Μουσικη

Ο Γιώργος Βαρσαμάκης ανοίγει το ημερολόγιο της ζωής του

Ο συνθέτης και πιανίστας μιλάει για το άλμπουμ «Life Diary» που μόλις κυκλοφόρησε

Γιώργος Φλωράκης
10’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέντευξη: Ο συνθέτης και πιανίστας Γιώργος Βαρσαμάκης μιλάει για τον ολοκαίνουργιο δίσκο του «Life Diary», τη δική του Αθήνα και τη μουσική του πορεία.

Από το πρώτο κομμάτι του Γιώργου Βαρσαμάκη που άκουσα, ένιωσα ότι ο συνθέτης και πιανίστας από την Αθήνα, δημιουργεί έναν απόλυτα εικονογραφημένο κόσμο. Δεν πρόκειται για μουσική όπως αυτή που δημιουργείται για τον κινηματογράφο, μουσική που προϋποθέτει την εικόνα για να λειτουργήσει. Πρόκειται για μουσική που έχει τη δύναμη να δημιουργεί η ίδια εικόνες, με τον ίδιο τρόπο που το πετυχαίνει η μουσική του Glass, του Mertens, του Nyman, του Einaudi ή του Sakamoto. Στον καινούργιο του δίσκο “Life Diary”, ο Γιώργος Βαρσαμάκης κλειδώνει και περιγράφει στιγμές, εικόνες και συναισθήματα της ζωής του, που μ’ έναν τρόπο μαγικό έρχονται να συναντήσουν στιγμές, εικόνες και συναισθήματα οποιουδήποτε από εμάς αποφασίσει να κρατήσει την καρδιά του αρκετά ανοιχτή.

Είστε ένας από τους συνθέτες που έχει έντονη αγάπη για τη δισκογραφία. Πώς προέκυψε αυτή η αγάπη; 
Η δισκογραφία προέκυψε εντελώς τυχαία. Tο 2004 είχα ηχογραφήσει 10 ορχηστρικές μουσικές συνθέσεις να τις έχω ως δείγμα (demo) με σκοπό να τις αποστείλω σε κάποιους σκηνοθέτες προκειμένου κατά κάποιο τρόπο να με γνωρίσουν, να γνωρίσουν τη μουσική μου. Ένας μουσικός παραγωγός έτυχε να ακούσει αυτές τις συνθέσεις και μου πρότεινε αν κι εγώ το επιθυμούσα να τις κυκλοφορήσει στην τότε δισκογραφική του εταιρεία. Δέχτηκα κι έτσι προέκυψε το πρώτο μου cd με τίτλο “Born Reborn” που ουσιαστικά ήταν η αρχή για μια πορεία που περιλαμβάνει 8 δισκογραφικές εκδόσεις. Ομολογουμένως, θα έλεγα ότι δεν το περίμενα αλλά με τα χρόνια μου γεννήθηκε η ανάγκη -ανεξαρτήτως της μουσικής που συνέθετα για θεατρικές παραστάσεις και άλλα διάφορα projects που προέκυπταν- να συνθέτω και να κυκλοφορώ προσωπικά μουσικά έργα στα οποία να αποτυπώνω την μουσική μου δημιουργία μέσα στον χρόνο. Το κάθε έργο μου-cd  είναι ουσιαστικά το προσωπικό μουσικό μου αποτύπωμα στον χρόνο κι έτσι μέσα από αυτά τα έργα επιστρέφω, θυμάμαι, νιώθω και παράλληλα εξελίσσομαι μέσα από μια όμορφη μουσική ιστορία.

Πόσο εύκολο είναι το να κυκλοφορεί κάποιος μουσικός ένα cd σ’ αυτή την εποχή; 
Θα σας απαντήσω μέσα από τη δική μου εμπειρία. Από το 2005 που κυκλοφόρησα το πρώτο μου cd μέχρι και σήμερα, την παραγωγή την αναλάμβανα εγώ διότι καμία εταιρεία δεν αναλάμβανε την παραγωγή ενός ορχηστρικού cd. Αυτό μεταφράζεται σε ένα οικονομικό κόστος (ηχογράφηση σε στούντιο, αμοιβή μουσικών) το οποίο αυξάνεται ή μειώνεται αναλόγως με το πόσα μουσικά όργανα θα ηχογραφήσεις. Αυτά δεν είναι τα μόνα έξοδα καθώς υπάρχει και το δημιουργικό κομμάτι, το λεγόμενο εικαστικό αλλά κάποιες φορές και η κοπή των cd που και αυτά τα αναλαμβάνει ο καλλιτέχνης. Τα τελευταία χρόνια έχω την αίσθηση ότι σε όλα τα είδη της μουσικής ο καλλιτέχνης κυρίως -ο «ανεξάρτητος»-  είναι αυτός που επιβαρύνεται με όλο το κόστος της παραγωγής και η εταιρείες απλά προμηθεύουν τα cd στα λιγοστά δισκοπωλεία που πλέον υπάρχουν. Επίσης και η προβολή ενός cd είναι μία δύσκολη διαδικασία που απαιτεί αρκετό κόπο και χρόνο από τον καλλιτέχνη, κυρίως στην περίπτωση που το έργο ανήκει σε ένα διαφορετικό από τα συνηθισμένα είδος μουσικής. 

Και τι αντίκρισμα έχει μια κυκλοφορία; 
Θα έλεγα πως το αντίκρισμα είναι ότι ένας νέος συνθέτης, στιχουργός, τραγουδιστής μπορεί να επικοινωνήσει τη δουλειά του μέσα από ένα φυσικό προϊόν στον κόσμο, στους ραδιοφωνικούς παραγωγούς και όπου αλλού επιθυμεί. Επίσης είναι το μέσο μέσα από το οποίο ο καλλιτέχνης συνεχίζει να επικοινωνεί τη δουλειά του, διευρύνει, εξελίσσει και αποτυπώνει στο σύνολο το έργο του. Βεβαίως τα τελευταία χρόνια με τη μεγάλη διάδοση των παγκόσμιων ψηφιακών μουσικών πλατφορμών, η όλη κατάσταση φαίνεται να αλλάζει καθώς πολλοί καλλιτέχνες επικοινωνούν πλέον τις συνθέσεις τους μέσα από αυτές τις παγκόσμιες μουσικές πλατφόρμες. Βρισκόμαστε -πιστεύω- σ’ ένα μεταβατικό στάδιο στο οποίο τα μουσικά έργα εκδίδονται είτε σε cd, είτε σε βινύλιο, είτε ψηφιακά. Πιστεύω πως τα επόμενα χρόνια θα μας δείξουν την κατεύθυνση που θα ακολουθήσει η μουσική παραγωγή.

Μοιάζει σαν να μοιράζεστε με τη μουσική σας εικόνες. Σαν ο τρόπος που γράφετε να υπονοεί ένα οπτικό περιεχόμενο σε κάθε κομμάτι. Είναι έτσι ή είναι μια δική μου εντύπωση;
Η μουσική που συνθέτω είναι συνυφασμένη, θα έλεγα άρρηκτα συνδεδεμένη, με συναίσθημα και εικόνες. Σε κάθε κομμάτι που συνθέτω υπάρχει ένα ανοιχτό τοπίο, ένα οπτικό περιεχόμενο όπως αναφέρατε και μια αλληλουχία συναισθημάτων. Είναι το απαραίτητο μοίρασμα που συμβαίνει εντός μου κατά τη διάρκεια της σύνθεσης αλλά και αυτό που θα ήθελα να μεταφέρω στον ακροατή της μουσικής μου, ένα οπτικό τοπίο, συναισθήματα και ό,τι άλλο μπορεί να του προκαλέσει το άκουσμά της.

Στο “Life Diary” είναι σαν να κλειδώνετε συγκεκριμένες στιγμές της ζωής σας και να τις αποτυπώνετε μουσικά. Αν είναι πραγματικά έτσι, θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας κάποιες από αυτές τις στιγμές με λέξεις και όχι με νότες;
Το “Life Diary” είναι ακριβώς αυτό που πολύ εύστοχα λέτε, κλειδωμένες στιγμές της ζωής μου αποτυπωμένες μουσικά με ήχους και νότες. Αν θα έπρεπε να μοιραστώ κάποιες στιγμές με λέξεις, αυτές θα ήταν η «Παιδική Ηλικία» (“Childhood”), η «Πίστη» (“Faith”) και το «Συνέχισε» (“Keep Going”). Η παιδική ηλικία είναι πολύ σημαντική για μένα γιατί μέσα σ‘ αυτήν ήρθα σε επαφή με τη μουσική, με το πιάνο και ασυνείδητα ένιωσα τον παλμό της μουσικής να δίνει ρυθμό στην παιδική μου ψυχή. Η παιδική ηλικία για εμένα, σήμαινε επίσης ελευθερία, ξεγνοιασιά και μια δυνατότητα που μου δόθηκε να επεξεργαστώ τους νόμους της μουσικής και τους ήχους σ’ ένα πλαίσιο ελευθερίας, αποδοχής και αθωότητας σαν η σύνθεση της μουσικής να είναι ένα παιχνίδι. Αυτή η αίσθηση του παιχνιδιού στη διαδικασία της σύνθεσης με ακολουθεί μέχρι σήμερα. Η πίστη για μένα ήταν και είναι η κινητήριος δύναμη για ζωή, για έμπνευση και δημιουργία. Είναι αυτή που με κράτησε όρθιο τις στιγμές που τα πράγματα δυσκόλεψαν και μου έδωσε τη δύναμη να συνεχίσω να συνθέτω και να ακολουθώ το παιδικό μου όνειρο και σκοπό. Το «συνέχισε» είναι αυτό που πιστεύω ότι είναι και το πιο σημαντικό που μπορώ και πρέπει να κάνω. Να συνεχίζω, να περπατάω, να μην σταματάω παρά μονάχα για μερικές μικρές στάσεις, έτσι ώστε να πάρω ανάσες για τη συνέχεια. Είναι πολύ σημαντικό να προσπαθείς και να συνεχίζεις ακολουθώντας όπως μπορείς το προσωπικό σου όραμα.

Πώς επιλέγετε τη σύνθεση οργάνων για τον κάθε δίσκο σας; 
Η επιλογή των οργάνων εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ανάγκη μου για έκφραση την εκάστοτε χρονική περίοδο. Κάποιες περιόδους έχω την ανάγκη να εκφραστώ μουσικά μέσα από μικρά μουσικά σύνολα, κάποιες άλλες μέσα από μεγαλύτερα, συχνά στο όριο μιας μικρής ορχήστρας. Επίσης, άλλες φορές θέλω να εκφραστώ μέσα από την κιθάρα κι άλλες φορές να ηχογραφήσω με λίγους μουσικούς συνεργάτες-συνοδοιπόρους και αγαπημένους ανθρώπους όπως συνέβη στο “Life Diary”. Σε κάποιες περιπτώσεις που δεν είχα επιλέξει αρχικά το είδος αλλά και τον αριθμό των οργάνων, η μελωδία -κυρίως στο αρχικό στάδιο, όταν είναι μόνο νότες στο πιάνο- μου γεννούσε ιδέες και με οδηγούσε στα μουσικά όργανα που θα την ερμηνεύσουν.

Τι δηλώνει η συνύπαρξη του βιολιού και της κλασικής κιθάρας με την ακουστική κιθάρα το μπάσο και τα τύμπανα στο “Life Diary”; 
Η συνύπαρξη της κιθάρας, του βιολιού, του πιάνου και του ηλεκτρικού μπάσου(η ακουστική και ηλεκτρική κιθάρα και τα κρουστά συμμετέχουν σε δύο συνθέσεις) δηλώνουν την ανάγκη που είχα τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή να ετοιμάσω ένα έργο με πιο λιτή ενορχήστρωση που θα συνυπάρχουν τρία σολιστικά όργανα και ένα ηλεκτρικό μπάσο και όχι με μουσικά σύνολα και συνδυασμούς πολλών οργάνων, όπως κυρίως δούλεψα τα προηγούμενα μου έργα. Είχα την ανάγκη να δουλέψω με λίγους μουσικούς, πιο συγκεντρωμένα, συνεργατικά και καθώς έχω την τύχη να έχω κοντά μου σολίστες όπως ο Γιώργος Τοσσικιάν, ο Κώστας Καριτζής και ο Μιχάλης Χαλκιόπουλος, πήρα την απόφαση να δημιουργήσω αυτό το έργο. Συνεργαστήκαμε μ’ έναν όμορφο, δημιουργικό και ουσιαστικό τρόπο και παράχθηκε το συγκεκριμένο μουσικό-ηχητικό αποτέλεσμα, το “Life Diary”. Να αναφέρω επίσης, πως σε δύο συνθέσεις ηχογράφησε και συνεισέφερε μουσικά μ’ έναν μοναδικό τρόπο ο Πάνος Καλκάνας με την ηλεκτρική και ακουστική του κιθάρα. 

Αν και έχετε ολοκληρώσει τις σπουδές σας στο κλασικό πιάνο, ο τρόπος που το χρησιμοποιείτε δεν είναι κλασικότροπος. Από την άλλη, δεν είναι ούτε -ας πούμε- έντεχνος. Σε ποιο σημείο στέκεται ο τρόπος που παίζετε και από τι είδους βιώματα προκύπτει;  
Ο τρόπος που χρησιμοποιώ το πιάνο σε όλες τις μέχρι τώρα συνθέσεις μου είναι σαν ένα όργανο-εργαλείο, σαν βάση στον μηχανισμό της ορχήστρας που δίνει τον ρυθμό συνυπάρχοντας με τα άλλα όργανα. Το πιάνο που ουσιαστικά είμαι εγώ, το βλέπω ως ένα ισότιμο μέλος του εκάστοτε μουσικού συνόλου που δημιουργώ. Έχει τον δικό του σημαντικό ρόλο αλλά δεν είναι το κυρίαρχο όργανο, ένα σολιστικό όργανο που τα άλλα όργανα το υπηρετούν κατά κάποιο τρόπο. Παρόλο που όπως αναφέρετε σπούδασα κλασικό πιάνο, ερμήνευσα και άκουσα πολλά έργα που το πιάνο είχε έναν πρωταγωνιστικό ρόλο, εντούτοις ίσως επηρεάστηκα πολύ από τις μουσικές των Nyman, Glass, Mertens και άλλων συνθετών που όταν δεν δημιουργούν έργα για σόλο πιάνο, χρησιμοποιούν το πιάνο σαν ένα μέλος της ορχήστρας με τον δικό του ρόλο. Ο τρόπος που μέχρι σήμερα χρησιμοποιώ-εντάσσω το πιάνο στις συνθέσεις, σαφώς και δεν μου αποκλείει την ιδέα να συνθέσω στο μέλλον κάποια έργα για σόλο πιάνο αλλά και για πιάνο με ένα μικρό σύνολο εγχόρδων ή πνευστών που το πιάνο θα έχει πιο έντονα σολιστικό ρόλο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα χρησιμοποιείται κλασικότροπα ή έντεχνα.

Έχετε συνεργαστεί καλά τα τελευταία χρόνια κι έχετε συνδεθεί με τον κιθαριστή Γιώργο Τοσικιάν. Τι σημαντικό βρίσκετε στο παίξιμό του; 
Με τον Γιώργο Τοσικιάν συνεργαζόμαστε από το 2007 ανελλιπώς, τόσο δισκογραφικά όσο και σε συναυλιακό επίπεδο αλλά και σε μουσικές που έχω συνθέσει για το θέατρο και τον κινηματογράφο. Είναι για μένα ένας ολοκληρωμένος σολίστας, τόσο σε επίπεδο δεξιοτεχνίας όσο -και κυρίως- σε επίπεδο ερμηνείας-χρώματος. Είναι ένας συνεπής εργάτης της τέχνης του, που όσο κι αν αυτή η φράση ακούγεται κλισέ, είναι για μένα κάτι πολύ ουσιαστικό για έναν καλλιτέχνη. Επίσης προσέχει πολύ τις δουλειές στις οποίες συμμετέχει, με αποτέλεσμα να μην ξοδεύεται σε πράγματα που δεν εκφράζουν την αισθητική του. Όλη αυτή η συνέπεια και η σκληρή του δουλειά έχει μέχρι σήμερα αποδώσει συμμετοχές σε εξαιρετικά ποιοτικές παραστάσεις, όπως οι τελευταίες με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών. Τέλος, είναι εξαιρετικά ουσιαστικός στον τρόπο που επεμβαίνει μουσικά και συνδιαμορφώνουμε τις συνθέσεις μου που εμπεριέχουν κιθάρα. Είμαι σίγουρος πως αν δεν τον είχα συναντήσει, σίγουρα θα συνέθετα λιγότερα κιθαριστικά έργα. 

Υπάρχει κάποια γραμμή που νιώθετε να συνδέει τις δισκογραφικές σας δουλειές; 
Η γραμμή που νιώθω ότι συνδέει το έργο μου στο σύνολο του είναι μία γραμμή που συνεχώς μακραίνει, εμπεριέχοντας την προσπάθεια για εξέλιξη μέσα από εικόνες και συναισθήματα. Μια γραμμή σταθερή που ενώνει με συνέπεια και καθαρότητα τα έργα μου σε μία πορεία μέσα στον χρόνο δίνοντας το προσωπικό μου -θέλω να πιστεύω- μουσικό στίγμα.

Θα έλεγα ότι οι περισσότεροι από τους δίσκους σας θα ακούγονταν πολύ όμορφα σε βινύλιο. Έχετε σκεφτεί να κυκλοφορήσετε δουλειά σας σε δίσκο; 
Θα σας έλεγα πως αυτή η ερώτηση κυριαρχεί στη σκέψη μου αυτή την περίοδο και έχω μάλλον αποφασίσει πως κάποια στιγμή στο μέλλον θα κάνω μια συλλογή από συνθέσεις μου και θα τις κυκλοφορήσω σε βινύλιο. Ο ήχος του βινυλίου για μένα είναι βαθιά φωλιασμένος-εγκατεστημένος μέσα στο ηχητικό μου σύστημα καθώς μέσα από αυτόν τον ήχο πρωτοάκουσα μουσική τη δεκαετία του 1980. Τώρα, το πως μας έφερε η ιστορία να περάσουμε για αρκετά πολλά χρόνια στο cd είναι κι αυτό μια μεγάλη ιστορία. Βεβαίως, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια δυναμική επιστροφή του βινυλίου, πράγμα που βρίσκω απολύτως φυσιολογικό, να επανέλθουμε δηλαδή στον βαθύ και ιδιαίτερο ήχο του δίσκου. Δεν ξέρω τελικά πού θα καταλήξει το μεγάλο κομμάτι της μουσικής παραγωγής, μπορεί και να μην καταλήξει πουθενά, μπορεί απλά να συνυπάρχουν ο δίσκος, το cd και οι ψηφιακές πλατφόρμες, αυτό που ξέρω όμως είναι πως η κυκλοφορία μιας δουλειάς μου σε βινύλιο είναι ένα δώρο που θέλω να κάνω στον εαυτό μου αλλά και σε ανθρώπους που ακούν τη μουσική μου, σχεδόν από το μου πρώτο έργο.

Μένετε στην Πετρούπολη και φαίνεται να έχετε μια βαθιά σύνδεση με τη γειτονιά σας. Πώς προέκυψε και πώς νιώθετε την περιοχή σας; 
Η Πετρούπολη νοηματοδοτεί ασυνείδητα ένα μεγάλο μου κομμάτι, ένα μεγάλο μέρος του εαυτού και της υπόστασής μου καθώς αυτή η γειτονιά έχει κρατήσει τη γλυκιά παιδική μου ηλικία και την ζόρικη εφηβεία μου. Σ’ αυτήν τη γειτονιά, η μνήμη μου επιστρέφει στις αλάνες, στις μεγάλες παιδικές παρέες, στην ανεμελιά και την ελευθερία, στις πρώτες αγάπες, στα ματωμένα γόνατα, στα ανοιχτά τοπία, στις μυρωδιές των κήπων, στις ανοιχτές γειτονιές, στους απλούς όλο ευγένεια και φιλότιμο ανθρώπους και στην πρώτη επαφή μου με τη μουσική και το πιάνο. Αυτή είναι η Πετρούπολη με την οποία είμαι συνδεδεμένoς, εκείνη που έχει κλειδωμένο ένα μεγάλο κομμάτι μου. Από τη δεκαετία του 1990 η Πετρούπολη άρχισε να αλλάζει με ταχείς ρυθμούς και να μεταμορφώνεται σε μία πολύβουη, πυκνοκατοικημένη περιοχή πνιγμένη από πολυκατοικίες και τα αυτοκίνητα, παραπάνω από όσα αντέχει, κι αυτό είναι πρόβλημα. Επίσης, υστερεί στα πολιτιστικά δρώμενα καθώς δεν υπάρχουν χώροι, μουσικές σκηνές ή κάτι άλλο που να μπορεί να φιλοξενήσει μουσικά σχήματα ή άλλες εκδηλώσεις. Το καλοκαιρινό φεστιβάλ στο θέατρο Πέτρας κυρίως τα τελευταία χρόνια φιλοξενεί μεγάλα εμπορικά ονόματα. Συνεπώς, μένω συνδεδεμένος με την παλιά Πετρούπολη και παλεύω κι εγώ με τις δυνάμεις μου και με κάποιους ανθρώπους που ασχολούνται χρόνια με τα κοινά, να συνεισφέρουμε και να δημιουργήσουμε κάποιες καλύτερες συνθήκες γενικά αλλά και ειδικά στο κομμάτι του πολιτισμού.

Τι διαδρομές συνηθίζετε να κάνετε εκτός γειτονιάς;
Εκτός γειτονιάς οι διαδρομές μου είναι στο κέντρο της Αθήνας. Κεραμεικό, Μοναστηράκι, Ψυρρή, Θησείο, Κουκάκι, και όπου αλλού στο κέντρο της Αθήνας.

Τι αγαπάτε στην Αθήνα;
Την Αθήνα την αγαπώ και την αποδέχομαι με τα καλά και τα άσχημά της καθώς είναι η πόλη που με εκφράζει και εκφράζομαι κι εγώ μέσα από αυτήν, τόσο μουσικά -δίνοντας κατά καιρούς συναυλίες στους πολιτιστικούς της χώρους και μουσικές σκηνές, όσο και ψυχικά, με τους ατελείωτους περιπάτους και τις νυχτερινές εξόδους στα υπέροχα στέκια που έχει. 

Τι μουσική παίζει στα ακουστικά σας αυτή την εποχή; 
Αυτή την εποχή στα αυτιά μου παίζει το “Playing The Piano 12122020” του Ryuichi Sakamoto

Τι σχέδια έχετε για το άμεσο μέλλον; 
Στο άμεσο μέλλον υπάρχουν κάποιες συζητήσεις όσον αφορά στον προγραμματισμό κάποιων παραστάσεων της μουσικοποιητικής παράστασης με τίτλο «Αναπότρεπτο», ποίηση Τασου Λειβαδίτη, σκηνοθεσία Νίκου Γκεσούλη και μουσική σύνθεση δική μου μαζί με τους ηθοποιούς Βασίλη Βλάχο, Αναστασία Ροδίτη, Ηλία Γκογιάννο, Αποστολία Φραγκούλη και τους μουσικούς επί σκηνής, Γιώργο Τοσικιάν, Κώστα Καριτζή, Κώστα Ιωαννίδη κι εμένα στο πιάνο. Η παράσταση παρουσιάστηκε με μεγάλη επιτυχία το καλοκαίρι στον κήπο της Αλεξάνδρειας-Πολυχώρος-Τέχνης και σκεφτόμαστε να την ανεβάσουμε ξανά στο πολύ κοντινό μέλλον. Τέλος, όταν όλα επανέλθουν κάπως σε μία κανονικότητα, είμαστε έτοιμοι για τη ζωντανή παρουσίαση του “Life Diary”.