Μουσικη

Heavy, Heavy: Οι Young Fathers επέστρεψαν και ακούγονται δυνατά δυνατά

Το τέταρτο album του σκωτσέζικου τρίο μόλις κυκλοφόρησε και είναι ένα απολαυστικό και ανεβαστικό indie ethnic

Τάνια Σκραπαλιώρη
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Young Fathers: Δισκοκριτική για το νέο τους άλμπουμ «Heavy Heavy» που κυκλοφορεί από τη Ninja Tunes.

«Είναι σαν ένα boy band, απλώς σαν ένα boy band που δεν έχεις ξανακούσει όμοιό του ποτέ». Έτσι είχε περιγράψει ο σκηνοθέτης Danny Boyle, σε συνέντευξή του, τη μουσική των Young Fathers, την οποία επιστράτευσε και ο ίδιος στο soundtrack της ταινίας του «T2 Trainspotting». Κι ανατρέχοντας στη δισκογραφία αυτής της αταξινόμητης μπάντας από το Εδιμβούργο, υπό το πρίσμα του νέου, τέταρτου κατά σειρά album της με τίτλο «Heavy Heavy» που κυκλοφόρησε πριν λίγες ημέρες με τις ευλογίες της Ninja Tune συνειδητοποιείς ότι ο Boyle έπεσε διάνα για την περίπτωσή τους με μια από τις πιο εύστοχες μουσικές μεταφορές που θα μπορούσε να αποδώσει κάποιος στο τρίο των Graham “G” Hastings, Alloysious Massaquoi και Kayus Bankole.

Γιατί ποια είναι τα συστατικά ενός καλού, παραδοσιακού boy band; Άνω των δύο κατά κανόνα ωραίοι τύποι, ανεβαστική διάθεση και καλή pop μουσική – ό,τι κι αν σημαίνει αυτό. Τρία στα τρία για τους Young Fathers που έχουν τρεις ενδιαφέροντα πρόσωπα στη σύνθεσή τους, uplifting αισθητική που τραβάει την ανιούσα δίσκο τον δίσκο και ένα κλειδί για τα ποπ διλήμματα μιας «εναλλακτικής», «avant» πρότασης που όσο πάει και τελειοποιείται. Στόχος και στοίχημα; Το πολυπόθητο crossover ξεκλείδωμα. Και το «Heavy Heavy» είναι το βαρύ τους πυροβολικό για να το κερδίσουν.

Είναι γεγονός ότι αν και ανήκουν στα αγαπημένα παιδιά του «εναλλακτικού» μουσικού τύπου, αν κάθε τους δισκογραφικό βήμα «αγκαλιάστηκε» από τους κριτικούς και από τις ελίτ της «ψαγμένης» πολυσχιδούς indie φιγουράροντας στις αντίστοιχες top εκατοντάδες κάθε χρονιάς, αν και singles τους έχουν βρει μερική εμπορική δίοδο με την εκμετάλλευση του στα soundtracks της FIFA, αν και κέρδισαν με το καλημέρα, δηλαδή με το ντεμπούτο album τους Dead, το Mercury Prize του 2014 οι Young Fathers παρέμειναν όλην αυτήν τη δεκαπενταετία της δραστηριοποίησής τους στα indie χρονικά εξόχως αντιραδιοφωνικοί και γι’ αυτό ίσως και σχετικά άγνωστοι στη μεγάλη μερίδα του μουσικού κοινού, εκείνης που σε μεγάλο βαθμό ανεβάζει και κατεβάζει συγκροτήματα στα φεστιβαλικά line – ups σε όλον τον κόσμο. Κάποιοι, πιο πονηρεμένοι, ίσως θα πουν ότι ρόλο σε αυτό έπαιξε και οι ουσιαστικές πολιτικές και κοινωνικές αιχμές της στιχουργικής τους -που ξεκίνησαν να γίνονται ιδιαίτερα έντονες στο δεύτερο κατά σειρά album τους «White Men Are Black Men Too» το 2015- σε εποχές before it was cool, λίγο πριν η IDLES πρόταση πετύχει διάνα στα κενά πολιτικοποίησης της κιθαριστικής αγοράς. Ίσως να είναι και έτσι, ίσως και όχι - άλλωστε πάντα ή σχεδόν πάντα καταλήγουμε στο μεγαλύτερο κλισέ της ζωής άρα και της τέχνης, σε αυτό που μας λέει ότι «όλα είναι θέμα timing».

Με τον καιρό οι Young Fathers δεν απώλεσαν τον πειραματισμό τους, τους καταιγιστικούς ρυθμούς τους και τον υποδόρια καυστικό λυρισμό τους, προϊόν σε έναν βαθμό των προσωπικών τους βιωμάτων και της προέλευσής τους από οικογένειες μεταναστών, προσφύγων και βρετανικής εργατικής τάξης, αλλά βρήκαν τον τρόπο να συμφιλιώσουν αυτά τα χαρακτηριστικά με τις απαιτήσεις της ποπ τραγουδοποιίας και να τον καταστήσουν πιο «ανοιχτό» στο ευρύ κοινό. Πρώτο βήμα σε αυτήν τους την εξέλιξη το προηγούμενο album τους «Cocoa Sugar» το 2018 με το οποίο πέρασαν επιτυχώς το τεστ των catchy hooks (βλέπε «Toy», «See How», «In My View») μπαίνοντας σε περισσότερα σπίτια, σε περισσότερες λίστες, σε περισσότερες δισκοθήκες και δεύτερο και καθοριστικό η φρέσκια τους κυκλοφορία «Heavy, Heavy» που ακούγεται δυνατά δυνατά σημαδεύοντας ένα ορόσημο για τους Young Fathers μέχρι στιγμής.

H black and white ψυχή της μπάντας, άμεση απόρροια του έμψυχου δυναμικού της βρίσκει στα τριάντα δύο λεπτά και σαράντα δευτερόλεπτα του «Heavy Heavy» την πλατφόρμα μιας απελευθερωμένης έκφρασης με  τους «γάμους» των μουσικών ειδών να δίνουν και να παίρνουν σε ένα επιμελώς ατημέλητο σχέδιο στη μέση του οποίου οι Young Fathers χορεύουν απενoχοποιημένοι καταμεσής μιας εξωτικής, υβριδικής, ανεξάρτητης ζούγκλας. Θα μπορούσαμε να διυλίσουμε τον κώνωπα της αφρικανικής πολυρυθμίας και των αναφορών της «μαύρης ηπείρου» που ξεπηδάνε εμφατικά από τον δίσκο κουμπώνοντας άψογα με τα ήδη γνωστά από τα τρία προηγούμενα albums ρυθμολογικά γούστα των Young Fathers, για το ρεκόρ συμπερίληψης genres – με ό,τι αυτό σημαίνει για μια μπάντα που έχει ήδη προλάβει να χαρακτηριστεί από indietronica μέχρι garage rap στον μουσικό Τύπο τα προηγούμενα χρόνια- να προσπαθήσουμε να ξεφλουδίσουμε το παχύ layering ιδεών, ήχων και συναισθημάτων του «Heavy Heavy», να κάνουμε ίσως και μια σκεπτικιστική νύξη για ένα μια υποψία over – production που βάζει εδώ κι εκεί τις δικές του παγίδες αλλά δεν θα έχει και μεγάλη σημασία. Αυτό που μετράει είναι ότι οι Young Fathers βρήκαν τον τρόπο να φτιάξουν έναν πλήρως διασκεδαστικό, χαρούμενο, ανεβαστικό δίσκο χωρίς εκπτώσεις στο προσωπικό τους στιλ και καλλιτεχνικό modus vivendi, μιλώντας παράλληλα για πανάρχαια ανθρώπινες υπαρξιακές εμπειρίες. Αποδεικνύοντας, παράλληλα, ότι το «avant», πειραματικό, όπως θέλετε πείτε το, status και η χαρά της ποπ μουσικής μπορούν μερικές φορές να βαδίσουν χεράκι – χεράκι χωρίς πολλά πολλά, χωρίς περιττούς πονοκεφάλους.

«Hear the beat of the drum and go numb, have fun». Αυτός μας προτρέπουν στο «Drum» και αυτό κάνουν και οι ίδιοι με αυτό το album. Το μόνο που μένει είναι να τους ακολουθήσουμε.