Μουσικη

Microcosmos: Μικρόκοσμοι σύγχρονης κλασικής μουσικής στο ΚΠΙΣΝ

Είναι η ηλεκτρονική μουσική η κλασική μουσική του 20ού και πλέον και του 21ου αιώνα;

Τάνια Σκραπαλιώρη
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Microcosmos: Η Γαβριέλλα Τριανταφύλλη, Διευθύντρια Προγραμματισμού και Παραγωγής του ΚΠΙΣΝ μιλά στην ATHENS VOICE για την ιδιαίτερη σειρά συναυλιών

Το βράδυ της Κυριακής 23 Οκτωβρίου όσοι βρέθηκαν στον Φάρο του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος –ανάμεσά τους και η αφρόκρεμα της εγχώριας ηλεκτρονικής και πειραματικής μουσικής σε απαρτία– έζησαν μία συμπυκνωμένη καλλιτεχνική εμπειρία, με μία μοναδική εμβύθιση στον κόσμο του Buchla, του θρυλικού modular synth που έκανε διάσημο η πιονέρος της ηλεκτρονικής μουσικής και της modular σύνθεσης Suzanne Ciani. H Ciani, που κρύβει πίσω από την απλή της εμφάνιση μερικά από τα πιο σπουδαία κεφάλαια του σύγχρονου ήχου άνοιξε τον νέο κύκλο  συναυλιών του ΚΠΙΣΝ με τίτλο “Microcosmos” μια ιδιαίτερη και άκρως ενδιαφέρουσα σειρά με στόχο να φέρει το αθηναϊκό κοινό σε άμεση επαφή με σύγχρονες μουσικές ιδιοφυϊες που έχουν μετασχηματίζουν –συνήθως με όχημα την αισθητική του μινιμαλισμού και προσεκτικά επιλεγμένα ηλεκτρονικά εργαλεία– ήχους και όργανα διαμορφώνοντας αυτό που είθισται να ταξινομείται ως «σύγχρονη» ή «νέα» κλασσική μουσική και να απαντήσει –πιθανόν καταφατικά– στο προγραμματικό της ερώτημα: Είναι η ηλεκτρονική μουσική η κλασική μουσική του 20ού και πλέον και του 21ου αιώνα; 

Μια ματιά στα ονόματα του φετινού κύκλου που ακολουθούν την ιδανική έναρξη της Ciani είναι αρκετά για τους γνώστες για να μη χάσουν ούτε μία από τις ατμοσφαιρικές εμφανίσεις που επιφυλάσσει στο κοινό του ο Microcosmos. O Ελβετός ακορντεονίστας Mario Batkcoviz που έχει μετατρέψει το παραδοσιακό όργανο του ακορντεόν σε εργαλείο ανανέωσης της avant garde έρχεται την Κυριακή 20 Νοεμβρίου στον Φάρο του ΚΠΙΣΝ, και ακολουθούν ο Ιταλός πολυοργανίστας Federico Albanese, με ήχο –ορισμό του neoclassical genre– στις 4 Δεκεμβρίου και o Αμερικανός συνθέτης Peter Broderick –πρώην συνεργάτης και του δημοφιλούς πειραματικού indie group Efterklang– στις 5 Μαρτίου. 

Πώς, όμως, ξεκίνησε αυτή η σειρά και πώς γεννήθηκε μια τέτοια ενότητα τόσο εξειδικευμένων και συγκεκριμένων μουσικών events γύρω από μια τόσο ιδιαίτερη ηχητική παλέτα; Η Γαβριέλλα Τριανταφύλλη, Διευθύντρια Προγραμματισμού και Παραγωγής του ΚΠΙΣΝ, έχει, αδιαμφισβήτητα προσωπικό ενδιαφέρον για τον ήχο που πρεσβεύει η σειρά Microcosmos, αλλά όπως μας εξηγεί, πρόκειται για μουσική που υπήρχε από νωρίς στον προγραμματισμό του Κέντρου Πολιτισμού, με το ένα πράγμα να φέρνει το άλλο, πλαισιωμένο από ιδιαίτερα θετική ανταπόκριση του αθηναϊκού κοινού. «Πάντοτε όταν προγραμματίζεις για έναν χώρο εκδηλώσεις, χωρίς να το θες, κάπως μπαίνει και το προσωπικό σου γούστο σε αυτό. Οπότε αυτός ο χώρος του post minimalism και της “σύγχρονης κλασσικής” μουσικής κάπως με έχει ιντριγκάρει πολύ τα τελευταία χρόνια – και είναι ένας ήχος που όσο πολύ μπαίνεις μέσα σε αυτόν και τον ακούς τόσο πιο πολύ σε συνεπαίρνει. Είχαμε ξεκινήσει με σχετικά events ήδη πριν την πανδημία. Τον Ιανουάριο του 2019 είχαμε παρουσιάσει τον Hauschka στην αίθουσα Σταύρος Νιάρχος και μερικούς μήνες μετά τον Μάιο του 2019 τον Ólafur Arnalds, σε μια συναυλία που έγινε διπλή, μέσα στην ίδια μέρα, λόγω της ζήτησης – εξαντλήθηκαν πολύ γρήγορα τα δελτία εισόδου, ο κόσμος ήθελε πάρα πολύ να έρθει, οπότε βάλαμε και μια μεταμεσονύκτια συναυλία, το ίδιο βράδυ, κάτι που δεν το είχαμε κάνει ποτέ μέχρι τότε, και δεν το έχουμε ξανακάνει έκτοτε. Κάπως έτσι αυτός ο ήχος άρχισε να μπαίνει πιο οργανικά μέσα στον προγραμματισμό μας και όσο τον παρακολουθείς τόσο πιο πολλά πράγματα βρίσκεις – άλλα έχει νόημα να παρουσιάζονται σε μια μεγάλη αίθουσα και άλλα χρειάζονται μια άλλου είδους μυσταγωγία. Παράλληλα, ιδιαίτερα τον χειμώνα έχουμε και περιορισμένη πρόσβαση σε κλειστούς χώρους, μιας και οι μεγάλες μας δράσεις προγραμματίζονται για το Πάρκο και το καλοκαίρι. Έτσι, η σειρά συναυλιών Cosmos που παρουσιάζεται στην αίθουσα Σταύρος Νιάρχος, “γέννησε” τον Microcosmos. Μια σειρά που είναι και πολύ πιο συγκεκριμένη – σε αντίθεση με την σειρά Cosmos που έχει μεγάλο εύρος και έχει φιλοξενήσει από τον Philipp Glass και τον Hauschka μέχρι τους Sun Ra. Με τον Microcosmos θέλαμε να φτιάξουμε μια μικρή σφαίρα, έναν μικρό κόσμο που να ξεκινάει και να τελειώνει στην ίδια μουσική κατεύθυνση. Σε αυτό το πλαίσιο σχεδιάσαμε αυτές τις τέσσερις συναυλίες, μία για τον Οκτώβριο με τη Suzanne Ciani, μία για τον Νοέμβριο, με τον Mario Batkovic, μία για τον Δεκέμβριο με τον Federico Albanese και μετά μία μέσα στον Μάρτιο, οπότε και θα φιλοξενήσουμε τον Peter Broderick. Αυτό που έχουμε δει είναι ότι έχει μεγάλη σημασία να γίνονται αυτές οι συναυλίες αλλά έχει και μεγάλο νόημα να γίνονται μέσα σε ένα ορισμένο πλαίσιο. Όσο καλύτερα ορίζεις την αρχή, τη μέση και το τέλος μιας τέτοιας σειράς, τόσο μεγαλύτερο νόημα μπορεί να βγάζει για το κοινό και να παροτρυνθεί έτσι να παρακολουθήσει και πράγματα που μπορεί να μη γνωρίζει». 

Άρα μια καλή και θεματική οργάνωση αυξάνει τη δημοφιλία μιας καλλιτεχνικής πρότασης και οδηγεί στην περαιτέρω ανάπτυξή της; Και πώς έχει αντιδράσει ο κόσμος στον Microcosmos; «Ναι, το έχουμε δει αυτό και στις άλλες συναυλίες μας και στις άλλες σειρές μας. Είμαστε fans  των ενοτήτων των σειρών. Τον Οκτώβριο του 2016 που πρωτοξεκινήσαμε τα Jazz Chronicles με τους Afrodyssey Orchestra και τον Γιάννη Κασσέτα, το κοινό, θα μπορούσαμε να πούμε, ότι κρατούσε “μικρό καλάθι”, αντιμετώπιζε τα events αναγνωριστικά. Αυτή η σειρά, αισίως, μετράει έξι χρόνια και μας έχει τη δυνατότητα να προτείνουμε νέα σχήματα μαζί με γνωστούς και εγνωσμένους καλλιτέχνες. Αυτό μας έχει δείξει ότι ο κόσμος, τελικά, έχοντας εμπιστευτεί την “ομπρέλα” μιας σειράς επιλέγει να έρθει, να δει, να παρακολουθήσει, να γνωρίσει καλλιτέχνες που πιθανόν να μην ξέρει. Κάπως έτσι επιτυγχάνεται και η θέση του ΚΠΙΣΝ, όχι μόνο ως παραγωγού πολιτισμού, αλλά ως φορέα εκπαιδευτικής θεώρησης στο πλαίσιο των πολιτιστικών μας δράσεων.  Σε κάθε περίπτωση, προσωπικά, θεωρώ ότι το αθηναϊκό κοινό είναι ένα πολύ καλλιεργημένο και “ψυλλιασμένο” κοινό – προφανώς δεν μιλάμε για μεγέθη που μπορούν να προσεγγίσουν τις δεκάδες χιλιάδες που φέρνουν, ίσως, άλλα είδη μουσικής, αλλά ο κόσμος είναι πολύ ενημερωμένος και με μεγάλο ενδιαφέρον και κάπως έτσι ο Microcosmos βρίσκει τον κόσμο του. Και ειδικά σχετικά με τη συγκεκριμένη σειρά, νομίζω ότι το κοινό στο οποίο απευθύνεται ο Microcosmos γνωρίζει πολύ καλά περί τίνος πρόκειται, γι’ αυτό και το αγκαλιάζει τόσο θερμά». 

© Rob Lewis

Πώς όμως μπορούμε να ορίσουμε, το 2022, αυτό το genre της «σύγχρονης κλασσικής» μουσικής η οποία βρίσκεται στο επίκεντρο του Microcosmos; «Νομίζω ότι το μαγικό στοιχείο στον ήχο αυτό είναι ότι εκπροσωπείται από νέους ανθρώπους. Πέρα από τη Suzane Ciani, που άνοιξε φέτος τη σειρά και είναι ένας ογκόλιθος διαχρονικά μπροστά από την εποχή του –είχαμε τη χαρά να τη γνωρίσουμε περαιτέρω και είναι επίσης μαγική αυτή η ευφυϊα, η ιστορία, η εμπειρία και η απλότητα που κρύβεται σε αυτήν τη λεπτεπίλεπτη φιγούρα– όλοι οι υπόλοιποι, ο Batzkovic, ο Albanese, o Broderick, είναι όλοι τους πολύ νέοι άνθρωποι. Νέοι άνθρωποι που με νέους μηχανισμούς μεταμορφώνουν και αποδίδουν τους ήχους με έναν εκπληκτικό τρόπο.  To πώς παίρνει ο Mario Batkovic, για παράδειγμα, που είναι και ο επόμενος καλεσμένος μας στον Microcosmos,  τον τόσο χαρακτηριστικό και ταυτισμένο με κάποια ιδιώματα ήχο του ακορντεόν και τον μεταμορφώνει σε ένα εντελώς διαφορετικό πράγμα από αυτό που θα περίμενε κανείς να ακούσει από ένα ακορντεόν. Αυτό είναι που μου αρέσει σε αυτή τη σκηνή, ότι μιλάμε, κυρίως για νέους ανθρώπους, που παίρνουν ένα όργανο και το μεταμορφώνουν και το εξελίσσουν σε κάτι άλλο. Και επίσης μια άλλη ομορφιά στον Microcosmos είναι ότι μπαίνεις στον  μικρόκοσμο του ίδιου του καλλιτέχνη, που είναι μόνος του πάνω στη σκηνή, δημιουργώντας μια πολύ ιδιαίτερη σχέση με το κοινό του. Ιδίως στην εμφάνιση της Suzanne Ciani τον Οκτώβριο ήταν πολύ έντονη αυτή η εμπειρία, το κοινό κρατούσε, κυριολεκτικά, την ανάσα του, ήταν μαγικό. Και ιδίως, σε μια εποχή που το κοινό, ευτυχώς ή δυστυχώς, έχει συνηθίσει να έχει ένα κινητό στο χέρι, μαγνητοσκοπώντας ή φωτογραφίζοντας, χάνοντας, όμως, έτσι την απόλαυση της συναυλιακής στιγμής. Στην εμφάνιση της Suzanne Ciani ήταν σαν να βρισκόμασταν σε μια εκκλησία». 

© Marisa Kapsabeli

Για το τέλος ρωτάμε την κα Τριανταφύλλη τι περιμένουμε στα επόμενα επεισόδια της σειράς Microcosmos. «Θα πρέπει να πούμε ότι η επιλογή των καλλιτεχνών έγινε με βάση τη μουσική τους ταυτότητα. Θέλαμε μια κοινή ραχοκοκκαλιά για τη σειρά αλλά με καλλιτέχνες που να μην είναι “όμοιοι” να έχουν ένα twist σε αυτό που κάνουν. Έχουμε να κάνουμε με solo εμφανίσεις και ο στόχος και η επιθυμία μας είναι να φτάσουμε στα επίπεδα μυσταγωγίας που ζήσαμε με την εμφάνιση της Suzanne Ciani. Είναι πολύ σημαντικό για εμάς ότι η Ciani άνοιξε, φέτος, τη σειρά Microcosmos γιατί είναι αυτή που είναι και γιατί, επιπλέον, είναι και μια γυναίκα πρωτοπόρος – ελπίζουμε και δουλεύουμε για να έχουμε και άλλες σπουδαίες γυναίκες καλλιτέχνιδες στις σειρές μας στο άμεσο μέλλον. Και, φυσικά, η ελπίδα, η προσδοκία και η πρόθεσή μας είναι να μη σταματήσει ο Microcosmos την άνοιξη του 2023, αλλά να συνεχίσει και να συνεχίσει, φέρνοντας ακόμα περισσότερους δημιουργούς αυτού του ήχου σε επαφή με το κοινό και συνεχίζοντας να βρίσκει και να συναντά τον δικό του κόσμο».