Μουσικη

Εκεί που ηχογραφούνται τα αγαπημένα μας τραγούδια: Στο Unreal Studio με τον Άλεξ Κετεντζιάν

Το μουσικό καταφύγιο στη Νέα Σμύρνη που έχει αδυναμία στον αναλογικό εξοπλισμό

Δημήτρης Αθανασιάδης
32’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Επίσκεψη στο Unreal Studio: Ο μηχανικός ήχου Άλεξ Κετεντζιάν μιλά για τη διαδικασία ηχογράφησης, την παραγωγή και την ολοκλήρωση ενός άλμπουμ.

«Πρέπει να πας και να γνωρίσεις αυτόν τον μάγο» μου λέει ένας μουσικός που τυχαίνει να είναι και φίλος. Με μία κόκκινη βέσπα φτάνουμε στη μαύρη πύλης μίας παλιάς νεοκλασικής μονοκατοικίας στη Νέα Σμύρνη, στην οδό Βάρνης 11. Ένας διάδρομος που οδηγεί σε έναν κήπο, σκάλες που οδηγούν στον πρώτο όροφο και μια ανοιχτή πόρτα: κάσες από ντραμς παρέα με «ταριχευμένα» flyers, εισιτήρια συναυλιών, αποκόμματα παλιών μουσικών περιοδικών, kitsch κολάζ που σε κολάζουν με τις ετερόκλητες συνδέσεις τους, βινύλια σε περίοπτη θέση, ανάμεσα στα οποία κι ένα των Emperor. Ο Άλεξ Κετεντζιάν μας υποδέχεται στο Unreal Studio, δίνει ένα γρήγορο brief για την ύπαρξή του ενώ φωτογραφίζεται και πολύ γρήγορα μετατρέπει την απάντηση ενός ερωτηματολογίου σε μία συναρπαστική διάλεξη.

© Θανάσης Καρατζάς

Πότε δημιουργήσατε το studio και πώς βρεθήκατε σε αυτή την περιοχή; Γιατί επιλέξατε αυτό το όνομα;
Ήταν 2000, ήμασταν μαζί με τον Νίκο Δημητρακάκο σε μια συναυλία των The Gathering στο Ρόδον (σκουριασμένη ανάμνηση, μπορεί και να κάνω λάθος). Ήμασταν 18-19 ετών. Γυρνά ο Νίκος σε κάποια στιγμή και μου λέει «έχεις έναν χώρο να πάμε να κάνουμε πρόβες»; Άσχετοι, άχρηστοι, ιδέα δεν είχαμε, πάντως όλοι, κάπως, πάντα ακούγαμε μουσική, μικροί μεταλλάδες, τέτοια πράγματα. Παίζαμε videogames, διάφορα μουσικά όργανα, και απλά ήρθαμε εδώ πέρα και είπαμε «α, ωραία είναι». Και μπήκαμε. Ο σκοπός ήταν να έχουμε ένα mancave, να ψιλοπαίζουμε, να γελάμε. Είχαμε κάνει LAN parties το 2000 με CRT οθόνες και δεν είχαμε κλιματισμό, οπότε το δωμάτιο ζεσταινόταν από τις CRT οθόνες, ζόρικα πράγματα, σου λέω. Το ξεκινήσαμε χωρίς γνώση και γνώμονα για το τι θα κάνουμε, με σκοπό, κυρίως, να περάσουμε καλά. Δεν περιμέναμε ότι θα γίνει αυτό το πράγμα. Ακόμα δεν το πιστεύω, γιατί όταν κάποιος έρχεται και μου λέει «έχεις το Unreal;», τον ρωτάω «από πού μας ξέρεις;». Εμείς, που έχουμε σαρανταρίσει και νιώθουμε ότι είμαστε μικρότεροι, δεν έχω καταλάβει αν και ποιο αντίκτυπο έχουμε. Υπάρχει ακόμα μια παιδικότητα, μια όμορφη αφέλεια, οπότε μπορούμε να επικεντρωνόμαστε στον πυρήνα των πραγμάτων, που είναι να κάνουμε τα πράγματα καλά. Το όνομα προήλθε επειδή παίζαμε εκείνη την εποχή Unreal Tournament, ξερά, κανένας άλλος λόγος δεν υπήρχε. Επίσης περιγράφει λίγο το ότι τα πράγματα δημιουργήθηκαν λίγο με έναν “unreal” τρόπο, δηλαδή δεν πήραμε τηλέφωνο έναν ακουστικό μηχανικό και έναν εργολάβο και του είπαμε «έλα, θέλω να φτιάξω στούντιο». Απλά αρχίσαμε και το φτιάχναμε μόνοι μας από την αρχή, χωρίς να ξέρουμε. Πολύ σιγά. Πολύ αργά. Έχεις την ευκαιρία όταν είσαι 19 χρονών να κάνεις άπειρα λάθη και να χαλάσεις όσα λεφτά σου επιτρέπεται να χαλάσεις, και αν γίνει μαλακία κοιμάσαι στους γονείς σου πάλι. Οπότε ήταν εύκολο, ήταν καλή εποχή να ξεκινήσουμε. Εκ των πραγμάτων όλα τα λάθη δεν μας κόστιζαν. Ενώ αν ήμασταν 28-29 και θέλαμε να ξεκινήσουμε επιχείρηση, έπρεπε να έχουμε business plan, να είμαστε «επίσημοι». Αυτή η αφέλεια μας βοήθησε πολύ στο να κάνουμε λάθη και να μην τα πληρώσουμε. Το να ξεκινήσεις κάτι από τόσο μικρός είναι πολύ ωραίο. Το σπίτι είναι στην οικογένειά μου. Στα τέλη των 80s η οικογένειά μου ήρθε από τον Καναδά και ο πατέρας μου συνέχισε να κάνει τη δουλειά του στην Ελλάδα (επισκευαστής μουσικών οργάνων, κυρίως κλασικών πιάνων). Οπότε από τον Καναδά συνεχίσαμε εδώ πέρα. Και όπως καταλαβαίνετε «το μήλο έπεσε κάτω από τη μηλιά».

Τι σας οδήγησε στον κόσμο της μουσικής παραγωγής;
Έγινε τόσο οργανικά που έγινε το επάγγελμά μας τελείως αβίαστα. Εγώ πάντα ήθελα να γίνω ηχολήπτης, ή πιο σωστά μηχανικός ήχου, κυρίως γιατί οι μηχανικοί ήχου -την εποχή που έστεκε η ορολογία- είχαν την ικανότητα να επισκευάζουν και να φτιάχνουν τα δικά τους μηχανήματα, εξ ου και το «μηχανικός». Το ηχολήπτης είναι πλέον πιο σωστή ορολογία, γιατί τα μηχανήματα τα αγοράζεις έτοιμα και αν χαλάσει το πας σε έναν ηλεκτρονικό να το φτιάξει. Θεωρώ ότι εμείς είμαστε μηχανικοί ήχου, γιατί έχουμε τη γνώση να μπορέσουμε να συντηρήσουμε όλο αυτό το πράγμα -εκτός αν εκραγεί κάτι- χωρίς να χρειαστούμε εξωγενή βοήθεια, και κάποια μηχανήματά μας είναι τροποποιημένα σύμφωνα με το γούστο μας. Το μόνο που μπορώ να σας πω με πραγματική σιγουριά είναι ότι όσο είχα επαφές με ανθρώπους που έπαιζαν μουσική και έπαιζα κι εγώ όταν ήμουν πιο μικρός, συνειδητοποίησα ότι όταν παίζεις ένα όργανο, έχεις την τάση να επικεντρώνεσαι στο όργανό σου. Γιατί είναι το όργανό σου. Και με καλό και με κακό τρόπο. Θα μπορούσες να το κάνεις highlight το όργανό σου, ή θα μπορούσε να γίνει το αντίθετο ακριβώς, ειδικά αν είσαι αυτός που παίζεις, δηλαδή παίζω εγώ τύμπανα και κατά συνέπεια τα ακούω με το αυτί του μυαλού μου καλύτερα, οπότε εύκολα θα μπορούσα, π.χ., να τα θάψω σε μία παραγωγή, reverse psychology στην πραγματικότητα. Εμένα μου άρεσε πολύ περισσότερο η αντικειμενικότητα του να βλέπω τη μουσική ολιστικά, και το μόνο επάγγελμα που φανταζόμουν ότι μπορούσε να το προσεγγίσει ολιστικά ήταν η ηχοληψία. Ένας άνθρωπος ο οποίος είχε μια μορφή συνολικού ελέγχου και διασφάλιζε ότι οι ακροατές, είτε σε ένα live, είτε σε ένα άλμπουμ θα άκουγαν τα πράγματα με τον intended τρόπο. Είτε τον intended τρόπο του ίδιου του μουσικού, είτε του εκάστοτε παραγωγού, είτε μια σύμπραξη όλων αυτών.

Ποιο είναι το πιο σπουδαίο ηχογράφημα που πέρασε από τα χέρια σας;
Δεν ξέρω. Σπουδαίο; Τι σημαίνει σπουδαίο; Ότι πούλησε πολύ; Ότι εμένα μου άρεσε πάρα πολύ; Δεν ξέρω πώς να το πω… τα περισσότερα από αυτά που έχουμε κάνει εδώ μου αρέσουν γιατί, αρχικά είναι ιδιαίτερα, και προφανώς έχω τις αναμνήσεις τους. Οπότε δεν μπορώ να είμαι αντικειμενικός. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι κάποια έχουν «γκελάρει» καλύτερα στους έξω ανθρώπους. Είτε επειδή εγώ το ήθελα -είτε δεν το ήθελα- έγινε, και ο άλλος έκανε resonate, συντονίστηκε με αυτό το πράγμα. Τελευταία κάναμε ένα άλμπουμ με μία μπάντα που λέγονται Burn The Sun όπου μας πήρε πάρα πολύ χρόνο η υλοποίησή του. Αν δεν υπήρχε η καραντίνα ακόμα δεν θα είχε τελειώσει! Ευτυχώς είχαμε αυτό τον χρόνο που υπήρξε μια «παύση» για να μπορέσουμε να το τελειώσουμε. Είμαι πολύ περήφανος για αυτό το άλμπουμ, γιατί έχουν ενσταλαχτεί όλα αυτά που θέλανε να πούνε. Και μετά υπάρχουν πολλά και διάφορα. Planet of Zeus, με τους οποίους έχουμε κάνει πολλά πράγματα, Vodka Juniors, Abyssus, Puta Volcano, Pale Oaks, Dephosphorus, We.Own.The.Sky (οι οποίοι είναι πολύ κοντά στην καρδιά μου γιατί παίζουν post, οπότε δεν έχει φωνητικά και μπορείς να επικεντρωθείς στη μουσική), είναι πολλά, δεν ξέρω!

Ποιο είναι το άλμπουμ στο οποίο θα θέλατε να είστε παρών ή να συμμετέχετε στην παραγωγή του;
Ένα θα ήταν σίγουρα το “In Absentia” των Porcupine Tree, γιατί είναι σημείο αναφοράς παραγωγικά. Ακόμα και να μην σου αρέσουν οι Porcupine Tree -είναι εύκολο να μην σου αρέσουν οι Porcupine Tree- δεν υπάρχει κάποιος που θα πει ότι ακούγεται άσχημα αυτό το άλμπουμ. Έχει μια αντικειμενικότητα, μια οικουμενικότητα. Εκτιμώ όταν ο άλλος λέει «δεν μου αρέσουν καθόλου, αλλά αυτό που έβγαλαν είναι φοβερό». Αυτό σημαίνει ότι ακόμα και για ανθρώπους που δεν είναι το στιλ τους, αυτοί οι άνθρωποι κατάφεραν να φτιάξουν ένα πράγμα το οποίο, τελικώς, ο άλλος το εκτιμά. Και σίγουρα σε κάποιο άλμπουμ των Meshuggah, πιθανότατα το “Koloss”. Αγαπώ πάρα πολύ τους Meshuggah, ότι και να έκαναν, αν ήμουν εκεί κοντά, ωραία θα ήταν.

© Θανάσης Καρατζάς

Ποιες παραγωγές σας απασχολούν αυτή την περίοδο;
Τελειώσαμε μόλις το πρώτο άλμπουμ των Chthon. Φανταστικό old school death/black metal. Γράφουμε το νέο άλμπουμ των Vodka Juniors, που είναι φοβερό και είναι φοβεροί και παίζουν φοβερά. Το νέο άλμπουμ των Overjoyed, που παίζουν punk και είναι επίσης φοβεροί, και ένα desert rock άλμπουμ των Stains Of Amber. Πολύ καλά παιδιά. Είναι το πρώτο τους άλμπουμ, και μου είπαν την καλύτερη ατάκα που έχω ακούσει ποτέ στη ζωή μου: βγαίνουν από το live room -γιατί γράφουν live- και τους ρωτάω «πώς σας φαίνεται;» (άκουγαν για πρώτη φορά ηχογραφημένο αυτό που παίζουν), με κοιτάνε λίγο με απλανές βλέμμα και μου λένε «Ε ναι, έτσι είναι!» και λέω «Τέλειο!». Δηλαδή στο αυτί τους, στο μυαλό τους μέσα, αυτό ήταν, δεν ήξεραν αν πρέπει να πούνε καλό ή κακό ή καλύτερο, αλλά αυτό που άκουγαν τους θύμιζε αυτό που φαντάζονταν ότι ήταν η μπάντα τους. Και σκέφτηκα: ωραία, ούτε φανφάρα, ούτε χάλια, είπαν το πιο ουδέτερο σωστό πράγμα που θα μπορούσε να μου πει κάποιος. Επίσης, γράφουμε ένα math rock άλμπουμ μιας μπάντας από την Πάτρα που λέγονται Sneaky Mustard, και σύντομα θα μπουν οι Part of the Τheory. Κάνουμε επίσης πολύ κλασική μουσική. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο του σκληρού ήχου έχουμε και αυτό. Είναι όπως όταν τρως σούσι και τρως λίγο τζίντζερ ανάμεσα για palate cleanser (σ.σ. καθάρισμα ουρανίσκου). Η κλασική μουσική είναι πολύ κοντά στην καρδιά μας, και εμένα και του Νίκου. Είναι ωραίο refreshment, αλλάζει το ηχητικό σου πεδίο και ξαφνικά έχεις ensembles από κλασικά όργανα και είναι διαφορετικές οι απαιτήσεις, και σου ζητούνται άλλα πράγματα, και υπάρχει άλλη συμπεριφορά ανθρώπων - χειρότερη σε γενικές γραμμές. Με σειρά προτεραιότητας είναι οι κλασικοί, οι τζαζίστες, και μετά οι υπόλοιποι. Δηλαδή ροκάδες και μεταλλάδες είναι τα καλύτερα παιδιά, με διαφορά. Οι άλλοι έχουν και λίγο το pretentiousness. Γράψτε το, δεν με πειράζει. Ειδικά οι παλιοί μεταλλάδες έχουν ένα φοβερό χαρακτηριστικό, το οποίο εκτιμώ ιδιαιτέρως. Κυκλώνουν την ζωή τους γύρω από το metal, άρα έχουν ξεκάθαρη εικόνα για το πως πρέπει να ακούγονται τα πράγματα. Κάθονται στον καναπέ από πίσω και αν ακούσουν κάτι, είτε είναι δικό τους είτε όχι, θα σου πουν με μία φωνή αν είναι ή δεν είναι metal. Δεν υπάρχουν διαφωνίες μεταξύ τους. Δεν υπάρχει παραφωνία, μιλάνε σαν μία μηχανή, έχουν εντρυφήσει τόσο πολύ στο ιδίωμά τους. Όλοι ξέρουνε ότι «αυτό είναι tribute στους Death», ή «αυτό έχει πάρει λίγο Obituary». Είναι πολύ συγκεκριμένοι. Ενώ, ας πούμε, όταν έχεις μια μπάντα που είναι λίγο πιο alternative ή indie, rock, ακόμα και punk, έχουν διαφορετικά backgrounds όλοι, οπότε μπορεί και να διαφωνήσουν αισθητικά. Στο metal δεν υπάρχει αυτό το πράγμα. Είναι ένα unit. Το οποίο είναι φοβερό, περνάω πολύ ωραία με αυτό το φαινόμενο, γιατί το session δεν πάει ποτέ προς τα πίσω, όλοι συμφωνούν για το πώς θα ήθελαν να ακούγεται. Βέβαια αυτό δείχνει και την κλειστομυαλιά των μεταλλάδων. Είναι το ιδίωμα έτσι, εγώ είμαι πολύ ok με αυτό, το θεωρώ θετικό, δεν το θεωρώ αρνητικό, απλά είναι και ένα από τα χαρακτηριστικά που έβαζε πάντα το metal σε μία φούσκα μόνο του. Όσο πιο mainstream γίνεται κάτι, τόσο χάνει το edge του. Είναι ωραία που το metal είναι έτσι.

Ποιο studio απ’ όσα έχετε επισκεφτεί στη ζωή σας, σας έχει εντυπωσιάσει περισσότερο;
Διάφορα που δούλευα, π.χ το Temple Studio στη Μάλτα, στο οποίο έχουν γράψει οι Rammstein το πρώτο τους άλμπουμ, αν δεν κάνω λάθος. Βρίσκεται πάνω σε έναν κόλπο, έπρεπε να πάρεις ένα λεωφορείο και να περπατήσεις 40 λεπτά για να φτάσεις στον κόλπο που λέγεται Mistra Bay. Εκεί βρίσκεται ένα εστιατόριο και το στούντιο. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα παλιό αρχοντικό κάστρο της Μάλτας, που φτιάχνονται με την παραδοσιακή τεχνοτροπία κοπής της κίτρινης πέτρας της Μάλτας. Τα residential studios είναι συνδυαστικοί χώροι, στην πραγματικότητα είναι high class ξενοδοχεία που σου προσφέρουν την ικανότητα να ηχογραφήσεις.

Πώς ανακαλύπτετε νέους καλλιτέχνες; Πώς διακρίνετε ότι ένας καλλιτέχνης έχει δυνατότητες και επιλέγετε να συνεργαστείτε μαζί του;
Εμείς προσωπικά δεν ανακαλύπτουμε τίποτα. Το Unreal, δηλαδή, δεν ανακαλύπτει κάτι. Συνήθως -και είμαι χαρούμενος γι’ αυτό- από τη στιγμή που δεν έχουμε παρουσία στα social media, γίνεται με έναν τρόπο που είναι ο πλέον οργανικός: το word of mouth. Οπότε, μας ανακαλύπτουν. Κυρίως από το έργο μας, το output μας, τις δουλειές μας. Οπότε ο άλλος σου λέει «ωραίο είναι αυτό, θέλω το ίδιο» το οποίο είναι και το γιγάντιο παράδοξο στη μουσική. Ακούει κάποιος κάτι που του αρέσει και θέλει ακριβώς το ίδιο. Από τη μία αυτό είναι αδύνατον, γιατί δεν είναι ο ίδιος άνθρωπος οπότε αποκλείεται να βγει το ίδιο αποτέλεσμα, και από την άλλη είναι και λίγο κρίμα γιατί άμα θέλεις ακριβώς το ίδιο κινδυνεύει να γίνει αυτό το πολύ επικίνδυνο φαινόμενο, το οποίο λέγεται ομογενοποίηση της μουσικής και τελικά καταλήγει το καινούργιο υλικό να μην είναι καινούργιο και φρέσκο. Συνήθως αυτοί που είναι πυλώνες, αυτοί που ξεκινούν το trend, αυτοί είναι φοβεροί τύποι. Οι υπόλοιποι, που ακολουθούν, διαβαίνουν ένα πολύ επικίνδυνο μονοπάτι. Σου αρέσει κάτι και προσπαθήσεις να το αντιγράψεις, συνήθως ακούσια. Ποτέ δεν το κάνεις επίτηδες, κάπως σου βγαίνει, οπότε βασική μας δουλειά πολλές φορές είναι να προσπαθήσουμε -και το καταφέρνουμε κάποιες φορές, θεωρώ- να μην τους βάλουμε σε αυτό το μονοπάτι. Τα κριτήρια... το βασικό είναι κυρίως να συνειδητοποιήσουν ότι το Unreal σαν οργανισμός, οι άνθρωποι που το απαρτίζουν, προσπαθούμε πάρα πολύ να μην κάνουμε συνέχεια τα ίδια πράγματα. Αυτό φυσικά έχει ένα αρνητικό, ότι η πρόοδος είναι αργή. Γιατί όταν εξειδικεύεσαι σε ένα πράγμα, μπορείς να κάνεις αυτό το ένα πράγμα για πάντα. Αν, όμως, προσπαθήσεις να ανοίξεις την ψαλίδα σου και να πειραματιστείς, υπάρχει περίπτωση να αποτύχεις. Μόνο έτσι γεννιούνται νέες ιδέες. Με κίνδυνο αποτυχίας. Αν το δεχτείς αυτό, κανένα πρόβλημα... πορεύεσαι. Και αν το δεχτεί και αυτός που πρόκειται να συνεργαστείς μαζί του, ακόμα καλύτερα. Δηλαδή μπορείς να του πεις «δεν θα ήθελα να σε κάνω να ακούγεσαι σαν το άλμπουμ που σου άρεσε από εμένα, μήπως θα ήθελες να προσπαθήσουμε να το κάνουμε να ακούγεται σαν εσένα στην καλύτερή σου ημέρα;» Ή ένα αμάλγαμα αλλά όχι ένα blatant copy, γιατί στην τελική ανάλυση... ξανά; Αφού έγινε. Είναι σημαντικό, θεωρώ, να μπορούν να δεχτούν αυτή τη συνθήκη. Η οποία προφανώς έχει χρονικό αντίκτυπο, οικονομικό, ψυχολογικό, δεν είναι εύκολο, είναι πολύ πιο εύκολο να πας κάπου και να πεις «θέλω αυτό» και να σου πει ο άλλος «βεβαίως», ενώ εμείς είμαστε σε φάση «μήπως να το προσεγγίσουμε διαφορετικά αυτή την φορά;». Ουσιαστικά ο άλλος αφήνεται στα χέρια σου, αν αφεθεί στα χέρια σου υπάρχει περίπτωση ... δεν ξέρω, άνθρωποι είμαστε, μπορεί να κάνουμε βλακεία. Η βασική συνθήκη είναι αυτή. Προφανώς με την πάροδο του χρόνου οι αποτυχίες είναι λιγότερες, αλλά ποτέ μηδενικές.

© Θανάσης Καρατζάς

Πώς ξεκινά μία παραγωγή ενός άλμπουμ από τη στιγμή που θα βρεθείτε με έναν καλλιτέχνη;
Μία πολύ ωραία φάση είναι να πας να τους δεις σε μία πρόβα τους. Θα δεις πράγματα που δεν τα περιμένεις. Ειδικά άμα είσαι και λίγο perceptive -δεν κοιτάς το κινητό σου- πας και αράξεις λίγο δίπλα στον ντράμερ και λίγο στον μπασίστα, αν ακούσεις πώς τραγουδάει ο τραγουδιστής, αν το παίξεις λίγο Batman και κατασκοπεύσεις θα βρεις πράγματα τα οποία θα σου δώσουν insights για μετά. Και μπορεί να σου έρθουν και ιδέες. Πολλές ιδέες, τύπου «ρε συ, αυτοί γκρουβάρουν, αυτοί περνάνε καλά μεταξύ τους, μήπως να προσπαθήσω να το καταγράψω αυτό;». Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι Vodka Juniors. Περνάνε φοβερά μεταξύ τους, είναι πάρα πολύ ωραίοι και αυτό βγαίνει και στα live τους. Οπότε είπαμε αυτήν τη φορά να τους γράψουμε live. Η τεχνολογία σου δίνει τα εργαλεία να υλοποιήσεις ό,τι φαντάζεσαι, αλλά έχει και την ικανότητα να χρησιμοποιηθεί πέραν του δέοντος, σε σημείο που μπορεί να χαλάσεις κάτι του οποίου την παρουσία αγνοούσες πλήρως. Και ο μόνος τρόπος να μην το χαλάσεις είναι να είσαι λίγο perceptive, να πας προς τα πίσω, να πεις «κάτσε, περίμενε, το ξέρω ότι έχω όλα αυτά τα εργαλεία, αλλά όντως χρειάζεται να τα χρησιμοποιήσω»; Και αυτό αποτελεί έναν οργανικό τρόπο να δημιουργηθεί αυτό το ιδιαίτερο που λέγαμε πριν. Γιατί αν πάρω εγώ μία μπάντα και πω, «λοιπόν, θα γράψετε έτσι, γιατί εγώ έτσι δουλεύω» θα είναι ναι μεν σωστό, στρατηγικό -προφανέστατα- αλλά, ενδεχομένως βάζει ένα τεράστιο φράγμα μεταξύ του πώς αυτοί εκφράζονται πιο εύκολα και το τελικό αποτέλεσμα. Ένας τρόπος να το λύσεις είναι να σκεφτείς «αυτοί περνούν καλά, γιατί να μπω εγώ στη μέση; Άσε τους να γράψουν με τη μέθοδο που τους βολεύει». Οπότε εκείνη τη στιγμή γίνεσαι ένας βοηθητικός τροχός και καταγράφεις αυτό που δημιουργείται σε ένα δωμάτιο από κάποιους ανθρώπους που είναι -αν γίνεται, όσο γίνεται- ανυποψίαστοι για την ύπαρξή σου. Το οποίο είναι φοβερό, εκείνη τη στιγμή συνειδητοποιείς τη μικρότητά σου ως μηχανικός/παραγωγός, και σκέφτεσαι, «κοίτα να δεις, αυτό το groove δεν θα μπορούσα να το δημιουργήσω μόνος μου κάνοντας edits». Και λες, «ορίστε, εγώ γιατί να εμπλακώ;» Ο βασικός λόγος για να εμπλακείς είναι κυρίως επειδή το αντίθετο είναι τρομακτικά δύσκολο. Θέλει γνώση, εμπειρία, να φαντάζεις αόρατος ενώ σε τεχνικό επίπεδο έχεις κάνει πάρα πολλά, να έχεις στο μυαλό σου πολλά πράγματα ταυτόχρονα, να είσαι οργανωμένος, να παρατηρείς. Είναι πιο εύκολο όταν γράφεις ξεχωριστά το κάθε όργανο να παρατηρήσεις το κάθε ένα ξεχωριστά, είναι πολύ πιο ελεγχόμενο.

Ποια είναι η διαφορά ενός μηχανικού με έναν παραγωγό;
Η λέξη «παραγωγός», καταρχάς, είναι βλακεία. Εννοώ δεν παράγεις τίποτα. Πιο λογική είναι η χρήση της λέξης «παραγωγός» στις ταινίες, γιατί ουσιαστικά δίνεις χρήματα. Producer σε μία ταινία είναι αυτός που κάνει funding, που και πάλι δεν είναι αυτός που το φτιάχνει. Ο παραγωγός στη μουσική βιομηχανία, είναι αυτός που έχει την επιμέλεια, την εποπτεία. Μπορεί ακόμα να είναι αυτός που έχει καλύτερες διαπροσωπικές σχέσεις με την μπάντα. Ειδικά σήμερα, δεν υπάρχουν αυστηροί διαχωρισμοί μεταξύ ηχοληπτών και παραγωγών. Δεν νοείται πλέον τόσο η έννοια του specialization -αν και μερικές φορές θα βοηθούσε- δηλαδή ενός ανθρώπου που δεν έχει τεχνικές γνώσεις, είναι κάπως αποστασιοποιημένος και έχει ένα μεγάλο όραμα. Αντίστοιχα, ενός μηχανικού με άριστη τεχνική γνώση που την χρησιμοποιεί με καλλιτεχνικό γνώμονα και αβίαστα ώστε το session να κινείται απροβλημάτιστα. Συνήθως οι περισσότεροι άνθρωποι πλέον φοράνε και τα δύο καπέλα ή και παραπάνω, μπορεί να παίξεις κιθάρα, τύμπανα, να είσαι παραγωγός, να το μιξάρεις, το οποίο είναι αξιοθαύμαστο, απλά δεν θέλω να το κάνω εγώ, γιατί μου αρέσει πάρα πολύ η εξειδίκευση. Μου αρέσει να υπάρχει κάποιος που να έχει την εποπτεία, και κάποιος να έχει την τεχνική επιμέλεια. Το λέω τεχνική, αλλά είναι τέχνη ο ήχος από μόνος του, μια και υπάρχουν άπειρες επιλογές στο πώς να παρουσιάσεις ένα ηχητικό αποτέλεσμα. Προφανώς θα πρέπει ο ένας να μπορεί να επικοινωνεί με τον άλλον, αλλά τα αγαπημένα μας άλμπουμ, σου, μου -γιατί είμαστε σε παρόμοια ηλικία- έχουν γίνει στην πλειοψηφία τους με αυτή τη μέθοδο. Τα 60s, τα 70s, τα 80s, τα 90s, είναι δεκαετίες με πολύ συγκεκριμένο ήχο, πολύ συγκεκριμένες παραγωγές, και μπορείς να κάνεις αναφορά σε αυτές. Αυτές οι παραγωγές που εμείς τις έχουμε σαν δισκοπότηρα δεν ήταν παράγωγα ενός μόνο ανθρώπου. Υπήρχε εξειδίκευση. Είχες ανθρώπους οι οποίοι ο ένας έκανε τη μία δουλειά, ο άλλος έκανε την άλλη δουλειά, και όλοι μαζί οι εξειδικευμένοι, με κάποιον που -φαντάζομαι- είχε το γενικό πρόσταγμα, δημιουργούσαν αυτό το πράγμα. Τώρα αν προσπαθήσεις να κάνεις τα πάντα -που και εμείς το κάνουμε μερικές φορές- κάτι δεν θα γίνει όσο καλά θα μπορούσε να είχε γίνει. Ένας 60χρονος παραγωγός, που είναι μόνο παραγωγός, που ασχολείται μόνο με το μουσικό κομμάτι, τη δομή των κομματιών, την ψυχολογία της μπάντας, το τι πρέπει να κάνει εκεί πέρα η κιθάρα, αν το ρεφρέν πρέπει να είναι διπλό στο τέλος, οτιδήποτε τέτοιο, έχει περάσει 40 χρόνια να ειδικεύεται σε αυτό. Ένας μηχανικός ήχου που είναι 60χρονος, έχει περάσει 40 χρόνια να βγάζει ηχάρα. Ένας 60χρονος μηχανικός/παραγωγός, εκτός και αν είναι child prodigy, -που υπάρχουν και τέτοιοι, αλλά αυτοί είναι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας- δεν έχει προλάβει να εξειδικευτεί και στα δύο ταυτόχρονα, γιατί είναι 60, άρα τι; 20 χρόνια στο ένα και 20 χρόνια στο άλλο. Ενώ ο άλλος είναι 40 χρόνια. Είναι χοντροκομμένοι αυτοί οι αριθμοί, η ζωή δεν δουλεύει έτσι, αλλά παίρνεις την γενική ιδέα. Η εξειδίκευση είναι πολύ σημαντική σε οτιδήποτε, αθλήματα, μουσική... Μεστώνει και βλέπεις ανθρώπους που «το κάνουν να φαίνεται εύκολο». Πώς το κάνουν να φαίνεται εύκολο; Έτσι. Γιατί έχει γίνει δεύτερη φύση τους. Πόσες φύσεις μπορείς να έχεις; Τρεις; Τέσσερις; Πέντε; Δεν ξέρω. Όταν βάζω το καπέλο του παραγωγού, προσπαθώ να βγάλω το άλλο καπέλο για μία εβδομάδα, για ένα μήνα, για τη διάρκεια της παραγωγής, και να αφήσω κάποιον από εμάς να δράσει ως μηχανικός ήχου. Θα προσπαθήσω να δω τη μουσική ολιστικά. Και ο άλλος θα προσπαθήσει να δει τη μουσική με άλλες παραμέτρους. Ο καθένας θα προσπαθήσει να κάνει τη δουλειά του για να εξυπηρετήσει το τελικό αποτέλεσμα. Αν ασχολούμαι συνέχεια με τον ήχο του ταμπούρου, ενδεχομένως να χάσω το δάσος, ότι π.χ. το ρεφρέν δεν παίχτηκε τόσο ωραία. Φυσικά, μπορεί να γίνει και το αντίθετο, να ασχολούμαι μόνο με την μουσική, να αφήσω το ηχητικό στην άκρη, και είτε να προσπαθήσω να σκαλίσω τον ήχο κατά τη διάρκεια του mix μόνος μου, ή να πω το σύνηθες: «αν το κομμάτι είναι καλό, τα υπόλοιπα δεν έχουν σημασία»… μπούρδες. Και τότε γιατί ιστορικά  ασχολούμαστε με τόση μονομανία για το πώς ακούγεται η ηχογραφημένη μουσική; Γιατί οι αγαπημένοι μας καλλιτέχνες φαίνεται σαν να μην έχουν αφήσει τίποτα στην τύχη; Είναι απλό, γιατί όλα έχουν σημασία. Ναι μεν με διαφορετική προτεραιότητα, αλλά όλα.

Πώς έχει αλλάξει η δουλειά ενός παραγωγού σήμερα σε σχέση με το παρελθόν;
Πάρα πολύ. Και ο βασικός λόγος είναι η αυτοματοποίηση. Πήραμε όλα τα πράγματα που είδαμε ότι τις προηγούμενες δεκαετίες ήταν επιτυχημένα και τα κατασταλάξαμε σε μικρές μπουκιές που ονομάζονται presets. Ας μην κοροϊδευόμαστε, όσο κι αν προσπαθήσουμε να το παίξουμε ιδιαίτεροι, όλοι οι άνθρωποι, κάπως, έχουν κάποιες ηχητικές προτιμήσεις οι οποίες τους ενώνουν. Και αυτό το φαινόμενο το έχουν καταλάβει αυτοί που ασχολούνται με την ψυχοακουστική εδώ και δεκαετίες. Αν βάλεις 50 ανθρώπους μέσα σε ένα δωμάτιο και τους βάλεις να διαλέξουν μεταξύ δυο ηχογραφημάτων με συγκεκριμένες διαφορές, θα έχουν ξεκάθαρη προτίμηση στο ένα σε σχέση με το άλλο. Και έτσι δημιουργείται ένα στατιστικό αποτέλεσμα. Οι παραγωγοί της παιδικής μας ηλικίας, οι αγαπημένοι μας, είχαν το αυτί τους στον παλμό του κόσμου. Κάποια στιγμή, μια πανέξυπνη εταιρία που φτιάχνει software, καταστάλαξε τις μεθόδους τους σε έτοιμα presets. Έτοιμοι ήχοι, έτοιμες ιδέες, έτοιμα πράγματα. Καταπληκτικό, από τη μία. Αυτό που σε κάποιον πήρε χρόνια να φτιάξει με αλυσίδες μηχανημάτων και πειραματισμό και έμπνευση, εσύ το έχεις με ένα κλικ, αχάριστε, χαχά. Δείτε πώς δημιουργήθηκε αρχικά το flanging effect για να πάρετε μια ιδέα του πόσο δύσκολο ήταν να φτιάξεις ένα effect που τώρα το έχουμε ως δεδομένο. Από τη μια, η δημοκρατικοποίηση της μουσικής τεχνολογίας είναι θετική, μια που επέτρεψε σε περισσότερο κόσμο να έχει εργαλεία για να δημιουργήσει μουσική, από την άλλη είναι άσχημο γιατί αν δεν έχεις φάει όλο το ζόρι για να εξελίξεις δικές σου μεθόδους, ή δεν ξέρεις πώς να τις χρησιμοποιήσεις, μάλλον θα βγάλεις κάτι που -εμένα με ανησυχεί πάρα πολύ- δεν είναι 100% δικό σου. Ή μπορεί να είναι φοβερό ηχητικά αλλά δεν είναι κτήμα σου, δεν το έκανες εσύ. Με χαλάει ότι δεν είναι ιδιαίτερο πια.

© Θανάσης Καρατζάς

Ποια τεχνολογία σας έχει ενθουσιάσει και σας έχει φανεί χρήσιμη;
Υπάρχουν πολλές, αλλά, επειδή είναι πρόσφατο, θα πω μάλλον το Evertune. Είναι ένα bridge κιθάρας, που επιτρέπει στην κιθάρα να κρατάει το κούρδισμά της. Η ηλεκτρική κιθάρα είναι ένα όργανο που από τη φύση της δεν μπορεί να είναι κουρδισμένο σε όλο το εύρος της ταστιέρας. Το Evertune λύνει αυτό το πρόβλημα με έναν μηχανικό τρόπο, έχει ένα σετ από ελατήρια που σημαίνει ότι και η κιθάρα μπορεί να παραμείνει κουρδισμένη, αλλά και μπορεί να παραμείνει κουρδισμένη στο κατά την διάρκεια της νότας. Είναι φοβερό, αν το δεις λες «αποκλείεται να συμβαίνει αυτό το πράγμα».

Συνηθισμένες δυσκολίες στη συνεργασία με έναν καλλιτέχνη; Ποιο είναι το πιο δύσκολο πράγμα στη συνεργασία με έναν καλλιτέχνη;
Φαντάζομαι όταν χάνουμε όλοι το δάσος για το δέντρο. Το παθαίνουμε όλοι, δεν πιστεύω ότι φταίει η μπάντα, δεν πιστεύω ότι φταίω εγώ, απλά όταν βρίσκεσαι μέσα σε ένα τσουκάλι που αργοβράζει για εβδομάδες, μήνες, αρχίζεις και χάνεις την αντικειμενικότητά σου. Ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχουμε όλοι οι άνθρωποι που ασχολούμαστε με την τέχνη και βρισκόμαστε σε μία καλλιτεχνική φούσκα για αρκετό καιρό. Νομίζουμε «ότι»... Μπορεί και να μην έχουμε δίκιο. Και μπορεί να το καταλάβουμε δύο χρόνια μετά, τύπου, «αυτό έκανα τόσο καιρό; γιατί δεν το παρατηρούσα εκείνη τη στιγμή»; Γιατί ήσουν very deep into it. Ήσουν κυριολεκτικά μέσα στη σκουληκότρυπα. Το παθαίνουμε συνέχεια, ασταμάτητα, είναι τρομακτικά δύσκολο να το λύσεις, γι’ αυτό κιόλας χρειάζεται διαλλείματα, reset... αλλά είναι επικίνδυνο το διάλειμμα, γιατί όσο πιο πολύ διάλειμμα κάνεις, τόσο πιο πολύ βγαίνεις εκτός κλίματος, οπότε προσπαθείς να κάνεις τόσο όσο... Την πατάμε όλοι μας. Και θα συνεχίσουμε. Μέρος της δουλειάς μου, αν θέλετε, ειδικά όταν φοράω το καπέλο του παραγωγού, ή πιο σωστά, του navigator, γιατί μου αρέσει πιο πολύ αυτή η λέξη, είναι να προσπαθήσω να κρατήσω τα γκέμια της αντικειμενικότητας. Γιατί αυτό, με τον ένα ή με τον άλλον τρόπο είναι ένα ηχογράφημα που απευθύνεται σε ανθρώπους. Αλλιώς δεν θα το κυκλοφορούσαμε. Θα το γράφαμε, θα το βάζαμε σε ένα συρτάρι και θα λέγαμε «ωραία ήταν». Αλλά επειδή απευθύνεται σε ανθρώπους, φαντάζομαι πως θέλουμε να αγγίξει τους περισσότερους δυνατούς.

Εάν ένα συγκρότημα έχει κολλήσει κατά τη διάρκεια μιας ηχογράφησης, ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να το
λύσετε και να προχωρήσετε;

Να αλλάξουμε κομμάτι. Πάμε για κάτι άλλο ή κάνουμε ένα διάλλειμα, κάνουμε κάτι φρέσκο. Έχουμε παρατηρήσει πως είναι σαν το muscle memory, αρχίζει σιγά-σιγά και μπαίνει στο υποσυνείδητο. Κάνεις ένα take, παίζεις μία φορά το κομμάτι σου, το όργανό σου, την πρώτη φορά είσαι πωρωμένος και παίζεις με πολύ ενέργεια, με πολύ πάθος, αλλά κάνεις λάθη. Τη δεύτερη φορά είσαι πιο προσεκτικός. Την τρίτη φορά είσαι ακόμα πιο προσεκτικός, αλλά αρχίζει να χάνεται η ενέργεια, το πάθος αρχίζει και πέφτει, το μυαλό σου αρχίζει σιγά-σιγά και υπεραναλύει, αυτή η υπερανάλυση μειώνει το αρχικό αυθορμητισμό. Και τώρα εγώ πρέπει να πείσω τον άλλον ότι το πρώτο take ήταν καλό αλλά είχε λάθη, το πέμπτο take ήταν πολύ σωστό αλλά ήταν βαρετό και να βρούμε τη μέση λύση αυτού του πράγματος, πριν φτάσει σε ένα σημείο που, 20 takes μετά, παίζει απλά μηχανικά, οπότε φτάνουμε και σε τοίχο. Μπορείς να το παίξεις τελικώς σωστά, αλλά δεν θα το παίξεις για πάντα με διάθεση. 

Πόσο σημαντικό είναι να κάνεις τον καλλιτέχνη να νιώθει άνετα στο στούντιο, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι πρέπει να κάνεις πράγματα που είναι λίγο αντισυμβατικά;
Ε καλό είναι. Το λέω έτσι απλά αλλά προφανώς και είναι καταλυτικό. Θα σας το πω διαφορετικά· είναι περίεργο. Από τη μία έχουμε τεχνολογία, κουμπάκια, λαμπάκια, πραγματάκια τα οποία μας βοηθούν, στον πυρήνα της είναι αμιγώς τεχνική διαδικασία η καταγραφή, από την άλλη, όλα κάνουν boil down στο πόσο διάθεση έχουμε όλοι μας εκείνη την ημέρα για να κάνουμε τέχνη. Οπότε, και όλα να είναι τέλεια, άμα κάτι συμβαίνει και δεν περνάμε καλά, δεν θα πάει καλά. Που σημαίνει ότι ένα από τα καπέλα σου είναι να είσαι και λίγο διαιτητής, ψυχολόγος και προπονητής. Θα μπορούσες να είσαι reactive, π.χ. στο να βοηθήσεις να λυθεί μια διένεξη, αλλά θα μπορούσες να είσαι και proactive, το οποίο μας φέρνει πίσω στα live recordings. Είναι ένας πολύ ωραίος τρόπος να φύγεις από τη μέση. Οπότε άμα αυτοί δεν περνάνε καλά, το να μην υπάρχεις για λίγο, έστω και εικονικά, είναι ένας ωραίος τρόπος να νιώσουν πιο άνετα. Είναι βέβαιο ότι θα πετύχει; Ξέρω κι εγώ; Μπορεί.

Υπάρχει κάποια αποτυχία που σας οδήγησε σε μία επιτυχία;
Άπειρες. Όλα. Με βάση αυτό που σας είπα πριν, ότι προσπαθούμε να ανοίξουμε την ψαλίδα και να κάνουμε διαφορετικά πράγματα, έχουμε αποτύχει τρομακτικά πολύ, ασταμάτητα, όλη την ώρα, βλακείες, χαζομάρες, λάθη, άλμπουμ τα οποία δεν βγήκαν όπως τα θέλαμε, συνεργασίες οι οποίες δεν βγήκαν όπως θα θέλαμε, πράγματα τα οποία γενικώς θα μπορούσαμε να είχαμε κάνει καλύτερα. Δεν θα γινόταν να γίνουν καλύτερα, γιατί ήταν αυτή η στιγμή στον χρόνο. Τι να κάνουμε τώρα. Ίσα-ίσα, εγώ αυτά τα έχω κοντά στην καρδιά μου, γιατί ήταν αυτά που μας έδωσαν το έναυσμα για να κάνουμε τα επόμενα πιο σωστά. Τώρα θα μου πείτε, και άρα είχες μία μπάντα που ήταν πειραματόζωο; Ναι. Αυτό έγινε. Και βασικά ήμουν κι εγώ πειραματόζωο. Τι να κάνουμε τώρα, έτσι είναι η ζωή μας. Κάναμε κάτι και δεν μας βγήκε, έκανα κι εγώ κάτι, κάνατε κι εσείς κάτι και δεν σας βγήκε, δεν μας βγήκε. Δεν μπορεί να είναι όλα flawless, όσο κι αν στον καπιταλιστικό κόσμο θεωρούμε ότι «εγώ πλήρωσα λεφτά, άρα πρέπει να μου δώσεις αυτό το αποτέλεσμα». Κάποια πράγματα δεν δουλεύουν έτσι. Είναι μουσική, δεν είναι προφίλ αλουμινίου να έχει συγκεκριμένες διαστάσεις. Μπορεί να αποτύχουμε. Προσπαθώ να αποτυγχάνω λιγότερο. Δεν σημαίνει ότι δεν θα αποτύχω ξανά, αλλά είμαι πολύ ok με αυτό. Αλήθεια. Το σημαντικό είναι να τελειώνεις με θετικό πρόσημο την εκάστοτε κυκλοφορία, και να μαθαίνεις από τα λάθη σου. 20 χρόνια μετά, θεωρώ ότι έχουμε μάθει αρκετά οπότε κάνουμε λιγότερα λάθη.

© Θανάσης Καρατζάς

Με ποια προγράμματα ηχογράφησης δουλεύετε;
Samplitude. Το έχουμε συνηθίσει, μας αρέσει, τελεία. Σε γενικές γραμμές δεν χρησιμοποιούμε την ψηφιακή τεχνολογία περισσότερο από όταν αρχίζουμε να φοβόμαστε ότι θα κάνει κακό στη μουσική. Και το ξέρετε και εσείς πολύ καλά, και όλοι μας, μπορείς να κάνεις τα πάντα, σε σημείο που το αποτέλεσμα γίνεται άψυχο. Είναι πολύ σημαντική ικανότητα να ξέρεις πότε να μην το κάνεις.  

Για ποια είδη μουσικής είναι πιο κατάλληλος ο χώρος που διαθέτετε;
Δεν ξέρω αν είναι καταλληλότερος για κάτι, ξέρω ότι εμείς δεν θέλουμε να κάνουμε άλλα μουσικά είδη εκτός από αυτά που μας αρέσουν ή σεβόμαστε. Rock, metal, κλασική μουσική, κάποια ιδιώματα ηλεκτρονικής μουσικής, ambient πράγματα, πράγματα δηλαδή που με το που τα ακούμε, κάνουμε «αααα, αυτό είναι ενδιαφέρον, θα μου άρεσε να ασχοληθώ». Όχι πράγματα τα οποία θα κάνουμε για οικονομικούς λόγους.

Τι στοιχεία πρέπει να έχει μία δουλειά για να θεωρείται ολοκληρωμένη;
Όταν το ακούω και ακούγεται σαν άλμπουμ. Όταν δεν χρειάζεται να διορθώσω πράγματα. Αυτό είναι μεγάλη παγίδα, γιατί πάντα νομίζεις ότι μπορείς να το διορθώσεις. Όσο πιο κοντά είσαι στο να μη νιώθεις ότι χρειάζεσαι να διορθώσεις κάτι και μπορείς να αποστασιοποιηθείς, να το ακούσεις στο αμάξι σου και να περάσεις καλά, τότε μάλλον έχει τελειώσει. Επίσης είναι μεγάλη παγίδα να μην σταματάς να πειράζεις πράγματα, κάτι στο οποίο σε βοηθάει η αναλογική τεχνολογία. Δεν σου επιτρέπει να έχεις άπειρα save, δεν σου επιτρέπει να διορθώνεις κάτι ατέρμονα -load, διόρθωση, load, διόρθωση- δεν το έχουμε αυτό ή τουλάχιστον προσπαθούμε να μην το έχουμε, γιατί, άμα θες, προφανώς μπορείς, αλλά εμείς προσπαθούμε ιδιαιτέρως να υπάρχει momentum, και αυτό το momentum να καταγράφεται. Αυτός είναι και ένας λόγος που προτιμούμε τον αναλογικό εξοπλισμό. Όχι απαραίτητα επειδή ακούγεται καλύτερα, όχι πλέον. Μιξάρεις κάτι, και μετά χάνεις για πάντα το πως ακριβώς έγινε, όσες σημειώσεις και φωτογραφίες του εξοπλισμού να πάρεις. Τελείωσε, δεν υπάρχει πια. Ένας πολύ διάσημος παραγωγός, ο Joe Barresi έχει πει μια πολύ ωραία ατάκα: «Learn to love it». Μάθε να το αγαπάς, έτσι όπως είναι. Δεν είναι τέλειο, θα μπορούσε το hihat να είναι μισό db πιο δυνατά στο 03:45, αλλά μάλλον οι ακροατές δεν το αντιλαμβάνονται έτσι γιατί εσύ είσαι μέσα στη σκουληκότρυπα... Σίγουρα αντιλαμβάνονται περισσότερα από όσα τους δίνουμε credit κατά τη γνώμη μου, απλά δεν έχουν όνομα γι’ αυτό. Αυτό που λένε ότι «κανένας δεν θα το ακούσει», δεν είναι αλήθεια. Το ακούν, ενστικτωδώς τους χαλάει ή τους αρέσει, αλλά δεν έχουν το λεξιλόγιο για να το περιγράψουν.

Για ποιο λόγο να προτιμήσει κάποιος το δικό σας studio από κάποιο άλλο;
Άμα είναι αρκετά τρελός! Το λέω γελώντας, αλλά είναι αλήθεια. Υπάρχει μία ζεύξη τρέλας που πρέπει να δημιουργηθεί. Το σύνηθες που λέω είναι ότι «αν θέλετε να το κάνουμε μαζί και να είμαστε εδώ μέσα σαν τρελοί για δύο εβδομάδες, για ένα μήνα και να γράφουμε και να μην βλέπουμε τον ήλιο, που λέει ο λόγος, πρέπει να γνωρίζετε ένα πολύ συγκεκριμένο πράγμα, με τα θετικά του και τα αρνητικά του: Εμείς, σαν Unreal, είμαστε εξίσου πωρωμένοι με το να βγει το άλμπουμ σας καλό, αν όχι περισσότερο». Το «περισσότερο» είναι πολύ σημαντικό, γιατί υπάρχουν περιπτώσεις που σου λέει ο άλλος «εντάξει, ωραίο είναι» και εμείς σηκώνουμε δαχτυλάκι και λέμε «όχι, μπορεί να γίνει καλύτερο!». Εκείνη τη στιγμή ο άλλος, φαντάζομαι, θα πρέπει να σε εμπιστευτεί, ότι έχεις κάποιο περαιτέρω όραμα. Βλέπεις ότι θα μπορούσε να γίνει καλύτερο, ότι υπάρχει κάτι εκεί το οποίο ακόμα δεν έχει καταγραφεί. Αυτή η μονομανία, είναι μάλλον το δικό μας ταυτοτικό χαρακτηριστικό. Δεν ξέρω αν είναι καλό, ξέρω όμως ότι είναι μία πραγματικότητα. Είμαστε μανιακοί με αυτό που κάνουμε.

Πέραν της ηχοληψίας, ασχολείστε και με την παραγωγή; Ποια είναι η διαφορά; Υπάρχει extra χρέωση;
Μπα, δεν θα το έλεγα, νομίζω ότι είναι θέμα άλμπουμ. Κανονικά θα έπρεπε, αλλά η πραγματικότητα αυτής της χώρας δεν το επιτρέπει, που σημαίνει ότι ανάλογα το άλμπουμ, θα φορέσουμε το κατάλληλο καπέλο. Και ανάλογα τι μας έχουν ζητήσει: μπορεί ο άλλος να έρθει και να σου πει «μην ανησυχείς, το έχω όλο στο μυαλό μου, εγώ απλά θέλω να το καταγράψεις και να ακούγεται έτσι όπως το φαντάζομαι». Τέλεια, καπέλο νούμερο ένα. Ή «ρε συ, δεν είμαστε σίγουροι, μήπως να έρθεις σε καμία πρόβα να ακούσεις, να δώσεις καμιά ιδέα;» Καπέλο νούμερο δύο. Είναι και θέμα ιδιώματος. Η κλασική μουσική, ας πούμε, δεν έχει παραγωγή με την pop/rock έννοια. Έχει όμως Tonmeister, έχει Μαέστρο. Στην ηλεκτρονική μουσική επίσης, ο ίδιος άνθρωπος που συνθέτει ηλεκτρονική μουσική είναι ο ίδιος ο παραγωγός της μουσικής του. Αυτό που καταλαβαίνουμε πιο συχνά ως παραγωγή έχει σημασία όταν μιλάμε για ακουστικά ιδιώματα τα οποία έχουν και μία παράδοση λόγω των δεκαετιών, άρα rock, pop, metal, alternative, τέτοια πράγματα. Ο παραγωγός θα σε καθοδηγήσει ώστε να βρεθεί ο βέλτιστος τρόπος παρουσίασης της μουσικής σου. Υπάρχει ένα εύρος ιδεών που μπορεί να ακουστούν καλά, όχι μόνο μια. Προσλαμβάνεσαι για το γούστο σου.

Ακούμε κάποιους που γράφουν στο σπίτι τους. Τι συμβουλή τους δίνετε;
Καλή τύχη! Όπως ανέφερα και  πιο πριν, η δημοκρατικοποίηση της μουσικής έχει βοηθήσει πολύ, από την άλλη, όμως, άθελά σου μπορεί να κάνεις κάτι που κάνουν όλοι οι άλλοι, άρα μηδενικά ιδιαίτερο. Εντυπωσιαζόμαστε εύκολα από τις επιτυχίες των άλλων. Βλέπεις κάποιον στο YouTube να σου προτείνει να το κάνεις με αυτό το εργαλείο, αυτό το εργαλείο υπάρχει διαθέσιμο για εσένα στο σπίτι σου, και κάνεις ακριβώς τα ίδια βήματα με το βιντεάκι του YouTube. Music by numbers. Η μόνη συμβουλή που θα έδινα σε αυτούς τους ανθρώπους θα ήταν να προσπαθήσουν να βρουν τρόπους για να βγουν εκτός comfort zone. Μπορεί να ανακαλύψεις πολλά  άμα κινηθείς εκτός της πεπατημένης. Πήγαινε γράψε κάτω από μια γέφυρα, σε μια άδεια αποθήκη, πάρε το laptop σου και δοκίμασε το. Μία μέρα κλείσε τα μάτια σου και μη χρησιμοποιήσεις τίποτα από αυτά που σου έχουν πει ότι είναι καλά και χρησιμοποίησε ό,τι σου τη βαράει. Διάλεξε ένα preset που είναι για κιθάρα και βάλτο σε ταμπούρο, να δούμε τι θα γίνει. Περίεργα πράγματα τα οποία ενδέχεται να σου δημιουργήσουν αυτό το light bulb moment. Αυτό το «αχά!» γίνεται και από τύχη πολλές φορές. Η πεπατημένη είναι πολύ καλή γιατί έχει σταθερότητα απόδοσης, και πολύ κακή γιατί σου φτιάχνει τρομακτική ομογενοποίηση. Άρα όταν ακούγεσαι σαν όλους, δεν μπορείς να κάνεις τη διαφορά.

Μπορεί να παντρευτεί το bedroom recording με το pro studio;
Φουλ. Πάρα πολύ. Παντρεύεται πάρα πολύ και με μεγάλη επιτυχία, γιατί μπορείς να χρησιμοποιήσεις τα καλά χαρακτηριστικά του bedroom studio και τα καλά χαρακτηριστικά ενός επαγγελματικού στούντιο για να δημιουργήσεις κάτι το οποίο έχει το αποτέλεσμα το οποίο θέλεις με λιγότερο budget. Μπορείς να κάτσεις άπειρες ώρες στο σπίτι σου και να το ηχογραφείς μέχρι να το πετύχεις, έχει το κακό ότι, όταν κάνεις κάτι άπειρες ώρες, όπως είπαμε πριν, μπορεί να καταλήξεις να κάνεις κάτι το οποίο είναι ναι μεν σωστό, αλλά του λείπει αυτό κάτι, και δεν έχεις και κάποιον σαν εμένα πάνω από το κεφάλι σου να σου το υποδείξω. Είσαι ο παραγωγός του εαυτού σου. Αυτό είναι πολύ επικίνδυνο. Εκτός αν έχεις πραγματικά όραμα. Ό,τι λέω δεν είναι απόλυτο, υπάρχουν εξαιρέσεις. Και υπάρχει και μία θεωρία που έχει αρκετή βάση, ότι καλό θα ήταν, όταν κάνεις performance, να ακούς τον ήχο ο οποίος καταγράφεται. Εγώ το ασπάζομαι αυτό πάρα πολύ. Όταν ακούς τον ήχο ο οποίος καταγράφεται, επηρεάζεται το performance σου. Είναι ωραίο ο ντράμερ να ακούει τον ήχο του έτσι όπως το θέλει, γιατί πραγματικά θα παίξει διαφορετικά, είναι ωραίο να γράφεις με τον ήχο της κιθάρας που θέλεις, είναι ωραίο να ακούς τη φωνή σου με τα εφέ τα οποία φαντάζεσαι.

Ακούμε πολλά για τον αναλογικό ήχο που θέλουν να παράξουν κάποιες μπάντες. Ποια είναι η πραγματικότητα; Γίνεται;
Η ονομασία «αναλογικός ήχος» είναι λίγο ευφημισμός, είναι κάπως σαν να λέμε «ανάμνηση». Στην πραγματικότητα αυτό που περιγράφουν είναι παραγωγές που τους άρεσαν από τις δεκαετίες που συζητούσαμε πριν. Που αρέσουν και σ’ εμένα. Δεν ξέρω αν αυτό προέρχεται από τον αναλογικό ήχο αμιγώς ή από τα limitations που σου προσέφερε η τεχνολογία εκείνη την εποχή, δηλαδή ό,τι και να συζητάμε, ερχόμαστε πάλι στα ίδια. Ενδεχομένως να μην ήταν η ίδια η τεχνολογία, αλλά επειδή αυτή η τεχνολογία ήταν περιορισμένη, σε ανάγκαζε να πάρεις σκληρές αποφάσεις. Αυτό ναι, αυτό είναι σημαντικό και χρειάζεται. Μπορείς να το κάνεις με ένα σύγχρονο DAW (Ψηφιακός Σταθμός Επεξεργασίας Ήχου); Ναι, Μπορείς. Δεν πιστεύω σε καμία περίπτωση ότι δεν γίνεται να γίνει. Είναι η φιλοσοφία πιο πολύ. Να προσπαθήσεις να μην χρησιμοποιήσεις όλα τα εργαλεία. Να περιορίσεις επίτηδες τον εαυτό σου σε μικροπράγματα για να δεις πώς θα σε σπρώξει εάν δεν είχες 100 διαφορετικές εκδοχές αυτού του εφέ; Είναι το mentality, το κάνεις μία φορά και τελειώνει. Δεν ξαναγίνεται. Singular moment. Αυτό εν μέρει εξηγεί γιατί εμείς έχουμε τόσο αναλογικό εξοπλισμό. Δεν έχουμε καμία κάψα, δεν έχουμε αυτό τον σνομπισμό. Ίσα - ίσα, το αντίθετο. Μου αρέσει και η ψηφιακή και η αναλογική τεχνολογία, η τεχνολογία γενικώς. Αλλά υπάρχει μία μαγεία με τον αναλογικό εξοπλισμό. Θα μου πείτε, «αξίζει τόσο μανούρα, συντήρηση, χρήματα;» Για εμάς αξίζει. Αλλά όχι επειδή πιστεύουμε ότι ακούγεται καλύτερα, αξίζει επειδή περνάμε καλά, και οι περιορισμοί τελικώς το κάνουν να ακούγεται καλύτερα.

Το live recording είναι πραγματικά live;
Μπορείς να κάνεις όλες τις εκδοχές που θέλεις, δεν υπάρχει τίποτα που σε σταματάει, ούτε τότε, ούτε τώρα. Θα μπορούσες να γράψεις live, να πετάξεις τα πάντα και να κρατήσεις μόνο τα τύμπανα. Ο λόγος που το κάνεις είναι για να νιώσει ο ντράμερ καλύτερα. Ο ντράμερ όντας η αρχή του ρυθμού και πολύ σημαντικό component μέσα στη μπάντα, παίζει πολύ διαφορετικά όταν ακούει όλα τα υπόλοιπα μουσικά όργανά παρά όταν ακούει έναν απλό οδηγό και έναν μετρονόμο. Θα μπορούσες να κρατήσεις μόνο τη μία από τις τρεις κιθάρες που παίζουν στο live take. Θα μπορούσες να κρατήσεις τα πάντα. Θα μπορούσες να κρατήσεις μόνο ένα το ρεφρέν από το take 32 και το κουπλέ από το take 37. Μπορείς να κάνεις τα πάντα. Είναι όλα αυτά live; Κατά τη γνώμη μου, ναι. Ένα recording ενός live show μετά μιξάρεται. Αυτό σημαίνει ότι είναι λιγότερο live; Όχι. Με την ίδια λογική και ο drive ήχος είναι κατασκεύασμα. Ο δογματισμός στη μουσική και τον ήχο είναι επικίνδυνος.

Τελικά τι κάνει μια παραγωγή τεράστια;
Φαντάζομαι είναι ένας συνδυασμός από πράγματα, κυρίως ξεκινάει από -θα δανειστώ την ατάκα του φίλου μου, του Fotis Benardo- από το songwriting. Ξεκινάει, όμως. Αυτός που είναι οραματιστής, όταν λέει songwriting εννοεί «τι θα παίξω, πώς θα το παίξω, με τι ήχο θα το παίξω, ποιοι θα το παίξουν, πόσα layers από αυτό θα βάλω» και αρχίζει σιγά-σιγά και χτίζεται. Σπανίως μπορείς να κάνεις κάτι στο τέλος να ακούγεται τεράστιο. Μπορείς, αλλά με την παράμετρο που συζητήσαμε πριν, ενδεχομένως να είναι ομογενοποιημένο. Δηλαδή μπορείς να γυαλίσεις μια κουράδα, αλλά θα το κάνεις με τα μοντέρνα εργαλεία που σου έχουν δοθεί, που σημαίνει ότι κάποια πράγματα πρέπει να κονφορμιστούν. Άμα θέλεις κάτι να είναι και τεράστιο και ιδιαίτερο και με προσωπικό στίγμα, πρέπει να ξεκινήσει από την αρχή. Από την πολύ-πολύ αρχή, όμως. Από το songwriting, που δεν είναι μόνο ποια μελωδία θα παίξω, ποια τύμπανα κτλ. Είναι ποια μελωδία θα παίξω, με ποια κιθάρα θα διαλέξω να την παίξω, με ποιον ενισχυτή θα διαλέξω να την παίξω, πόσα layers θα κάνω, τι θα κάνουν οι υπόλοιποι φίλοι μου στη μπάντα καθώς εγώ παίζω για να μου αφήσουν τον απαιτούμενο χώρο -το οποίο είναι πάλι θέμα songwriting- ενορχήστρωσης. Θέλω να έχω τεράστιες κιθάρες. Αφού θέλω να έχω τεράστιες κιθάρες, ας μην έχω 300 πλήκτρα μαζί. Η σημαντικότητα της αφαίρεσης. Για να κάνεις κάτι να είναι μεγάλο, πρέπει τα υπόλοιπα να μοιάζουν μικρά γύρω του. Αν θέλεις όλα να είναι μεγάλα, πρέπει η μουσική σου, η σύνθεση και η ενορχήστρωση να είναι πραγματικά έξυπνη. Το tempo είναι ένα πολύ καλό εργαλείο. Τα πράγματα ακούγονται πιο μικρά όταν παίζονται γρήγορα. Τα πράγματα ακούγονται πιο μεγάλα όταν παίζονται αργά. Εξ ου και το doom είναι παραδοσιακά τεράστιο και το punk είναι πάντα σφήνα. Φανταστείτε ότι το tempo είναι ένα μόνο από τα εργαλεία, έχεις χιλιάδες εργαλεία που μπορείς να χρησιμοποιήσεις.

Γνωρίζουμε μία διαφωνία που υπάρχει παγκοσμίως ανάμεσα σε αυτούς που θέλουν τις παραγωγές δυνατές (loudness war) και σε εκείνους που προτιμούν οργανικές, φυσικές. Τι προτιμάτε;
Δεν έχω κάποια συγκεκριμένη προτίμηση, ούτε στο ένα, ούτε στο άλλο. Αλλά πρέπει να καταλάβουμε κάτι πολύ σημαντικό. Δεν ακούμε πια όπως ακούγαμε παλιά. Δεν ακούμε με την ίδια διάθεση. Όταν ήμουν μικρός, είχαμε στερεοφωνικό στο σπίτι και έβαζες το βινύλιό σου και καθόσουν ήσυχος και έπινες τον χυμό πορτοκάλι σου και άκουγες. Δεν υπάρχει αυτό πια. Πιο βιαστικές είναι οι κινήσεις, ακούς με ακουστικά, ακούς σε θορυβώδες περιβάλλον, ακούς μέσα στο τρένο, ακούς σε περιβάλλοντα που δεν είναι optimal για να ευχαριστηθείς τη μουσική. Από τη στιγμή που αυτό είναι δεδομένο, και δεν μπορούμε να το αλλάξουμε, πρέπει να κάνεις όλες τις απαραίτητες κινήσεις, ώστε το μήνυμα της μουσικής να περάσει προς τα έξω. Άρα έχεις κατευθείαν ένα σετ από κανόνες. Γαμώ είναι η μουσική σου να έχει δυναμικές, αλλά όταν περάσει το τρένο και σταματάς να ακούς το κουπλέ επειδή παίζει πιο χαμηλά, σε ποιον μπορείς να το εξηγήσεις αυτό;  Έχω βρεθεί μέσα σε van που όλοι κάνουμε rotate τη μουσική μας και, κυριολεκτικά, οι παραγωγές που ήταν πιο δυναμικές, απλά τις κάναμε skip. Γιατί δεν τις ακούγαμε! Γιατί το van ήταν φασαριόζικο. Έχει πολύ μεγάλη σημασία να το λάβουμε αυτό υπόψη μας. Δηλαδή το loudness war προφανώς ξεκίνησε επειδή ψυχοακουστικά καταλάβαμε ότι το δυνατότερο ακούγεται καλύτερα -τουλάχιστον εφήμερα- αλλά παράλληλα, είναι και μία ανάγκη που υπάρχει στον μοντέρνο κόσμο. Δεν το κάνει ο άλλος από στανιό. Το loudness είναι σαν να οπλίζεις την μουσική σου για πόλεμο αφού φύγει από την ασφάλεια του στούντιο! Υπάρχουν παραγωγές που όντως τους αξίζει να είναι δυναμικές. Κλασική μουσική, κάποια ιδιώματα τζαζ, αλλά αυτά απευθύνονται σε πολύ συγκεκριμένους ακροατές, οι οποίοι θα κάνουν αυτό που λέγαμε πριν, θα κάτσουν να ακούσουν προσεκτικά. Τώρα, θα έπρεπε να είναι περισσότερο ή λιγότερο δυναμικό το υλικό μας; Δεν ξέρω. Ουσιαστικά οι ίδιοι άνθρωποι έχουμε αποφασίσει ότι μας αρέσει περισσότερο το loud. Γιατί είναι πιο εύχρηστο. Μπορείς να κάτσεις στην παραλία με ένα bluetooth ηχειάκι και να ακούσεις όλο το κομμάτι. Δεν θα έρθει κάποιος από εμένα ή εσάς να σηκώσει δαχτυλάκι και να του πει ότι δεν υπάρχουν δυναμικές, γιατί δεν τον νοιάζει. Το κομμάτι ακούγεται.

© Θανάσης Καρατζάς

Δώστε μας μία λίστα με πέντε πράγματα που πρέπει να έχει (κάνει) ένας μουσικός πριν μπει στο στούντιο να γράψει μαζί σας.
Να μας έχει συναντήσει για να δει αν μας συμπαθεί. Να έχει συνειδητοποιήσει τη βαρύτητα του εγχειρήματος. Κατά τη γνώμη μου αυτό το πράγμα είναι ιερό, είναι αέναο, άμα το κάνουμε μέτρια, ουσιαστικά αδικούμε όλες τις επόμενες γενεές που ενδεχομένως να το ακούσουν. Η προετοιμασία είναι default. Nα έχει προβάρει, να έχει κάνει προ-παραγωγή, να έχουμε αποφασίσει για τη μεθοδολογία της ηχογράφησης. Αυτά πρέπει να γίνουν κυρίως για οικονομικούς λόγους. Μην ξεχνάμε ότι παλαιότερα κάποια άλμπουμ τα δημιουργούσαν μέσα στο στούντιο. Είχαν τον χρόνο, τα χρήματα και τη διάθεση να πειραματιστούν εδώ μέσα. Αν υφίσταται αυτή η συνθήκη, κανένα πρόβλημα. Αν, όμως, η συνθήκη σου προϋποθέτει ότι πρέπει να έχεις προσοχή στα οικονομικά σου, προφανώς πρέπει να προετοιμαστείς. Να έχει meal plan για να μη χρειάζεται να τρώει συνέχεια απέξω και να χαλάει λεφτά. Να κοιμάται καλά για να μπορεί να παίξει την επόμενη ημέρα.

Τελικά, τι κάνει ένα στούντιο ηχογραφήσεων καλό; Είναι ο εξοπλισμός του, το έμψυχο δυναμικό, ή οι χώροι του;
Προφανώς είναι όλα μαζί. Το ποσοστό της σημαντικότητας του καθενός από αυτά σχετικό. Φαντάζομαι ότι οι άνθρωποι που απαρτίζουν το στούντιο παίζουν τον κυρίαρχο ρόλο. Ο χώρος δεν έχει την ικανότητα να σου χαλάσει τη διάθεση σε βαθμό που δεν μπορείς να δουλέψεις, εκτός αν είναι πάρα πολύ βρώμικος ή πέφτει το ταβάνι. Το ανθρώπινο δυναμικό είναι το πιο σημαντικό, μόνο και μόνο επειδή θα αλλάξει και τον χώρο στον οποίο βρίσκεται. Εμείς είμαστε υπεύθυνοι για τον χώρο τον οποίο παρουσιάζουμε, υπεύθυνοι για την ψυχολογία των ανθρώπων, ξεκινάει από εμάς και ουσιαστικά μεταγγίζεται στον χώρο που δημιουργήσαμε για τους άλλους. Τώρα αν με ρωτάτε αν είναι ο εξοπλισμός, μπα. Είναι ειρωνικό που το λέω, ο λόγος που έχουμε τόσο εξοπλισμό δεν είναι για να είμαστε πιο θελκτικοί. Αυτό έγινε κυρίως για να μπορούμε εμείς να περνάμε καλύτερα και να μπορούμε να πειραματιζόμαστε. Το κάναμε αρχικά για εμάς. Όσο πιο αντικειμενικός θέλεις να είσαι, τόσο πιο πολλά πράγματα πρέπει να έχεις ακούσει. Αλλιώς δεν θα είσαι αντικειμενικός. Και τώρα δεν είμαστε αντικειμενικοί, αλλά τουλάχιστον έχουμε ακούσει πράγματα. Είναι σημαντικό να μπορείς να μιλάς με τον άλλον από μία θέση σοφίας ή εμπειρίας. Αν έχεις ακούσει λιγότερους ήχους, λιγότερα όργανα, έχεις την τάση να κάνεις δουλειά με αυτά που έχεις. Που είναι απόλυτα σεβαστό. Αλλά σου περιορίζει και το όραμα. Δεν μπορείς να έχεις όραμα για κάτι αν δεν υπάρχει στο οπτικό σου πεδίο. Αυτός είναι ο λόγος για να έχεις πολύ εξοπλισμό. Επιλογές, στην πραγματικότητα.