Μουσικη

Ο Inner D και το Slaves κάτι θέλουν να σου πουν

Ένας ντεμπούτο δίσκος σκέτος φτου ξελευτεριά!

Στέφανος Τσιτσόπουλος
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέντευξη με τον Inner D με αφορμή το ντεμπούτο άλμπουμ του Slaves, που κυκλοφορεί από την Bashment Records.

Πολυεπίπεδος, πολυσυλλεκτικός, πολυπράγμων: ο μουσικός Διαμαντής Αδαμαντίδης, μέλος της μπάντας του Ταφ Λάθος, κατάγεται από τη Θεσσαλονίκη αλλά κατηφόρισε στην Αθήνα. Μουσικός και ηθοποιός, ακομπλεξάριστα ελεύθερος από φόρμες, ετικέτες και προσδιορισμούς, ο ήχος του όπως τον παρουσιάζει στο Slaves παράγει τραγούδια και ηχοτοπία όπου το ρομαντικό και το βιομηχανικό συνυπάρχουν και συμπλέκονται. Το σκληροτράχηλο άστυ και η ουτοπική Βοημία αποκτούν ένα σάουντρακ που με γράπωσε με το πρώτο άκουσμα. Αποφάσισα να τον γνωρίσω καλύτερα, τολμώντας να σας προτείνω να εκτιμήσετε τα τραγούδια και να συμμετιστείτε τον ενθουσιασμό μου. Όσο για το Slaves και τον Inner D, νομίζω πως η ταυτότητα που του πάει πολύ είναι και το «Λεπτομέρειες από την εσωτερική ζωή των παιδιών και των προαστίων». Dig this...

Απίστευτο κροσσάρισμα, φίλος, ρισπέκτ: τριπ χοπ, άμπιεντ, κινηματογραφικές ατμόσφαιρες, χιπ χοπ, ωραία καθαριστικά ροκ τσιμπήματα, υφέρπων ρομαντισμός, αστική ελεγειακή και αγχωτική αίσθηση. Άκουσα το νέο άλμπουμ σου και ένιωσα πως ήθελες να ξεφύγεις από την κατάρα του «αυτό» και να βουτήξεις ακομπλεξάριστα σε μια κατάργηση του genre, επιλέγοντας να κινηθείς εντελώς ελεύθερα στο πεδίο. Δεν ξέρω αν διαφωνείς ή συμφωνείς, όμως αυτή η πρώτη σου δουλειά είναι εντυπωσιακή ως προς το μουσικό εύρος. Τι είχες στο μυαλό σου όταν άρχισες να μαζεύεις ιδέες και υλικό;
Κατ’ αρχάς, ευχαριστώ πολύ! Από τις πιο όμορφες τοποθετήσεις που έχω διαβάσει!
Δεν αντιμετωπίζω τα genres σαν κατάρα απαραίτητα, σίγουρα όμως αντιλαμβάνομαι ότι πολλές φορές μπορεί να δημιουργήσουν μια ταραχή στον ακροατή. Κάποιος μπορεί να είναι προκατειλημμένος και να λέει «δεν ακούω ραπ», οπότε δεν θα μπει καν στον κόπο να ακούσει κάτι το οποίο ενδεχομένως και να του άρεσε. Ή αντιστρόφως, να ακούσει κάτι, να του πεις «αυτό είναι ραπ», να μην του αρέσει και αυτομάτως να αποφανθεί «Δεν μου αρέσει η ραπ». Αυτό αφαιρεί τη δημοκρατία από τη μουσική ακρόαση. Κάπως έτσι σκεπτόμενος λοιπόν, εγώ αποφάσισα ότι πρώτα θα κάνω τη μουσική που θα μου άρεσε να ακούσω σαν ακροατής και μετά θα σκεφτώ τι όρια θα βάλω και πόσα. Αν το αποτελεσμα είναι genre fluid, δικαιώνεται η διαδικασία.

Εκτός από τη μουσική σπούδασες και θέατρο, κάτι που φαίνεται νομίζω (η θεατρική σου παιδεία) σε αρκετά σημεία του άλμπουμ. Ανάμεσα σε spoken poetry και ερμηνεία υπό μορφή μονολόγου, κατά πόσο ήθελες να πειραματιστείς συνθετικά αλλά και ερμηνευτικά με τα όρια ανάμεσα στις δυο τέχνες;
Το γεγονός ότι έχω ασχοληθεί και με τα δύο μου έχει αποκαλύψει μια μικρή αλήθεια που την κρατάω σαν φυλαχτό μέσα μου: η μουσική υπάρχει μέσα στο θέατρο και το θέατρο μέσα στη μουσική. Από την αρχή της ανθρωπότητας η μία τέχνη γεννούσε την άλλη και είναι άρρηκτα συνδεδεμένες, αναπόφευκτα. Δεν θα πω ότι πειραματίστηκα, ούτε φυσικά ότι ανακάλυψα τον τροχό, έχοντας όμως μια συνειδητοποίηση προς αυτή την κατεύθυνση προέκυψε αυτό το αποτέλεσμα. Πιστεύω ότι δεν υπάρχουν όρια στην πραγματικότητα. Κάποιος θα πει «ναι, αλλά το θέατρο χρησιμοποιεί το οπτικό ερέθισμα και η μουσική το ακουστικό». Αν το εξετάσεις επιφανειακά, μπορεί ναι, η αλήθεια όμως είναι ότι και οι δυο μορφές τέχνης, αν σε συμπαρασύρουν, αν σε συν-κινήσουν, απασχολούν όλες σου τις αισθήσεις.

Γιατί διάλεξες για πρώτο σινγκλ το Goodnight Kiss;
Καθαρά για πρακτικούς λόγους και για λόγους επικοινωνίας με τα media. Είναι αυτό που λέγαμε πιο πάνω, πρεπει να μπει μια μικρή μικρή ταμπελίτσα, την έχει ανάγκη το σύστημα που έχουμε φτιάξει, η βιομηχανία. Αλλιώς δημιουργούνται glitch στο μιντιακό matrix! Στην πραγματικότητα δεν ξεχωρίζω κανένα κομμάτι αυτού του δίσκου περισσότερο από κάποιο άλλο. Ως πρώτο single είχε κυκλοφορήσει και το Long Live The Patience τον Μάρτιο. Όσο πλησίαζε η κυκλοφορία, έπρεπε να «βγει μπροστά» ένα κομμάτι ακόμη. Όσο κι αν αυτός δίσκος μιλάει για τα συστημικά γρανάζια και για το πώς ίσως θα ξεφύγουμε από το να είμαστε ένα από αυτά, άλλο τόσο είμαι κι εγώ ο ίδιος ένα από αυτά.

Μπορούμε να θεωρήσουμε το άλμπουμ κονσέπτσουαλ, υπό την έννοια πως από την αρχή μέχρι και το τέλος έχω την αίσθηση πως θέλεις να εκφράσεις κάτι πολύ συγκεκριμένο; Και αν ναι, ποιο είναι αυτό;
Από άποψη μουσικής, θεωρώ ότι προσπαθώ να προτείνω μια αισθητική κατεύθυνση, αποτέλεσμα ξεκάθαρα του προσωπικού μουσικού μου γούστου. Το αν τα καταφέρνω ή όχι, θα φανεί από το feedback των ανθρώπων που θα το ακούσουν. Από άποψη κόνσεπτ ή διανόησης, θα ξαναπώ ότι δεν νιώθω πως έχω ανακαλύψει εγώ τον τροχό, απλά έρχομαι σε τριβή με μια θεματική που είναι τρομακτικά επίκαιρη γιατί ζούμε ακριβώς σε μια τέτοια εποχή. Για να σου πω την αλήθεια, δεν νομίζω να μη ζούσαμε και ποτέ σε μια τέτοια εποχή. Ο Νίτσε είπε το εξής: «Το ότι δίνουμε περισσότερη αξία στην ικανοποίηση της ματαιοδοξίας μας παρά στην ικανοποίηση των άλλων ανέσεων (ασφάλειας, σιγουριάς, ευχαρίστησης όλων των ειδών) αποκαλύπτεται σε κωμικό βαθμό από το γεγονός ότι, εντελώς χωριστά από οποιονδήποτε πολιτικό λόγο, ο καθένας επιθυμεί την κατάργηση της δουλείας και κυριολεκτικά απεχθάνεται την ιδέα να οδηγούνται άνθρωποι σε αυτή την κατάσταση: ενώ ο καθένας μας πρέπει να καταλάβει ότι οι δούλοι κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες ζουν με περισσότερη ασφάλεια κι ευτυχία απ’ όσο οι σύγχρονοι εργάτες, ότι η δουλική εργασία είναι πολύ μικρή εργασία σε σχέση με την εργασία του “εργάτη”». Είμαστε δούλοι/σκλάβοι ή όχι τελικά; Χίλιες φορές να με ακυρώνει ο Νίτσε κάθε μέρα που ξυπνάω.

Μεγάλωσες στη Θεσσαλονίκη και ζεις στην Αθήνα: κατά πόσο αυτό το τζετ λανγκ, ας το πω, επιδρά επάνω σου συναισθηματικά (μέτοικος) και μουσικά-συνθετικά; Το ρωτώ γιατί οι δυο πόλεις έχουν άλλους ρυθμούς ζωής. Σε αντίθεση με το πάνω easy come, easy go, ο νότος έχει μια πιο πιεστική ροή διαβίωσης.
Ίσως έπρεπε να φάω στη μούρη όλη αυτή τη σκατίλα για να έρθω σε αυτό το state of mind και να γράψω τέτοια μουσική. Ναι, οι ρυθμοί στην Αθήνα δεν είναι και οι πιο ωραίοι και πολλές φορές με έχει πάρει από κάτω. Από την άλλη, τη μιζέρια και το «κόμπλεξ του δεύτερου» της Θεσσαλονίκης δεν θα το βρεις πουθενά στην Ελλάδα. Αποτελεί Π.Ο.Π. Δε βαριέσαι, κρατάω τα κακά της κάθε πόλης και πορεύομαι.

Πώς πάει με τον Ταφ Λάθος και την ομαδική φάση-μέλος της μπάντας; Πού συναντάται ο ήχος του πρώτου δίσκου σου με τον ήχο του Ταφ, αλλά και τη θεματολογία του;
Το ότι είμαι σε αυτή την μπάντα αποτελεί το πιο χαρμόσυνο πράγμα που μου έχει συμβεί καλλιτεχνικά εδώ και δύο χρόνια! Τους αγαπώ όλους τόσο πολύ! Ήμασταν επίσης από τα λιγοστά σχήματα που υπήρξαμε ενεργοί μέσα στις καραντίνες και αυτό μας κράτησε σε μια εγρήγορση. Ο ήχος μου συναντάται με του Παναγιώτη πιο πολύ πρακτικά και ηχητικά, καθώς μας μιξάρει ο ίδιος άνθρωπος, ο Γιάννης, ο Dj Micro. Τώρα από εκεί και πέρα δεν μπορώ να κάτσω να συγκρίνω πού συναντιούνται και πού χάνονται οι ήχοι. Στο φιλικό επίπεδο, έχουμε μια αγάπη για τις ίδιες μουσικές - ή και όχι, και αυτό είναι υγεία - οπότε λογικά θα βάζουμε αυτά τα στοιχεία και μέσα στις μουσικές μας. Όσον αφορά τη θεματολογία, ο Παναγιώτης αρθρώνει λόγο απείρως περισσότερα χρόνια από εμένα, έχει κάνει ένα ταξίδι στιχουργικά που προσωπικά πιστεύω είναι αρκετά μοναδικό στο ελληνικό χιπ χοπ, οπότε πάλι δεν θα συγκρίνω. Δεν έχει νόημα. Το μόνο που θα πω είναι ότι σε σχέση με το δικό μου πρότζεκτ, οι στίχοι μου πηγαίνουν λίγο προς το σκοτάδι και του Παναγιώτη περισσότερο προς το φως. Είναι όμως το Φως που σας Τρομάζει, οπότε μην ξεγελιέστε.

Πώς βλέπεις και ακούς τη μουσική στην Ελλάδα, τώρα; Αν θεωρήσουμε πως στο χιπ χοπ η στροφή είναι φουλ τραπ, απέναντί του τι υπάρχει που να μπορεί να σταθεί λίγο πιο ανθρώπινα και ποιητικά, κόντρα στα «θέλω φράγκα, έχω γκάνια και όπου σας πετύχω θα βγω νικητής»; Υπάρχει ένας καλλιτεχνικός αντίλογος-διαφορετική στάση ζωής; Και αν ναι, μπορείς να μου δώσεις μερικά σχήματα ή δημιουργούς που συμπορεύεσαι, είτε υπό μορφή γλυκιάς συμμορίας είτε νιώθεις να σε συνδέουν αόρατοι αλλά ισχυροί δεσμοί;
Αν προσπαθήσω να ορίσω αντίλογο, θα είναι σαν να αποδέχομαι το γεγονός ότι υπάρχει κάποιου είδους πόλεμος σε σχέση με τις μουσικές, σε σχέση με τις στάσεις ζωής. Δεν θέλω να προβάλω αντίλογο απέναντι σε κανένα άλλο μουσικό είδος. Όπως είπα και παραπάνω, πρέπει να υπάρχει δημοκρατία στη μουσική. Θέλω να προβάλλω αντίλογο απέναντι στο μίσος, απέναντι στον φασισμό, απέναντι σε αυτόν που χτυπάει και σκοτώνει τη γυναίκα του, το παιδί του, σε αυτόν που μιλάει άσχημα, σε αυτόν που δεν σέβεται τον διπλανό του, το χρώμα του, τον σεξουαλικό προσανατολισμό του, στην κρατική μηχανή που μας σκοτώνει, στα media που μας ποτίζουν σκοτάδι. Εκεί πρέπει να προβάλλουμε αντίλογο, αλλά έχει δοθεί η εντύπωση ότι προτεραιότητα είναι να φαγωθούμε μεταξύ μας, πράγμα που κάνουμε. Γι’ αυτό και χάνουμε. Για μένα, αυτός είναι καλλιτεχνικός αντίλογος, όχι να πω «γαμιούνται οι τράπερς».
Όσον αφορά σχήματα ή δημιουργούς, για να μην πλατειάσω, θέλω να αναφερθώ μόνο στον Θανάση Παπακωνσταντίνου. Θεωρώ ότι είναι ένας συμπαντικός λόγος άνευ προηγουμένου για τη χώρα μας, μια ποίηση και μια σκέψη που δύσκολα την αντιλαμβανόμαστε σαν λαός εδώ που βρισκόμαστε τώρα. Αν τον πλησιάσεις μουσικά, θα βρεις πολλή αλήθεια. Και με τη λέξη «πλησιάσεις» δεν εννοώ να ανάβεις φωτοβολίδες όταν μπαίνουν τα drums στον «Πεχλιβάνη». Οι φωτοβολίδες ανάβουν για μια στιγμή και σβήνουν, έχουμε αρκετές σε αυτή τη χώρα, φτάνει.

Τι άκουσες, είδες, διάβασες, ανακάλυψες στην καραντίνα και τον εγκλεισμό, που σε κράτησε όρθιο συναισθηματικά αλλά και σε ιντρίγκαρε ανοίγοντάς σου νέα θέαση;
Δημιουργήσαμε μαζί με φίλους έναν διαδικτυακό ραδιοφωνικό σταθμό, τον Reverse Radio, όπου μάζεψε μια μικρή και όμορφη παρέα, μέσα από την οποία γνώρισα όμορφους ανθρώπους και άκουσα και αντάλλαξα πολλή μουσική. Είναι το πιο ωραίο πράγμα που συνέβη μέσα στη καραντίνα! Άκουσα τόσα πολλά πράγματα, που ακόμη ανατρέχω για να τα ξαναψάξω!

Είσαι αισιόδοξος για τη νέα φάση του κόσμου; Λίγοι μπορούν να πιάσουν στον αέρα και να αποκωδικοποιήσουν τι έρχεται. Και αυτοί είναι διχασμένοι ως προς την ποιότητά του: αν θα είναι άνεμος αισιοδοξίας και πιο ουμανιστικό restart ή αν θα είναι μια επιστροφή σε έναν νέο μεσαίωνα, όπως διατείνονται. Πού στέκεσαι;
Και πότε ορίζεται χρονικά η νέα φάση του κόσμου; Ζούμε σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον, πάντα κάτι θα έρχεται. Τουλάχιστον μιλώντας για την Ελλάδα - γιατί δεν ξέρω ακριβώς τι γίνεται παντού στον κόσμο - για να μιλήσουμε για Ουμανισμό θα πρέπει πρώτα να εξαλείψουμε τα μετεμφυλιακά σκουπίδια που κρύβονται με μεγάλη μαεστρία στις μεγαλύτερες γενιές και μεταδίδονται με ένα μαγικό τρόπο και στους νεότερους. Βασίζομαι απλά στον χρόνο, ελπίζω να τα πάρει μαζί του όλα αυτά. Βέβαια, θα φέρει άλλα. Δεν το λέω με την έννοια ενός δυστοπικού μέλλοντος όπου η τεχνολογία θα ελέγχει το μυαλό μας και θα είμαστε έρμαια ενός γιγαντιαίου server, αλλά σίγουρα η καινούργια δεκαετία, μπαίνοντας δυναμικά με την πανδημία, μας δήλωσε ότι τα πράγματα αλλάζουν. Από την άλλη, βαριέμαι πάρα πολύ όλα αυτά τα οργουελικά και απλώς σκέφτομαι ότι είμαι κι εγώ μέρος αυτής της νέας φάσης του κόσμου, όποτε είναι στο χέρι μου να κάνω ό,τι μπορώ για να είναι τα πράγματα καλά. Ή κακά, εμείς φτιάχνουμε τον κόσμο. Και τα ανθρώπινα συναισθήματα όπως η αγάπη, το μίσος, ο θυμός, ο φθόνος, είναι διαχρονικά, δεν άλλαξαν ούτε θα αλλάξουν ό,τι και να συμβεί. Αυτά ορίζουν την ανθρωπότητα, και τα μεγαλύτερα έργα τέχνης το γνωρίζουν αυτό.

Μπορεί η μουσική να ξανασυνδεθεί με τους ανθρώπους έξω από τα κινητά;
Ναι!