Μουσικη

Οι Satyricon στο Μουσείο Munch: Η τολμηρή έκθεση του 2022

Ο Sigurd Wongraven μιλάει για την πολυαναμενόμενη έκθεση «Satyricon & Munch», την τέχνη, το black metal, το πάθος για τα κρασιά, τη ζωή του

Δημήτρης Αθανασιάδης
21’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέντευξη: Ο Sigurd Wongraven μιλάει για την έκθεση Satyricon & Munch, στο Μουσείο Μουνκ, όπου η black metal μπάντα «συναντά» τη ζωγραφική του Έντβαρτ Μουνκ.

Θεωρείται ένα από τα διεθνή εικαστικά γεγονότα του 2022 και σίγουρα είναι ένα από τα πιο τολμηρά. Σε μια από τις μεγαλύτερες αίθουσες του Μουσείου Munch στο Όσλο, οι επισκέπτες θα ζήσουν μία ατμοσφαιρική και ασυνήθιστη «συνάντηση» μουσικής και ζωγραφικής. Οι Satyricon, ένα από τα πιο γνωστά black metal συγκροτήματα, ένα γκρουπ που η «κραυγή» του συνάντησε γνωστούς καλλιτέχνες και σύνολα όπως η Anja Garbarek, η Trondheimsolistene και η χορωδία της Εθνικής Όπερας της Νορβηγίας, δημιουργούν μια μουσική σύνθεση για να βιωθεί ειδικά σε σχέση με επιλεγμένους πίνακες και σχέδια του εθνικού ζωγράφου της Νορβηγίας, Edvard Munch. Η διασταύρωση των εκφραστικών μοτίβων του Munch και ο βαρύς ήχος των Satyricon δημιουργεί χώρο για σκέψη και προβληματισμό που ξεπερνά τη σφαίρα του black metal. Ακριβώς όπως ο Munch, η προσέγγιση των Satyricon είναι ανοιχτή και περίεργη, συνεχώς εξελίσσεται. Η μουσική της έκθεσης φέρει την αδιαμφισβήτητη υπογραφή των Satyricon αλλά ξεφεύγει από οτιδήποτε έχουν δημιουργήσει στο παρελθόν. Όπως ξεφεύγει και η αντίληψη που επιδεικνύει ένας πολιτιστικός οργανισμός τέτοιου βεληνεκούς, αγκαλιάζοντας μια από τις πιο ακραίες όψεις του νορβηγικού underground. O Sigurd Wongraven, ο τραγουδιστής και κιθαρίστας των Satyricon, Satyr, μιλάει στην ATHENS VOICE για την έκθεση Satyricon & Munch, την εξέλιξη των ηχογραφήσεων, το πάθος του για τα κρασιά και την ετικέτα, Wongraven Wines, την τέχνη και τη ζωή στην περίοδο της πανδημίας.

Καλημέρα από την Αθήνα, Sigurd!
Καλημέρα από το αυτοκίνητο, κάπου βόρεια του Όσλο. Είμαι έξω και οδηγώ, ξεκινάω για μια μέρα με δουλειά στο γραφείο του οινοποιείου.

Μου δίνεται η ευκαιρία να σας συγχαρώ για την τελευταία εμφάνισή σας στην πόλη μας, το 2018. Ήταν μια συναυλία που όσοι έζησαν νομίζω θα θυμούνται… Σε ποιο στάδιο βρίσκονται οι προετοιμασίες για την έκθεση Satyricon & Munch, που εγκαινιάζεται στις 30 Απριλίου 2022;
Είμαι στο τελικό στάδιο της ηχογράφησης πριν ξεκινήσω τη μίξη. Είναι λίγο διαφορετική εμπειρία για μένα γιατί δεν έγραφα ποτέ τόσο μεγάλο κομμάτι μουσικής στο σπίτι, δεν είναι ένα είδος έργου όπου μπορώ να το κάνω εκεί, οπότε γράφω, διασκευάζω και ηχογραφώ ταυτόχρονα. Είναι η φύση αυτής της μουσικής δουλειάς, οπότε είμαι στο στούντιο πολύ, πολύ περισσότερο από ό,τι είμαι συνήθως, δεν είμαι εκεί κυρίως για να ηχογραφήσω, είμαι βασικά εκεί για να γράψω και να διασκευάσω. Αυτή η διαδικασία φτάνει τώρα στο τέλος της, μάλλον θα το κάνω για δύο μήνες ακόμη και μετά θα αρχίσουμε να μιξάρουμε.

Μοιάζει σαν ένας νέος τρόπος: να δεις τον Munch μέσα από το φως -ή μάλλον το σκοτάδι- των Satyricon, να ακούσεις τους Satyricon μέσα στον κόσμο του Munch. Πώς προέκυψε αυτή η καλλιτεχνική σύμπραξη με το Μουσείο Munch;
Αυτή ήταν μια ιδέα που είχα όταν ένιωσα ότι το να δουλέψω έτσι θα ήταν ένας εντελώς νέος τρόπος κατανόησης των έργων του Edvard Munch, πάντα ένιωθα ότι όταν οι άνθρωποι τριγυρίζουν στα μουσεία έχουν ένα είδος συστολής και εσωστρέφειας. Έβλεπα ότι οι άνθρωποι φοβούνται πολύ να εκφράσουν αυτό που νιώθουν, κρατούν αποστάσεις και ψιθυρίζουν, έτσι σκέφτηκα ότι η μουσική θα μπορούσε ίσως να τονίσει τη δύναμή τους και τα συναισθήματα που βρίσκονται στα έργα του Munch, ίσως η μουσική θα μπορούσε να καθοδηγήσει τον επισκέπτη να επικεντρωθεί σε κάτι στο οποίο διαφορετικά δεν θα μπορούσε να εστιάσει, αν η μουσική δεν τον οδηγούσε σε αυτό. Και προφανώς, ελπίζω, επίσης, ότι οι πίνακες και οι λιθογραφίες του Munch που υπάρχουν σε αυτήν την έκθεση θα σας βοηθήσουν να ακούσετε τη μουσική με τρόπο που διαφορετικά δεν θα το κάνατε. Δεν έχω γράψει μουσική για έναν συγκεκριμένο πίνακα, έχω γράψει ένα μουσικό έργο για μια σειρά από πίνακες και λιθογραφίες. Και είναι όλοι παραταγμένοι μαζί στο ίδιο δωμάτιο, δεν θα υπάρχουν ακουστικά ή οτιδήποτε τέτοιο, η μουσική θα παίζεται μέσα από ένα μεγάφωνο και ο τρόπος για να το βιώσετε αυτό, είναι να επικεντρωθείτε στην αίθουσα και στα έργα. Έτσι ώστε όταν μπαίνετε στην αίθουσα, τα χρώματα, ο φωτισμός, η αρχιτεκτονική της έκθεσης, οι πίνακες, οι λιθογραφίες και το μουσικό έργο που έχω γράψει και θα παίζει μέσω του μεγάφωνου, όλα αυτά μαζί θα είναι το έργο τέχνης, θα είναι η συμβίωση των στοιχείων που έρχεται μέσα από το έργο τέχνης. Και ελπίζουμε, εάν τα καταφέρουμε, ότι αυτό που θα συμβεί όταν οι άνθρωποι βρίσκονται μέσα στην αίθουσα έκθεσης στο Μουσείο Munch, εάν επιλέξουν να μείνουν εκεί για μια ώρα ή μισή -δεν ξέρω- ότι θα είναι εκεί συναισθηματικά και διανοητικά, όχι στα i-Phones τους, ούτε να σκέφτονται άλλα πράγματα, απλώς να ζήσουν τη στιγμή, και σκέφτομαι ότι, αν το πετύχουμε, αυτό το είδος απόδρασης σε ένα άλλο μέρος μέσα στην ψυχή είναι βασικά η ουσία του τι είναι τέχνη. Προσπάθησα λοιπόν να διευκολύνω μια τέτοια εμπειρία, αυτή ήταν μια ιδέα που είχα το 2018, την οποία πρότεινα στο Μουσείο Munch. Το μουσείο είναι ένα πολύ μεγάλο ίδρυμα, οπότε χρειάστηκε πολύς χρόνος για να τακτοποιηθούν τα πάντα, και χρειάστηκε πολύς χρόνος για να δουλέψουμε με αυτόν τον τρόπο και μουσικά, απέχουμε μόνο έξι μήνες από την ημέρα των εγκαινίων και μόλις ανοίξει η έκθεση θα διαρκέσει για τέσσερις μήνες.

Στο πλαίσιο αυτής της έκθεσης, είχατε την ευκαιρία να αποκτήσετε πρόσβαση και να δημιουργήσετε τη μουσική σας στο στούντιο του Edvard Μunch. Πώς ήταν αυτή η εμπειρία; Τι συναισθήματα γεννήθηκαν σε εκείνον τον χώρο;
Ήταν φανταστικά! Δυστυχώς ήταν πολύ σύντομο. Αυτό το μέρος είναι κλειστό για το κοινό, έχουν κατά καιρούς ξεναγήσεις τη θερινή περίοδο, αλλά συνήθως δεν είναι ανοιχτό σε άλλους ανθρώπους, υπάρχει το ίδρυμα που φροντίζει το παλιό στούντιο και μπόρεσα να διαπραγματευτώ μια σύντομη διαμονή μαζί τους. Φυσικά το ίδιο το κτίριο είναι ενδιαφέρον γιατί φτιάχτηκε για να είναι το στούντιό του, επομένως δεν ήταν ένα κτίριο όπου είχε απλώς ένα στούντιο, ολόκληρο χτίστηκε για να είναι ο χώρος εργασίας του. Είναι μεγάλο και κατασκευάστηκε πάνω-κάτω ακριβώς πριν από 100 χρόνια, σε στιλ art deco, οπότε πάντοτε έχει δύναμη να είσαι μέσα σε ένα τέτοιο μέρος, να κάθεσαι εκεί δουλεύοντας σε αυτό που ήταν ο χώρος που δημιουργούσε στα χρόνια που κατέταξαν τον Edvard Munch ως έναν από τους δέκα κορυφαίους καλλιτέχνες όλων των εποχών, και προφανώς με τον Munch να είναι Νορβηγός, νιώθω ιδιαίτερα κοντά στην κληρονομιά του και το έργο του. Νομίζω ότι ήταν υπέροχο, μια πολύ δυνατή συναισθηματική εμπειρία.

Κάποια από τα πρώιμα εξώφυλλα της μπάντας φιλοξενούσαν έργα του πιο άγνωστου στον υπόλοιπο κόσμο - και σκοτεινότατου ζωγράφου - Theodor Kittelsen και, αν δεν κάνω λάθος, ως προς το ζήτημα της μουσικής για αυτή την έκθεση δηλώσατε πως «ό,τι ξέρετε για την ταυτότητα της μουσικής που γράφω εδώ και χρόνια θα είναι παρόν αλλά γυρισμένο ανάποδα». Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση στη δημιουργία του νέου σας άλμπουμ;
Αρχικά δεν είχαμε ντραμς, προσπαθήσαμε να δώσουμε στη μουσική ρυθμό χωρίς ντραμς, όμως μερικές φορές ο παλμός μπορεί να προέλθει από μια απλή κιθάρα, από συναρμολογούμενους αναλογικούς συνθεσάιζερ, μερικές φορές μπορεί να είναι μόνο μερικές ηχογραφήσεις μας, απλώς να παίζουμε τύμπανα χωρίς όμως να χρησιμοποιούμε πραγματικά κανένα είδος τύμπανου ή ντραμς. Το να δημιουργείς κρουστά στοιχεία χωρίς να χρησιμοποιείς συμβατικά όργανα ή ντραμς είναι ένας εντελώς νέος τρόπος δουλειάς. Έχω κάνει μεγάλα κομμάτια μουσικής στο παρελθόν στο άλμπουμ Wongraven, αλλά παρόλα αυτά, αυτό μοιάζει περισσότερο σαν κάποια μεγάλα και μικρά κομμάτια που μόλις συνδέθηκαν, εδώ είναι σε μια ώρα όλα συνδεδεμένα μεταξύ τους, πρόκειται για μεγαλύτερο έργο. Ο Munch δεν είναι μόνο ένα πράγμα: δεν είναι μόνο σκοτάδι και άγχος, με τον Munch είναι επίσης αγάπη, υπάρχει σκληρή δουλειά από πίσω, υπάρχει επιθετικότητα, υπάρχει μέθη, υπάρχει ζήλια, υπάρχουν τόσα πολλά είδη κινήτρων και συναισθημάτων που εκφράζονται. Είχε έναν τεράστιο κατάλογο και επίσης πρόλαβε να γεράσει, γεννήθηκε το 1863 και πέθανε το 1944, ήταν ηλικιωμένος για την εποχή του και είχε πάντοτε πράγματα στα σκαριά, δεν ζωγράφιζε και δεν σχεδίαζε με το ίδιο στιλ, ο τρόπος ζωής του άλλαξε αρκετά με τα χρόνια, αλλά η συντριπτική πλειοψηφία των έργων είναι από τη δεκαετία του 1890. Επομένως είναι από τη σκοτεινή εποχή του, αλλά υπάρχουν και διαφορετικοί τρόποι να αποτυπώσεις το σκοτάδι, όχι μόνο ένας. Νιώθω ότι όταν δουλεύω πάνω στη μουσική, όχι απλώς για να γράψω ένα μουσικό έργο που θα πλαισιώσει τους πίνακες και τα σχέδιά του, προσπαθώ να δουλέψω ένα μουσικό έργο που θα επικοινωνεί επίσης με τον Edvard Munch σαν άτομο, γιατί νομίζω ότι ήταν σημαντικό να καταλάβω ποιος ήταν ο άνθρωπος πίσω από όλα αυτά τα έργα, τι σκεφτόταν, ποια ήταν τα συναισθήματά του, έτσι αυτό που έκανα επιπλέον ήταν να διαβάζω βιβλία για τον Munch, να προσπαθώ να μελετήσω την τέχνη του, να προσπαθήσω να τον γνωρίσω ως άνθρωπο.

Και τι μάθατε από αυτή τη διαδικασία για τον Munch, που ίσως δεν γνωρίζατε;
Πολλοί άνθρωποι στην οικογένειά του πέθαναν όταν ήταν πολύ μικρό παιδί, παραλίγο να πεθάνει και ο ίδιος ως παιδί. Ήταν πολύ άρρωστος και ευάλωτος, έχασε τη μητέρα του σε πολύ μικρή ηλικία, έχασε πολλά αδέρφια, η θεία του έγινε λίγο πολύ η μητέρα του αφού πέθανε η πραγματική του, ο πατέρας του ήταν απασχολημένος με τη δουλειά, ήταν γιατρός στο στρατό, μετακόμιζαν συνεχώς, άρχισε να ζωγραφίζει από πολύ μικρή ηλικία, είχε πολλά εξοχικά που -είτε ήταν νοικιασμένα είτε ιδιόκτητα- όπου θα πήγαινε, θα ήταν τα καταφύγιά του, τελικά έχτισε το στούντιο και είχε αυτό το σπίτι στο Ekely του Όσλο, αυτό έγινε ο κόσμος του μέσα στον κόσμο, και εκεί μέσα έμενε όλη την ώρα. Ο Munch ήταν πολύ δύσπιστος ως προς τις γυναίκες, γιατί είχε πολλές στη ζωή του. Όχι μόνο φίλες και ερωμένες, αλλά και σημαντικούς ανθρώπους, όπως η θεία του που τον πρόσεχε από τότε που πέθανε η μητέρα του, η αδερφή του ήταν επίσης πολύ σημαντική φιγούρα στη ζωή του. Όταν όμως επρόκειτο για φιλενάδες, δεν ήταν ποτέ διατεθειμένος να δεσμευτεί, να παντρευτεί ή να αποκτήσει παιδιά γιατί πάντα φοβόταν ότι αυτό θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη δουλειά του. Τελικά αυτές οι γυναίκες τον άφηναν, επειδή δεν ήταν έτοιμος για οικογενειακή ζωή ή οτιδήποτε τέτοιο, αυτό προκαλούσε πολλή απογοήτευση και ζήλια, γιατί νομίζω ότι ήθελε το καλύτερο και από τους δύο κόσμους: ήθελε να είναι ελεύθερος και ανεξάρτητος με την τέχνη του, αλλά ήθελε και όλες αυτές οι γυναίκες να του μένουν πιστές, κάτι που δεν συνέβη, αυτό προκάλεσε πολλή ζήλια στον Munch. Κάτι, που νομίζω ότι μπορούμε να δούμε σε πολλούς πίνακές του, αρκετές φορές είχε σοβαρά προβλήματα με το αλκοόλ και πάλευε πολύ με το άγχος, το οποίο νομίζω ότι ήταν ένας συνδυασμός όλων των καταστάσεων που βίωσε ως παιδί, αλλά και το ότι έπινε, ήταν μια εποχή που κλείστηκε σε ψυχιατρείο στη Δανία για να μείνει εκεί για λίγο και να σωθεί, για να το θέσω κομψά. Είχε και μια περίοδο της ζωής του όπου έμενε στο St. Cloud έξω από το Παρίσι, και έμεινε επίσης στην περιοχή γύρω από τη Νίκαια της Γαλλίας, περιπλανήθηκε αρκετά για να συναντήσει διαφορετικούς ανθρώπους, να πάρει διαφορετικές επιρροές, ήταν επίσης στη Γερμανία για αρκετό καιρό και είχε έναν δάσκαλο που τον καταλάβαινε πολύ, τον Christian Krohg, αυτό ήταν την εποχή του Νατουραλισμού. Βασικά οι ζωγράφοι στη Νορβηγία εκείνη την εποχή βρίσκονταν σε μια κατάσταση όπου ζωγράφιζαν καρτ ποστάλ, ζωγράφιζαν όμορφα τοπία της νορβηγικής φύσης και κάτι τέτοια, αυτό έκανε και ο Munch λίγο-πολύ στην αρχή, αλλά έφυγε από αυτό, έλεγε «Δεν ζωγραφίζω αυτό που βλέπω, ζωγραφίζω αυτό που νιώθω». Ήθελε να είναι εκφραστικός κι όχι σαν φωτογράφος με μολύβι και είχε επιχειρηματικό μυαλό, αν δεν του άρεσε αυτό που έκανε ή δεν κινούνταν με τον τρόπο που ήθελε, έστηνε εκθέσεις μόνος του, έκανε τα πάντα μόνος του για να πάνε τα πράγματα εκεί που ήθελε, όπως το do it yourself του metal underground σχεδόν.

Λένε ότι, αν κερδίζεις, δεν αλλάζεις. Εσείς όμως τολμούσατε πάντα να αλλάζετε, βάζοντας ακόμα και jazz στοιχεία, για παράδειγμα, στο τελευταίο σας άλμπουμ «Deep Calleth Upon Deep», στο τραγούδι «Dissonant». Πώς αποφασίσατε κάτι τέτοιο; Νιώθετε πως η δίψα για εξέλιξη είναι κάτι που σας συνδέει με το έργο του Munch;
Νομίζω ότι ήταν πολύ σημαντικό για τον Munch να νιώθει ελεύθερος σαν πουλί και να μην αισθάνεται περιορισμένος από αυτά που υποτίθεται ότι ήταν τα πρότυπα άλλων καλλιτεχνών εκείνη την εποχή και έτσι ένιωθα κι εγώ, δεν μπορούσα να δω μελλοντικά τον εαυτό μου να είναι καλλιτέχνης που η κοινότητα στην οποία ανήκω μου υποδεικνύει πράγματα, νιώθω ότι κάθε αληθινός καλλιτέχνης θα πρέπει να είναι αυτός που εκφράζει τα εσωτερικά του συναισθήματα. Αν δεν γίνει με αυτό τον τρόπο, για μένα δεν είναι τέχνη. Η τέχνη έχει να κάνει με την έκφραση των πιο ιερών συναισθημάτων και αν προσπαθείς να κάνεις αυτό που πιστεύεις ότι οι άνθρωποι θέλουν να κάνεις, δεν είσαι καλλιτέχνης, είσαι διασκεδαστής και αυτά είναι δύο πολύ διαφορετικά πράγματα.

Συνδέεται η μουσική δημιουργία με τη δημιουργία ενός κρασιού; Κι αν ναι, με ποιον τρόπο; Τι σχέση μπορεί να έχουν;
Συνδέονται γιατί είναι και τα δύο καλλιτεχνικές δουλειές, είσαι ο χειρότερος κριτής του εαυτού σου με τον ίδιο τρόπο που δημιουργείς ένα καλό τραγούδι: πρέπει να έχεις όραμα και να μείνεις αληθινός και πιστός γιατί πρόκειται να συναντήσεις πολλά προβλήματα στο ταξίδι και είναι πολύ εύκολο να αποσυντονιστείς. Πρέπει επίσης όταν παλεύεις με μεγάλα προβλήματα και εκπληρώνεις το μουσικό σου όνειρο για ένα τραγούδι, να είσαι αποφασισμένος και πιστός στο όραμά σου. Το ίδιο συμβαίνει και με το κρασί, πολλές φορές γίνονται κινήσεις με βάση αυτό που πιστεύεις, και μερικές φορές το κρασί συμπεριφέρεται με τρόπο που μπορεί να σε γεμίσει αβεβαιότητα - τότε είναι πολύ σημαντικό να είσαι πιστός στο σχέδιο που έκανες και να έχεις εμπιστοσύνη ότι θα πετύχει. Αυτό δεν ισχύει απαραίτητα για όλα τα είδη κρασιού, αλλά ισχύει αρκετά για κρασιά που προορίζονται για μακροχρόνια παλαίωση, γιατί θα περάσουν από πολλές φάσεις και ενώ είναι σε ωρίμανση μπορούν να περάσουν από φάσεις όπου όλα δείχνουν ότι δεν είναι αυτό που υπολόγιζες, αλλά ίσως έξι ή οκτώ μήνες αργότερα είναι ακριβώς αυτό που θέλεις. Είναι πολύ σημαντικό κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου να εμπιστευτείς τη διαδικασία και να είσαι πιστός στο σχέδιό γιατί τελικά θα πετύχει. Νομίζω λοιπόν ότι για μένα ο λόγος που μπόρεσα να φτιάξω κρασί είναι γιατί προφανώς καταλαβαίνω καλά την οινοποίηση και το κρασί γενικότερα, αλλά και το γεγονός ότι είμαι τραγουδοποιός που κάνει δημιουργική δουλειά τα τελευταία 25-30 χρόνια, σημαίνει επίσης ότι καταλαβαίνω τι σημαίνει να είσαι μέσα στη δημιουργική διαδικασία.

Με ποιο κριτήριο κάνετε τα blend σας και με ποιο τρόπο βάζετε την προσωπική σας σφραγίδα στο portfolio των κρασιών; Εννοώ γευστικά και αρωματικά, πέρα από την εικόνα και το branding τους…
Για μένα, ανεξάρτητα από το από πού είναι το κρασί – φτιάχνω κρασί στο Piemonte στη βορειοδυτική Ιταλία και λευκό κρασί από την περιοχή Pfalz στη Γερμανία, σαμπάνια στη Γαλλία και την μπίρα Saison εδώ στη Νορβηγία που είναι ξανθή, οπότε γενικά, είτε πρόκειται για κρασιά από Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία είτε η μπίρα που έφτιαξα εδώ στη Νορβηγία, μου αρέσει πάντα τα προϊόντα μου να είναι κομψά και εκλεπτυσμένα, όχι «ισχυρά». Νομίζω ότι το θέμα της ισχύος είναι κάπως εύκολο στην παραγωγή αλκοολούχων ποτών, αυτό που είναι δύσκολο είναι να αποκτήσουν τα προϊόντα πολυπλοκότητα και να τους δώσεις ποιητικά χαρακτηριστικά. Βεβαίως αυτό σημαίνει διαφορετικές φιλοδοξίες και διαφορετικοί τιμολογιακοί στόχοι, γιατί όταν δουλεύω με ένα κρασί σαν το Alleanza, το Alleanza δεν είναι ένα ακριβό, περίπλοκο κρασί, είναι ένα καλό καθημερινό, οπότε όταν δουλεύω με κάτι τέτοιο σημαίνει ότι πρέπει να έχει καθαρό, υγιές, ώριμο πρωτεύον φρούτο, να μην έχει υψηλό αλκοόλ, αλλά μέτριο, και θα πρέπει να έχει φρέσκια οξύτητα. Όταν πίνετε ένα Piemonte Rosso, θα πρέπει να είναι ένα απλό φρουτώδες, φρέσκο και ζουμερό κρασί. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Έτσι, αυτό που ψάχνουμε είναι καλή φαινολική ωριμότητα για το σταφύλι, δεν θέλουμε υδαρή, αραιωμένα κρασιά. Για αυτούς τους τύπους κρασιού δεν χρησιμοποιούμε νέα δρύινα βαρέλια, απλά μένουμε στο ατσάλι και διατηρούμε το αλκοόλ γύρω στο 30%, όχι υψηλότερο, ποτέ δεν προσθέτουμε ζάχαρη, ποτέ δεν αποξαίνουμε, δεν αφαιρούμε ποτέ τις τανίνες, απλώς το διατηρούμε καθαρό. Αλλά όταν δουλεύεις, για παράδειγμα, με μια σαμπάνια πρέπει να σκέφτεσαι εντελώς διαφορετικά. Εκεί παίρνουμε ένα λευκό κρασί και όταν το ανακατέψουμε θα περάσει από άλλη ζύμωση, που προκύπτει ένα λευκό κρασί με περιεκτικότητα περίπου 10% σε αλκοόλ, πρέπει να δοκιμάσουμε να αναμίξουμε κάτι που έχει καλή ισορροπία φρούτων, λουλουδιών, που έχει σώμα, έχει καλή γευστική συγκέντρωση και αρωματική πολυπλοκότητα, αλλά πρέπει επίσης να έχει υψηλή οξύτητα. Γιατί αν έχει μέτρια οξύτητα, μετά τη διαδικασία δευτερογενούς ζύμωσης και ωρίμανσης, το κρασί θα έχει πολύ χαμηλή οξύτητα, οπότε πρέπει να υπάρχουν πολύ υψηλές οξύτητες, ώστε όταν τελειώσει το κρασί, να έχει κανονική οξύτητα και μετά κάνουμε τη δευτερογενή ζύμωση σε μπουκάλι και όλη αυτή η διαδικασία και πόσο καιρό το κρασί θα παραμείνει σε επαφή με τα νεκρά κύτταρα της μαγιάς, θα καθορίσει το στιλ, πόσο περίπλοκο θα είναι, πόσο γεμάτο σώμα θα έχει. Και, τέλος, είναι η έκχυση όπου ορίζουμε τη δόση και εκεί επίσης μπορούμε να παίξουμε με το κρασί και να αποφασίσουμε τι θέλουμε να έχουμε, επομένως τα διαφορετικά κρασιά που φτιάχνω έχουν διαφορετικές διαδικασίες, αλλά νομίζω ότι αν τα δεις όλα μαζί, αν δούμε τι είναι αυτό που θέλω από όλα τα πράγματα που έχω κάνει, ανεξάρτητα από το στιλ, θέλω να είναι κομψά, θέλω να είναι εκλεπτυσμένα, και αν είναι ένα πιο φθηνό κρασί, θα πρέπει να είναι ένα καλό φτηνό κρασί, αν είναι ακριβό κρασί, θα πρέπει να είναι σύνθετο, εκλεπτυσμένο και ατμοσφαιρικό κρασί, κάτι που εξαρτάται επίσης από την τιμή.

Με ποιο παραδοσιακό φαγητό της νορβηγικής κουζίνας θα ταιριάζατε κάποιο ή και περισσότερα από τα κρασιά σας; Ποιο είναι το ιδανικό pairing;
Νομίζω ότι η μπίρα Saison μου αρέσει πολύ με πικάντικο φαγητό, μου αρέσει επίσης το Riesling από το Pfalz τόσο με πικάντικο φαγητό αλλά και με χοιρινό, αληθινό ζουμερό χοιρινό γεμάτο λιπαρά, το απολαμβάνω επίσης με το ψάρι που λέμε πέστροφα, με σκουμπρί, με το Piemonte Rosso και το Langhe Rosso, που είναι καθημερινά ιταλικά κρασιά, νομίζω ότι είναι πολύ ευέλικτα, θα μπορούσατε να τα έχετε με κρέας ή αρνί, αλλά θα μπορούσατε να τα έχετε με λίγο ζαμπόν και λίγο ξερό τυρί και ψωμί και ελαιόλαδο, επίσης, πολύ απλά πράγματα, αν ξέρετε πώς να κάνετε μια καλή ζύμη πίτσας και έχετε τον δικό σας φούρνο στον κήπο -εγώ δεν έχω- μπορείτε να φτιάξετε μια καλή πίτσα και να την απολαύσετε έτσι, το ίδιο με την μπίρα Saison, η σαμπάνια, ταιριάζει καλά με τα οστρακοειδή, βασικά οτιδήποτε προέρχεται από τη θάλασσα μπορεί να είναι ωραίο με σαμπάνια, και προφανώς πίνεται και μόνη της, αλλά με τα κορυφαία κρασιά που φτιάχνω από την περιοχή Barolo στο Piemonte στη Βορειοδυτική Ιταλία, μερικές φορές μου αρέσει το ριζότο μανιταριών πορτσίνι, και μου αρέσει πολύ με αρνί.

Θα δοκιμάζατε ποτέ να δουλέψετε με κλασικές ελληνικές ποικιλίες; Ξινόμαυρο, Μαλαγουζιά;
Υπάρχει πρόοδος στην παραγωγή κρασιού στην Ελλάδα τον τελευταίο καιρό, νομίζω ότι εδώ και πολύ καιρό οι άνθρωποι παράγουν κρασιά με έντονο χαρακτήρα με το σταφύλι Ασύρτικο και εξακολουθώ να πιστεύω ότι το συγκεκριμένο σταφύλι είναι ίσως το πιο ποιοτικό, η Ελλάδα είναι ένα από τα πιο σημαντικά μέρη ιστορικά, αλλά δεν ξέρουμε πια πώς θα είναι το μέλλον με το κλίμα, επειδή μερικά από τα μέρη που ήταν υπέροχα στο παρελθόν είναι πολύ ζεστά σήμερα, τοποθεσίες που θεωρούνταν πολύ κρύες στο παρελθόν ίσως είναι πιο κατάλληλες για την παραγωγή κρασιού τώρα, οπότε νομίζω ότι ο χάρτης και η ιστορία επίσης σχεδιάζονται εκ νέου καθώς μιλάμε όσον αφορά στο πώς θα μοιάζει το μέλλον του κρασιού και πού θα γίνονται ποιοτικά κρασιά ή όχι.

Τα τελευταία δύο, σχεδόν χρόνια, της πανδημίας, άλλαξαν πολλά στον κόσμο, άλλαξαν πολλά στον κόσμο της μουσικής. Ποιες είναι οι κυριότερες σκέψεις σας για τον άνθρωπο και τον καλλιτέχνη μέσα στον κόσμο με αφορμή όσα συνέβησαν;
Σίγουρα τίποτα δεν έμεινε ίδιο στη διάρκεια της πανδημίας, νομίζω ότι στην αρχή όλοι έλεγαν «εντάξει, πόσες εβδομάδες θα πάρει αυτό ή πόσους μήνες θα πάρει», και τώρα έχει περάσει ενάμιση χρόνος και για πρώτη φορά στη ζωή μας δεν έχουμε ανέβει στη σκηνή. Όταν τελειώσαμε στην Ελβετία τον Σεπτέμβριο του 2019, υποτίθεται ότι θα ξεκινούσαμε να παίζουμε ξανά ζωντανά τον Μάιο του 2020. Για περισσότερα από δύο χρόνια δεν έχουμε παίξει, και νομίζω ότι αυτό δεν έχει ξαναγίνει. Προσπαθούμε να διατηρήσουμε μία πειθαρχία και συνέπεια στο συγκρότημα, κάνοντας εξάσκηση ακόμα κι αν ξέρουμε ότι δεν υπάρχουν συναυλίες για να παίξουμε. Αυτός ο τρόπος μου άρεσε εκείνες τις φορές γιατί με έκανε να επανασυνδεθώ με το πώς ήταν παλιά όπου απλά παίζαμε για να παίζουμε. Και μας δόθηκε επίσης χρόνος να εμβαθύνουμε σε κάποια πράγματα που διαφορετικά πιθανότατα δεν θα είχαμε τον χρόνο να εμβαθύνουμε σε αυτά, αλλά επίσης εκείνες οι φορές ήταν απογοητευτικές και βαρετές γιατί τελικά η ενέργεια που βρίσκεται μέσα στα τραγούδια είναι κάτι που δημιουργείται όχι από το συγκρότημα, αλλά μαζί με το συγκρότημα και το κοινό. Και όταν το κοινό δεν συμμετέχει σε αυτή την ενέργεια μαζί με τους Satyricon, δεν είναι το ίδιο. Είναι σαν τους αγώνες ποδοσφαίρου χωρίς κόσμο. Παίζουν ακόμα ποδόσφαιρο, αλλά δεν είναι το ίδιο. Για τον εαυτό μου αφιερώνω περισσότερο χρόνο κάνοντας τα πράγματα που μου αρέσουν και κανονικά δεν έχω χρόνο να κάνω, κάτι που γενικά ήταν καλό, αλλά προτιμώ την ποικιλία της ζωής που ζούσα πριν από την πανδημία, γιατί νιώθω ένα συνεχές άγχος με τους κανόνες και τους κανονισμούς και το πώς όλα είναι τόσο απρόβλεπτα, νιώθω σαν πουλί σε κλουβί. Ελπίζω λοιπόν ότι τώρα μπορούμε να κοιτάξουμε μπροστά, αλλά δεν είμαι τόσο σίγουρος γιατί τα ποσοστά μόλυνσης ανεβαίνουν ξανά.

Κι εδώ στην Ελλάδα, επίσης. Τι ήταν αυτό που σας οδήγησε σαν παιδί να αγοράσετε ένα μουσικό όργανο, να ανεβάζετε την ένταση στον ενισχυτή, να προτιμάτε την παραμόρφωση και να ρημάζετε το μικρόφωνο;
Στο hard rock καθώς και στo heavy metal με μύησαν δύο μεγαλύτερα ξαδέλφια που είχα, ο ένας έξι χρόνια μεγαλύτερός μου και ο άλλος τέσσερα. Οπότε μπορείτε να φανταστείτε, όταν ο μεγαλύτερος ξάδελφος που ήταν και ο πιο ενθουσιώδης ήταν 10-11 εγώ ήμουν 5-6 και ήδη ακούγαμε μπάντες όπως Deep Purple, Led Zeppelin, Black Sabbath, Motorhead, Ozzy Osbourne, Iron Maiden κι εκείνοι είχαν και άλλους φίλους, ο ξάδελφος που ήταν 4 χρόνια μεγαλύτερος είχε έναν αληθινά σκληρό φίλο που άκουγε μπάντες όπως οι Venom, Slayer, King Diamond, επίσης είχα έναν γείτονα, ένα παιδί γύρω στα 14-15 που ανακάλυψε και έγινε φανατικός του thrash metal, αυτός με μύησε στους Slayer, αλλά όχι απλά μία-δυο διασκευές με ένα-δυο τραγούδια, αλλά ολόκληρη τη δισκογραφία, μου έδειξε τους Anthrax, Testament, πιθανότατα τους Exodus, τους Metallica, και μετά από όλα αυτά ανακάλυψα μόνος μου τους Celtic Frost, τους Possessed, και πολλά άλλα παρόμοια όπως οι Bathory. Δεν ήταν ένα πράγμα όλο αυτό, μπήκα στη μουσική από τα 5 μου, άρχισα να παίζω στο τοπικό μουσικό σχολείο, σε ηλικία 7 ετών έπαιζα ντραμς και νομίζω άρχισα να κάνω ιδιαίτερα μαθήματα κιθάρας σε ηλικία 12 ετών. Πέρασα πολλές φορές από διάφορα στάδια επιρροής και διδασκαλίας για μεγάλο χρονικό διάστημα, και όλα αυτά συνολικά με έκαναν τον καλλιτέχνη που έγινα.  

Θυμάστε το πρώτο άλμπουμ που αγοράσατε;
Ναι, ήταν το «Let There Be Rock» των AC/DC. Πάντοτε ηχογραφούσα κασέτες από τα ξαδέρφια μου, μερικές από αυτές θα ήταν ολόκληρα άλμπουμ, άλλες φορές θα υπήρχαν κασέτες με αγαπημένα τραγούδια από διαφορετικά άλμπουμ, αλλά η πρώτη κασέτα που αγόρασα με δικά μου χρήματα, ήταν το «Let There Be Rock» των AC/DC. Και είναι αστείο που κατέληξε να είναι αυτό, γιατί ολόκληρο το άλμπουμ, όπου το εναρκτήριο τραγούδι του είναι ένα απόλυτα φανταστικό τραγούδι και οι στίχοι μιλούν για τη δημιουργία της rock μουσικής, οπότε υπάρχει μια κάποια ειρωνεία ότι αυτό έγινε το ταξίδι μου στη ζωή. Ονομάζω τη μουσική μου black metal, αλλά όλα τα είδη της metal μουσικής προέρχονται προφανώς από το rock 'n' roll και αυτό έγινε η ζωή μου, επίσης έκανα οικογένεια και πολλά άλλα ενδιαφέροντα, διευθύνω τη δική μου εταιρεία παραγωγής κρασιού, αλλά όλη μου τη ζωή, το αίμα που τρέχει στις φλέβες μου, είναι το αίμα της μουσικής.

Ποιο είναι το πιο όμορφο μέρος που έχουν δει τα μάτια σας;
Είμαι τυχερός, έχω ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο, οπότε έχω δει πολύ όμορφα μέρη, και πολλά διαφορετικά πράγματα. Είναι δύσκολο να σκεφτείς ένα, υπάρχει ένα νησί στα βόρεια της Νορβηγίας που ονομάζεται Lofoten, και τα νησιά Lofoten, εξαρτάται πού βρίσκεσαι στα νησιά αυτά και εξαρτάται από την εποχή του χρόνου, είναι απόκοσμα. Υπάρχουν μέρη στη δυτική ακτή της Νορβηγίας που συμπεριλαμβάνονται στην Παγκόσμια Κληρονομιά της UNESCO, τοποθεσίες που είναι απόλυτα συναρπαστικές, το Grand Canyon στις ΗΠΑ είναι επίσης όμορφο, σε συνεπαίρνει, όταν οδηγείς μέσα από τη Βρετανική Κολομβία στον Καναδά με τουριστικό λεωφορείο, τα βουνά εκεί είναι επίσης απίστευτα, όταν οδηγείς μέσα από τις Αυστριακές και τις Ελβετικές Άλπεις και παρατηρείς το τοπίο και την απόλυτα μαγευτική, εντυπωσιακή φύση και φυσικά οι τοποθεσίες της Αρχαίας Ρώμης και της Αρχαίας Ελλάδας, όπου εδώ δεν μιλάμε για ομορφιά, αλλά έχει να κάνει με το να νιώθεις ότι είσαι συναισθηματικά σε επαφή με την αρχή της ανθρωπότητας στον πολιτισμό μας. Είναι ένα πολύ, πολύ δυνατό συναίσθημα. Μου αρέσει και βγάζει κάτι πολύ αρχέγονο μέσα μου.

Πώς επαναφορτίζετε τις δημιουργικές σας μπαταρίες;
Δεν ξέρω, αυτή η εβδομάδα ήταν εβδομάδα σκληρής δουλειάς και ταξιδιών, όταν τελειώσει η μέρα θα πάρω τους δύο γιους μου και θα πάμε να κοιμηθούμε στο δάσος, είμαι σίγουρος ότι θα κάνει πολύ κρύο, αλλά θα φοράμε πολλές ζεστές στρώσεις ρούχων για να μην παγώσουμε για τα καλά. Ο σκοπός να το κάνουμε αυτό είναι γιατί ξέρω ότι όταν βρεθούμε εκεί έξω και ανάψω φωτιά, φτιάξω κάτι πολύ απλό για φαγητό, τα αγόρια κι εγώ θα απολαύσουμε τη σιωπή, θα απολαύσουμε να βλέπουμε τη φωτιά να χορεύει τη νύχτα, και τις σκιές των δέντρων, και όταν πάμε στους υπνόσακους μας θα παγώσουμε λίγο, αλλά όταν ξαπλώσουμε, θα ακούμε τον άνεμο να περνάει μέσα από τα δέντρα, θα χαλαρώσουμε και θα κοιμηθούμε και αυτός ο σούπερ καθαρός αέρας θα προσφέρει έναν πραγματικά καλό ύπνο, ακόμα κι αν κάνει κρύο, και όταν θα επιστρέψουμε το πρωί, μπορεί να μη νιώθουμε ιδιαίτερα ξεκούραστοι, αλλά θα έχουμε βιώσει κάτι απλό, που μας θυμίζει ποιοι είμαστε ως άνθρωποι. Αυτό μας απομακρύνει λίγο από το άγχος της ζωής μας, για μένα από τη δουλειά μου, για τα αγόρια μου το σχολείο, το νηπιαγωγείο και ό,τι κάνουν, και αυτός είναι ένας καλός τρόπος για να φορτίζω μπαταρίες. Επίσης μερικές φορές επαναφορτίζω μπαταρίες, τώρα αυτή η σεζόν τελείωσε, είμαι μέλος ενός ερασιτεχνικού συλλόγου με σπορ αυτοκίνητα πίστας, οδηγούμε όλοι μαζί και αφιερώνουμε περίπου 20-25 μέρες κάθε χρόνο γι’ αυτό. Είναι μόνο για μέλη του συλλόγου και έχει ενδιαφέρον γιατί είναι τόσο απαιτητικό διανοητικά, γιατί πηγαίνεις με πολύ υψηλές ταχύτητες, είναι πολύ τεχνικό, δύσκολο να το κάνει κανείς, οπότε δεν έχεις χρόνο να σκεφτείς τα προβλήματά σου, δεν έχεις χρόνο να σκεφτείς τι πρέπει να απαντήσεις σε ένα συγκεκριμένο e-mail, δεν έχεις χρόνο να σκεφτείς τα προβλήματά με τη σύζυγό σου, πρέπει να συγκεντρωθείς, γιατί θα τρακάρεις εάν δεν δώσεις όλη την προσοχή σου. Και όταν πας με 230 χιλιόμετρα σε γωνίες, δεν χρειάζεται να πεις στον εαυτό σου ότι χρειάζεται να εστιάσεις εκεί, θα είσαι συγκεντρωμένος, γιατί όλες οι φυσικές αντιδράσεις στο σώμα σου σε αναγκάζουν να συγκεντρωθείς, επειδή κάνεις κάτι που κάθε κύτταρο στο σώμα σου θα αντιδράσει στο ενδεχόμενο θανατηφόρου κινδύνου. Είναι αστείο, αλλά όσο έντονο και να είναι, για μένα μπορεί να είναι πολύ χαλαρωτικό γιατί όταν το κάνω είμαι μόνο εκεί και πουθενά αλλού. Φυσικά και το να βρίσκεσαι μόνο μέσα στο δάσος είναι φανταστικό, χωρίς να έχεις σχέδιο, χωρίς να σκαρφαλώνεις σε κάποια κορυφή βουνού ή να κάνεις κάτι σπορ, απλά να είσαι έξω στο δάσος είναι πολύ ωραίο και καλό για επαναφόρτιση.

Εάν ο εικοσάχρονος εαυτός σας μπορούσε να σας δει τώρα, τι θα σκεφτόταν; Και τι σκέφτεστε εσείς για εκείνον;
Μου αρέσει να πιστεύω ότι οι βασικές αξίες είναι ακριβώς οι ίδιες με εκείνες που ήταν τότε, αλλά νομίζω ότι είμαι ίσως λίγο πιο ρεαλιστής τώρα και νομίζω ότι παραμένω ανυπόμονος, αλλά εντούτοις διαθέτω περισσότερη κατανόηση για τους ανθρώπους και ξέρω ότι δεν είναι απαραίτητα ίδιοι με εμένα ή δεν έχουν τις δικές μου προτεραιότητες. Νομίζω ότι η 20χρονη εκδοχή μου θα έβλεπε ότι είμαι πράγματι το ίδιο άτομο, αλλά με μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση της ζωής, και ότι ο πραγματισμός είναι πιθανά κάτι που έρχεται με την εμπειρία. Πάντα δούλευα σκληρά και ήμουν πολύ φιλόδοξος, γιατί μου αρέσει αυτό που κάνω και δεν αισθάνομαι ότι είναι πρόβλημα να δουλεύω σκληρά, ακριβώς επειδή μου αρέσει αυτό με το οποίο δουλεύω, είναι συχνά μια απογοήτευση που οι άνθρωποι δεν εργάζονται τόσο σκληρά, δεν επενδύουν στη δουλειά τους, και δεν είναι τόσο φιλόδοξοι. Αυτό με απογοητεύει πολύ. Αλλά έχω μάθει πια να κατανοώ ότι για μερικούς ανθρώπους είναι καλό να μην είναι φιλόδοξοι, και ότι για μερικούς ανθρώπους μπορεί να τους αρέσει η δουλειά τους, αλλά δεν την αγαπούν, επομένως δεν ξοδεύουν πολύ χρόνο για αυτήν. Αυτό ήταν πολύ δύσκολο να το εξηγήσω στην 20χρονη εκδοχή του εαυτού μου, αλλά το καταλαβαίνω καλύτερα τώρα, δεν μου αρέσει να δουλεύω με ανθρώπους που σκέφτονται έτσι, αλλά το καταλαβαίνω, είμαστε διαφορετικοί και δεν είμαστε όλοι φιλόδοξοι για τα ίδια πράγματα, οπότε προσπαθώ να είμαι πιο ανεκτικός όταν πρόκειται για αυτό.

Ποιο ήταν το σημαντικότερο μάθημα που σας έμαθε η ζωή, εντός ή εκτός μουσικής και γιατί είναι σημαντικό για εσάς;
Αν συνέβη κάτι κάποια στιγμή στη ζωή σου, όπου βρέθηκες να είσαι πολύ άρρωστος, τότε καταλαβαίνεις ότι χωρίς την υγεία σου δεν χρειάζεσαι τίποτα, χωρίς την υγεία σου τίποτα δεν λειτουργεί. Αν δεν έχεις την υγεία σου, δεν έχει σημασία αν έχεις ωραία συλλογή δίσκων, δεν έχει σημασία αν ζεις στην πόλη, αν έχεις μια σούπερ δουλειά ή οτιδήποτε άλλο. Χωρίς την υγεία σου απλά δεν έχεις τίποτα. Η βάση για τη ζωή είναι ότι έχουμε σώμα και εγκέφαλο που λειτουργεί. Κι αν το σώμα δεν λειτουργεί, τίποτα δεν θα λειτουργήσει, και αν ο εγκέφαλος δεν λειτουργεί, τίποτα δεν θα λειτουργήσει, οπότε όλα ξεκινούν από εμάς. Όλοι το γνωρίζουν και το καταλαβαίνουν αυτό, αλλά μερικές φορές οι άνθρωποι πρέπει να περάσουν κάποια κρίση με την υγεία τους και μετά καταλαβαίνουν ότι όλα τα άλλα πράγματα δεν έχουν σημασία πια, αφού αυτό δεν λειτουργεί. Άρα η σημασία της υγείας μας είναι μάλλον κάτι που λογικά καταλαβαίνουν όλοι, αλλά όταν σου συμβεί κάτι προσωπικά, τότε κατανοείς πραγματικά. Προσπαθώ να λέω ακόμα και στους νέους που πηγαίνουν να διασκεδάσουν, να κάνουν αυτό που θέλουν, να είναι περήφανοι για τον εαυτό τους, αλλά να προσέχουν το σώμα τους, θα το χρειαστούν. Όλοι έχουμε μόνο ένα.

Ποια είναι τα πρώτα πράγματα που θα κάνετε μόλις τελειώσει αυτή η περιπέτεια με τη νόσο Covid-19;
Το μόνο που θέλω πραγματικά είναι οι ζωντανές εμφανίσεις με τους Satyricon. Τόσο απλά.

Σας ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο σας, εύχομαι ό,τι καλύτερο, ανυπομονώ να επισκεφτώ την έκθεση...
Με το καλό να έρθετε στο Όσλο όταν έρθει η ώρα, ευχαριστώ πολύ για τη συνέντευξη.