Μουσικη

Νιλ Γιάνγκ & Spotify: Η ελεύθερη έκφραση στον καιρό της πανδημίας

Η διαμάχη του Neil Young με το Spotify και η στήριξη της πλατφόρμας στον Joe Rogan δημιούργησε μια δύσκολη εξίσωση, την οποία πολλοί αντιμετώπισαν άκρως συναισθηματικά

Χάρης Συμβουλίδης
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σχόλιο για τη διαμάχη του Νιλ Γιάνγκ με το Spotify, τη στήριξη της πλατφόρμας στον Joe Rogan και το podcast του, τις θεωρίες συνωμοσίας, την ελευθερία έκφρασης

Το τελεσίγραφο του Neil Young στο Spotify διατάραξε την «παραδοσιακή» ησυχία του Ιανουαρίου, ο οποίος από την άποψη της μουσικής επικαιρότητας θεωρείται πάντα ως διάστημα άτυπης ανάπαυλας μετά το κρεσέντο των Χριστουγέννων. Ή εγώ ή ο Joe Rogan, διαμήνυσε ο σπουδαίος rock star στη δημοφιλή πλατφόρμα ψηφιακής διάθεσης μουσικής και ήχου. Και δεν πήρε πολύ στην τελευταία να απαντήσει, διαλέγοντας τον Joe Rogan.

Τα νέα ξέφυγαν από τα στενά όρια του μουσικού Τύπου. Εντάχθηκαν στη «μεγάλη εικόνα» της διεθνούς επικαιρότητας και πυροδότησαν αλυσιδωτές αντιδράσεις. Μια ματιά στα social media δείχνει ότι σχολιάστηκαν αρκετά και στα δικά μας μέρη, με τη στήριξη στον Neil Young να αποτυπώνεται σαρωτική. Όχι μόνο στην Ελλάδα: ο Καναδός rocker έλαβε δημόσια συγχαρητήρια ακόμα και από τον Τέντρος Α. Γκεμπρεγέσους – τον γενικό διευθυντή του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.

Με τον Young συνασπίστηκαν κι άλλοι διάσημοι. Πρώτη η Joni Mitchell, εγκαταλείποντας το Spotify σε ένδειξη αλληλεγγύης τόσο προς τον συμπατριώτη της, όσο και προς την επιστημονική κοινότητα. Το hashtag #spotifydeleted διαδόθηκε ταχύτατα: η Brené Brown έπαυσε τα αποκλειστικά της podcasts, το ίδιο και η Mary Trump με τη Roxane Gay του «Bad Feminist». Στη λίστα προστέθηκαν κι απλοί άνθρωποι, οι οποίοι προχώρησαν σε διαγραφή του Spotify, ανοίγοντας λογαριασμούς σε άλλες πλατφόρμες. Στην τελευταία εξέλιξη ο Young προέτρεψε τους εργαζόμενους στο Spotify να παραιτηθούν, ώστε να αποδοκιμάσουν άτομα σαν τον διευθύνοντα σύμβουλο Daniel Ek «που δεν νοιάζονται για την τέχνη και τη δημιουργικότητα, παρά μόνο για τους αριθμούς».

Ο Joe Rogan κατά τη διάρκεια του podcast του © Vivian Zink/Syfy/NBCU Photo Bank/NBCUniversal via Getty Images

Στην Ελλάδα, πάντως, προέκυψε και μια ανάγκη ενημέρωσης για το ποιος είναι ο Joe Rogan. Ένα εύλογο ερώτημα, καθώς –για την ώρα– η χώρα μας δεν μετέχει με θέρμη στον «πυρετό» των podcasts, που στην Αμερική διανύουν μια χρυσή εποχή. Και ο 54χρονος Rogan είναι από τους πρωταθλητές τους: παραμερίζοντας την πορεία του ως κωμικός, ηθοποιός και τηλεοπτικός παρουσιαστής, ξεκίνησε το «The Joe Rogan Experience» ήδη από το 2009. Σήμερα, σύμφωνα με το Newsweek, τον ακούν 11 εκατομμύρια άνθρωποι. Δεν είναι λοιπόν να απορεί κανείς για το ενδιαφέρον του Spotify, το οποίο δαπάνησε 100 εκατομμύρια δολάρια προκειμένου να αποκτήσει το podcast του (2020). Κι εδώ βρίσκεται ασφαλώς και η αιτία που οι ιθύνοντές του δεν το σκέφτηκαν και πολύ, λαμβάνοντας το τελεσίγραφο του Young.

Οι μουσικόφιλοι, βέβαια, ιδίως όσοι έχουν μάθει να πίνουν νερό στο όνομα του Neil Young, σοκαρίστηκαν από την ευκολία με την οποία το Spotify αποφάσισε να χάσει το έργο ενός καλλιτέχνη με τόσο σεβάσμιο εκτόπισμα. Αλλά για τον ψηφιακό κολοσσό η όλη εικόνα έδειχνε διαφορετική. Από τη μία, δηλαδή, είχαν στα χέρια τους ένα από τα κορυφαία σημεία εστίασης των πιο σύγχρονων τάσεων που απασχολούν το αμερικανικό κοινό. Προσμετράται δε και ο παράγοντας της κερδοφορίας: υπολογίζεται ότι το podcast του Rogan αποφέρει διαφημιστικό τζίρο της τάξης του 1 εκατομμυρίου δολαρίων.

Από την άλλη είχαν να κάνουν με έναν μουσικό που ναι μεν κουβαλάει έναν rock 'n' roll θρύλο, μα είναι συζητήσιμο αν απασχολεί τους κάτω των 45 ετών. Με τη «νομισματική μονάδα» των streams με την οποία δουλεύουν πλατφόρμες τύπου Spotify, ο Young δεν βρίσκεται καν στους 100 δημοφιλέστερους καλλιτέχνες. Οι παλιότεροι ίσως πιστεύουν ότι το έργο του αποτελεί σταθερή πηγή ενδιαφέροντος, μα οι νεότεροι ακούν Drake, Ariana Grande και Bad Bunny. Ακόμα κι αν αποτιμήσουμε κάτι τέτοιο ως ξεκάθαρη έκπτωση, είναι η πραγματικότητα. Και επιχειρήσεις σαν το Spotify δεν ασχολούνται με ιδεολογικές ή συναισθηματικές προεκτάσεις: αν οι αριθμοί ήταν αντίθετοι, απλά θα είχαν διαλέξει τον Young έναντι του Rogan.

© Pavlo Gonchar/SOPA Images/LightRocket via Getty Images

Όλα αυτά, φυσικά, δεν θα λάμβαναν τέτοιες διαστάσεις αν δεν συνδέονταν με την πανδημία και κυρίως με τη συζήτηση γύρω από τους αντι-εμβολιαστές και τις ιδέες τους, η οποία διεξάγεται με θέρμη και στην Ελλάδα. «Το κάνω επειδή το Spotify διασπείρει ψευδείς πληροφορίες για τα εμβόλια», έγραψε ο Young, «προξενώντας δυνητικά τον θάνατο σε όσους πιστεύουν τη διαδιδόμενη παραπληροφόρηση». Η κίνησή του, άλλωστε, δεν έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία. Είχε προηγηθεί επιστολή 270 επιστημόνων στο Spotify, οι οποίοι επίσης διαμαρτυρήθηκαν για όσα ειπώθηκαν στο επεισόδιο 1757 του «The Joe Rogan Experience», όπου καλεσμένος ήρθε ο δρ. Robert Malone.

Είναι λοιπόν αυτή ακριβώς η covid-19 παράμετρος που εκτίναξε την ιστορία. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι δεν είναι η πρώτη κόντρα του Neil Young με το Spotify. Πόσοι όμως θυμούνται πια τη διένεξη του 2014, όταν ο Καναδός rock star παραπονέθηκε ότι η πλατφόρμα παρέχει χαμηλή ποιότητα ήχου στους συνδρομητές, προχωρώντας στο λανσάρισμα της δικής του υπηρεσίας Pono; Το εγχείρημα άντεξε ως το 2017, με τον Young να εμφανίζεται έκτοτε συμβιβαστικός έναντι του Spotify: «εκεί ψάχνει ο κόσμος για μουσική», είπε χαρακτηριστικά στο Rolling Stone.

Αλλά τι συνέβη τελικά στο διαβόητο επεισόδιο του «The Joe Rogan Experience»; Ο δρ. Malone δήλωσε ότι τα εμβόλια κατά του κορωνοϊού οδηγούν σε μυοκαρδίτιδα και σε απώλεια γονιμότητας, ενώ ισχυρίστηκε πως υπάρχει συνωμοσία απόκρυψης πληροφοριών γύρω από τέτοιες παρενέργειες. Δεν χρειάζεται να ψάξουμε σε βάθος για να διαπιστώσουμε ότι τα λεγόμενά του μπάζουν. Το έκανε ένα άλλο podcast (το Science Vs), αναζητώντας μάλιστα τον συγγραφέα της μελέτης που επικαλέστηκε ο δρ. Malone ώστε να στηρίξει τα της μυοκαρδίτιδας – κι εκείνος διέψευσε κατηγορηματικά ότι τα στοιχεία της οδηγούν σε αυτά τα συμπεράσματα.

Γράφοντας από το μετερίζι μιας χώρας όπου μέχρι και πριν λίγες μέρες μετρούσαμε πάνω από 100 νεκρούς λόγω κορωνοϊού, συμμερίζομαι πλήρως την αγανάκτηση απέναντι σε όσους υποδαυλίζουν τα αντιεμβολιαστικά αφηγήματα χρησιμοποιώντας τον ιατρικό τους μανδύα ώστε να διασπείρουν ψευδείς πληροφορίες: το πρώτο που σκέφτηκα κι εγώ για τον δρ. Malone είναι ότι είναι τσαρλατάνος. Φοβάμαι όμως ότι εδώ ξεκινάει μια δύσκολη συζήτηση περί δημόσιου διαλόγου, επιστήμης, ελευθερίας λόγου, εν τέλει και δημοκρατίας (αστικής δημοκρατίας, έστω). Κι όσο κι αν κατανοώ γιατί εξοργίστηκε ο Neil Young, δεν βρίσκομαι στην ίδια πλευρά μαζί του.

Πρώτα-πρώτα, αν και τρέφω εμπιστοσύνη στην επιστημονική πρόοδο, αρνούμαι να θρησκειοποιήσω την επιστήμη. Όποιος έχει διαβάσει τη «Δομή των Επιστημονικών Επαναστάσεων» του Thomas S. Kuhn, ένα από τα σπουδαιότερα βιβλία της ιστορίας, κατανοεί πολύ καλά γιατί: είναι τέτοια η φύση της, ώστε μπορεί κατά καιρούς να διαμορφώνει ορθοδοξίες συναρπαστικά λαθεμένες. Δεν πάνε άλλωστε και τόσα πολλά χρόνια από τότε που τα λαμπρότερα μυαλά της πίστευαν στην ύπαρξη αιθέρα ή στη μέτρηση των κρανίων. Δεν πρέπει λοιπόν να πάψουμε να ακούμε τον αντίλογο. Ούτε σε ήρεμους καιρούς, ούτε σε περιόδους παγκόσμιου συναγερμού σαν τις παρούσες. Μόνο αν τεστάρουμε τα πάντα, ξανά και ξανά, δικαιούμαστε να διαμορφώνουμε (προσεκτικές) βεβαιότητες.

Εκτιμώ πολύ τον Neil Young και τον ακολουθώ πιστά μέσα στα χρόνια. Δεν τον βλέπω όμως ως κάποιον ταγό, ο οποίος θα αποφασίσει ex cathedra ποιος δικαιούται να ομιλεί. Μπορούσε κάλλιστα να πάρει τις τραγουδάρες του και να φύγει – χωρίς τελεσίγραφα, χωρίς προτροπές σε εργαζόμενους. Και δεν ξέρω πώς να χαρακτηρίσω τους ανθρώπους που υποτίθεται ότι κόπτονται για τους καλλιτέχνες, μα προκειμένου να τιμωρήσουν το Spotify φτιάχνουν ελαφρά τη καρδία λογαριασμούς σε πλατφόρμες που δίνουν αισθητά χαμηλότερες αμοιβές για τα streams. Τι είδους αλληλεγγύη είναι αυτή; Μήπως είναι μια αντίληψη περί «επανάστασης» και «διαμαρτυρίας» ζυμωμένη στην τζάμπα απόλαυση της μουσικής;

Στον Joe Rogan, πάλι, δεν τρέφω καμία ανάλογη εκτίμηση. Τον θεωρώ ένα μπερδεμένο άτομο, που εκπροσωπεί κάτι το συγκεχυμένο. Είναι ο άνθρωπος που δήλωσε έτοιμος να στηρίξει τον Μπέρνι Σάντερς για Πρόεδρο των Η.Π.Α., μα τελικά, εφόσον έχασε το χρίσμα των Δημοκρατικών, ψήφισε την Τζο Γιόργκενσεν των Ελευθεριακών (Libertarian Party). Στα δικά μου μάτια, δεν κολλάει. Όσο κι αν ξέφτισαν οι μεγάλες πολιτικές ιδεολογίες του 20ού αιώνα, όσο κι αν πλήθυναν όσοι αναζητούν ενδιάμεσες διαδρομές, όταν ακούω τέτοια πράγματα σκέφτομαι πάντα τον Κωνσταντίνο Καβάφη: «εν μέρει εθνικός κι εν μέρει χριστιανίζων», δεν γίνεται – ένα από τα δύο δεν ισχύει.

Ο Joe Rogan κατά τη διάρκεια του podcast του © Vivian Zink/Syfy/NBCU Photo Bank/NBCUniversal via Getty Images

Αρνούμαι ωστόσο να πετάξω τον Rogan στους «ψεκασμένους». Άσχετα με τις μεγαλειώδεις κοτσάνες του (ανάγκασε π.χ. ακόμα και το FBI να τον διαψεύσει για τις πυρκαγιές στο Όρεγκον) ή με τις γενναίες θέσεις τις οποίες έχει στηρίξει (π.χ. για τους ομοφυλόφιλους), συντηρεί ένα πολύ συγκεκριμένο σόου. Πιστεύει ότι υπάρχουν θέματα που απασχολούν την κοινή γνώμη, μα δεν καλύπτονται από τα κατεστημένα ΜΜΕ. Πολλοί γελάνε π.χ. ακούγοντας για εξωγήινους, ωστόσο έφτασαν τελικά μέχρι το προεκλογικό πρόγραμμα της Χίλαρι Κλίντον. Καλεί λοιπόν άτομα που καλώς ή κακώς θεωρούνται ειδικοί σε τέτοιους πιο περιθωριακούς τομείς, συζητώντας μαζί τους για τα όσα πρεσβεύουν. Αν ζούσε στην Ελλάδα, μάλλον θα διαμαρτυρόταν για την παγιωμένη τακτική να μη μεταδίδονται οι θέσεις της Ελληνικής Λύσης κάθε που δημιουργείται κάποιο μείζον ζήτημα για το οποίο τα κοινοβουλευτικά κόμματα προβαίνουν σε ανακοινώσεις. Και όχι επειδή θα τις ασπαζόταν, αλλά γιατί δεν του αρέσουν αυτοί οι αποκλεισμοί.

Δεν βλέπω λοιπόν σε τι διαφοροποιήθηκε τόσο δραματικά από ό,τι κάνει εδώ και 12 χρόνια, καλώντας τον δρ. Malone. Ο τελευταίος είπε πράγματα ανυπόστατα, καμία αντίρρηση. Το ίδιο ισχύει όμως και για άλλους προσκεκλημένους του Rogan – π.χ. τον Alex Jones. Η μόνη απάντηση σε τέτοιες καταστάσεις είναι το ξεμπρόστιασμα της προβληματικότητάς τους. Όλοι έχουμε βγει από τα ρούχα μας ακούγοντας συγκλονιστικές (κατ’ εμάς) βλακείες· και ίσως να ευχηθήκαμε να τιμωρούνταν με κάποιον τρόπο, ώστε να μην ξαναειπωθούν. Εκεί κρίνεται όμως η δέσμευσή μας στο δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης. Διαφορετικά, ανοίγουμε την πόρτα προς κάτι άλλο. Που νομίζω ότι πρώτος ο Neil Young δεν θα ήθελε, με γνώμονα τις αρχές με τις οποίες πορεύεται εδώ και τόσες δεκαετίες.