- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Λουλούδι του δάσους: Χάρης Κατσιμίχας, Apurimac και μία ιστορία
Ένα τραγούδι που ανθίζει ακόμα
Η ιστορία του τραγουδιού «Λουλούδι του δάσους» του Χάρη Κατσιμίχα με τους Apurimac, από τον παραγωγό του Άγγελο Σφακιανάκη.
Από τη συνέντευξη που έδωσαν ο Πάνος κι ο Χάρης Κατσιμίχας στο περιοδικό ΜΕΤΡΟ τεύχος 16, Φεβρουάριου 1997, αντιγράφω τι λέει ο Χάρης… «Οι Apurimac. Το latin group που όλοι θυμούνται τις Απόκριες όταν θέλουν να κουνήσουν τον κώλο τους. Μετά τους ξεχνάνε. Δεν είναι όμως έτσι. Οι άνθρωποι προέρχονται από μια πανάρχαιη κουλτούρα. Το παγανιστικό παρελθόν της Λατινικής Αμερικής. Έχουνε πίσω τους μια ιστορία. Ήρθε που λες, πριν δύο χρόνια ο Daniel και μου ’φερε ένα βιβλίο. Μεταφρασμένα ποιήματα της Βόρειας και της Νότιας Αμερικής που γράφτηκαν πριν 1. 000 χρόνια. Μ’ αυτά τα κείμενα θέλαν να κάνουν ένα δίσκο. Να μελοποιήσουν την παραδοσιακή τους ποίηση. Εγώ επειδή δέκα χρόνια τώρα έχω αποκτήσει μια πείρα κάνοντας τέτοια πράγματα με δικούς μας ποιητές, τρελάθηκα. Επί δύο χρόνια κυκλοφορούσα με το βιβλιαράκι στην τσέπη μου. Το διάβαζα συνέχεια. “Λύσσαξα”. Δούλευα ασταμάτητα. Στο τέλος φτιάξαμε το υλικό. Το παίρνω και το πάω στον Γιαρμενίτη (διευθυντή της Sony Music στην Ελλάδα). Με φωνάζει μετά από μια εβδομάδα και μου λέει: “Δεν με ενδιαφέρει ένας τέτοιος δίσκος, γιατί για να τον πουλήσω, θα κάνω διπλά μπορεί και τριπλά έξοδα από έναν κανονικό”… Κατέρρευσα... Τελικά αυτό το project με τους Apurimac θα βγει με άλλη εταιρεία. Ευτυχώς βρέθηκαν άλλοι... “φιλότεχνοι” να μας στεγάσουν...»
Εδώ αρχίζει η δικιά μου ιστορία. Με πήρε ο Παντελής Θαλασσινός και μου ιστόρησε ότι είχε δώσει ένα τραγούδι σε ένα δίσκο που ετοίμαζε ο Χάρης με τους Apurimac και ότι η Sony τον απαξίωσε και τον απέκλεισε κι ο Χάρης ήταν χάλια.
Με τον Χάρη είχαμε φιλική σχέση πριν να βγάλουν τα «Ζεστά Ποτά». Τον πήρα και βρεθήκαμε. Η υπόθεση άρχιζε από την συγκίνηση που τους δημιουργούσαν τα ινδιάνικα τραγούδια με τσαράγκο, κένες και σαμπόνια. Τα άκουγαν τακτικά στην Γερμανία και στην Αθήνα όταν ανακάλυψαν τους Apurimac πήγαιναν και τους άκουγαν ανελλιπώς. Εκεί ο Daniel έδωσε στον Χάρη το βιβλίο «Ινδιάνικα Τραγούδια», μια ανθολόγηση και μετάφραση του Σωκράτη Σκαρτσή από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Ο Χάρης τα διασκεύασε και τα μορφολόγησε να γίνουν τραγούδια. Μου διηγήθηκε πως μετά την άρνηση της εταιρείας του κατέβηκε τη Μεσογείων με τα πόδια και το παράπονο του έβγαζε δάκρυα.
Μου παρέδωσε το demo. Έχω πικραθεί δεν θέλω να ασχοληθώ.
Άκουσα, συγκινήθηκα και ενθουσιάστηκα ιδιαίτερα με την κουβανέζικη Guajira, το «Λουλούδι του δάσους» έτσι όπως το είχαν ενορχηστρώσει οι Apurimac.
Βρεθήκαμε πάλι και τον διαβεβαίωσα ότι θα το κάνω. Θα έχει τη μυρωδιά ενός παρθένου δάσους. Θα έχει και λίγο από την μαγεία του Castaneda.
Μου έδωσε την ευχή του. «Να με φωνάξεις μόνο για να τραγουδήσω»! Και χωρίσαμε.
Έγκριση δεν είχα πάρει και το κλίμα στην Λύρα εκείνη την εποχή δεν ήταν και το καλύτερο. Τη «φιλότεχνη έγκριση την πήρα με το ζόρι αφού κατέθεσα ένα πολύ χαμηλό budget. Την προσπάθειά μου τη στήριξε με τα «Κύματά» του… ο Παντελής Θαλασσινός.
Οι Apurimac ήταν ένα συγκρότημα κομμούνα, με αρκετούς λατινοαμερικανούς μετανάστες. Άλλοι πολιτικοί, άλλοι οικονομικοί και άλλοι ερωτικοί. Όλοι πολύ καλοί μουσικοί, Χιλιανοί, Αργεντινοί, Μεξικανοί, Βραζιλιάνοι κα. Όλοι έπαιζαν 2-3 σπάνια όργανα. Είχαν και μια γιάφκα καλλιτεχνική ,το Palenque, μια λάτιν σκηνή που έπαιζαν χορευτική μουσική. Εκεί μάθαινες λατινοαμερικάνικους χορούς, έπινες ρούμι γνώριζες ξένους και έλληνες λάτρεις αυτής της μουσικής. Ένα διεθνιστικό στέκι.
Ό,τι θυμόμουν από αυτό το είδος ήταν από τα συγκροτήματα που γυρνούσαν όλο τον κόσμο για τον αντιδικτατορικό τους αγώνα. Είχα δει τους Inti Illimani στη μεταπολίτευση στο γήπεδο του Πανιωνίου.
Κατέβηκα στα δισκάδικα κι αγόρασα ινδιάνικα cds. Τουριστικά, τελετουργικά, ορχηστρικά, απ’ όλα. Τα άκουγα για κανά μήνα. Μαγεύτηκα.
Μιλούσα με τον Daniel Armando (ακόμα μιλάω), με τον Κωστή Παπαδόπουλο και με τον Alejandro Diaz. Τους ζήτησα να γράψουν ορχηστρικά.
Μπήκαμε στο Συν Ένα, συνέχεια μετά τους Ύποπτους. Δουλέψαμε το ίδιο team. Ο Χατζηνικολάου, η Χανιώτη, ο Κορρές.
Ο Θανάσης Καστανιώτης μας έδωσε την ευχή του.
Δεν ξέρω πώς αλλά έπεσε μια γενική επιστράτευση και πέρασαν από το στούντιο εξαιρετικοί πιανίστες, κρουστοί, πνευστοί Έλληνες και ξένοι. Έπαιζαν, ενορχήστρωναν, συμπλήρωναν ο ένας τον άλλον. Μάθαινα κοντά τους ρυθμούς και ηχοχρώματα. Με όργανα χειροποίητα, κένες, σαμπόνια, τσαράγκος, παλεύαμε για την τονική ορθότητα χωρίς κουρδιστήρια και ηλεκτρονικά όργανα.
Τίτλος του δίσκου «Μάνα Γη». Ένα μήνυμα οικολογικό.
Μία προσέγγιση του λατινοαμερικάνικου παγανισμού μέσω της ποίησης. Ο Κωστής έφερε την Χρύσα και η Χρύσα την παιδική χορωδία της «Ελληνογερμανικής Αγωγής» που στόλισαν με τις φωνούλες τους το ομώνυμο τραγούδι.
Ήρθε κι ο Χάρης και τραγούδησε.
Έφυγε ικανοποιημένος. Ήρθε κι ο Παντελής και μοιράστηκε το τραγούδι του με τον Ale.
Μπλέξαμε ελληνικά με λατινικά τραγουδίσματα. Κάτι που το έμαθα από τον Σπανουδάκη. Ζούσαμε μια εξαιρετική διαδικασία, ένα μικρό θαύμα, έναν καλλιτεχνικό οργασμό. Σα να σκάβαμε την γη και να καλλιεργούσαμε σπάνιους σπόρους aγάπη και πίστη για την δουλειά.
Αυτήν την αλληλεγγύη δεν την είχε το λογισμικό της πολυεθνικής και γι’ αυτό δεν τους έβγαινε ο λογαριασμός.
Στο στούντιο η μουσική, οι μουσικοί και η αγάπη νίκησαν τη γραφειοκρατία.
Ο Μάνος Πέππας που είχε φωτογραφίσει τους Ύποπτους ακολούθησε το γκρουπ σε ένα live στην Ζάκυνθο κι έβγαλε εξαιρετικές φωτογραφίες.
Δουλεύτηκε ένα καλαίσθητο booklet από τον Γιώργο Βαβυλουσάκη και τον Κωστή.
Ευτυχώς στην Λύρα τότε, ήταν η Θάλεια Ιακωβίδου που δούλευε τις εξαγωγές. Το πίστεψε και ζήτησε να βγει το cd τετράγλωσσο γιατί πίστευε πως θα κινηθεί διεθνώς. Πράγματι ο δίσκος έξω πήγε παντού.
Η δουλειά από όλες τις πλευρές της είχε γίνει με αγάπη και φαντασία. Αλλά το «Λουλούδι του δάσους» φώναζε «θέλω κάτι ακόμα, γιατί είμαι hit»!
Κάλεσα όσους dj ήξερα και το μοίρασα πριν κυκλοφορήσει. Κατέβηκα στην παραλιακή γνώρισα άλλους τόσους. Τριγύρισα τα bars των φίλων και τους το έδινα. Το έστειλα στα θέρετρα. Ερχόταν το καλοκαίρι και ήθελα να είναι το τραγούδι του καλοκαιριού.
Είχα ενθαρρυντική ζήτηση από τα δισκάδικα γιατί η αιχμηρή συνέντευξη των Κατσιμίχα είχε κάνει αίσθηση και είχε γίνει ιδανικός προπομπός.
Κυκλοφορούμε και η υποδοχή είναι εκπληκτική. Όλα τα ράδια, εμπορικά και ατμοσφαιρικά υποδέχονται το «Λουλούδι του δάσους». Γίνεται το τραγούδι του καλοκαιριού!
Πιέζω για να το κάνουμε κλιπ. Ο Χάρης συμφωνεί. Στέλνω το τραγούδι στον Γιώργο Λάνθιμο που με είχε εντυπωσιάσει από το κλιπ της Κυρμιζή. Με τρομάζει το location που προτείνει και δεν το προχωράω. Έχασα...
Το δίνω στον Κώστα Καπετανίδη που αποτυπώνει το φυσιολατρικό «Μάνα Γη», το οικολογικό μήνυμα που έχουμε στο μυαλό μας. Το κλιπ γίνεται στην Τήνο και στη λίμνη της Πάρνηθας.
Τις δύο πρώτες εβδομάδες της κυκλοφορίας έδωσε από 500 τεμάχια. Την τρίτη πλέον καλπάζει και δίνει 1. 000 την εβδομάδα. Τον Σεπτέμβρη είναι 12.000.
Με τον Χάρη μιλάμε συνέχεια και τον ενημερώνω ότι πάμε για χρυσό μέχρι τις γιορτές. Ο Χάρης αισθάνεται δικαιωμένος.
Τον Οκτώβρη η Sony ζητάει το «Λουλούδι του δάσους» - αυτό που αρνήθηκε να κυκλοφορήσουν- να το βάλει στην «Παράλληλη Δισκογραφία» που ετοιμάζουν. Έχουν περάσει 6 μήνες από την κυκλοφορία. Διαφωνώ κάθετα και ζητώ να τους το δώσουμε μετά τις γιορτές. Έχουνε τόσα hits. Μου φαίνεται άδικο μετά την απαξίωση, μετά τόση δική μας προσπάθεια, να θέλουν μερίδιο στην χαρά μας. Η διεύθυνση της Λύρας όμως το παραχωρεί.
Τα αφεντικά συνεννοήθηκαν.
Τον Νοέμβρη κυκλοφορεί η «Παράλληλη Δισκογραφία» με το «Λουλούδι του δάσους».
Το «Μάνα Γη» σταματάει να πουλάει.
Το μικρό θαύμα δεν κράτησε για πολύ.
Το «Λουλούδι του δάσους» ανθίζει ακόμα.
Το έδωσαν και στην διεθνή ethnic εταιρεία Putumayo που το συμπεριέλαβαν σε συλλογή, αλλά ο Χάρης δεν πήρε ποτέ ούτε φράγκο.
Ο Χάρης Κατσιμίχας γράφει για τους Apurimac
«Τους Apurimac τους εκτιμώ, γιατί γνωρίζουν πολύ καλά ποιοι είναι και από που προέρχονται. Μέσα στο αίμα τους, κυλάει η παγωμένη σκοτεινιά των βουνών και η πρωινή πάχνη απ’ τα φωτεινά λιβάδια της πατρίδας τους.
Γι’ αυτό όταν μου ζήτησαν να γίνω “ενδιάμεσος”, δέχτηκα με μεγάλη χαρά.
Οι Ινδιάνοι -όταν θέλουν- “παίζουν” παράξενα παιχνίδια.
Δεν πρόλαβα να πω “ναι” και άρχισαν τα θαύματα.
Το άθλιο δυάρι μου φώτισε. Μετά, είδα μπροστά μου τον Κόνδορα. Μετά φύσηξε ένας πολύ δυνατός αέρας και βρέθηκα πάνω στα βουνά.
Άκουγα τσαράνγκος, τύμπανα και σαμπόνιες.
Φώναξα ζήτωωωω κι ο Κόνδορας έκρωζε χαρούμενα. Τα βράχια –είτε το πιστεύετε, είτε όχι- κουδούνιζαν πάνω στις πλαγιές.
Τι όμορφο ταξίδι.
Όταν ξαναγύρισα στο δωμάτιο, βρήκα στο τραπέζι 6-7 κείμενα. Ποιος τα είχε γράψει; Αφού εγώ έλειπα... Τέλος πάντων... τα πήρα και τα πήγα στον Daniel.
Ακούστε λοιπόν τώρα τους φίλους μου, να τραγουδούν με το υπέροχο “αξάν” τους την θαυμαστή ιστορία του λαού τους. Τραγουδούν ντροπαλά. Έτσι όπως ντροπαλά ζουν ανάμεσά μας, όλοι οι ξένοι. Όλες οι ψυχές που ήρθαν ως εδώ “από ξένο τόπο κι απ’ αλαργινό”.
Κι αν νιώσετε “κάπως” ...μη φοβηθείτε!
Οι Ινδιάνοι όταν θέλουν “παίζουν” παράξενα παιχνίδια».