Μουσικη

Monsieur Doumani: Rock από την Κύπρο με τζουράδες και τρομπόνια

Ο Αντώνης Αντωνίου μιλάει αποκλειστικά στην ATHENS VOICE για το άλμπουμ «Πισσούριν», ένα νυχτερινό αριστούργημα

Γιώργος Φλωράκης
ΤΕΥΧΟΣ 797
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέντευξη: Ο Αντώνης Αντωνίου των Monsieur Doumani, του avant folk συγκροτήματος από την Κύπρο, μιλά για το νέο τους άλμπουμ «Πισσούριν».

Έτυχε να πέσει στα χέρια μου τελευταία το πιο πρόσφατο άλμπουμ της Derya Yildirim από την Τουρκία, μια προσέγγιση που φέρνει με νέους όρους στο προσκήνιο όλο αυτό το ιδίωμα των early seventies που ονομάζαμε anatolian psych rock, εδραζόταν κυρίως στην Τουρκία και εκπροσωπείτο από μουσικούς όπως ο Erkin Koray και ο Baris Manco. Την ίδια στιγμή, η προχωρημένη γερμανική εταιρεία Glitterbeat κυκλοφορεί απίθανους δίσκους με χρώμα ανατολής, όπως το “Migrant Birds” των Tootard και η δισκογραφία των Altin Gun. Οι Monsieur Doumani αλλά και οι Trio Tekke (με κοινό μέλος τον Αντώνη Αντωνίου) από την Κύπρο πάντοτε λοξοκοιτούσαν προς την Ανατολή, βάζοντας συχνά το λαϊκό-παραδοσιακό ιδίωμα πάνω από το rock attitude που κατέκλυζε το ύφος τους. Στο «Πισσούριν» δημιουργούν ένα νυχτερινό αριστούργημα, όπου βασιλεύει η ψυχεδελική rock προσέγγιση –χωρίς να χάνεται το ύφος της ανατολής– μέσα από την ιδιοφυή χρήση της παραμόρφωσης. Ο Αντώνης Αντωνίου, ο Άντης Σκορδής και ο Δημήτρης Γιασεμίδης έχουν ηχογραφήσει έναν από τους καλύτερους δίσκους της χρονιάς.

Έχετε μαζέψει ένα σωρό βραβεία και τιμητικές διακρίσεις, έχοντας χτίσει πάνω σ’ ένα ύφος που σχετίζεται έντονα με το παραδοσιακό ιδίωμα, τόσο στη συνολική κατεύθυνση όσο και στο ηχόχρωμα. Λένε ότι, αν κερδίζεις, δεν αλλάζεις. Εσείς όμως τολμήσατε να αλλάξετε. Πώς αποφασίσατε κάτι τέτοιο;
Πολύ απλά δεν μας ενδιαφέρει να παίζουμε και να γράφουμε τα ίδια. Το βαριόμαστε. Και αλλάζουμε. Από τότε που ξεκίνησε το πρότζεκτ πριν από σχεδόν 10 χρόνια, αλλάξαμε πολύ και στα ακούσματά μας αλλά και στον ψυχισμό μας. Ανακαλύψαμε όντως κάποιες φόρμουλες που κέρδιζαν. Ωστόσο, αν επιμένεις να τις επαναλαμβάνεις χωρίς να τις πιστεύεις, αγγίζει σχεδόν το όριο του ανήθικου. Πρώτα ανήθικο προς τον εαυτό σου και μετά προς τον κόσμο. Γι’ αυτό και προτιμούμε πάντοτε να σπρώχνουμε τους εαυτούς μας σε καινούριες περιπέτειες.

Στο «Πισσούριν», ενώ τα όργανα είναι τα ίδια, ο ήχος είναι πολύ πιο βαρύς και πιο ηλεκτρικός. Γιατί  διαλέξατε να πάτε πιο ηλεκτρικά;
Θα έλεγα ότι αυτό είχε ξεκινήσει από πολύ πιο νωρίς, από τον πρώτο κιόλας δίσκο υπήρχε η τάση που έγερνε προς τα εκεί. Τραγούδια όπως π.χ. «Το Σύστημαν’» είχαν απίστευτη ανταπόκριση και είναι μέχρι και σήμερα σήμα κατατεθέν του γκρουπ. Όπως και εμείς οι ίδιοι από τότε, νιώθαμε πολύ πιο κοντά σε τέτοιου είδους κομμάτια. Με τον δεύτερο και τρίτο δίσκο αυτό το στοιχείο εδραιώθηκε περισσότερο. Και στο «Πισσούριν» έγινε τελικά το μεγάλο άλμα που μας έφερε εδώ, σε ένα ηχητικό μοντέλο που μας ταιριάζει σαν χαρακτήρες και που μπορούμε πολύ πιο άνετα και ευχάριστα να δημιουργήσουμε και να πούμε αυτό που θέλουμε.

Τι χρειάστηκε για να πετύχετε αυτόν τον ήχο στο στούντιο; Θα βγαίνει το ίδιο εύκολα και στο live;
Είχαμε ήδη δουλέψει πολύ τον ήχο πριν μπούμε στο στούντιο. Ξέραμε, δηλαδή, πού βρισκόμασταν και πού θέλαμε να φτάσουμε. Για αυτό χρειάστηκε βέβαια αρκετός πειραματισμός, πρόβες και χρόνος, ο οποίος μας δόθηκε απλόχερα από την κατάσταση της πανδημίας – ενώ κανονικά δεν θα τον είχαμε. Τελικά αυτό πρέπει να είναι… το όραμα και η αφοσίωση σε αυτό. Μετά στο στούντιο είχαμε την τύχη να συνεργαστούμε με τον Μάκη Πελοπίδα, έναν χαρισματικό ηχολήπτη και μουσικό που είναι και ο ηχολήπτης του Θανάση Παπακωνσταντίνου. Γράψαμε τον δίσκο ζωντανά (εκτός των φωνών και μερικών overdubs) στο στούντιο του Θανάση στον Μεγαλόβρυσο Αγιάς, έχοντας άσο στο μανίκι την τεράστια εμπειρία και έμπνευση του Μάκη ο οποίος σε ένα βαθμό έπαιξε ρόλο και στην παραγωγή. Και ναι, θα βγαίνει και στο live αυτός ο ήχος, ή κάτι πολύ κοντινό τέλος πάντων. Είναι κάτι που δουλέψαμε αρκετά, και μετά τις ηχογραφήσεις.

Ενώ μέχρι τώρα θα έλεγε κανείς ότι χρησιμοποιούσατε κυρίως στοιχεία από την παράδοση της Κύπρου και της Ελλάδας –όπως αυτή διαμορφώθηκε και από το ρεμπέτικο και τη σχέση του με τη Μικρά Ασία– στον νέο δίσκο επεκτείνεστε στον ψυχεδελικό ήχο της Ανατολίας και δανείζεστε στοιχεία από ολόκληρο το φάσμα του ήχου της Μεσογείου. Τι ανάγκες έκφρασης εξυπηρετεί αυτή η επέκτασή σας;
Θεωρώ ότι αυτό που λέμε «ψυχεδελικός ήχος της Ανατολίας» έχει τις ρίζες του στην παράδοση και βεβαίως στους μελωδικούς τρόπους της περιοχής στην οποία αναφερόμαστε, από αρχαιοτάτων χρόνων. Και αυτά είναι –κακά τα ψέματα– και τα πρώτα μας ακούσματα, το λαϊκό και ρεμπέτικο τραγούδι. Και σίγουρα εδώ στην Κύπρο η τουρκική μουσική μας είναι αρκετά οικεία αφού την ακούγαμε/ακούμε από το ραδιόφωνο, αλλά και για μας που ζούμε κοντά στη διαχωριστική γραμμή την ακούμε και ζωντανά όταν υπάρχουν συναυλίες, πανηγύρια και γάμοι στην άλλη πλευρά. Η εισαγωγή τέτοιων μελωδικών κλιμάκων αλλά και σχημάτων σε ένα νέο περιεχόμενο όπως η ψυχεδέλεια και η ροκ μουσική (ή και το ανάποδο), είναι κάτι που σίγουρα συνέβαινε και συμβαίνει εδώ και καιρό και που όντως μας έχει ελκύσει πολύ το τελευταίο διάστημα. Εμείς εξακολουθούμε να κρατάμε τη σχέση που είχαμε με το ρεμπέτικο (τόσο μουσικά όσο και σαν ιδιοσυγκρασία), όπως επίσης κρατάμε την ιδιόμορφη διεργασία «ενοργάνωσης» –η οποία και αυτή βεβαίως εξελίσσεται– και αφηνόμαστε στην αναζήτηση ενός νέου ηχητικού πλαισίου, πιο πλούσιου, με μεγαλύτερο φάσμα και με ευρύτερη δυναμική.

© Μιχάλης Δημητριάδης

Αν και ξέρω ότι δεν αρέσουν στους μουσικούς οι όροι που περιγράφουν τη μουσική τους, ως τώρα είχατε την ταμπέλα του avant folk σχήματος. Συμφωνείς ότι πλέον έχετε μια πιο ψυχεδελική rock κατεύθυνση; Ήταν ηθελημένο αυτό;
Συμφωνώ. Αν και ο όρος avant folk είναι, πιστεύω, αρκετά ευρύς και μπορεί να χωρέσει μέσα και τη νέα δουλειά. Αλλά όντως η εντύπωση που αφήνει είναι μιας πιο folk rock ποιότητας. Η νέα κατεύθυνση δημιουργήθηκε με έναν οργανικό τρόπο, μέσα από τον χρόνο και την τριβή. Αλλά και οι τρεις νιώσαμε ότι σε αυτή την κατεύθυνση υπάρχει κάτι που μας ελκύει και που θα θέλαμε να εξερευνήσουμε.

Νιώθω ότι έχει αλλάξει ακόμα και ο τρόπος που συνθέτετε και που ενορχηστρώνετε. Είναι έτσι; Ποια είναι τα στοιχεία του νέου τρόπου;
Ναι, όντως. Ενώ παλιότερα επικεντρωνόμασταν στο να ανακαλύψουμε την όμορφη μελωδία, και την αρμονία που θα δημιουργούσε ενδιαφέροντα επεισόδια, εδώ αυτή η διεργασία χάνει κάπως τη βαρύτητά της. Πιο πολύ δηλαδή δίνουμε προτεραιότητα στη συνολική μορφή του κομματιού, στον αντίκτυπο που θα έχει το ολοκληρωμένο έργο και όχι τα μεμονωμένα επεισόδια που θα εντυπωσιάσουν. Περισσότερο δηλαδή μιλάμε για μια συνολική εμπειρία που θα αφήσει μια συγκεκριμένη επίγευση. Αλλά και οι στίχοι έχουν γίνει περισσότερο εσωτερικοί και σε πολλές στιγμές μάλιστα αγγίζουν σχεδόν ένα σουρεάλ πεδίο. Ενορχηστρωτικά, όπως αναφέρω και πιο πάνω, κρατάμε την προηγούμενη διαδικασία αλλά την εξελίσσουμε για να εξυπηρετήσει αναλόγως και τον σκοπό της κάθε σύνθεσης. Εξακολουθεί να μας ενδιαφέρει το παιχνίδι, και η αλληλεπίδραση –ίσως και ένα κρυμμένο χιούμορ– των οργάνων και φωνών, απλά σε αυτή την περίπτωση αυτά εκτελούνται σίγουρα πιο διακριτικά και δεν τους επιτρέπεται η  διακοπή ή η παρενόχληση της ροής της διάθεσης.

Ανεξαρτήτως ήχου, η προσέγγιση των Monsieur Doumani αλλά και των Trio Tekke ήταν για μένα περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, rock. Είναι έτσι; Και σε τι οφείλεται;
Πέραν της μουσική μας παιδείας, και οι τρεις μεγαλώσαμε με rock ακούσματα. Ακούγεται σίγουρα κλισέ, αλλά το rock είναι όντως εκτός από μουσικό είδος, και τρόπος ζωής. Θα το συσχέτιζα και με το ρεμπέτικο. Και αυτό ήταν και ίσως να είναι ακόμη, τρόπος ζωής. Όταν κολλήσεις το μικρόβιο αυτό, πολύ δύσκολα ξεφεύγεις. Το κουβαλάς μια ζωή.

Γιατί διαλέξατε το «Πισσούριν» (τις πιο σκοτεινές ώρες της νύχτας) για να αναπτύξετε τη θεματική του νέου δίσκου σας;
Ο δίσκος διερευνά διάφορες εκφάνσεις της νύχτας μέσα από ένα υπαρξιακό πρίσμα. Η νύχτα είναι η στιγμή που ο καθένας μας βρίσκεται πιο κοντά στον εαυτό του, στον εσωτερικό του κόσμο, αλλά ταυτόχρονα και στον μεγάλο κόσμο στον οποίο ανήκει, στο όλον, στο χάος. Μπορούμε να κοιτάξουμε ψηλά στον ουρανό και βλέποντας το μεγαλείο στο οποίο βρισκόμαστε, να κατανοήσουμε καλύτερα τα μυστικά που κρύβει η ύπαρξη, να δούμε πως η ζωή μας είναι απλά ένας μικροσκοπικός κόκκος στην αστρόσκονη του σύμπαντος. Η φαντασία μας εκείνη την ώρα βρίσκεται σε έξαρση. Μπορούμε να περιπλανηθούμε και να ζήσουμε πολύχρωμες περιπέτειες, μπορούμε ακόμα να δημιουργήσουμε. Επίσης, στον απύθμενο κόσμο του ονείρου όπου όλα επιτρέπονται, το υποσυνείδητο αναλαμβάνει το ταξίδι και μας ξεναγεί σε παράλληλα επίπεδα νοήσεως, όπου αυτό που θεωρείται φυσιολογικό και κανονικό χάνει την κυριαρχία του. Εισερχόμαστε δηλαδή σε μια μοναχική πνευματική αναζήτηση η οποία είναι, πιστεύω, απαραίτητη για την ψυχική μας υγεία και κατ’ επέκταση για την καθημερινή στάση ζωής.

© Μιχάλης Δημητριάδης

Διακρίνω ένα ειρωνικό, σχεδόν zappικό χιούμορ σε σημεία. Για παράδειγμα είναι zappική η επιλογή του τίτλου «Νυχτοπάππαρος» («Νυχτερίδα») κι επιπλέον οι στίχοι είναι σχεδόν heavy metal. Υπάρχει πραγματικά ένα τέτοιο χιούμορ ή είναι δική μου μόνο εντύπωση;
Όλα τα τραγούδια του δίσκου καταπιάνονται με τη νύχτα και βέβαια με τα πλάσματα που βασιλεύουν κατά τη διάρκειά της. Υπάρχει ο κουκκουφκιάος (κουκουβάγια), οι καλικάντζαροι, ο Τιριτίχτας (πλάσμα της νύχτας δικής μας επινόησης), ο Αλαβροστισιώτης (αυτός που βλέπει πράγματα που υποτίθεται δεν υπάρχουν). Υπάρχει λοιπόν και ο Νυχτοπάππαρος ο οποίος σε αυτή την περίπτωση αντιπροσωπεύει το δαιμόνιο που όλοι έχουμε μέσα μας. Αυτό που μας απομακρύνει από το ήθος, που μας σκανδαλίζει και δεν μας αφήνει να βρούμε τον δρόμο μας προς τα αστέρια. Αν μπαίνει σε zappικά και heavy metal χωράφια αυτό σίγουρα δεν έγινε συνειδητά, ίσως όμως, έστω άθελα, να υπάρχει τελικά αυτός ο συσχετισμός.

Η αντικατάσταση του Άγγελου Ιωνά από τον Άντη Σκορδή τι διαφορές έφερε στο σχήμα;
Ναι, οπωσδήποτε έφερε αλλαγές. Καταρχάς ο Άντης έχει ένα τελείως διαφορετικό στιλ παιξίματος της κιθάρας αναφορικά κυρίως με την τεχνική των χεριών και κατ’ επέκταση με τον ήχο που δημιουργείται. Όχι απαραίτητα καλύτερο η χειρότερο, απλά διαφορετικό. Το γεγονός αυτό μας οδήγησε στο να προσαρμόσουμε πολλά μουσικά στοιχεία στο συγκεκριμένο στιλ, και άρα υπήρξε καθοριστικό σημείο στην κατεύθυνση που ακολουθήθηκε. Έπειτα, ο Άντης εκτός από κιθαρίστας (και συνθέτης) είναι και περκασιονίστας. Όλα τα κρουστά που ακούγονται στον δίσκο τα έχει δημιουργήσει αυτός ζωντανά, χρησιμοποιώντας την κιθάρα σαν κρουστό όργανο και λουπάροντας τους ρυθμούς. Αυτό ουσιαστικά μας απελευθέρωσε σε τεράστιο βαθμό αφού το ρυθμικό στοιχείο ήταν κάτι που επιδιώκαμε πάντα να δημιουργούμε με τα 3 όργανα. Έτσι τώρα είναι λες κι έχουμε και τέταρτο μέλος στο γκρουπ.

Σε κάποιες περιπτώσεις ο ήχος των Monsieur Doumani δεν διέφερε πολύ από αυτόν των Trio Tekke. Η νέα κατεύθυνση σημαίνει ότι θα ακούγονται εντελώς διαφορετικά τα δύο σχήματα ή θα γίνουν και οι Trio Tekke πιο ηλεκτρικοί;
Για την ακρίβεια, οι Trio Tekke, ειδικά με την προσθήκη του Αγγλο-Ιταλού ντράμερ Dave De Rose και την κυκλοφορία δύο δίσκων μαζί του, είναι πλέον εξ ολοκλήρου ηλεκτρικό σχήμα. Δηλαδή τα δύο σχήματα ακολουθούν παράλληλες πορείες ως προς την ηχητική εξέλιξη, αλλά με αρκετά διαφορετικές τεχνοτροπίες και προσεγγίσεις.

Το ότι είσαστε πλέον στην Glitterbeat σημαίνει ότι νιώθετε πιο κοντά στον ήχο σχημάτων όπως οι Tootard και οι Altin Gun;
Ναι, σίγουρα. Και τα δύο αυτά σχήματα υπήρξαν μεγάλη πηγή έμπνευσης, αυτό είναι η αλήθεια. Αλλά άλλη μια αλήθεια είναι ότι και η ίδια η Glitterbeat με την εκλεκτική αισθητική της μας έχει επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό. Θεωρούμε ότι είναι πολύ μπροστά και είμαστε κατενθουσιασμένοι που ανήκουμε πλέον στην οικογένεια αυτή.

Τι ακούτε αυτή την εποχή;
Πάρα, πάρα πολλή μουσική. Η ακρόαση μας έχει γίνει πλέον εμμονή, από καιρό. Ψαχνόμαστε συνέχεια και εξακολουθούμε να ακούμε και να εξερευνούμε τα παλιά ρεμπέτικα, σμυρνέικα αλλά και ό,τι πιο σύγχρονο βγαίνει τόσο στον κύκλο της λεγόμενης world music όσο και τα πιο πειραματικά και ηλεκτρονικά ηχοτοπία. Η επιρροές έρχονται πραγματικά από παντού. Υπάρχει τόση αφθονία καλής μουσικής εκεί έξω που νιώθουμε πως είναι πολύ κρίμα να μας διαφύγει κάτι.

Τι ετοιμάζετε για το αμέσως επόμενο διάστημα;
Είναι οι συναυλίες παρουσίασης/προώθησης του δίσκου. Σε Κύπρο, Αγγλία και μια αρκετά μεγάλη περιοδεία στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη τον Νοέμβριο. Μέχρι τα Χριστούγεννα το πρόγραμμα είναι σχεδόν γεμάτο. Και για Ελλάδα υπάρχει η σκέψη αλλά ακόμη όχι κάτι το σίγουρο, είναι και περίεργοι οι καιροί τώρα. Ακολούθως θα αρχίσουμε δειλά-δειλά να συναντιόμαστε και να συνομιλούμε, για να σπείρουμε το χωράφι για μια μελλοντική δισκογραφική δουλειά.