- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Βαγγέλης Παπαθανασίου: Οι άγνωστες όψεις της μουσικής μεγαλοφυΐας του
Μερικές σημαντικές στιγμές πέρα από την παγκόσμια αναγνώριση
Βαγγέλης Παπαθανασίου - Vangelis: Η μεγάλη συμβολή του συνθέτη στη μουσική - Οι Forminx, οι Aphrodite’s Child, οι συνθέσεις του, το Όσκαρ.
Το Όσκαρ είναι μια από τις κορυφαίες μορφές παγκόσμιας αναγνώρισης. Όπως και η συνεργασία μ’ έναν οργανισμό όπως η NASA. Η διεθνής μουσική κοινότητα θεωρεί εδώ και πολλά χρόνια τον Βαγγέλη Παπαθανασίου ως έναν από τους μεγαλύτερους συνθέτες του 20ού και του 21ου αιώνα. Όμως πέρα από την παγκόσμια αναγνώριση, υπήρξαν στοιχεία της τέχνης του που αποδείκνυαν από πολύ νωρίς την τεράστια αξία του. Όσοι βρέθηκαν κοντά στη ροκ πλευρά του φεγγαριού, το γνωρίζουν πολύ καλά.
Όποιος άκουγε ραδιόφωνο τον χειμώνα του 1964-1965, θα θυμάται σίγουρα κάθε Κυριακή βράδυ στις 10:30 μια εκπομπή με τίτλο «Παίζει το συγκρότημα του Γιώργου Θεοδοσιάδη». Στο jazz αυτό συγκρότημα, πέρα από τον ίδιο τον Θεοδοσιάδη στο πιάνο, συναντάμε –μεταξύ άλλων– τον Τίτο Καλλίρη (πατέρα του Θάνου) να παίζει κιθάρα, τον Νίκο Τσεσμελή στο μπάσο, τον Γιώργο Λαβράνο και τον Κώστα Σκόκο στα ντραμς και τον Βαγγέλη Παπαθανασίου να αυτοσχεδιάζει σε ένα όργανο με το οποίο στο μέλλον δεν ανέπτυξε ιδιαίτερη σχέση: το βιμπράφωνο. Σε μεγάλες συνθέσεις, όπως το «Watermelon Man» του Herbie Hancock, το «Over The Rainbow» του Harold Arlen, το «The Girl From Ipanema» του Antonio Carlos Jobim, ή σε λιγότερο σημαντικές αλλά πολύ όμορφες όπως οι «Νότες Στο Χρώμα» του Θεοδοσιάδη, ο Παπαθανασίου αυτοσχεδιάζει πολύ ευρηματικά.
Περίπου την ίδια εποχή, ο Παπαθανασίου μαζί με τον Σκόκο –αλλά και τον Μπακόπουλο, τον Αρνή, τον Παπασταμάτη και τον Πέτρου– στήνουν ένα συγκρότημα που θα γίνει γνωστό και πολύ αγαπητό σε ολόκληρη την Ελλάδα: τους Forminx. Η «Jeronimo Yanka» γίνεται πολύ μεγάλη επιτυχία για τα ελληνική δεδομένα, βασισμένη ακριβώς πάνω στα εξαιρετικά πλήκτρα του Παπαθανασίου. Δίπλα της στέκονται δύο μεγάλα τραγούδια: το πρώιμο ψυχεδελικό «Our Last September», που φέρνει στο μυαλό τη μεταγενέστερη συνεργασία του Μάνου Χατζιδάκι με τους New York Rock n’ Roll Ensemble, και το «A Hard Night’s Day». Ο τίτλος είναι μια παραλλαγή του «A Hard Day’s Night» των Beatles και το τραγούδι μια απίθανη διασκευή του τραγουδιού του Μάνου Χατζιδάκι, «Το Αστέρι Του Βοριά». Ακόμη κι αν η Yanka σού φαίνεται κάπως παιδική, δεν μπορείς παρά να αναγνωρίσεις ότι στα δύο άλλα τραγούδια συμβαίνει κάτι πολύ σημαντικό.
Ύστερα, βρίσκεσαι μπροστά στους We Five. Κι αν η ύπαρξη του Νίκου Μαστοράκη δίπλα στους Forminx ήταν διακριτική –τους μανατζάριζε κι έγραφε τους πιο πολλούς στίχους– με τους We Five βγαίνει στο προσκήνιο. Ο μοναδικός τους δίσκος κλείνει με απόσπασμα από τη ραδιοφωνική του εκπομπή. Κι αν ο Μαστοράκης καταφέρνει να γίνει ακραία αντιπαθής στα τέλη της χούντας, ξέρεις καλά ότι στους We Five δίπλα στον Παπαθανασίου στέκεται ο Ντέμης Ρούσσος, που θα κάνει –κι αυτός– μεγάλη καριέρα μέσα στα επόμενα χρόνια. Στον δίσκο αυτό, που κυκλοφόρησε στα 70s από τη Seagull, υπάρχει μια σπουδαία εκτέλεση του «When A Man Loves A Woman» –flipside και στο single «Do You Wanna Dance» για την Pan-Vox του 1966– ένα καλοπαιγμένο «Sunny Afternoon» –με φωνητικά από τον Σπύρο Μεταξά– κι ένα «Black Is Black» με σπουδαία πλήκτρα από τον Παπαθανασίου.
Τα πράγματα θα γίνουν αρκετά παράξενα, όταν δύο χρόνια αργότερα θα κυκλοφορήσει ο πρώτος ημιμεταχατζιδακικός δίσκος του Γιώργου Ρωμανού «In Concert & In The Studio». Η concert πλευρά έχει τρία τραγούδια του Χατζιδάκι και τέσσερα του Ρωμανού σε ενορχήστρωση του Γιώργου Κουρουπού (!) και η studio έξι τραγούδια του Ρωμανού, δύο από τα οποία έχει ενορχηστρώσει ο Κουρουπός και τέσσερα όπου παίζει το «συγκρότημα Βαγγ. Παπαθανασίου», όπως γράφει το εξώφυλλο. Το συγκρότημα αυτό είναι στην πραγματικότητα οι Aphrodite’s Child λίγο πριν πάρουν το όνομά τους και ηχογραφήσουν το πρώτο τους single. Βέβαια, οι πιθανότητες είναι ότι όλοι μαζί παίζουν στα «Μαρίνα» και «Ει Κορίτσι», ενώ στα «Η Αγάπη μου κοιμάται στα Νερά» και «Όταν Μου 'πες» παίζει μόνο ο Παπαθανασίου. Επιπλέον, ο Παπαθανασίου ενορχηστρώνει το «Ρολόι» του Γιώργου Ρωμανού, παίζοντας hammond, με πιάνο από τον Χάρη Ανδρεάδη (πιανίστα και band leader) και κατασκευή κύλινδρου λατέρνας από τον ιστορικό μουσικό της λατέρνας Νίκο Αρμάο. Εκείνο που έχει μεγάλη σημασία εδώ είναι ότι τόσο στο ντεμπούτο του Ρωμανού όσο και στα «Δυο Μικρά Γαλάζια Άλογα» η συμβολή του Παπαθανασίου είναι μεγάλη καθώς πλέον έχουμε έναν σπουδαίο μουσικό που με τις συμβουλές του μπορεί να καθοδηγεί άλλους πρωτοεμφανιζόμενους στην υπόθεση «ροκ» μουσικούς, όπως ο Ρωμανός. Επιπλέον, ο κύριος υπεύθυνος για την ενορχήστρωση ενός από τα καλύτερα ελληνικά ψυχεδελικά άλμπουμ –«Δυο Μικρά Γαλάζια Άλογα»– ήταν ο Αλέκος Καρακαντάς, καλός φίλος του Παπαθανασίου, κιθαρίστας των We Five αλλά και των Juniors και των Axis.
Θα μπορούσαν να γραφτούν δεκάδες σελίδες για τους Aphrodite’s Child. Πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα ελληνικά συγκροτήματα όλων των εποχών, με τον Αργύρη Κουλούρη στην κιθάρα, τον Λουκά Σιδερά στα τύμπανα, τον Ντέμη Ρούσσο στο μπάσο και τον Βαγγέλη Παπαθανασίου στα πλήκτρα και τη βασική σύνθεση των τραγουδιών. Είναι χαρακτηριστικό ότι το πιο σημαντικό τους άλμπουμ, το «666», φέρει μόνο το δικό του όνομα στον τομέα της σύνθεσης. Εδώ είναι ο Κώστας Φέρρης, ο άνθρωπος πίσω από τους στίχους, αλλά και ο Γιάννης Τσαρούχης, κι επιπλέον η παρθενική συνεργασία του Παπαθανασίου με την Ειρήνη Παππά, την οποία θα ξανασυναντήσει μερικά χρόνια αργότερα για να κάνουν πρώτα τις «Ωδές» και στη συνέχεια τις «Ραψωδίες». Αν η δισκογραφική εταιρεία Vertigo κυκλοφορούσε το άλμπουμ την ώρα που ηχογραφήθηκε και όχι ενάμιση χρόνο αργότερα, ίσως η ιστορία της μουσικής να ήταν διαφορετική: ίσως οι Aphrodite’s Child –που μέχρι να κυκλοφορήσει ο δίσκος είχαν στην πραγματικότητα διαλυθεί– να θεωρούνταν τόσο σημαντικοί όσο οι Genesis ή οι Yes, ίσως η προσωπική καριέρα του Παπαθανασίου ή του Ρούσσου να είχε καθυστερήσει για αρκετά χρόνια.
Αν αποφασίζαμε να μη μιλήσουμε για τα πολύ μεγάλα πράγματα, το Oscar ας πούμε, τη «Μυθωδία» ή το «Juno To Jupiter», θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για τα πιο μικρά. Για τον ψυχεδελικό ήχο του «Earth» ή για τις υπέροχες μελωδίες της «Αποκάλυψης των Ζώων». Για την ηλεκτρονική έκρηξη του «Spiral» και του «Albedo 0.39» ή για την επιστροφή στην ελληνικότητα στις «Ωδές» και τις «Ραψωδίες». Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για το «Blade Runner», που για πολλούς είναι από τα καλύτερα soundtrack όλων των εποχών, ή για το «Nocturne», που παρουσιάζει γυμνό το μελωδικό μουσικό κέντρο του Παπαθανασίου. Όμως παρότι αυτά θα ήταν τα… μικρά, θα χρειάζονταν δεκάδες σελίδες. Έτσι, θα μιλήσουμε για μια μικρή μεταμόρφωση. Ας ακούσουμε το «Starvation» έτσι όπως κλείνει το «Socrates Drank The Conium», το πρώτο άλμπουμ των Socrates το 1971. Ένας στιβαρός hard rock ήχος, όπως μόνο εξαιρετικά συγκροτήματα μπορούν να στήσουν. Κι ας ακούσουμε το «Starvation» έτσι όπως ανοίγει το «Phos» το 1976. Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου προσθέτει πλήκτρα εκεί που είσαι βέβαιος ότι δεν θα χωρούσαν, σπάζοντας κάθε σύμβαση, καταστρέφοντας κάθε φόρμα και ανοίγει ένα σφιχτοδεμένο κομμάτι σκληρού ροκ στον κόσμο του progressive αλλά και στον κόσμο μιας ιδιόμορφης ποπ, έτσι όπως μπορεί να τη συναντήσει κανείς σε μεταπροοδευτικά σχήματα όπως οι Electric Light Orchestra δύο χρόνια αργότερα.
Η ιστορία γράφεται από τους μεγάλους νικητές και μάλιστα από τις μεγαλύτερες νίκες τους. Σε δύο δεκαετίες από σήμερα κανείς δεν θα έχει ξεχάσει το «Chariots Of Fire» ή το «1492: The Conquest Of Paradise». Από την άλλη, ίσως κανείς δεν θα μνημονεύει πια το βιμπράφωνο στο συγκρότημα του Γιώργου Θεοδοσιάδη, τα πλήκτρα του «A Hard Night’s Day» των Forminx, το «Ρολόι» του Ρωμανού ή τη μεταμόρφωση του «Starvation». Όμως για μερικούς από εμάς, ο μουσικός κόσμος που μένει στη σκιά, όταν είναι βαθιά βιωμένος, προσφέρει τη μεγάλη χαρά να πλησιάζουμε σε απόσταση αναπνοής τόσο μεγάλες μουσικές προσωπικότητες, όπως αυτή του Βαγγέλη Παπαθανασίου. Και να τις κρατάμε κοντά μας, όχι επειδή βραβεύτηκαν ή ξεχώρισαν μέσα στον κυκεώνα του δημόσιου βίου της τέχνης, αλλά γιατί μας άγγιξαν την αποφασιστική στιγμή και το άγγιγμα αυτό έμεινε βαθιά χαραγμένο στο δέρμα των μουσικών μας ονείρων.