Μουσικη

Monster Magnet: Ο Dave Wyndorf μιλάει στην ATHENS VOICE

Ο θρύλος του ψυχεδελικού rock σε μια μεγάλη εξομολόγηση με αφορμή το άλμπουμ «A Better Dystopia»

Δημήτρης Αθανασιάδης
13’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέντευξη Monster Magnet: Ο Dave Wyndorf μιλάει στην ATHENS VOICE για το άλμπουμ «A Better Dystopia», το rock και τη ζωή του.

Τι κάνει ένα μεγάλο rock συγκρότημα που περιοδεύει τακτικά για 30 χρόνια όταν σταματούν οι συναυλίες; Τον Φεβρουάριο του 2020, όταν οι Monster Magnet προσγειώθηκαν στις ΗΠΑ, μετά την περιοδεία «Powertrip» στην Ευρώπη, συνειδητοποίησαν πως απέφυγαν μια μεγάλη περιπέτεια. Τα μέλη του συγκροτήματος, Dave Wyndorf, Phil Caivano, Bob Pantella, Garrett Sweeney και Alec Morton, ήταν όλα υγιή, παρά το γεγονός πως έδιναν συναυλίες στην Ιταλία και την Ισπανία, την περίοδο που οι χώρες αυτές συντρίβονταν από την πανδημία. Η απόφαση ήταν να κυκλοφορήσουν ένα άλμπουμ με διασκευές που δεν θα έμοιαζε με ένα άλμπουμ με διασκευές.

Το «A Better Dystopia» ξεκινά με έναν μονόλογο του Dave Diamond -του αμερικανού ραδιοφωνικού παραγωγού του οποίου οι εκπομπές στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και στις αρχές της δεκαετίας του 1970 βοήθησαν στη διάδοση πολλών psych rock συγκροτημάτων- και ολοκληρώνεται με μια μεταμόρφωση του «Into The Void» των Morgen. Επιλέγοντας psych rock και proto-metal τραγούδια που τους ταιριάζουν, οι Monster Magnet δημιούργησαν μια συναρπαστική και μοναδική εμπειρία ακρόασης, αποτίνοντας φόρο τιμής σε μπάντες όπως οι Hawkwind, J.D. Blackfoot, The Scientists, Macabre, Poobah, Jerusalem, The Pretty Things, Josefus, Table Scraps και Dust. Τραγούδια παιγμένα με ένα επιδέξια θορυβώδες στιλ που μοιάζει να εκλείπει από τη σύγχρονη μουσική, τραγούδια με κραυγές, ουρλιαχτά, ομιλίες, ό,τι χρειάζεται για να μεταφερθεί το συναισθηματικό μήνυμα αυτών των πολύ ιδιαίτερων μελωδιών, για να αποδοθεί κάθε στίχος με αμίμητο ύφος.

Ο θρύλος του ψυχεδελικού rock, Dave Wyndorf, ο τραγουδιστής και κιθαρίστας των Monster Magnet, μίλησε στην ATHENS VOICE για τους ηχητικούς χρονοδιακτινισμούς του, το rock και τα αστέρια του, τις μάχες του με τις εξαρτήσεις και τον τρόπο που ζει.

Το 2021, αυτή την περίεργη, δυστοπική χρονιά για τον πλανήτη, κυκλοφορήσατε το άλμπουμ «A Better Dystopia», το πρώτο σας άλμπουμ με διασκευές. Ποια ήταν τα κριτήρια για την επιλογή των τραγουδιών;
Υπήρχαν δύο κριτήρια, ο λόγος που κυκλοφόρησε ο δίσκος ήταν επειδή το ήθελα, υπήρχαν τραγούδια που με ακολουθούσαν, που με τριγύριζαν όλη μου τη ζωή, που με ενέπνεαν. Ήθελα πάντα να τα διασκευάσω και δεν ήξερα πότε ήταν η σωστή στιγμή. Οπότε ήθελα να φτιάξω αυτό το υλικό όπως και να είχε. Όταν χτύπησε η πανδημία και επιστρέψαμε από την περιοδεία, θυμήθηκα, όπως καθόμουν και άκουγα όσα έπαιζαν στο ραδιόφωνο, άκουγα νέα μουσική, δεν έμοιαζε με τον τρελό κόσμο στον οποίο ζούμε, θυμήθηκα τραγούδια από τότε που ήμουν παιδί, που αντικατόπτριζαν μία τρελή εποχή, καλύτερη από την τωρινή. Σκέφτηκα «εντάξει, τώρα είναι η στιγμή για μένα να κάνω αυτά τα τραγούδια και να δούμε τι θα συμβεί». Και αυτή η σκέψη μας έβαλε πολύ γρήγορα στο στούντιο.

Θυμάστε πώς αισθανθήκατε όταν ακούσατε ένα από τα τραγούδια σας στο ραδιόφωνο;
Λοιπόν, ναι, το θυμάμαι! Πάει πολύς καιρός και με είχε φρικάρει! Πραγματικά με εξέπληξε, ο τρόπος που ακουγόταν και έβγαινε από το ραδιόφωνο ήταν διαφορετικός από τον τρόπο που το είχα ηχογραφήσει και ήταν ένα μέρος που δεν περίμενα ποτέ να ακούσω Monster Magnet.

Ποια διασκευή σας δυσκόλεψε περισσότερο;
Διασφάλισα, προσπάθησα να διασφαλίσω ότι όλο το υλικό έμεινε, τόσο αυθεντικό στην εποχή που γράφτηκε, όσο και αυθεντικό με τους Monster Magnet. Νομίζω πως το δυσκολότερο ήταν το «Learning To Die», επειδή δεν ήμουν σίγουρος αν μπορώ να το τραγουδήσω. Πήγαινε πολύ ψηλά. Και γνώριζα ότι, εάν δεν το τραγουδούσα καλά, δεν μπορούσα να σκεφτώ έναν καλύτερο τρόπο να το πω, γιατί ο αρχικός τραγουδιστής το είχε τραγουδήσει καλύτερα από όλους. Οπότε είχα μια νευρικότητα σχετικά με αυτό.

Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση στη διασκευή ενός τραγουδιού;
Πάντοτε πιστεύω ότι υπάρχει μία εσωτερική αφορμή που με κάνει να τραγουδήσω κάποιο συγκεκριμένο κομμάτι. Αφορά καθαρά τον εγωκεντρισμό μου. Απλά λατρεύω να το κάνω αυτό! Κι έπειτα, πώς θα έμοιαζε και πώς θα ακουγόταν αν η μπάντα μας καταπιανόταν με αυτό. Θα το δέχονταν ο κόσμος από την μπάντα μας ή θα το σύγκριναν αρνητικά με το πρωτότυπο; Υπάρχει λόγος να διασκευαστεί το κομμάτι; Γι’ αυτό και συνήθως μένω μακριά από αγαπημένα και δημοφιλή τραγούδια και προτιμώ εκείνα που έχουν ακουστεί λιγότερο. Αυτοί είναι οι λόγοι για εμένα, αγαπώ τα τραγούδια και θέλω να τα κάνω, επιπλέον, ίσως, δεν τα έχουν ακούσει πολλοί.  

Είστε ένα πρόσωπο που έχει επηρεάσει πολλούς· έχετε εμπνεύσει ανθρώπους να γίνουν μουσικοί… Πώς ορίζετε την επιτυχία;
Καλή ερώτηση! Η επιτυχία για μένα είναι η δυνατότητα να κάνω αυτά που θέλω, να έχω ιδέες για τραγούδια και να περνάω καλά με αυτά, να μπαίνουν σε δίσκους και στη συνέχεια να γυρνάω τον κόσμο παρουσιάζοντάς τα. Δεν έχει να κάνει τόσο με τα χρήματα, όσο με τη δυνατότητα του συγκεκριμένου τρόπου ζωής. Ενός τρόπου ζωής όπου θα δημιουργήσω μουσική με την οποία θα περιηγηθώ στους δρόμους για να τη δείξω στον κόσμο. Αυτό θεωρώ επιτυχία και θα ήταν ωραίο να υπήρχαν και πολλά χρήματα ως επιστέγασμα, αλλά πραγματικά, ο τρόπος ζωής είναι το πρώτο ανάμεσα σε όλα τα υπόλοιπα.   

Είστε ένας άνθρωπος που έχετε ταξιδέψει πολύ στη ζωή σας. Ποιο είναι το πιο όμορφο μέρος που έχουν δει τα μάτια σας;
Ω, έχω δει πολλά όμορφα μέρη! Δύσκολο να πω μόνο ένα, έχω δει μερικές από τις ζούγκλες και το Ayers Rock στην Αυστραλία που ήταν πραγματικά όμορφο, νομίζω ότι ένα από τα πιο όμορφα πράγματα που έχω δει είναι ο Παρθενώνας, ήταν απίστευτο, ναι, αυτό ήταν το πιο όμορφο.

Αλήθεια; Θυμάστε την πρώτη σας επίσκεψη στη χώρα μας;
Ναι, θυμάμαι να έρχομαι από το αεροδρόμιο μέσα σε ένα από αυτά τα μικρά λεωφορειάκα, τα ξέρεις, και κοίταξα ψηλά όταν φτάσαμε στην πόλη –γιατί γνωρίζεις ότι παίρνει λίγο χρόνο να φτάσεις από το αεροδρόμιο στο κέντρο– κοιτώντας, λοιπόν, ψηλά, ακριβώς εκεί συνειδητοποίησα πού ήμουν. Δεν είχα δει τίποτα αρχαιότερο μέχρι τότε. Ήταν τόσο ισχυρό! Υπάρχουν πολύ ωραίες θέες ανά τον κόσμο και μία από αυτές είναι κοντά στο σπίτι μου, στο δάσος. Είναι απλώς μια πράσινη απλωσιά, αλλά, δικέ μου, υπάρχει πολλή ομορφιά εκεί μέσα. Πραγματικά υπάρχει.

© Gonzales Photo/Per-Otto Oppi/Alamy Live News

Οι συναυλίες των Monster Magnet είναι διάσημες για την ενέργεια αλλά και τη σύνδεση που δημιουργείται ανάμεσα στην μπάντα και το κοινό. Ποια είναι η καλύτερη συναυλία που έχετε δώσει ως μπάντα και ποια είναι η καλύτερη συναυλία που έχετε παρακολουθήσει ως θεατής στη ζωή σας;
Xμμ, δεν γνωρίζω ποια είναι η καλύτερη συναυλία που έχουμε δώσει, γιατί δεν είμαι ο καλύτερος κριτής. Υπάρχουν συναυλίες που θεωρούσα ότι ήταν οι καλύτερές μας, όμως άλλοι διαφώνησαν, οπότε νομίζω ότι οι συναυλίες των Monster Magnet εξαρτώνται εξ ολοκλήρου από το κοινό, που είναι και το καλύτερο. Μία από τις αγαπημένες μου ήταν όταν παίξαμε στη Γερμανία, χρόνια πίσω, παίζαμε το «Spine Οf God» και, κατά τη διάρκεια αυτού του τραγουδιού, ο καιρός φόρτωνε, άρχισαν καταιγίδες και μόλις είπα -δικέ μου, ήταν απίστευτο, σαν ανατριχίλα στη σπονδυλική στήλη- τους στίχους «The Center Of the Universe» ένας κεραυνός έσκισε τον ουρανό, ακριβώς τη στιγμή που έλεγα αυτές τις λέξεις! Και έμοιαζε σαν εκείνες τις στιγμές που ο frontman «καλεί» κεραυνούς από τον ουρανό! Ήταν η πιο c-o-o-l στιγμή που είχα ποτέ επάνω στη σκηνή! Φυσικά το πλήθος το λάτρεψε αυτό και για μένα ήταν επίσης ό,τι πιο cool, γιατί θεώρησα ότι είχα τον θεό στο πλευρό μου! Σαν παιδί, τα καλύτερα σόου που είδα και νομίζω ότι μπορώ να θυμηθώ ήταν οι Hawkwind το 1973. Με πήγαν μπροστά. Ήταν στην περιοδεία τους «Space Ritual». Μετά είδα τον Ιggy Pop και τους Stooges, τους Kiss και τους Blue Oyster Cult, στη Νέα Υόρκη, την Πρωτοχρονιά, το 1973-1974. Οπότε φανταστείτε τι σόου ήταν αυτό, ήταν η πρώτη εμφάνιση των Kiss, με Iggy and the Stooges, και Blue Oyster Cult, όλοι μαζί, στην ίδια συναυλία! Ακόμα δεν μπορώ να πιστέψω πόσο καλό ήταν αυτό! Απίθανο!     

Ούτε εγώ μπορώ να το πιστέψω…
Και την πρώτη φορά που είδα τους Ramones το 1976, από πολύ κοντά, σε ένα μικρό club, με πέθαναν. Μόνο αυτό έκανα ως παιδί, έτρεχα σε συναυλίες και παραστάσεις, οπότε έχω δει πολύ και καλό πράγμα. Έχω δει τον David Bowie, τον Alice Cooper, έμενα μία ώρα έξω από τη Νέα Υόρκη, οπότε ξεπόρτιζα νυχτιάτικα από το σπίτι όταν ήμουν 14-15, έπαιρνα το τρένο και πήγαινα στη Νέα Υόρκη για να τα δω όλα αυτά. Σπουδαία εποχή και οι παραστάσεις φθηνές. Τέσσερα (!), τέσσερα δολάρια για να δεις τον David Bowie. Θεότρελο!

Πραγματικά! Τι σας έσπρωξε στο rock 'n' roll και σας έκανε να αρπάξετε μία κιθάρα στα χέρια σας και να φτιάξετε συγκρότημα;
Το γεγονός ότι -το ξέρω τώρα- υπήρχαν συγκεκριμένα στοιχεία στην προσωπικότητά μου· ήμουν ένα πολύ ντροπαλό παιδί, μέλος μίας μεγάλης οικογένειας όπου εντός της δεν ήμουν ντροπαλός, όμως έξω ήμουν. Και το rock 'n' roll ήταν η ευκαιρία μου να κάνω κάτι, ήδη λάτρευα τη μουσική, με αυτό τον τρόπο θα έβγαιναν στην επιφάνεια τα χαρακτηριστικά μου, αυτά που φοβόμουν να δείξω στον κόσμο και στην αληθινή ζωή εκεί έξω. Αν γίνω αυτός ο τύπος, αν μεταμορφώσω τον εαυτό μου, έστω και για λίγο σε ένα άλλο άτομο, μπορώ να βγάλω τα χαρακτηριστικά μου και να ζήσω αυτή τη φαντασίωση. Οπωσδήποτε ήταν μία φαντασίωση.

Θέλατε να γίνετε διάσημος; Όσο αποκτούσατε φήμη, φοβηθήκατε ότι θα χάσετε την επαφή με τον εαυτό σας;
Ναι, υποθέτω πως ήθελα να γίνω διάσημος, όμως το ζήτημα δεν ήταν να γίνω τηλεοπτικά διάσημος αλλά να γίνω διάσημος ανάμεσα σε όσους θεωρούσα cool. Για μένα το να πάρεις χειροκρότημα ή να ασχοληθεί κάποιος με τη μπάντα, αν είχα 200 άτομα σε ένα club ή κάτι τέτοιο, θα ήταν αρκετό. Αρκεί όλοι να αντιλαμβάνονταν το συναίσθημα που έβγαινε, αυτό είναι το σκεπτικό μου περί διασημότητας. Δεν ευχήθηκα ποτέ μου το ανώτερο είδος διασημότητας, γιατί αυτό θεωρούσα ότι ανήκε σε τύπους όπως ο Elvis Presley, ή στους Beatles, ξερωγώ.   

Ποιο είναι το πιο rock star πράγμα που έχετε κάνει ποτέ στη ζωή σας;
Πολλά βλακώδη πράγματα, πρόκειται για πράγματα που με κάνουν να ντρέπομαι τώρα, αλλά ναι… όταν, εν τέλει, τα τραγούδια μας ακούστηκαν στο ραδιόφωνο και δουλεύαμε πολύ σκληρά περιοδεύοντας παντού, άρχισα να μπαίνω στο στερεοτυπικό μοντέλο του τραγουδιστή της rock. Πολλά κορίτσια, μη ελεγχόμενα νεύρα όταν δεν πήγαιναν καλά τα πράγματα σε μία συναυλία. Ενώ προσπαθούσα να αποφύγω όλες τις βλακείες, αυτές θα συνέβαιναν όπως και να είχε, αυτό γίνεται όταν έχεις μονίμως την πίεση της δουλειάς. Οπότε τα στερεότυπα έρχονταν στον δρόμο μου και έπρεπε οπωσδήποτε να κάνω κουβεντούλα με τον εαυτό μου, τύπου «χαλάρωσε, μεγάλε, αρχίζεις να φέρεσαι σαν τον David Lee Roth» ξερωγώ, βλάκας.

Τα άλμπουμ σας βρίσκονται σε χιλιάδες δισκοπωλεία και σπίτια. Θυμάστε το πρώτο άλμπουμ που αγοράσατε;
Το πρώτο, ε; Για να δούμε… θυμάμαι το πρώτο σινγκλ. Ήταν το «Incense and Peppermints» των Strawberry Alarm Clock, το 1967. Και μετά αγόρασα το «The Jimi Hendrix Experience» του Jimi Hendrix, το 1968. Ήμουν 11, μόλις έντεκα και αναρωτιόμουν «τ-ι  ε-ί-ν-α-ι α-υ-τ-ό»; Έτσι ξεκίνησε, από εκείνη την ημέρα, το μόνο που σκεφτόμουν ήταν η μουσική. Ποια άλμπουμ θα κυκλοφορήσουν, ήταν ένας νέος κόσμος για εμένα. Δεν είχα ξανακούσει τίποτα σαν αυτό, μεγάλωνα όπως όλα τα παιδάκια, έβλεπα τηλεόραση, άκουγα το συνηθισμένο ραδιόφωνο, ήξερα για τους Beatles και μερικούς ακόμη, τους λάτρευα, στην πορεία η μουσική άρχισε να γίνεται παρανοϊκή, ακριβώς τη στιγμή που ήμουν αρκετά μεγάλος για να βγάζω χρήματα και να αγοράζω μόνος μου όσα ήθελα. Οπότε εκεί γύρω στο 1968-1969 άρχισα να ανοίγω τα αυτιά μου στη μουσική, και όπως ξέρεις, μιας και είσαι fan της μουσικής, οι χρονιές 1968, 1969 και 1970 ήταν παρανοϊκές για τη μουσική. Κυκλοφορούσαν τα πάντα. Jimi Hendrix, οι πρώτοι Black Sabbath, οι Led Zeppelin, οι King Crimson, ο Alice Cooper, οι Sly and the Family Stone, όλα διαφορετικοί τύποι, το rhythm 'n' blues ήταν φανταστικό, το hard rock καινούργιο και απίστευτο, θυμάμαι να αγοράζω δίσκους του Neil Young, ήταν φοβερή εποχή και εγώ τόσο κακομαθημένος, στην ηλικία που ήμουν στα τέλη της δεκαετίας του 1960, θυμάμαι να πιστεύω ότι η μουσική θα ήταν για πάντα έτσι! Ότι κάθε χρονιά θα είχε και από ένα Black Sabbath, ή Led Zeppelin, νέους Hawkwind, νέους King Crimson, νέους Deep Purple, νέους Uriah Heep, το ότι έβγαιναν όλα μαζί με κακόμαθε! Όταν ήρθε το 1975, έξι χρόνια αργότερα, αποφοιτούσα από το Λύκειο και ήμουν σε φάση «έι, τι απέγινε με όλη αυτή τη μουσική;». Και όλα άλλαξαν, πήγαιναν προς τους Aerosmith, τους Overdrive, μετά ήρθε η disco, η reggae και το punk rock στο οποίο εισχώρησα.

Το rock υπήρξε το απόλυτο σύμβολο της επανάστασης. Πιστεύετε ότι τα παιδιά αναζητούν κάτι διαφορετικό, έξω από τα συνηθισμένα; Περνάει από το μυαλό σας ότι το rock έκανε τον κύκλο του; Ότι οι καλύτερες ημέρες βρίσκονται ήδη πίσω; Θα επιζήσει, ασφαλώς. Αλλά με έναν πιο φιλικό προς τον καταναλωτή τρόπο. Απλά μια σκέψη κάνω…
Ναι, το rock όπως το βλέπουμε εσύ κι εγώ, αυτό το στιλ όπου το βάρος πέφτει στο να δείχνεις outsider και η έκφραση του εαυτού πηγάζει μόνο μέσα από τη μουσική, αυτό ναι, έχει τελειώσει. Τα νέα παιδιά θα θέλουν πάντοτε να είναι μέρος μιας τέτοιας κατάστασης, αλλά δεν νομίζω ότι θα είναι αυτό που εσύ κι εγώ έχουμε δει. Στις μέρες μας τα παιδιά έχουν περισσότερες ευκαιρίες να είναι οι εαυτοί τους, χωρίς να χρειάζεται να γίνουν rockers. Έχουν δικές τους σελίδες στο Instagram και στο Facebook.

Τι χρόνο καταναλώνετε στο internet και τα social media;
Στα social media σχεδόν καθόλου. Είναι λίγο χάσιμο χρόνου. Δεν έχει πλάκα γιατί δεν μπορείς να μιλήσεις απευθείας στον κόσμο και πραγματικά δεν μου αρέσει να πληκτρολογώ μηνύματα πέρα-δώθε. Μου αρέσει να συνομιλώ με τον κόσμο. Αγαπώ τον υπολογιστή, το διαδίκτυο γιατί είναι ένας χώρος όπου μπορώ να βρω Ιστορία, βιβλία, μουσική, αλλά όχι τα social media. Θα δω λίγο της οικογένειάς μου, αλλά δεν επικοινωνώ με τους fans.

H Ellie Phimister (Negasonic Teenage Warhead) είναι ένας φανταστικός χαρακτήρας που εμφανίζεται σε αμερικανικά κόμικς που εκδίδονται από τη Marvel Comics. Ο χαρακτήρας, ένας μεταλλαγμένος οργανισμός που διαθέτει τηλεπαθητικές και προγνωστικές δυνάμεις, δημιουργήθηκε από τους Grant Morrison και Frank Quitely και πήρε το όνομά του από το επιδραστικό τραγούδι σας «Negasonic Teenage Warhead». Πώς αισθανθήκατε όταν το μάθατε;
Το ξέρω αυτό! Τι να κάνω, χοροπηδούσα σαν μικρό παιδί! Μου άρεσε! Αισθάνθηκα τέτοια τιμή που ο Grant Morrison το έκανε αυτό, ήταν σαν μία έκφραση αναγνώρισης προς τους Monster Magnet! Και δεν τον ήξερα καν όταν το έκανε αυτό! Τον συνάντησα χρόνια αργότερα! Αυτό έγινε πριν από 20-25 χρόνια, μετά βγήκε η ταινία και, όπως ήταν φυσικό, έγινε πιο γνωστή από το βιβλίο των κόμικ. Είμαι πολύ, πολύ τυχερός που μου συνέβη αυτό! 

Πιστεύετε ότι πρέπει να διδάσκονται στα σχολεία περισσότερα κόμικς; Αν ναι, ποια θα συστήνατε και γιατί;
Αμέ, γιατί όχι; Κοίτα, το να λες ιστορίες μέσα από διαδοχική τέχνη είναι ένας σπουδαίος τρόπος να το κάνεις, για την ακρίβεια, μέσα από τα κόμικς μπορείς να πεις τα πράγματα ευκολότερα από τα μακράς μορφής διηγήματα και όταν διαβάζεις κόμικ μπορείς να σταματάς και να εξετάζεις. Ένας καλός τρόπος για να διδαχθεί η Ιστορία, θα ήταν καλοσχεδιασμένες και καλογραμμένες, αλλά όχι υπερβολικά γραμμένες ιστορίες για την Ιστορία. Δεν μπορώ να σκεφτώ κάποιο συγκεκριμένο κόμικ, αν και έχω διαβάσει, πραγματικά δεν βλέπω γιατί να μη διδάσκονται στα σχολεία.

Έχετε μία από τις πιο χαρακτηριστικές φωνές στο rock. Πραγματικά, πώς τη διατηρείτε;
Δεν ξέρω, φίλε μου, αλήθεια, δεν τη φροντίζω. Υπήρξα τυχερός που δεν αντιμετώπισα θέματα με τη φωνή μου. Είμαι 65 τώρα και τη νιώθω πιο αδύνατη και ελάχιστα διαφορετική αλλά έχει και κάτι που δεν είχε πριν που μου αρέσει. Το μόνο που κάνω είναι τα δάχτυλά μου σε θέση προσευχής, να τραγουδάω με τον τρόπο που να αισθάνομαι όμορφα, να πιέζω σκληρά αλλά όχι τόσο σκληρά, έτσι που να έχει διάρκεια. Αλλά μέχρι τώρα, έχω υπάρξει τυχερός γύρω από αυτό. Καπνίζω πάντα, κάτι που υποτίθεται δεν επιτρέπεται να κάνω, όμως τελικά το κάνω πάντοτε και νομίζω πως είναι και αυτό μέρος της φωνής.

Πότε και πώς αποφασίσατε ότι θέλετε να σταματήσετε τα ναρκωτικά;
Α, αυτό ήταν εύκολο. Είχα δύο εμπλοκές με τα ναρκωτικά, η πρώτη όταν ήμουν έφηβος με παραισθησιογόνα ναρκωτικά, είδη μανιταριών, μαριχουάνα, LSD, κράτησε περίπου 5-6 χρόνια, δεν έκανα πολύ, μετά, όταν ήμουν γύρω στα 24 καθάρισα. Είχα τελειώσει. Τα παράτησα όλα. Αλλά θυμάμαι τα παραισθησιογόνα όταν ήμουν παιδί, απολάμβανα την ψυχεδελική κουλτούρα, ακόμα και χωρίς τις ουσίες. Η δεύτερη επαφή μου ήταν όταν βρισκόμουν κοντά στα 50, αλλά αυτή η φάση ήταν με τελείως διαφορετικά ναρκωτικά, ήταν με ηρεμιστικά και αγχολυτικά τα οποία πήρα με συνταγή γιατρού, επειδή δεν μπορούσα να κοιμηθώ στις περιοδείες. Γαμώτο, σε αυτά εθίστηκα, ενώ στα άλλα όχι. Σαν παιδί δεν είχα πρόβλημα με αυτά και εθίστηκα στα φάρμακα που μου έδωσε γιατρός. Πόσο απαίσιο ήταν αυτό! Εκείνος έκανε τη δουλειά του για να κοιμάμαι κάθε βράδυ και να μπορώ να είμαι στην περιοδεία, αλλά ήταν λες και έκανα συμφωνία με τον διάολο. Αυτό το πράγμα σε χαλάει, σε αλλάζει και δεν μπορείς να απαλλαγείς από αυτό. Ήταν εφιάλτης και πήρε πολύ χρόνο να καθαρίσω. Περίπου ένας γεμάτος χρόνος. Όταν πέρασε, υποσχέθηκα ότι δεν θα ξαναβάλω ποτέ τον εαυτό μου σε τέτοια κατάσταση ξανά. Ας πούμε ότι έμαθα το μάθημά μου. Τίποτα δεν είναι τσάμπα, δεν παίρνεις το μαγικό χάπι και όλα καλά. Ουφ…

Ποιο είναι το σημαντικότερο «μάθημα» που σας έμαθε η ζωή – εντός ή εκτός μουσικής – και γιατί είναι σημαντικό;
Υποθέτω πως ο καθένας παίρνει το μάθημά του, σωστά; Μην παίζεις με τη φωτιά, μη βάζεις το χέρι σου στην προπέλα του αεροπλάνου, τέτοια πράγματα. Ένα από αυτά που έμαθα και προσπαθώ να το εφαρμόζω είναι να μην υπόσχομαι περισσότερα από αυτά που μπορώ να καταφέρω, να είμαι καλός με όσους συναντώ γιατί θα τους ξαναβρώ μπροστά μου, τίποτα δεν είναι όσο σημαντικό νομίζεις πως είναι, όταν ήμουν νεότερος έλεγα στον εαυτό μου να παραμένω ψύχραιμος, να μην είμαι μαλάκας, να μην το παίζω ντίβα, να ακολουθήσω το όνειρό μου κι αν υπάρχουν άσχημα πράγματα να κάνω, να τα κάνω μόνο στη φαντασία μου και όχι στην πραγματική ζωή. Να μείνω με την Τέχνη.

Εάν ο 18χρονος εαυτός σας μπορούσε να σας δει τώρα, τι θα σκεφτόταν;
Νομίζω ότι αν ο 18χρονος εαυτός μου με έβλεπε τώρα, θα λιποθυμούσε. Δεν θα φανταζόμουν ποτέ ότι θα είχα τέτοια διάρκεια στη μουσική και ότι θα έβγαζα άλμπουμ με τη μουσική που αγαπώ. Πιστεύω ότι ο 18χρονος εαυτός θα ήταν χαρούμενος, ίσως να ντρεπόταν και λίγο, επειδή έτσι είναι τα παιδιά, αλλά κυρίως χαρούμενος.

Πώς σας επηρέασε το Νιου Τζέρσεϊ σαν μουσικό; Τι το κάνει ξεχωριστό για εσάς;
Το Νιου Τζέρσεϊ ήταν δύο πράγματα· ένα, η πόλη που μεγάλωσα ήταν μια πραγματικά μικρή πόλη, πολύ αποκλεισμένη από τον μοντέρνο κόσμο, οπότε τόσο σαν παιδί, όσο και σαν έφηβος, μεγάλωσα σε ένα μέρος ασφαλές, με δάσος, ρυάκι, ποτάμι όπου το επισκεπτόμουν συνεχώς με άλλα παιδιά και ήταν όμορφο, δεν ήμασταν φτωχοί, δεν ήμασταν πλούσιοι· ήμασταν κανονικοί. Αυτό που μου περνούσε από το μυαλό ήταν ότι απείχε μόνο μια ώρα μακριά από τη Νέα Υόρκη, μία από τις μεγαλύτερες πόλεις του κόσμου. Σε μία ώρα μπορούσα να βρεθώ κάπου που ήταν ολοκληρωτικά διαφορετικό, σε μία ώρα και με 15 δολάρια στην τσέπη, μπορούσα να είμαι στη Νέα Υόρκη για να δω τα πάντα. Την Κάτω Ανατολική πλευρά, το East Village, τους χίπις, μπορούσα να πάω να δω τον A-l-i-c-e C-o-o-p-e-r! Ήμουν σε έναν μεγαλύτερο κόσμο από αυτόν που είχα φανταστεί! Το Νιου Τζέρσεϊ ήταν φανταστικό, επειδή μπορούσα να πάω από τη μία πλευρά στην άλλη. Ήμουν αληθινά τυχερός που μεγάλωσα εδώ. Είδα όλες αυτές τις παραστάσεις.  

Τι κάνετε για να φορτίσετε τις δημιουργικές σας μπαταρίες;
Τι κάνω… γίνεται όλο και πιο δύσκολο. Τις φορτίζω αλλά δεν κρατάνε για πολύ. Συνήθως φροντίζω να ενθουσιάζομαι με τη δουλειά, βγαίνω έξω και κάνω ποδήλατο, πίνω πολύ νερό, προσπαθώ να τρώω σωστά, είχα ένα ατύχημα με το ποδήλατο το περασμένο καλοκαίρι, χτύπησα την πλάτη μου και τώρα παίρνει μια ζωή για να γίνει καλά. Αλλά βγαίνω έξω, παίρνω το ποδήλατο, χοροπηδάω όσο περισσότερο μπορώ, και προσπαθώ να ξεχνώ ότι γερνάω. Δεν μου αρέσει το μέτρημα στο ημερολόγιο.

Πόσο δύσκολο είναι να διατηρείτε μία μπάντα ζωντανή για 33 ολόκληρα χρόνια; Ποια, θα λέγατε, ότι ήταν η πιο κρίσιμη στιγμή σε αυτό το μουσικό ταξίδι;
Πιθανότατα όταν μας επέλεξε η δισκογραφική εταιρία, γιατί μας έδωσε τα χρήματα και, άρα, τη δυνατότητα να κάνουμε πολλές περιοδείες και αρκετά άλμπουμ, όταν δεν στοίχιζε πολύ να κάνεις άλμπουμ. Όταν υπογράψαμε στην Α&Μ Records το 1991 ήταν ένα κρίσιμο σημείο, γιατί μας έβαλε στη δουλειά, μπορούσα να παρατήσω την πρωινή μου δουλειά και να πω ότι θα κάνω μουσική όσο περισσότερο μπορώ. Και αυτό μπορέσαμε να το κάνουμε από τότε. Αυτή ήταν λοιπόν η πιο κρίσιμη στιγμή.