και χρόνο, φέρεις επίσης ευθύνη».
Οπότε ήταν μια φυσική συνέχεια το ότι από πολύ νέος στάθηκες σε θέσεις που στέκονταν πολύ πιο μεγάλοι και έμπειροι από σένα, στο πόντιουμ. Είχες άγχος;
Δεν έχω άγχος στις συναυλίες, είναι κάτι άλλο αυτό που αισθάνομαι. Σαν κάτι να καίει μέσα μου, ταυτόχρονα όμως να με διακατέχει και μια ανεξήγητη αίσθηση ηρεμίας και γαλήνης, μαζί με αυτό το πάθος για τη μουσική, να νιώθω επίσης σαν η ζωή μου να εξαρτάται από αυτή τη συναυλία – η ζωή μου, όχι καριέρα μου. Είναι existential αυτή η ανάγκη, ένα ενεργειακό momentum. Νιώθεις πόση προσοχή δίνουν όλοι, νιώθεις αυτή την ησυχία, τη συγκέντρωση των μουσικών. Είναι αυτή η απόλυτη σιωπή, η στιγμή χωρίς ήχο, σαν να είναι εκεί συμπυκνωμένη όλη η ενέργεια πριν από το big bang. Και εγώ ως μαέστρος αλλιώς συγκεντρώνομαι και κατευθύνω την προσοχή μου. Η συναυλία κινείται μόνο μπροστά, ό,τι συμβαίνει ανήκει στο παρελθόν.
Νιώθω ότι μας βάζεις στα άδυτα της ψυχής του μαέστρου. Αυτή η στιγμή τελειώνει με την τελευταία νότα;
Υπάρχει μία ακόμα στιγμή, μετά την τελευταία νότα, που είναι σαν να συγκρατείς μέσα σου συμπυκνωμένη όλη αυτή την ενέργεια και τη δυναμική του έργου. Το χειροκρότημα έρχεται μετά, δεν είναι μόνο η επιβράβευση της ορχήστρας, αλλά και η στιγμή που συμμετέχει το κοινό στη συναυλία. Παράγουν αυτό τον ήχο, επικοινωνούν μαζί μας - εγώ τουλάχιστον έτσι το βλέπω – ενώ τόση ώρα παρέμεναν σιωπηλοί και συμμετείχαν ακούγοντας μας.
Από Έλληνες στον χώρο της κλασικής μουσικής που είναι στην κορυφή και μας κάνουν περήφανους διεθνώς, θα λέγαμε τον Κουρεντζή, τον Καβάκο, και οι πιο μυημένοι τον Καρύδη, βλέπεις τον εαυτό σου εκεί μέσα;
Αυτό δεν μπορώ να το απαντήσω εγώ.
Δεν είναι πολλοί οι Έλληνες που είναι αναγνωρίσιμοι στο εξωτερικό, χαίρεσαι όταν κάποιοι εκπροσωπούν τη χώρα σου στο διεθνές στερέωμα, είναι οι γέφυρες μας με τον έξω κόσμο στο πιο υψηλό επίπεδο. Κι εσύ έχεις αναγνώριση έξω από τη χώρα σου, όπως και ο Βασίλης Βαρβαρέσος, που θα παίξετε μαζί μεθαύριο, που είναι top πιανίστας διεθνώς.
Καταλαβαίνω τι θέλεις να πεις. Εμείς δεν είμαστε αναγνωρίσιμοι όπως ένας καλλιτέχνης της ποπ κουλτούρας. Επίσης, για να είμαι ειλικρινής, αυτό είναι κάτι που δεν με αφορά – κάποιοι μπορεί να κυνηγάνε την αναγνωρισιμότητα, δεν μπορώ να σας πω όμως ότι με απασχολεί ιδιαίτερα το να γίνω γνωστός. Θεωρώ σπουδαίους καλλιτέχνες τον Καβάκο, τον Καρύδη και τον Κουρεντζή και μου αρέσουν και οι τρεις τους πολύ γιατί ο καθένας έχει δική ταυτότητα, μόρφωση και πνευματικότητα. Δηλαδή, οι καλλιτέχνες αυτοί είναι στην κορυφή γιατί έχουν κάτι ξεχωριστό να προσφέρουν κι αυτό πιστεύω πως προέρχεται από μία βαθύτερη αναζήτηση γι’ αυτό που έχει ο καθένας μέσα του. Κάτι που, για να το εκφράσεις, πρέπει πρώτα να το ανακαλύψεις και να συνδεθείς μαζί του. Αυτή η αναζήτηση, η καλλιέργεια, είναι αυτή η κίνηση προς τα μέσα, ώστε να καταλάβεις τι είναι αυτό που εσύ έχεις. Γιατί όλοι μας έχουμε κάτι που δεν έχουν οι άλλοι και αυτό είναι στην τελική που εκφράζουμε ως άνθρωποι, μέσα από τη μουσική και μέσα από την τέχνη.
Υπέγραψες συμβόλαιο με την Intermusica, ένα από τα πιο σημαντικά agency με έδρα το Λονδίνο, που θα σε εκπροσωπεί πλέον ως μαέστρο διεθνώς. Νομίζω ότι από έλληνες μουσικούς εκεί είναι μόνο ο Καβάκος. Τι σημαίνει αυτό για σένα; Για την καριέρα σου;
Το θεωρώ μια διεθνή αναγνώριση για την έως σήμερα μουσική μου πορεία. Το όνειρό μου από μικρός ήταν να βρεθώ στις μεγάλες ορχήστρες, να έχω αυτή την επαφή με τη μουσική. Δεν σκεπτόμουν τη μουσική ποτέ υπό το πρίσμα της καριέρας, ή τα βραβεία, την αναγνώριση, τη φήμη. Σκεπτόμουν τη στιγμή που βρίσκομαι πάνω στη σκηνή, που εκφράζομαι, που επικοινωνώ τη μουσική μου με τους μουσικούς, με το κοινό. Θεωρώ ότι μέσω αυτής της νέας συνεργασίας θα μου δοθεί η δυνατότητα να βρεθώ ακόμη λίγο πιο κοντά σε αυτό μου το όνειρο.
Την ίδια μέρα με πήραν τηλέφωνο και μου είπαν, πού είσαι; Μπορείς να πετάξεις αύριο το πρωί για το Δουβλίνο;
Έχεις αδημονία για το ποιες ορχήστρες θα διευθύνεις από δω και πέρα;
Φυσικά και έχω! Ήδη από την πρώτη μέρα που ανακοινώσαμε τη συνεργασία, τον Οκτώβριο, προέκυψε μια ακύρωση ενός μαέστρου, και ταξίδεψα στην Ιρλανδία, για μια συναυλία με την Ulster Orchestra όπου παίξαμε την Τρίτη συμφωνία του Σιμπέλιους, ένα κοντσέρτο του Πουλένκ και μια σουίτα του Γκριγκ, τα οποία και αναμεταδόθηκαν και στο BBC Radio3. Οπότε, σκέψου, την ίδια μέρα με πήραν τηλέφωνο και μου είπαν, πού είσαι; Μπορείς να πετάξεις αύριο το πρωί για το Δουβλίνο; Είδα τα έργα, κάποια τα είχα διευθύνει, κάποια όχι, έπρεπε να τα διευθύνω Τετάρτη πρωί στην πρώτη πρόβα. Ξεκίνησα να διαβάζω από τη στιγμή που έκλεισα το τηλέφωνο, Δευτέρα μεσημέρι, μέχρι την ώρα που πήρα το αεροπλάνο, κοιμόμουν και ξυπνούσα με την παρτιτούρα δίπλα μου. Πήρα το ρίσκο, αλλά και την ευκαιρία και θεωρώ ότι είχαμε μία πολύ δυνατή συναυλία. Μετά το τέλος της συναυλίας η ορχήστρα με προσκάλεσε να την διευθύνω ξανά τον επόμενο χρόνο.
Τι άλλο είναι σημαντικό στη ζωή σου εκτός από τη μουσική;
Οι άνθρωποι. Θεωρώ ότι είμαι εσωστρεφής, παράλληλα όμως μπορεί να είμαι και πολύ κοινωνικός. Μου αρέσει πολύ ο χρόνος μόνος μου, στην ησυχία μπορείς να είσαι πολύ δημιουργικός. Μου αρέσει πάρα πολύ η ησυχία, τη χρειάζομαι. Από την άλλη, μου αρέσει πολύ και η συναναστροφή με τους ανθρώπους, και κυρίως με καλύτερους από μένα, που είναι πιο έμπειροι, μορφωμένοι, με γοητεύει πάρα πολύ αυτό, γιατί μου αρέσει να μαθαίνω. Και το να μελετάω, το να μαθαίνω κάτι καινούργιο, αυτό μου δίνει την αίσθηση ότι είμαι ζωντανός. Όταν μαθαίνω κάτι το οποίο δεν γνώριζα, όταν σκέφτομαι κάτι που δεν είχε περάσει από το μυαλό μου. Μου αρέσει πολύ να διαβάζω.
Ένα έργο δεν είναι μόνο οι νότες στην παρτιτούρα, αλλά ολόκληροι κόσμοι από ιδέες και συναισθήματα. Το καθετί σου ανοίγει και μια άλλη πόρτα, που οδηγεί κάπου αλλού και αυτό είναι ένα συναρπαστικό ταξίδι μέσα στην καθημερινότητα μας. Η μουσική είναι η πύλη για να εξερευνήσεις τη ζωή, τις ιδέες σου, τον εαυτό σου τον ίδιο. Σκέψου ένα νεαρό παιδί να στέκεται μπροστά σε μία ορχήστρα για να την διευθύνει, τι θα τους πει; Πρέπει να καλλιεργήσεις την επαφή με τον εαυτό σου, να έχεις πίστη στις ιδέες σου και στον κόσμο που δημιουργείς μέσα. Σκέψου λοιπόν πόσα πράγματα μου προσφέρει η επαφή μου αυτή με τη μουσική, πέρα από τη συναυλία. Είναι ένας κόσμος ολόκληρος.
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης, Πέμπτη 7/12/2023
Ελληνική Συμφωνική Ορχήστρα Νέων, Διονύσης Γραμμένος, Βασίλης Βαρβαρέσος, Έτος Ραχμάνινοφ
Δειτε περισσοτερα
Το δώρισε στο Μουσείο Μπενάκη Παιχνιδιών και τώρα κυκλοφορεί και σε βιβλίο
Η λαμπερή ιστορία της γυναίκας που επαναπροσδιόρισε τη μόδα
Η Kovacs μιλάει στην Athens Voice λίγες μέρες πριν τη συναυλία της στην Αθήνα
Μια Θεσσαλονικιά ποιήτρια του Μεσοπολέμου έρχεται πάλι στο προσκήνιο
Η Ρεβέκκα Καμχή γράφει για τη γνωριμία της με τον καλλιτέχνη Κωνσταντίνο Κακανιά και για την αναδρομική του έκθεση στην γκαλερί της