- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Galen Ayers & Paul Simonon μιλούν στην ATHENS VOICE για το πρώτο κοινό τους album
Galen Ayers & Paul Simonon μιλούν αποκλειστικά στην ATHENS VOICE για το πρώτο τους κοινό άλμπουμ «Can We Do Tomorrow Another Day?», τη ζωή τους και τη δύναμη της μουσικής
Η δημιουργία του ξεκίνησε την περίοδο του lockdown. Ο Paul Simonon, μπασίστας του θρυλικού συγκροτήματος The Clash, και μετέπειτα των Gorillaz και The Good, The Bad and The Queen, έμενε σε ένα χωριό στη Μαγιόρκα γράφοντας μουσική και ζωγραφίζοντας. Η τραγουδίστρια Galen Ayers στην Ύδρα. Στις 19 Μαΐου κυκλοφορούν ως Galen & Paul, το πρώτο τους κοινό άλμπουμ, «Can We Do Tomorrow Another Day?», μέσω της Panik Records/Sony Music, μια συλλογή από δίγλωσσα ντουέτα που εξερευνούν μια μεγάλη γκάμα από κουλτούρες και τρόπους ζωής που σε κάνει να οραματίζεσαι εικόνες από πόλεις μέχρι νησιά. Οι δύο δημιουργοί μοιράστηκαν το κοινό τους ταξίδι σε μια συζήτηση που ξεκίνησε με ένα μεγάλο ευχαριστώ για τη δύναμη που έχουν δώσει με τη μουσική τους και ολοκληρώθηκε με ένα «ευχαριστώ» στα ελληνικά από την πλευρά τους.
Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίσατε σε αυτή την κυκλοφορία;
P.S. Η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν η ηχογράφηση στο στούντιο εξαιτίας του ότι μερικά μηχανήματα δεν λειτουργούσαν σωστά. Τη δεύτερη μέρα ο παραγωγός μας, Tony Visconti, διαγνώστηκε με Covid, οπότε έπρεπε να δουλεύει μέσω Zoom για να μπορέσει να μας βοηθήσει να φτιάξουμε τον δίσκο. Ο κιθαρίστας ήταν μαζί μας μόνο για λίγες ημέρες καθώς μετά έπρεπε να φύγει σε περιοδεία και στη συνέχεια να επιστρέψει για να συγχρονιστεί με τον ντράμερ, οπότε όλη η διαδικασία της ηχογράφησης ήταν μια προσπάθεια να ισορροπήσουν όλα.
Αν δεν κάνω λάθος, ξεκινήσατε κατά την περίοδο του lockdown, που σας βρήκε σε ένα χωριό της Μαγιόρκα. Τι θυμάστε από εκείνη την περίοδο και πώς σας ενέπνευσε η Μαγιόρκα;
P.S. Αρχικά βρέθηκα εκεί για να ζωγραφίσω, σε ένα ήμι-εγκαταλελειμμένο ψαροχώρι. Ήθελα να είμαι εκεί και να δημιουργήσω μία ζωγραφική σειρά και μερικά γλυπτά. Παρέμεινα για λίγο και κατόπιν έφυγα για ένα άλλο σημείο στη Μαγιόρκα, όπου πήρα την κιθάρα και ξεκίνησα να δουλεύω κάποιες ιδέες. Οι κανόνες στην Ισπανία τότε ήταν να επιστρέφεις σπίτι πριν τις 9 το βράδυ, άρα υπήρχε αρκετός χρόνος για εμένα και την κιθάρα μου.
G.A. Σε παρόμοια κατάσταση κι εγώ, βρισκόμουν στην Ύδρα, στην Ελλάδα, όπου μένω. Όπως είπε ο Paul, υπήρχαν απαγορεύσεις τότε, το lockdown άλλαξε την οπτική σε πολλούς ανθρώπους, υπήρχε πολύς χρόνος για ενδοσκόπηση.
To άλμπουμ είναι μία συλλογή δίγλωσσων ντουέτων, μια εξερεύνηση στις ευρωπαϊκές κουλτούρες και τρόπους ζωής, είναι η μουσική που σας προσελκύει σε μια λαϊκή κουλτούρα ή η λαϊκή κουλτούρα που σας προσελκύει στη μουσική;
G.A. Και τα δύο. Δεν ξέρω αν μπορεί κανείς να τα διαχωρίσει, πιστεύω ότι και οι δύο έχουμε ζωές γεμάτες πολλή μουσική και επιρροές από πολλές διαφορετικές κουλτούρες, και προφανώς μέρος της κουλτούρας είναι και η νοσταλγία. Ξεκινήσατε τη συνέντευξη λέγοντας στον Paul για την επιρροή που είχε η μουσική του στη ζωή σας, το νόημα των διαφορετικών μουσικών ειδών που βάλαμε σε αυτό το άλμπουμ χωρίζεται σε προσωπικό και πολιτισμικό, αλλά και παγκόσμιο νόημα.
P.S. Έμπνευση.
G.A. Ναι. Και τα κινήματα που ξεκίνησαν από εκεί ή τα κινήματα που υποστήριξαν αυτά τα είδη.
Σε ποιες μουσικές παραδόσεις της Ευρώπης αισθάνεστε πιο κοντά και γιατί;
P.S. Νομίζω μου αρέσουν όλοι οι μουσικοί τύποι είτε έρχονται από το Μεξικό είτε την Πολυνησία, απ’ οπουδήποτε. Το μόνο πρόβλημα, ίσως, είναι το heavy metal. Δεν μπορείς να το χορέψεις εύκολα. Αφήστε που διαθέτω τα λάθος μαλλιά γι’ αυτό το είδος.
G.A. Με δυσκολεύει να ακούσω όπερα. Σε αυτό το άλμπουμ εστιάσαμε στην κοινή μας αγάπη για γαλλικά και ιταλικά είδη και στο latin γενικότερα.
Στο άλμπουμ «Can We Do Tomorrow Another Day?» συνεργάζεστε με τον θρυλικό παραγωγό Tony Visconti. Ποιο ήταν το όραμά του όταν ξεκινήσατε τις συζητήσεις; Τι στοιχεία, πιστεύετε, πρόσθεσε στο τελικό αποτέλεσμα;
P.S. Στείλαμε ένα demo στον Tony και αποφάσισε ότι ήθελε πολύ να κάνει αυτόν τον δίσκο. Ήρθε, λοιπόν, και μας υποστήριξε βοηθώντας μας να κάνουμε τον δίσκο που επιθυμούσαμε.
G.A. Το έκανε σε όλη τη διάρκεια της ηχογράφησης, υπήρχε πολύ χιούμορ στο στούντιο, μας έλεγε τι πρότεινε και αυτό γινόταν χωρίς καθόλου εγωισμό, χωρίς καμία πίεση επειδή ήταν δικές του ιδέες.
Πώς επιλέξατε τον τίτλο του άλμπουμ;
G.A. Σε κάποιον από τους περιπάτους μας που συζητούσαμε για το άλμπουμ, έτυχε να δω δίπλα ένα κοριτσάκι που κοιτούσε αγχωμένο τη μητέρα του και τότε με έπιασαν τα γέλια. Ο Paul ρώτησε γιατί, γέλασα, και τότε φαντάστηκα το κοριτσάκι να λέει «Can We Do Tomorrow Another Day?» και τότε μας κόλλησε, σαν αντίδοτο, ταίριαξε αντανακλαστικά, το άγχος, η αγωνία για τον Covid, το τι θα γινόταν μετά.
Είστε προσωπικότητες που έχουν επηρεάσει πολλούς άλλους, έχετε εμπνεύσει ανθρώπους να γίνουν μουσικοί, καλλιτέχνες. Πώς ορίζετε την επιτυχία;
P.S. Επιτυχία είναι όταν ξυπνάς το πρωί και δουλεύεις έναν πίνακα ή κάνεις μουσική. Επιτυχία είναι να συνεχίζεις να το κάνεις... η συνέχεια.
G.A. Συμφωνώ απόλυτα και προσθέτω ότι επιτυχία είναι όταν ξυπνάς το πρωί και αυτός που είσαι με αυτό που κάνεις, ταιριάζουν. Όταν σου αρέσει ο εαυτός σου και μέσα από αυτό λάμπει η μουσική σου και βγαίνει κάτι θετικό.
P.S. Ναι, δηλαδή όταν κάνεις τα πράγματα με τους δικούς σου όρους.
G.A. Πρόκειται για μεγάλη πολυτέλεια να σηκώνεσαι το πρωί και να κάνεις αυτό που επιθυμείς.
Ποιες είναι οι σκέψεις σας όταν συνειδητοποιείτε ότι χιλιάδες, εκατομμύρια άτομα ακούν τη μουσική σας καθημερινά;
P.S. Ότι εμπνέονται με τον ίδιο τρόπο που εμπνευστήκαμε εμείς από άλλους μουσικούς, καλλιτέχνες, ποιητές.
G.A. Εγώ βγάζω επιφωνήματα χαράς!
Με ποιους τρόπους επηρεάζετε στο δημιουργικό κομμάτι ο ένας τον άλλον;
P.S. Το παρελθόν της Galen, τα ενδιαφέροντά της, το θετικό να δουλεύεις με κάποιον που έχει διαφορετική ματιά στα πράγματα. Για μένα η Galen είναι περισσότερο ποιήτρια. Με ενδιαφέρουν όσα συζητάμε, οι ιδέες της, ειδικά σε θέματα που προσεγγίζουμε διαφορετικά. Με κάνει να προκαλώ τον εαυτό μου.
G.A. Έτσι αισθάνομαι κι εγώ, είναι γλυκό να σε συνδέουν κοινά σημεία, κοινή γλώσσα, αλλά μετά βάζεις και αρκετές διαφορές στο τραπέζι και εκεί ξεκινά το ενδιαφέρον, η πρόκληση. Εκεί δημιουργείται μια τρίτη οντότητα και αυτό που συζητήσαμε από πολύ νωρίς με τον Paul για τη μουσική ήταν να μη φοβηθούμε να είμαστε ειλικρινείς σε αυτά που δουλεύουμε αλλά και γενικά. Μοιραζόμαστε πολλές σκέψεις για τη ζωή και το μαγείρεμα και… τι άλλο; Τα «Ναι» και «Όχι» του νοικοκυριού!
Πώς βλέπετε το μέλλον της Ευρώπης; Υπάρχει κάτι που σας ανησυχεί;
P.S. Για την ώρα τα πάντα με ανησυχούν. Δεν μπορώ να πω κάτι συγκεκριμένο, αλλά η ατμόσφαιρα μοιάζει πολύ εύθραυστη. Δεν πιστεύω ότι πράγματα όπως η τεχνητή νοημοσύνη βοηθούν πολύ, γιατί εγείρει πολλές υποψίες από άλλες χώρες. Δεν ξέρω!
G.A. Συμφωνώ. Κουβαλώ μια βαθειά θλίψη για ό,τι συμβαίνει πολιτικά και για τον διχασμό. Μεγάλωσα στη Μαγιόρκα, ζω στην Ελλάδα, πήγα σε σχολείο στην Αγγλία, ο πατέρας μου είναι Βρετανός και με ενοχλεί που υπάρχει αποκλεισμός και όχι συμπερίληψη. Υπάρχουν παγκόσμια προβλήματα, όπως το περιβαλλοντικό που επηρεάζει τους πάντες. Η αυταπάτη ότι μπορείς να επιβιώσεις μόνος είναι κάτι που δεν μπορώ να υποστηρίξω.
Θυμάστε το πρώτο σας ταξίδι στην Ελλάδα; Πώς ήταν;
G.A. Ωωω, συνέβη όταν ήμουν μόλις δύο χρονών. Έρχομαι στην Ελλάδα όλη μου τη ζωή. Έχετε πάει στην Ύδρα;
Ναι.
G.A. Θυμάμαι μικρή να μην υπάρχει σχεδόν κανείς εκεί και τώρα έχει γίνει αυτό το λαμπερό μέρος, αγαπώ και επιστρέφω πάντα στους ανθρώπους, την κουλτούρα, τη γλώσσα, τη φύση, το φαγητό, προσπαθώ να μάθω ελληνικά και είμαι φρικτή σε αυτό. Όμως προσπαθώ. Δοκιμάσαμε με τον Paul να εξασκηθούμε σε κάποιες λέξεις.
P.S. Α, ναι, προσπαθήσαμε.
«Στέκομαι στους νέους που θα κάνουν την αλλαγή» - Paul Simonon
Υποθέτω έχετε ταξιδέψει πολύ στη ζωή σας, ποιο είναι το πιο όμορφο μέρος που έχουν δει τα μάτια σας;
G.A. Για μένα είναι η Ύδρα στα σίγουρα.
P.S. Πιθανότατα το Hiva Oa – βρίσκεται λίγα χιλιόμετρα μακριά από την Αϊτή. Εκεί ζούσε ο Jacques Brel, όπως και ο ζωγράφος Paul Gauguin, και είναι θαμμένοι εκεί. Μου αρέσει επίσης και το Paddington στο Λονδίνο. Έχει μια ξεχωριστή ομορφιά.
Πώς φορτίζετε τις μπαταρίες σας;
P.S. Με σπαγγέτι βόνγκολε.
G.A. Ναι, ναι. Με πολύ σκόρδο.
P.S. Και chilli.
G.A. Τρώμε πολύ chilli. Επίσης με ταξίδια, διάβασμα, ακούγοντας δίσκους, καλές συζητήσεις, μας αρέσει να τρώμε και να κουβεντιάζουμε και να παίζουμε μουσική.
Πίσω στο άλμπουμ «Can We Do Tomorrow Another Day?», ποιο ήταν το κομμάτι που σας δυσκόλεψε περισσότερο;
P.S. Κανένα ιδιαίτερα, ίσως το «Lonely Town» που ξεκίνησε να έχει ντραμς αλλά κάτι δεν πήγαινε καλά και την τελευταία στιγμή αποφασίσαμε να τα αφαιρέσουμε. Το κομμάτι έγινε πιο φρέσκο και λειτούργησε καλύτερα. Δεν είχαμε ιδιαίτερα προβλήματα, Galen, σωστά;
G.A. Εκτιμούμε και οι δύο την απλότητα, αφήσαμε τα κομμάτια να μιλήσουν. Αν μπορείς να παίξεις το τραγούδι με ένα μόνο όργανο χωρίς να χρειάζεται να στηριχτείς στην όλη παραγωγή, τότε αυτό σημαίνει ότι έχεις μια καλή βάση.
«Υπάρχει ένα όριο στο πόσο πρέπει να πιέσεις τον εαυτό σου» - Galen Ayers
Τα τελευταία χρόνια της πανδημίας πολλά έχουν αλλάξει στον κόσμο και στον μουσικό κόσμο, ποιες είναι οι βασικές σκέψεις σας για τον άνθρωπο και για τον καλλιτέχνη εντός αυτού του κόσμου, αναλογιζόμενοι τι έγινε;
G.A. Ο Covid προφανώς επηρέασε τις ζωές μας, το θετικό είναι ότι πολλοί άνθρωποι βρήκαν ένα νέο κοινό κάνοντας πολλά πράγματα μέσω Zoom, bedroom music, κ.λπ. Με όρους επιστροφής από τον Covid, πιστεύω ότι πολλοί ενθουσιάζονται στην ιδέα να είναι όλοι μαζί και να μοιράζονται μουσική. Υπάρχουν τόσες προκλήσεις, που θα μπορούσαμε να μιλάμε για ώρες.
P.S. Το Brexit δεν βοήθησε καθόλου γιατί σταμάτησε την ελεύθερη μετακίνηση των ανθρώπων. Αυτό είναι κρίμα γιατί αυτό ήταν ένα από τα θετικά του να είσαι στην Αγγλία, να μεγαλώνεις στο Λονδίνο που υπάρχουν τόσο διαφορετικές κουλτούρες και μαθαίνεις τόσα καινούργια πράγματα που κανονικά δεν θα γνώριζες.
G.A. Το Brexit έχει φέρει πολλή γραφειοκρατία, με τις έξτρα χρεώσεις για τη βίζα, πολλές νέες μπάντες δεν το σκέφτονται καν να έρθουν εδώ. Είναι λυπηρό. Ήμουν στην Ελλάδα πρόσφατα, πολλοί νέοι καλλιτέχνες δεν σκέπτονται καθόλου πια την Αγγλία για τις εμφανίσεις τους. Μερικοί το κάνουν, όμως, με τόση γραφειοκρατία και νέους κανόνες αρκετοί δεν τα καταφέρνουν. Είναι περίπλοκο, το έκαναν πολύ δύσκολο.
Η μουσική, είτε είναι mainstream είτε είναι underground, μπορεί να διαδραματίσει κάποιον ρόλο σε αυτό το κοινωνικοπολιτικό κλίμα; Έχει ακόμα την ικανότητα να είναι μια δύναμη ευαισθητοποίησης και αλλαγής;
P.S. Η μουσική μπορεί μόνο να προτείνει ιδέες, δεν μπορεί πραγματικά να αλλάξει τίποτα, επειδή τα άτομα τείνουν να κάνουν τις δικές τους επιλογές και σκέψεις και ο καθένας έχει διαφορετική εκπαίδευση, υπόβαθρο και κουλτούρα. Οπότε απλά η μουσική σε κάνει να παρατηρείς τι συμβαίνει γύρω σου και αυτό είναι θετικό.
G.A. Σίγουρα συμφωνώ με αυτό. Υπάρχουν στίχοι που μπορούν να εκληφθούν ως αρνητικοί ή μειωτικοί, όμως υπάρχει χώρος για τα πάντα. Ένα από τα σπουδαία πράγματα που αγαπώ στη μουσική είναι ότι, σε οποιαδήποτε συγκέντρωση, επιτρέπει σε πολλούς ανθρώπους που δεν μοιράζονται τίποτε άλλο κοινό να βρεθούν στο ίδιο μέρος και να είναι εκεί εξαιτίας της μουσικής. Η μουσική τους ενώνει. Όταν ακούς εθνικούς ύμνους σε αθλητικές εκδηλώσεις, τα τραγούδια διαμαρτυρίας που ακούγονται για το Ιράν, σαν μουσικός αισθάνομαι περηφάνια.
Από την ημέρα που ξεκίνησε το καλλιτεχνικό σας ταξίδι μέχρι σήμερα, τι έχει αλλάξει για εσάς;
P.S. Τι έχει αλλάξει; Μπορώ να παίξω κιθάρα τώρα! Πολλά έχουν αλλάξει. Η μουσική βιομηχανία, όσοι γνωρίζω έχουν πια μεγαλώσει – μερικοί δεν βρίσκονται ανάμεσά μας. Συνάντησα νέους ανθρώπους που ενθουσιάζονται στην προοπτική να κάνουν νέα μουσική και αυτό είναι πάρα πολύ καλό, και επειδή, όπως είπα, η μουσική βιομηχανία έχει αλλάξει, στέκομαι στους νέους που θα κάνουν την αλλαγή και θα συνθέσουν νέα κομμάτια για να εμπνεύσουν ανθρώπους.
G.A. Και για μένα ισχύουν όσα είπε ο Paul. Η μουσική βιομηχανία τα τελευταία χρόνια έχει αλλάξει μαζικά, από το Napster μέχρι εδώ που είμαστε τώρα. Ανήκω στη γενιά εκείνη που δεν νιώθω την ανάγκη να μοιραστώ στα social media τι έφαγα για πρωινό, μιλάω για την κουλτούρα του share που μερικές φορές είναι καλή γιατί μοιράζεσαι μουσική και θέματα που αφορούν το περιβάλλον. Με όρους μουσικής, υπάρχει εκπληκτική τεχνολογία πλέον, χρειάζεται η γνώση αλλά ο εξοπλισμός είναι μικρός πια. Μπορείς σε μια μικρή τσάντα να βάλεις τον υπολογιστή σου, να βρεις ένα μικρό δωμάτιο και να δημιουργήσεις κάτι που θα ακούγεται πραγματικά υπέροχα.
Ποιο είναι το σημαντικότερο μάθημα που σας έδωσε η ζωή, εντός ή εκτός μουσικής και γιατί είναι σημαντικό για εσάς;
P.S. Ακολούθησε την καρδιά και το πάθος σου. Οι άνθρωποι μπορεί να μιλούν αρνητικά όμως, αν είσαι αληθινός με τον εαυτό σου, τίποτα δεν μπορεί να πάει λάθος. Μερικές φορές θα σκοντάψεις, αλλά θα σηκωθείς. Ακολούθησε τον δρόμο σου.
G.A. Δεν ξέρω για όλη μου τη ζωή, αλλά το ρητό που ακολουθώ κι εκεί που εστιάζω φέτος είναι στη συμπόνια του εαυτού. Καλό είναι να βγαίνουμε από τα ασφαλή μέρη μας, να προσπαθούμε για το καλύτερο όμως πιστεύω ότι υπάρχει ένα όριο στο πόσο πρέπει να πιέσεις τον εαυτό σου. Ακόμα εξερευνώ την ιδέα να είμαι πιο ευγενική με τον εαυτό μου και βρίσκω πώς, όταν το κάνω για μένα, αυτόματα γίνομαι πιο ευγενική απέναντι στους άλλους. Δεν πρόκειται για εμμονή εαυτού, πρόκειται για αυτοσεβασμό και αυτό σε κάνει καλύτερο προς τους άλλους. Τι πιστεύεις, Paul;
P.S: Φυσικά οφείλεις να σέβεσαι τον εαυτό σου αρχικά.
Το ζωγραφικό έργο «I've Never Had a Good Time... In Paris» του Paul Simonon στο εξώφυλλο του νέου τεύχους της ATHENS VOICE, από τη σειρά σχεδίων για το debut album των Galen & Paul. Το νέο project Galen & Paul περιλαμβάνει τον Paul Simonon, μπασίστα των The Clash, Gorillaz και The Good, The Bad and The Queen και την Galen Ayers, την τραγουδίστρια και δημιουργό πίσω από το επιτυχημένο album «Monument». Το πρώτο κοινό τους album «Can We Do Tomorrow Another Day?» είναι μια παραγωγή του θρυλικού Tony Visconti (David Bowie, T-Rex, Sparks) με μία μπάντα που απαρτίζεται από μουσικούς όπως Simon Tong (The Verve, The Good, The Bad and The Queen), Sebastian Rochford (Polar Bear, David Byrne, Patti Smith) και Dan Donovan (Big Audio Dynamite), μαζί με τον Damon Albarn να παίζει τη melodica σε πολλά tracks. Tο album θα κυκλοφορήσει ψηφιακά, σε βινύλιο και CD στις 19 Μαΐου, μέσω της Panik Records/Sony Music.