Μουσικη

Genesis: Αναμνήσεις από το ροκ φθινόπωρο του 1983

Σαράντα χρόνια από το ιστορικό άλμπουμ «Genesis»

Σώτη Τριανταφύλλου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Genesis: Το ομότιτλο άλμπουμ και το ροκ του 1983

Το δωδέκατο στούντιο άλμπουμ των Genesis κυκλοφόρησε στις 3 Οκτωβρίου 1983, λίγους μήνες μετά την περιοδεία που καταγράφηκε στο live «Three Sides Live». Δεν ήταν καλή εποχή —για μένα τουλάχιστον· αλλά, το ροκ μού έσωζε τη ζωή, ξανά και ξανά, ξανά και ξανά. Το άλμπουμ είχε τον τίτλο Genesis —τι έλλειψη φαντασίας, σκεφτόμουν, τι τεμπελιά— και έγινε η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία της μπάντας τη στιγμή της κυκλοφορίας: στην αρχή, με εντυπωσίασε το κομμάτι «That’s All»· το άκουγα διαρκώς, δεν το βαρέθηκα ποτέ (Runnin' around, staying out all night/ Taking it all instead of taking one bite)· ύστερα, κόλλησα στο «Mama» —όπως οι περισσότεροι μουσικόφιλοι εκείνης της περιόδου: το «Mama» κυκλοφόρησε σε σινγκλ, έφτασε στο Νο 4 στη Βρετανία και έδωσε το όνομά του στην επόμενη περιοδεία των Genesis. Στη συνέχεια, άκουσα το άλμπουμ ως σύνολο και κατάλαβα γιατί είχε επιλεχθεί ένας τόσο απλός και γενικός τίτλος: το πιο επιθετικό του πλεονέκτημα φαινόταν η σύμμειξη όλων των συντελεστών σαν να είχε προκύψει από αδυσώπητο jamming του Tony Banks, του Phil Collins και του Mike Rutherford.

Εκείνο τον καιρό, ο Phil Collins χτυπούσε τα ντραμς με μανία· στο «Μama» γελούσε σατανικά— οι νεότεροι, που τον γνώρισαν λόγου χάρη από το «You'll Be in My Heart», ίσως έχουν μια πιο ποπ εικόνα για τον ντράμερ των Genesis. Αλλά, τόσο οι Genesis ως μπάντα, όσο και ο Phil Collins ως ερμηνευτής και ντράμερ, ήταν πολύ πιο περιπετειώδεις, περίπλοκοι, με δάνεια από την κλασική μουσική και στίχους με κάποιο ισχυρισμό ποίησης. Πάντως, για πολλούς, το άλμπουμ «Genesis» ήταν απογοητευτικό: υπερβολικά εκλεκτικιστικό, σαν κοκτέιλ —κοινώς αχταρμάς. Μερικοί νοσταλγούσαν τις prog μέρες του συγκροτήματος, τότε που πρωταγωνιστούσαν ο Peter Gabriel και ο κιθαρίστας Steve Hackett: στη δεκαετία του 1980, οι πιο επιτηδευμένοι μουσικοκριτικοί είχαν την τάση να επιδοκιμάζουν τους πειραματισμούς, ακόμα κι αν επρόκειτο για θόρυβο· εκτός του ότι περιφρονούσαν τη «μουσική για τις μάζες», τους απωθούσε οτιδήποτε θύμιζε μπαλάντα ή είχε πιασάρικη μελωδία.

Το φθινόπωρο του 1983, μαζί με αυτό το άλμπουμ των Genesis είχε κυκλοφορήσει το «Head Over Heels» των Cocteau Twins, ο χειρότερος δίσκος του Bob Dylan «Infidels», ο χειρότερος δίσκος του Paul McCartney —το «Pipes of Peace»— το «Rebel Yell» του Billy Idol και το «Kill Yr. Idols» των Sonic Youth, που μου φάνηκε πάρα πολύ χάλια. Επίσης, είχε κυκλοφορήσει το «This Charming Man» που άρεσε στους φαν των Smiths, πλην όμως δεν ήμουν φαν των Smiths. Καθώς ξαναθυμάμαι τη ροκ παραγωγή εκείνου του φθινοπώρου, αναρωτιέμαι μήπως η μελαγχολία μου οφειλόταν στο ότι οι «μάζες» άκουγαν τα παραπάνω άλμπουμ• συν το «Relax» των Frankie Goes to Hollywood.