- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ο Γιώργος Φλωράκης γράφει για το πώς ο πιανίστας Chick Corea, που πέθανε σε ηλικία 79 ετών, άλλαξε την jazz.
Ένας τζαζίστας με κλασική παιδεία, ένας κλασικός πιανίστας με jazz twist, ένας μουσικός που έδρασε προς την κατεύθυνση του μετασχηματισμού, έτσι που στο τέλος η μουσική έγινε μία!
Αν η προηγούμενη γενιά πιανιστών καθορίστηκε από έναν Bill Evans κι έναν McCoy Tyner, η επόμενη είχε ως οδηγούς τον Herbie Hancock, τον Keith Jarrett και τον Chick Corea.
Η μουσική έχει τη δύναμη να μας αλλάζει. Αν ακούσουμε προσεκτικά ένα σπουδαίο έργο, ένα σημαντικό κομμάτι, ακόμη κι ένα πολύ καλό τρίλεπτο τραγούδι, το τέλος του θα μας βρει σε άλλο σημείο απ’ ότι το ξεκίνημά του: πιο μακριά από τον κόσμο, πιο ψηλά, πιο κοντά στον βαθύτερο εαυτό μας. Αν όμως αυτό δεν είναι και τόσο δύσκολο για τον προσεκτικό ακροατή, είναι ελάχιστοι οι καλλιτέχνες που κατάφεραν να μετασχηματίσουν την ίδια τη μουσική, να διαφοροποιήσουν τη θέση έστω και μιας μικρής ψηφίδας της. Ο Chick Corea ήταν αναμφίβολα ένας από αυτούς.
Όλα ξεκινούν από τη μουσική που αλλάζει εσένα τον ίδιο. Ο Chick Corea ξεκίνησε από ένα σπίτι, όπου ακουγόταν ο Gillespie, ο Charlie Parker και η Sarah Vaughan. Την ίδια εποχή που ο πατέρας του, ένας σχετικά καλός μουσικός της γενιάς του, προσπαθούσε να βελτιώσει τον ήχο του στην τρομπέτα, ο Chick μελετούσε στο πιάνο Bach, Beethoven και Mozart. Σημαντικά ακούσματα όλα αυτά αλλά ηχούσαν στ’ αυτιά του απλώς σαν ο ήχος του μουσικού κανόνα. Έπρεπε να έρθει ένας πιανίστας όπως ο Bud Powell με τον ζεστό και λυρικό ήχο του, με τον τρόπο που τοποθετούσε το προσωπικό του συναίσθημα ακόμη και σε μια απλή bebop σύνθεση. Έπρεπε να έρθει ένας Miles Davis, ήδη από την πρώτη του ηχογράφησή του ως leader για να ανοίξει νέους δρόμους ως προς την αίσθηση του phrasing. Έπρεπε να έρθει η μουσική του Bartok και του Stravinsky, ειδικά στις ηχογραφήσεις του Zoltan Kocsis και του κουαρτέτου Vegh για την Hungaroton. Κι έπρεπε να έρθει ο Friedrich Gulda, ένας πιανίστας που κινήθηκε με την ίδια άνεση στον κόσμο της κλασικής μουσικής και τον κόσμο της jazz. Έπρεπε να μοιραστούν τη σκηνή, με την παρουσία και του σπουδαίου κύπριου πιανίστα Νικόλα Οικονόμου, στο Μόναχο το 1982 για να ανακαλύψει ο Corea από την αρχή τον Mozart και τον Bach.
Υπάρχει μία έρευνα του Ινστιτούτου Max Planck, που ειδικεύεται στις επιστήμες που αφορούν τη λειτουργία του μυαλού μέσα στη μαθησιακή διαδικασία, που αποδεικνύει ότι οι κλασικοί πιανίστες και οι jazz πιανίστες σκέφτονται με εντελώς διαφορετικό τρόπο: οι κλασικοί πιανίστες είναι απορροφημένοι από το «πώς» θα παίξουν μια νότα, τόσο από άποψη τεχνικής, όσο και από άποψη προσωπικής έκφρασης. Στον αντίποδα, οι jazz πιανίστες σκέφτονται το «τι» και είναι έτοιμοι να ανταλλάξουν κάθε νότα με κάποια άλλη μέσα σε μια συνεχή διαδικασία αυτοσχεδιασμού.
Αν και ο Keith Jarrett έλεγε ότι ένας πιανίστας δεν μπορεί να ανακατέψει στο ίδιο πρόγραμμα κλασικά και jazz κομμάτια, επειδή ακριβώς απαιτούν μια εντελώς διαφορετική οργάνωση της σκέψης, ο Corea ήταν αναγκασμένος να τα έχει μπλεγμένα από την αρχή, πιθανά λόγω της -από την παιδική ηλικία- εμπλοκής του με την κλασική μουσική ως μαθητής αλλά και τη συνεχή ακρόαση jazz λόγω του πατέρα του. Άλλωστε, αυτά που δηλώνει ότι τον άλλαξαν –όσα αναφέρονται πιο πάνω- έρχονται και από τους δύο κόσμους. Έτσι, το μυαλό του φαίνεται να λειτουργεί συνεχώς μέσα σε μια συνεχή συνθήκη αλληλοδιαδοχής των ειδών, που λόγω της πολύ σημαντικής του προσωπικότητας, μετατρέπεται αρχικά σε συνθήκη συνεχών μετασχηματισμών και στη συνέχεια, ενοποίησης των ιδιωμάτων.
Αυτή ακριβώς η κίνηση χαρακτηρίζει ολόκληρη την καριέρα του. Όταν ξεκινάει με τον Miles Davis τo 1968, ο ήχος του Miles γίνεται πολύ γρήγορα πιο ηλεκτρικός κι ο Corea βάζει στην πρίζα το πιάνο του και διαπρέπει. Την ίδια στιγμή που με τον Miles παίζει ηλεκτρικά αλλά και συγκεκριμένα, έχει την ανάγκη να φτιάξει τους Circle για να παίξει ακουστικά και εντελώς αφηρημένα. Ενώ ξεκινάει με τους Return To Forever σε σχεδόν βραζιλιάνικες φόρμες, τους μετατρέπει σε jazz rock σχήμα. Προσπαθεί να ισορροπήσει τη rock οπτική με το να συναντά το βιμπράφωνο του Gary Burton, με ήχο που σε σημεία αγγίζει μια κλασικότροπη αισθητική. Την ίδια εποχή αυτοσχεδιάζει με τον Νικόλα Οικονόμου και τον Friedrich Gulda σ’ ένα ιδίωμα που βρίσκεται πέρα τόσο από την κλασική, όσο και από τη jazz. Στη συνέχεια δημιουργεί την Elektric Band και ως αντίδοτο, το Akoustic Trio. Όταν τα πράγματα πάνε να ξεφύγουν, το 1996-1997 επιστρέφει μ’ ένα all star κουιντέτο που περιλαμβάνει τον Kenny Garrett και τον Wallace Roney για να παίξουν κλασικές συνθέσεις του Bud Powell και του Thelonious Monk, μόνο που οι εκτελέσεις είναι υπερβολικά μοντέρνες. Ως επιστέγασμα αυτής της πορείας συνεχών υφολογικών μεταλλάξεων, γράφει το πρώτο Κοντσέρτο για πιάνο, μετασχηματίζοντας την jazz σε κλασική κι ύστερα γράφει -με την ευκαιρία της συμπλήρωσης διακοσίων πενήντα χρόνων από τη γέννηση του Mozart- το δεύτερο Κοντσέρτο για πιάνο, μετασχηματίζοντας την κλασική σε jazz. Τέλος, στα μέσα του 2020 κυκλοφορεί το «Plays», ένα διπλό cd με ζωντανές εκτελέσεις που αποδεικνύει ότι όχι μόνο η κλασική με τη jazz μπορούν να συνυπάρξουν στο ίδιο ρεσιτάλ -ας έλεγε ό,τι ήθελε ο Jarrett- αλλά και ότι ο πιανίστας μέσω αλλεπάλληλων μετασχηματισμών μπορεί να κάνει τον Mozart, τον Scarlatti και τον Chopin να ακούγονται αξεδιάλυτα ομοειδείς με τον Bill Evans και τον Antonio Carlos Jobim. Τελικά, αυτό είναι το πραγματικό νόημα του fusion!
Τώρα, με τον Corea από τις 9 Φεβρουαρίου 2021 απόντα, ξεθάβεις τα παλιά βινύλια κι αναρωτιέσαι αν κατάφερες να διδαχτείς ως βαθύτατο βίωμα, αυτό που οι πιο ψαγμένοι της προηγούμενης γενιάς, ανέφεραν ως αξίωμα: ότι η μουσική είναι μία. Οι νότες ενός αυτοσχεδιαστικού jazz παροξυσμού συναντούν τη μουσική της Ισπανίας -που τόσο αγάπησε ο Corea- κι από κάποια σκοτεινή γωνιά, σου γνέφει πονηρά ο Mozart. Αυτός είναι ο θησαυρός, αυτή είναι η μουσική, αυτή είναι η μαγεία. Αντίο κι ευχαριστούμε για όλα!