Μουσικη

DMX 1970 - 2021: Τελευταία υπόκλιση σε έναν ραπ ήρωα

Ο καλλιτέχνης που έδωσε μορφή και νόημα στο gangsta rap των nineties, δε μένει πια εδώ

Δημήτρης Καραθάνος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

DMX: Αναδρομή στην πορεία του ράπερ και ηθοποιού Έρλ Σίμονς, που άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 50 ετών μετά από καρδιακή ανακοπή

Oι ψύχραιμες και αποστασιοποιημένες βιογραφίες που επιχειρούν να παρακάμψουν τον μύθο του αντικειμένου τους είναι σταθερά ξενέρωτες. Ειδικά όταν πρόκειται για περιπτώσεις εκείνης σαν του βασιλιά της ρεαλιστικής ρίμας και των εμπρηστικών beats, DMX, του αμερικανού ράπερ που εξιστόρησε μοναδικά τους προβληματισμούς του Hip Hop και διαμόρφωσε όσο ελάχιστοι αυτό που έως τις μέρες μας τιμούμε και απολαμβάνουμε ως gangsta rap της δεκαετίας του 1990.

Τώρα, καθώς θαυμαστές και συνεργάτες αποχαιρετούν τον Έρλ Σίμονς, ο οποίος έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 50 μόλις ετών, ίσως είναι πιο εύγλωττη η δήλωση της δισκογραφικής ετικέτας που τον ανέδειξε, της Def Jam: «Ο DMX υπήρξε ένας υπέροχος καλλιτέχνης, ο οποίος ενέπνευσε εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Το μήνυμα που μετέφερε, εκείνο του θριάμβου κόντρα στις αντιξοότητες, η αναζήτηση του φωτός μέσα στο σκοτάδι, η ανάγκη του για αλήθεια και μεγαλείο έφερε όλους μας εγγύτερα στον ίδιο μας τον ανθρωπισμό. Οι σκέψεις και οι προσευχές μας απευθύνονται στην οικογένειά του, καθώς και σε όσους τον αγάπησαν και ένιωσαν το άγγιγμά του».

Πολυπλατινένιος, κριτικά αποδεκτός και ενθρονισμένος στη hardcore rap βαλχάλα που υποστελεχώθηκε μετά τις διαδοχικές απώλειες του Tupac και του Notorious BIG, o DMX υπήρξε ο πρώτος Hip Hop καλλιτέχνης ο οποίος έστειλε πέντε συνεχόμενα άλμπουμ στην κορυφή των τσαρτ των Ηνωμένων Πολιτειών, ενώ από το ντεμπούτο του το 1998 με το «It’s Dark And Hell Is Hot», διαμόρφωσε τη δική του μανιέρα, ποτισμένη σε υποβλητική νουάρ ατμόσφαιρα, δηλητηριώδη τσιτάτα και τσαμπουκαλίδικη εκφορά. Κώδικες συμπεριφοράς της πιάτσας, ψυχολογικά συμπλέγματα των πρωτοπαλίκαρων του γκέτο και όλη η δαρβινιστική εγωμανία του απόκληρου που παλεύει να τη βγάλει καθαρή στο αμερικάνικο in da hood καδραρίστηκαν στα τραγούδια του με εκρηκτική ένταση και αφηγηματική δεινότητα, καθιερώνοντας τον DMX ως απόλυτο πορτρετίστα ενός κόσμου βίας, απληστίας και εγκληματικότητας.

Γεννημένος στο Μάουν Βέρνον της Νέας Υόρκης το 1970, αρκούσε να αντλήσει από τα βιώματά του ώστε να διαθέτει σκληροτράχηλες ιστορίες να διηγηθεί: Μεγάλωσε σε σπίτια της πρόνοιας έχοντας υποστεί κακοποίηση από τη μητέρα του, θήτευσε σε αναμορφωτήρια και αργότερα σε κελιά ενηλίκων («η φυλακή ήταν παιδική χαρά», δήλωνε), ενώ έχοντας δανειστεί το nome de plume του από ένα drum machine της Oberheim, ακόνισε το ταλέντο του στο ραπ ώσπου υπέγραψε το πρώτο του συμβόλαιο στην Columbia, σε ηλικία 22 ετών.

Απόλαυσε μέτρια επιτυχία μέχρι να υπογράψει στην Def Jam το ’98, και τα υπόλοιπα είναι ραπ ιστορία: προτάθηκε τρεις φορές για βραβείο Γκράμι, συμμετείχε σε επιτυχίες του Jay-Z, της αείμνηστης Aaliyah, του LL Cool J και πολλών άλλων, ενώ ταυτόχρονα έκανε την είσοδό του στην υποκριτική, πρωταγωνιστώντας στη σειρά «Belly», συντροφιά με πρωτοκλασάτους ομότεχνους σαν τον Nas και τον Method Man. Στον κινηματογράφο διακρίθηκε, ήταν ωστόσο η προσωπική του ζωή εκείνη που τον προσπέρασε στο τέλος: Καταχραστής ναρκωτικών ουσιών από τα 14, τρόφιμος σωφρονιστικών ιδρυμάτων για διάφορα μικροεγκλήματα, φοροφυγάδας και πατέρας 15 παιδιών των οποίων τη διατροφή παραμελούσε, το 2010 βρέθηκε από τη φυλακή στην ψυχιατρική μονάδα, όπου και του καταλογίστηκε αδιάγνωστη διπολική διαταραχή.

Τα πηγαινέλα σε κλινικές απεξάρτησης επιβάρυναν περισσότερο την καριέρα του, ενώ έπαψε να απασχολεί τη δισκογραφία έπειτα από το έβδομο άλμπουμ του, «Undisputed», το οποίο κυκλοφόρησε το 2012. Τελευταία του υπόκλιση, το battle με τον Snoop Dogg για την ονλάιν σειρά Verzuz, που συσπείρωσε περισσότερους από 500.000 θεατές. Για όσους μεγάλωσαν με το old school, ο χαμός του DMX πιθανότατα σηματοδοτεί το ρέκβιεμ του σάουντρακ της νιότης τους. Απόψε τα παιδιά της γειτονιάς ακούν gangsta rap.