Μουσικη

Αλέξανδρος Λαμπρίδης, o άξιος κυρατζής του Πολυφωνικού Καραβανιού

Ο άνθρωπος που κατέγραψε και δημιούργησε αρχείο του πολυφωνικού τραγουδιού

Νεκταρία Ζαγοριανάκου
19’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέντευξη με τον Αλέξανδρο Λαμπρίδη, έναν άνθρωπο που πάλεψε για τη διάσωση, τη διάδοση και την προβολή της Λαϊκής Πολυφωνίας.

Τους παρατηρώ. Τραγουδούν ακίνητοι. Ο ένας δίπλα στον άλλο, με τα χέρια τους πλεγμένα, κρυμμένα πίσω από τις πλάτες τους. Το κορμί ορθό. Ο θώρακας προβάλλει τολμηρός, στήνεται μπρος τους, η ψυχή τους, μπρος τους. Και με τις πρώτες κιόλας φωνές, αυτές οι μικρές θεές, μορφοποιούν τον πόνο και το κάθε αναδυόμενο συναίσθημα σκίζοντας αβίαστα τα «μέσα» τους. Ο έρωτας, ο γάμος, η βάφτιση, η ξενιτιά, η δουλειά στη γη και στη θάλασσα, η γέννηση κι ο θάνατος, οι κύκλοι της ζωής και του χρόνου μπλέκονται επιδέξια στα χείλη του παρτή, του γυριστή, του κλώστη, του ισοκράτη. Και ναι, μέσα από την αρχαϊκή αισθητική τους, ακούνητοι σε έναν τραγικό χορό, νιώθεις τη λύτρωση να κυλά αργά κι ευεργετικά, κι ύστερα να δίνει τη θέση της στη σιωπή, κι αυτή, σαν μάνα ικανή, σπρώχνει το κακό στη λησμονιά.   

Πολυφωνικό Καραβάνι. Ηπειρώτικο Καραβάνι. Εικόνες, χρώματα, μουσικές, βιώματα, ξύλινα κάρα, ρόδες μεγάλες που κυλάνε τρίζοντας σε βουνά, σε λαγκάδια, φωνές δυνατές που ξεχύνονται στον ηπειρώτικο και μη αέρα. Το ταξίδι είναι το ζητούμενο, το αντάμωμα, η περιήγηση, η αναζήτηση, το μοίρασμα, η δυσκολία. «Να φτάσει ο ταξιδιώτης σε μέρη που δεν γνωρίζει». Τα ηπειρώτικα καραβάνια ήταν ο τρόπος ταξιδιού στην ξενιτιά κι η γέφυρα με τον έξω κόσμο. Ήταν η ανταλλαγή της κουλτούρας και του πολιτισμού τους.

Οδηγοί οι κυρατζήδες, οι αγωγιάτες, οι μεταφορείς πραγμάτων, προϊόντων, ανθρώπων. Ήταν αυτοί που έφερναν την Ήπειρο κοντά στην Κωνσταντινούπολη, στη Βλαχιά, στη Βιέννη, στη Φιλιππούπολη. Αυτοί επωμίζονταν την αρχηγία του καραβανιού που απαιτούσε πειθαρχία, και θάρρος και πείσμα. Εμπόδιο δεν ήταν μόνο ο καιρός κι ο δρόμος ο κακοτράχαλος. Ήταν κι οι ληστές που αφέντευαν τους δρόμους.

Ο Αλέξανδρος Λαμπρίδης, ένας άξιος κυρατζής∗ του Πολυφωνικού Καραβανιού, αυτός που ονειρεύτηκε όσα οι υπόλοιποι θεωρούσαν ακατόρθωτα, δέχτηκε να μας ταξιδέψει σε ένα κόσμο καθηλωτικό. Εκείνο του πολυφωνικού τραγουδιού, να μιλήσει για το τραγούδι του σμιξίματος, του συλλογικού σώματος. Η επαφή, αυτό που αδυνατούμε να ζήσουμε στις μέρες μας, είναι προϋπόθεση για το πολυφωνικό τραγούδι, το δέσιμο της παρέας, που εκφράζεται και σωματικά. Μπορείς να βγάλεις το μέσα σου πιο ελεύθερα, εκεί που δεν μπορείς να το βγάλεις, στηρίζεσαι στους άλλους για να βγει, εάν δοκιμάσεις να το κάνεις μόνος σου δεν θα τα καταφέρεις. Σκοπός του Καραβανιού η διάσωση, η διάδοση και η προβολή της Λαϊκής Πολυφωνίας. 

Η συστηματική καταγραφή των τραγουδιών ξεκίνησε σχεδόν από την αρχή του Πολυφωνικού Καραβανιού. Το 2003, δημιουργήθηκε η βάση για το αρχείο του πολυφωνικού τραγουδιού. Κάθε αντάμωμα είναι ταυτόχρονα και καταγραφή, συλλογική και επιτόπια. Σκοπός είναι το αντάμωμα να γίνεται καλά και σωστά ώστε να αποτελεί μέρος μιας μεγάλης ψηφιακής βιβλιοθήκης ηχοθήκης και εικονοθήκης, η οποία γίνεται όλο και περισσότερο προσβάσιμη σε όλους εκείνους τους νέους ανθρώπους, σε ερευνητές που θέλουν να ασχοληθούν και αγαπούν το πολυφωνικό τραγούδι.

Η καταγραφή είναι εξαιρετικά σημαντική εάν σκεφτούμε ότι άνθρωποι που πρόλαβε το Καραβάνι και κατέγραψε, εμβληματικές μορφές της ηπειρώτικης πολυφωνίας, έχουν φύγει εδώ και δέκα δεκαπέντε χρόνια και το τελευταίο τους τραγούδι, το τελευταίο τους χνώτο υπάρχει ζωντανό χάρη στην καταγραφή του Πολυφωνικού Καραβανιού. Το υλικό είναι ανεκτίμητο και είναι από τους πιο σημαντικούς, από τους πιο αφανείς καρπούς της προσπάθειας.    

Μου είπε ότι στο πολυφωνικό τραγούδι οι φωνές δεν τραγουδούν με την έγνοια να είναι ωραίες, «ξεσκίζονται» για να είναι αληθινές. Υπάρχει θέση και ρόλος για την κάθε φωνή, το έχει επιβεβαιώσει μέσα από τους εκατοντάδες ανθρώπους. Άνθρωποι ασταθείς τονικά, μουσικά οι οποίοι δεν είχαν αυτοεκτίμηση για τις φωνητικές τους δυνατότητες, τελικά τραγούδησαν και έδωσαν κάτι από τον εαυτό τους που πολλές φορές μπορεί να είναι και κάτι πολύ όμορφο. Βέβαια όταν η φωνή είναι καλή τότε το τραγούδι ανασταίνεται. Οι φωνές αυτές είναι δυσεύρετες ιδιαίτερα στον πιο απαιτητικό ρόλο του πολυφωνικού τραγουδιού που είναι ο κλώστης, αυτός που γυρίζει το τραγούδι σε ψιλή οκτάβα. Όταν προκύψουν οι φωνές αυτές τότε σωπαίνουν τα αηδόνια.           

Όταν τον ρώτησα τι αντιπροσωπεύει για εκείνον το πολυφωνικό τραγούδι, ένας χείμαρρος αμφιβολιών ξεπετάχτηκε άναρχα και γρήγορα από τα χείλη του Κυρατζή.

«Είναι η ρίζα; Είναι η μνήμη; Είναι το χθες; Τo αύριο; Είναι το ρίγος; To σφρίγος; Η αμεσότητα; Το απέριττο; Η αλήθεια του; Είναι η αλληλοστήριξη μέσα από τη διαφορετικότητα; Είναι  το σμίξιμο; Είναι οι τόποι του; Η αντάρα τους; Το αχολόι των ανέμων; Οι λαλιές των πουλιών; Το ίσο των ποταμών; Είναι οι άνθρωποί του; Ο μόχθος τους; Ο πόνος τους;  Οι ξενιτιές; Η αγάπη; Ο θάνατος; Είναι τo τραγούδι των ορέων και των ορίων; Το αγριολούλουδο του λαϊκού πολιτισμού; Όσο περνούν τα χρόνια, όσο περισσότερο αναρωτιέμαι, τόσο περισσότερο βιώνω. Είναι ένα ταξίδι που διαρκώς ξαναρχίζει».

Κι η παράδοση; Τι είναι η παράδοση; Το μοίρασμα, το φίλεμα, η δοτικότητα, η μεταλαμπάδευση. Ένας κοινός μας τόπος. Πόση,  βρώση και κοινωνία  του συλλογικού μας σώματος. Έκσταση και μέθεξη. Η συνειδητοποίηση του ότι, προσφέρουμε στους άλλους, είναι αυτό που τελικά έχουμε για πάντα. Μια σκυταλοδρομία αιώνων με την πνοή των προηγούμενων, την ορμή των τωρινών, σε διαρκή αναζήτηση μελλοντικών σκυταλοδρόμων. Τι δεν είναι; Δεν είναι σχήμα, τυποποίηση, μουσειοποίηση, folklore, κτηματοποίηση, εμπορευματοποίηση, αναπαράσταση. Είναι βίωση και συμβίωση. Συλλογικότητα, λαϊκότητα, κοινωνία.

Μου είπε ότι υπάρχει αναλογία και συγγένεια πίσω από το Μανιάτικο μοιρολόι, το Ηπειρώτικο πολυφωνικό τραγούδι και το Ολυμπίτικο τραγούδι· είναι και τα τρία μέρη του δωρικού τόξου, το οποίο ξεκινάει από την Ήπειρο, η καρδιά του είναι στη Μάνη και φτάνει μέχρι την άκρη του Αιγαίου. Υπάρχουν στοιχεία δωρικής αρμονίας, έχουν κοινά χαρακτηριστικά στην αμεσότητα, στην ψυχική έκφραση μέσα από το τραγούδι.

Μιλά για την Ελλάδα και τους ανθρώπους της. Μιλά για την Όλυμπο της Καρπάθου, με αγάπη βαθιά, είναι η δεύτερη πατρίδα του. Μου διηγήθηκε για το τι γίνεται κάθε μεγάλη Παρασκευή. Μετά το στόλισμα του επιταφίου, φεύγουν οι άντρες και μένουν μόνο οι γυναίκες, στολίζουν τον επιτάφιο με τις φωτογραφίες των ανθρώπων τους που χάθηκαν τα τελευταία χρόνια κι αρχίζουν να βγαίνουν προς τα εμπρός μοιρολογώντας τον χαμένο τους άνθρωπο. Γιο, πατέρα, παππού, σύζυγο και με όλες τις υπόλοιπες γυναίκες να συμμετέχουν εν χορώ στο πένθος της. Η ατομικότητα του μανιάτικου τραγουδιού σε σχέση με τη συλλογικότητα του ηπειρώτικου πολυφωνικού τραγουδιού έχει και μια κοινωνική δομή. Πίσω από το ηπειρώτικο πολυφωνικό τραγούδι υπάρχει η κοινότητα, ενώ στη Μάνη κυριαρχεί η ατομικότητα.

Υπάρχει μνήμη της πρώτης φοράς που ακούσατε να τραγουδούν; Τελικά πια ήταν εκείνη η γενεσιουργός δύναμη που σας έκανε να ασχοληθείτε τόσο ενεργά με το ηπειρώτικο πολυφωνικό τραγούδι;
Υπάρχει μια παιδική μνήμη. Στο Πολύδροσο Θεσπρωτίας, στο χωριό μου, θυμάμαι τον παππού μου, πατέρα της μάνας μου, τον Θεολόη Διώχνο, φούρναρη στο επάγγελμα, να αναζητά συνεχώς ένα ραδιοφωνάκι για να ακούσει πολυφωνικά από ραδιοφωνικούς σταθμούς της τότε Αλβανίας. Στην από εδώ Ήπειρο, τα τραγούδια είχαν σταδιακά σβήσει. Ο παππούς μου πριν εβδομήντα χρόνια είχε ο ίδιος ηχογραφηθεί από έναν κορυφαίο λαογράφο, ακαδημαϊκό, τον Γεώργιο Μέγα και προσωπικό του φίλο.
Το 1995, με τον αδερφικό μου φίλο, τον Αντώνη τον Έξαρχο με τον οποίο ξεκινήσαμε όλη αυτή την προσπάθεια βρεθήκαμε τυχαία σε μια εκδήλωση της ελληνικής ραδιοφωνίας στο Ζάππειο μέγαρο για τα πολυφωνικά τραγούδια. Είχαμε ακούσματα, υπήρχε κι ένας δίσκος, γαλλικός μάλιστα με πολυφωνικά τραγούδια, σε επιμέλεια της Δόμνας Σαμίου και του Άρη Φακίνου. Εκεί λοιπόν τραγούδησε μια γυναίκα με πανέμορφη φωνή. Οι στίχοι του τραγουδιού που μας καθήλωσε ήταν ο εξής:

«Πρωί πρωί μεσάνυχτα ήρθες με τον αγέρα,
κι είδα τον κόρφο σου ανοιχτό
Κι είπα πως είναι μέρα»

Την επόμενη μέρα αναζητήσαμε από την υπεύθυνη της εκδήλωσης να ακούσουμε ξανά το τραγούδι. Μας αρνήθηκε ευγενικά, λέγοντας ότι ήταν αρχειακό υλικό της ΕΡΤ, δεν μπορούσε ούτε να μας το δώσει ούτε και να το ακούσουμε. Η απάντησή της τότε μας δυσαρέστησε, σήμερα την ευγνωμονούμε. Η  Φεβρωνία Ρεβύνθη, που έπειτα έγινε φίλη μας, σύζυγος του Νίκου Φιλιππίδη, του κορυφαίου δεξιοτέχνη του κλαρίνου από το Κεράσοβο της Κόνιτσας. Πεισμώσαμε κι είπαμε ότι θα το βρούμε ό,τι κι αν γίνει. Και τελικά αυτό ακριβώς είναι το Πολυφωνικό Καραβάνι. Ένα ταξίδι αναζήτησης το οποίο σου χαρίζει διαρκώς πράγματα, εικόνες, συναισθήματα. Δέκα χρόνια αργότερα, σε ένα σπίτι στην Πωγωνιανή, στην άκρη του χωριού βρήκαμε τη γυναίκα με τη συγκλονιστική φωνή. Tην Φανή Δημοπούλου. Και την άκουσα να τραγουδά. Δίπλα μας. Ήταν μια από τις πιο γενναιόδωρες στιγμές ενός εξαιρετικά γενναιόδωρου ταξιδιού.             

Το 1996 δημιουργήθηκε η «Χαονία». Ποιο ήταν το κενό που ήρθε να καλύψει; 
Πρώτα απ’ όλα ένα κενό μέσα μας. Ήρθε να βοηθήσει στην αναζήτηση κάτι γνήσιου κι απέριττου που να μας δονεί και να μας ενώνει. Έπειτα, το κενό γύρω μας, όταν το πολυφωνικό τραγούδι ήταν ολοένα και πιο δυσεύρετο, πόσο μάλλον στις πόλεις. Η «Χαονία» ήταν το πρώτο πολυφωνικό σχήμα που δημιουργήθηκε στο αστικό περιβάλλον, από νέους ανθρώπους, δίχως όρους καταγωγής, στον κοινό τόπο του ρίγους του τραγουδιού. Άνοιξε δρόμους για το πολυφωνικό τραγούδι στις πόλεις, σε άβατους μέχρι τότε χώρους, σε ανυποψίαστα ακροατήρια και από τις πρώτες της εμφανίσεις στην Ήπειρο, άνοιξε τον δρόμο για να ξεκινήσει το Πολυφωνικό Καραβάνι.

Σε ένα σύγχρονο πολυφωνικό σχήμα γίνεται επαναδιαπραγμάτευση με ένα υλικό παραδοσιακό, το οποίο προσαρμόζεται στα σύγχρονα δεδομένα; Διατηρούνται, παραμερίζονται στοιχεία; 
Τo πολυφωνικό τραγούδι είναι, έτσι κι αλλιώς, μια ζώσα παράδοση που διαρκώς εξελίσσεται. Η επαναδιαπραγμάτευση δεν είναι μόνο αναπόφευκτη αλλά και πηγαία. Από την άλλη, το πολυφωνικό τραγούδι χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερη τοπικότητα στην ερμηνεία του. Κάθε τόπος, κάθε χωριό τραγουδάει αλλιώς, έχει τον δικό του «αχό».  Ως λαϊκή έκφραση ευνοεί τον αυτοσχεδιασμό, εκφράζει την αλήθεια, τη διάθεση, το σμίξιμο όσων τραγουδούν και, γι’ αυτό, η κάθε του ερμηνεία έχει και κάτι ανεπανάληπτο. Ό,τι προϋπήρχε είναι οδηγός, έμπνευση, πεδίο διαρκούς μαθητείας κι έρευνας. Ό,τι υπάρξει είναι το ζωντάνεμά του μέσα από τη δική μας αλήθεια, το δικό μας σμίξιμο, όσο γίνεται, με το «πρέπος» του τραγουδιού.

Πόσο εύκολο είναι ένας νέος άνθρωπος που δεν έχει βιώματα ή ακούσματα να ενσωματωθεί και τελικά να τραγουδήσει; 
Όλο και περισσότεροι νέοι δοκιμάζουν να τραγουδήσουν πολυφωνικά. Παρακολουθούν σεμινάρια, φτιάχνουν τα δικά τους σχήματα. Από τη μια, είναι η μαθητεία στους ρόλους, τη δομή, τον χρόνο του τραγουδιού, από την άλλη, η μύηση στο ήθος, τη νοοτροπία του. Σίγουρα βοηθά πολύ η επαφή με τους βιωματικούς ερμηνευτές, η μελέτη αρχειακών υλικών, η συλλογική εμπειρία. Καταλυτική, όμως, είναι και η προσωπική, βιωματική προσέγγιση. Το πώς θα νιώσεις, πώς θα σε αφορά αυτό που τραγουδάς, πώς θα κοινωνήσεις τη δική σου αλήθεια στο τραγούδι, πως αυτό το «αχ ωχ ωχ» θα έχει κάτι κι από τον δικό σου καημό, κι από τα δικά σου άρρητα. Αυτή η διαδικασία έχει προσωποποιηθεί πολλές φορές, με τρόπο συναρπαστικό και αποκαλυπτικό. Κι είναι μια από τις πιο ενθαρρυντικές συνηγορίες για το μέλλον του πολυφωνικού τραγουδιού. Αλλά και για το τώρα του. Γιατί, χάρη στους νέους, το πολυφωνικό τραγούδι ανακαλύπτει ξανά τις χαμένες ηλικίες του, τη νιότη του.

Εσείς ποιο ρόλο διαλέγετε όταν τραγουδάτε; Παρτής; Ισοκράτης; Γυριστής; Κλώστης;  Και γιατί;  
Ανάλογα το τραγούδι και τη διάθεση της παρέας, οι ρόλοι μπορεί να εναλλάσσονται.
Στη «Χαονία» συχνά επωμίζομαι τον ρόλο του γυριστή που ενίοτε γίνεται κλώστης, κάνοντας λαλιά. Γυριστής ή Κλώστης, ένας ρόλος που δεν υπάρχει σε άλλο είδος τραγουδιού, είναι εκείνος που κινείται ανάμεσα στους άλλους, τους ενώνει, κλώθει στις φωνές, αυτοσχεδιάζει, δίνοντας σφυγμό, παλμό. Ένας Γυριστής, λοιπόν, αλλά με φιλοδοξίες Ισοκράτη! Γιατί το ίσο είναι το θεμέλιο του τραγουδιού και είναι απόλαυση όταν στηρίζεις τους άλλους με το ίσο σου. Αυτό που χαίρομαι όταν σμίγω με αυτοσχέδιες παρέες, κοντά σε αγαπημένους, βιωματικούς ερμηνευτές. Και δεν έχουμε ταξιδέψει και λίγες φορές, απλά για να ισοκρατήσουμε σε ακρίτες της πολυφωνίας, που ζούνε μόνοι πια στα χωριά τους, για να μπορέσουν να ξανατραγουδήσουν. Παραφράζοντας ένα στίχο των φίλων MODE PLAGAL, «αυτό το ίσο σου, αδελφέ, είναι πολύ μεγάλο πράγμα».

Τον Δεκέμβριο του 2020, το Πολυφωνικό Καραβάνι, ερευνώντας, διαφυλάσσοντας και αναδεικνύοντας το πολυφωνικό τραγούδι στην Ήπειρο, εγγράφεται στον διεθνή κατάλογο Καλών Πρακτικών Διαφύλαξης Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Η αναγνώριση είναι τεράστια για το καραβάνι που ξεκίνησε από το Πολύδροσο, ένα παραμεθόριο χωριό της Ηπείρου. Μετά από αυτό τι άλλο; 
Πρόκειται για μια τεράστια αναγνώριση. Αν αναλογιστούμε, μάλιστα, ότι αποτελεί την πρώτη εγγραφή από μεριάς της Ελλάδας στις Καλές Πρακτικές και την, μόλις, 25η διαχρονικά, από τις 180 κράτη που συμμετέχουν. Και αν συνυπολογίσουμε ότι η εγγραφή συνοδεύεται από πολλούς επαίνους, που την αναγορεύουν σε υποδειγματική για την παγκόσμια κοινότητα. Η απόφαση της UNESCO αποτελεί έναν κορυφαίο σταθμό στο μεγάλο ταξίδι των φωνών αλλά και μια πολύτιμη αφετηρία για τις μελλοντικές μας διαδρομές. Τόσο σε τοπικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Για μια διαρκώς μεγαλύτερη κοινότητα πολυφωνίας στην Ελλάδα, με βαθύτερες ρίζες και περισσότερα κλαδιά, αλλά και μια Παγκόσμια Κοινότητα Πολυφωνίας, με περισσότερες γέφυρες με τις πολυφωνίες των άλλων λαών. Διοργανώτρια του Καραβανιού είναι η α.μ.κ.ε. «Άπειρος». Το όνομά της, η δωρική ονομασία της Ηπείρου, σημαίνει δίχως πέρας, δίχως τέλος. Κι έτσι θα συνεχίσει να ταξιδεύει το Καραβάνι. Με περισσότερη δύναμη και πάθος. Και με έγνοια και για το δικό του μέλλον, για το πέρασμα της σκυτάλης στη γενιά που μεγάλωσε μέσα από το Καραβάνι, τους αυριανούς κυραντζήδες του.

Είστε Μεταλλειολόγος Μηχανικός. Είναι εντυπωσιακό. Το πρώτο από τα πολλά πτυχία σας, έχει να κάνει με μέταλλα. Με πρώτη ύλη. Με τον εντοπισμό, την αξιολόγηση, την εξόρυξη πρώτων υλών. Έχει να κάνει με υλικά σκληρά και απαραίτητα για να προχωρήσει ο άνθρωπος. Στη δική μου σκέψη έχει πολλά κοινά με το πολυφωνικό τραγούδι, είναι η πρώτη ύλη και μιλά συχνά για τα δύσκολα. Για την ξενιτιά, για το θάνατο…  
Το ερώτημα μου θύμισε ένα από τα πρώτα μας κείμενα, στο περιοδικό «Άπειρος», το 1998. «Μοιάζει με κοίτασμα πολύτιμο. Σε αρχαίο μεταλλείο που οι στοές του πάνε να κλείσουν με το χρόνο. Όλο και λιγότεροι τις διαβαίνουν, όλο και σπανιότερα το αναζητούν. Τo Πολυφωνικό Τραγούδι είναι και πολύτιμο και αρχαίο. Και σπανίζει ολοένα περισσότερο. Το κοίτασμα δεν στέρεψε ακόμη. Οι στοές να μην πέσουν. Τα μονοπάτια να μην κλείσουν». Προφανώς, οι καταβολές διαμορφώνουν τις αναφορές μας. Και, ναι, έχεις απόλυτο δίκιο, το πολυφωνικό είναι τραγούδι της πρώτης ύλης, της αγάπης και της ξενιτιάς, του μόχθου, του έρωτα και του θανάτου. Είναι αυτό που κάνει την ψυχή μας τραγούδι και, όπως λέει ένας από τους πρώτους συνταξιδιώτες μας και φίλος, ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, κάνει «τα λόγια να ταξιδεύουν σαν άγρια άλογα στον αέρα». Όσο για το Καραβάνι, πολλές φορές νιώσαμε να κάνουμε εξόρυξη αλλά και εμπλουτισμό της πρώτης ύλης.

Αν θέλαμε να τραγουδήσουμε για το σήμερα και για όλα όσα ζούμε, τι στίχους άραγε θα είχε το τραγούδι; 
Αυτό το ερώτημα μας βασανίζει χρόνια. Θεωρώ ότι η όποια απάντηση δοθεί, θα είναι στην πράξη και σε πληθυντικό αριθμό, συλλογικά. Είναι ανώφελο να αυτοσχεδιάσω με σχήματα λόγου - προτιμώ να είμαι απλά μέσα στη ροή της πολυφωνικής πράξης όταν ηχήσουν οι νέες λέξεις, ο νέος λόγος, ίσως κι η νέα γλώσσα. Συχνά παροτρύνουμε τους συνταξιδιώτες μας στα εργαστήρια πολυφωνίας να αυτοσχεδιάσουν δίχως λέξεις, άναρθρα, με αυτοσχέδιες εναλλαγές φωνηέντων. Ίσως, σε ένα τέτοιο αυτοσχεδιασμό υπάρχει κάποια απάντηση. Τώρα που το πολυφωνικό τραγούδι έχει μπει στις πόλεις, προσπαθεί να τραγουδήσει τον δικό τους ήχο, τον αχό, το τραγούδι των πόλεων. Το σίγουρο είναι το ταξίδι μας προχωρά απαντώντας - συναντώντας -  διαρκώς νέες ερωτήσεις. Και σε αυτή την ερώτηση, αν δεν συναντάμε το σήμερα, σίγουρα αγγίζουμε κάτι από τα αύριο της πολυφωνίας. 

Κινδυνεύει το πολυφωνικό τραγούδι;
Όταν ξεκινούσαμε, κινδύνευε με εξαφάνιση το πολυφωνικό τραγούδι. Οι τελευταίοι βιωματικοί ερμηνευτές, στα παραμεθόρια χωριά, αυτοί που μεγάλωσαν με το πολυφωνικό τραγούδι, που το έζησαν σε όλες τις φάσεις της ζωής τους, ήταν ηλικιακά στη δύση της ζωής. Τότε ήταν προβλέψιμο ότι σε δέκα με δεκαπέντε χρόνια θα αρχίσει ο χορός της αναχώρησης. Τότε δεν υπήρχαν ακόμη οι επόμενες γενιές του πολυφωνικού τραγουδιού και αυτό ήταν το μέγα ζητούμενο. Πώς θα προλάβουμε αυτοί οι άνθρωποι να ξανατραγουδήσουν, διότι από τη μια υπήρχαν ήδη τα πένθη καθώς και μια ιδιότυπη απομόνωση που βιώνουνε έτσι κι αλλιώς στα παραμεθόρια χωριά της Ηπείρου, ακόμα και το ίδιο το τραγούδι είχε αφεθεί λίγο στη λησμονιά. Χάρη στο Καραβάνι υπάρχουν χωριά που ξανατραγούδησαν μετά από δεκαετίες, χωριά σημαντικά για το πολυφωνικό τραγούδι όπως ο Παρακάλαμος. Η απειλή τότε ήταν ορατή έβλεπες ότι το πολυφωνικό τραγούδι έσβηνε σιγά σιγά. Τώρα, χρόνια μετά οι φορείς του Πολυφωνικού τραγουδιού, οι άνθρωποι που το τραγουδάνε σε όλες τις ηλικίες έχουνε πληθύνει και έχει αναπτυχθεί όλη η ηλικιακή γκάμα των φωνών, αλλά και των καταγωγών, των προσεγγίσεων. Υπάρχει μεγάλη ποικιλία σε αυτό.

Ποιο είναι το ζητούμενο στο ηπειρώτικο πολυφωνικό τραγούδι;
Το μεγάλο ζητούμενο είναι να ταιριάξει η ερμηνεία του τραγουδιού με το πρέπος του. Λέξη που είναι από αυτές τις αθησαύριστες λέξεις που κοινωνήσαμε κοντά στους ανθρώπους, στους βιωματικούς ερμηνευτές της γενιάς που φύγανε. Το πρέπος του είναι το ήθος του, η νοοτροπία όχι καθαρά του τραγουδιού αλλά της παρέας, του κοινοτισμού που αποπνέει, της συλλογικότητας στην έκφραση. Το πρέπος αυτό εάν ξεχωριστεί από την ερμηνεία, εάν τελειοποιήσουμε την ερμηνεία του τραγουδιού με μουσικούς όρους χωρίς να προσεγγίσουμε το ήθος του ίδιου του τραγουδιού το οποίο έχει πολλά στοιχεία που αποστρέφονται την τελειoποημένη τυποποίηση αλλά ευνοούν τον αυτοσχεδιασμό, θα είμαστε όλο και μακρύτερα από το πολυφωνικό τραγούδι. Το ζητούμενο είναι όχι το πόσοι νέοι θα ασχοληθούν αλλά το πόσοι θα νιώσουν την πληρότητα που χαρίζει το πολυφωνικό τραγούδι, πόσοι θα το αναστήσουν με τον δικό τους τρόπο. Εάν το αναβιώσουν στείρα, αν το ξαναστήσουν όπως ήταν κάποτε, αυτό είναι άτοπο διότι ποτέ δεν ζήσαν, δεν μεγάλωσαν με το τραγούδι. Εμείς εκείνο που προτρέπουμε τους νέους που έρχονται κοντά μας είναι να προσεγγίσουν βιωματικά το τραγούδι. Την ξενιτιά του τραγουδιού να τη ζωντανέψουν μέσα από τη φωνή τους με τη δικιά τους ξενιτιά. Όλοι έχουμε τις ξενιτιές μας, τις αγάπες που τραγουδάει το τραγούδι, τους πόνους μας. Το ζητούμενο είναι πώς θα το προσεγγίσεις με τη δικιά σου αλήθεια, γιατί το ψέμα στο πολυφωνικό δεν κρύβεται.

Τι ονειρευτήκατε και τι ονειρεύεστε για το ηπειρώτικο Πολυφωνικό Καραβάνι;
Το όνειρό μου έχει πολλές διαστάσεις. Ονειρεύομαι το Καραβάνι του μέλλοντος και βλέπω τον εαυτό μου ως απλό συνταξιδιώτη, με κυρατζήδες τις νέες γενιές ανθρώπων που μεγάλωσαν μέσα από αυτό. Εγώ τυχαία θα το απαντώ. Ίσως σε κάποιο χωριό, σε κάποια γωνιά της πόλης. Σαν ένας επισκέπτης πια. Ό,τι αγαπάς πρέπει να το αφήσεις ελεύθερο να ακολουθήσει τον δικό του βηματισμό, να δοκιμάσει. Εδώ και χρόνια η μεγάλη μου έγνοια είναι πως η επόμενη γενιά θα πάρει τη σκυτάλη και θα χαράξει τη δική της διαδρομή. Όχι ακολουθώντας τον δικό σου δρόμο αλλά διαμορφώνοντας τη δική της πορεία, με τα δικά της όνειρα.
Το δικό μας όνειρο γεννήθηκε στην πρώτη συναυλία της «Χαονίας» στην Ήπειρο σε έναν χώρο που άνοιγε για πρώτη φορά μετά από δυο χιλιάδες διακόσια χρόνια σιωπής, το αρχαίο θέατρο της Γιτάνης, που σήμερα η εξέλιξη της αρχαιολογικής έρευνας χαρτογραφεί ως Γίτανα, κοντά στις εκβολές του ποταμού Καλαμά. Η κοίτη του περιρρέει το κοίλο του θεάτρου. Τις μέρες με έντονη βροχόπτωση το θέατρο ήταν πλημμυρισμένο. Ο χώρος είναι συγκλονιστικός. Τότε μας είχαν καλέσει ως το μόνο νεανικό σχήμα από την Αθήνα να τραγουδήσουμε ώστε να στηρίξουμε τη συνέχεια της ανασκαφής που είχε παγώσει. Ένα κυριακάτικο πρωινό που τραγουδούσαμε εκεί κι ο ήχος επέστρεφε διαφορετικός, ο ήλιος έπεφτε στα μάτια, μας θάμπωνε, ονειρεύτηκα την αρχή του Καραβανιού. Το μοιραστήκαμε εξαρχής με τον Αντώνη τον Έξαρχο, μετά το αναγγείλαμε στους Θεσπρωτούς φίλους μας στη Σαγιάδα όπου βρεθήκαμε μετά την εκδήλωση.
Ονειρευτήκαμε το ταξίδι του Καραβανιού, το μεγάλο ταξίδι των φωνών όπου να ανταμώνουν όλοι όσοι τραγουδάνε πολυφωνικό τραγούδι, από όλες τις περιοχές της ηπειρώτικης πολυφωνίας. Ένα ταξίδι για να σμίξουν οι λαοί. Αλβανοί, Σέρβοι, Βούλγαροι, Ιταλοί, Γεωργιανοί. Σε όλους τότε φάνηκε ουτοπικό. Κι όμως. Έγινε. Και από τότε διαρκώς μεγαλώνει.
Τώρα το όνειρο είναι το πώς το ηπειρώτικο Πολυφωνικό Καραβάνι θα ταξιδέψει στις πολυφωνίες του κόσμου, πώς θα γεφυρώσει τη δράση του με εκείνες. Μιλώ για μεγάλα ταξίδια, επιτόπια έρευνα, που θα καρποφορήσει με διάφορες μορφές όπως ψηφιακούς δίσκους, ντοκιμαντέρ, με συνέργειες και κυρίως με την καλλιέργεια της ιδέας παγκόσμιας κοινότητας του πολυφωνικού τραγουδιού. Πέρα από τα Βαλκάνια που έχουμε ήδη ταξιδέψει, πέρα από την Ιταλία που επιστρέφουμε συχνά. Το ζητούμενο είναι πώς θα βρεθούμε στην Κορσική, στη Σαρδηνία, στον Καύκασο, στη Γεωργία, στην Κίνα, στην Ινδονησία. Να γεφυρώσουμε τους διάσπαρτους πυρήνες πολυφωνίας στον κόσμο. Έχουμε κάνει ένα πρώτο βήμα, σε αυτή την κατεύθυνση, από το 2016 όπου γιορτάσαμε για πρώτη φορά την «Ημέρα Πολυφωνικού Τραγουδιού». Κάθε δεκατέσσερις Μάη. Το μήνυμα αυτό το πάμε παντού. Το 2019 βρεθήκαμε καλεσμένοι σε ένα εκπληκτικό φεστιβάλ πολυφωνίας στην πόλη Tarbes, κάτω από την Τουλούζη, στα Πυρηναία, στη Γαλλία. Εκεί η πολυφωνία είναι ιδιαίτερη, δυτικότροπη αλλά είναι πάντα λαϊκή κι εκπληκτικά ζωντανή. Ενώνει τους κατοίκους των Πυρηναίων, τους Βάσκους, τους Καταλανούς, κάτι το οποίο σε εμάς ήταν τελείως αχαρτογράφητο. Υπάρχουν κοινές πολυφωνίες. Ακόμη και στο Βερολίνο έχουμε ένα σημαντικό πυρήνα πολυφωνίας. Η προσπάθειά μας είναι να νιώσουν και άλλοι πυρήνες, σε άλλες χώρες, ότι αυτό το οποίο κάνουμε, μπορεί να τους αφορά με τον δικό τους τρόπο, στη δική τους παράδοση. Αφορά και άλλους ανθρώπους, με διαφορετικούς πολιτισμούς και θρησκείες αλλά με κοινά χαρακτηριστικά στην έκφρασή τους. Να νιώσουν σιγά-σιγά ως μέλη της παγκόσμιας κοινότητα της πολυφωνίας, αυτός είναι κι ένας τρόπος να αλληλοστηριχθούν είδη και πυρήνες πολυφωνίας που, όντας απομονωμένοι, απειλούνται με εξαφάνιση.    
Αν αυτό το όνειρο μάς ταξιδεύει μακριά, το άλλο όνειρο μάς ταξιδεύει πιο βαθιά στον τόπο, στις ρίζες της ηπειρώτικης πολυφωνίας και, από την άλλη, στα νέα κλαριά της, τη σύγχρονη ανθοφορία της, τους ομίλους που διαρκώς φτιάχνονται, τους επόμενους σκυταλοδρόμους. Πώς θα δυναμώσουμε και θα πληθύνουμε την κοινότητα του πολυφωνικού τραγουδιού, πως το πολυφωνικό θα είναι πάντα βαθιά γειωμένο στις ρίζες του αλλά και διαρκώς νέο, όντας στα χείλη και των νέων, πώς θα αποτελέσει πηγή έμπνευσης και σύγχρονης δημιουργίας, πώς θα βρει τους τρόπους να γεννήσει νέα τραγούδια, κρατώντας το πρέπος του, το συλλογικό του ήθος, πώς θα τραγουδήσει τις ξενιτιές, τους πόνους, τους έρωτες, την αγάπη του σήμερα και του αύριο. Τo όνειρό μας είναι το πολυφωνικό τραγούδι σε μέλλοντα διαρκείας. Κατά τον τρόπο της «Απείρου» - χωρίς πέρας, χωρίς τέλος.

«Αυτά τα τραγούδια ή τ’ ακούς κι ανατριχιάζεις ή δεν μπορείς να τα αντέξεις. Δεν υπάρχει μέσος όρος. Είναι γιατί δεν προσπαθούν ν’ αρέσουν αλλά να εκφράσουν κάτι, ακολουθώντας τον πιο σύντομο δρόμο για την λαϊκή ψυχή. Την αμεσότητα».

                                                                                      Μ.Γκανάς

Η «Χαονία» είναι το πολυφωνικό σχήμα που έφτιαξαν στην αρχή, το 1996. Ταξίδεψαν το 1997 στην Ήπειρο όπου γεννήθηκε το όνειρο του Πολυφωνικού Καραβανιού. Τον Αύγουστο του 1998 με τον Αντώνη τον Έξαρχο και άλλους τρεις Θεσπρωτούς, ανάμεσά τους και ο γνωστός ηθοποιός Νίκος Αρβανίτης, έφτιαξαν την «Άπειρο», ώστε να μπορέσουν να διοργανώσουν το Καραβάνι. Εκδώσαν το πολιτιστικό περιοδικό «Άπειρος» (δωρική ονομασία της Ηπείρου) με αφιέρωμα στο πολυφωνικό τραγούδι, έχοντας αρθρογραφία με όσους ασχολιόντουσαν τότε με το είδος. Τους προσκάλεσαν στο Πολύδροσο, έκαναν μια ημερίδα για το πολυφωνικό τραγούδι και μια συναυλία όπου τραγούδησε η «Χαονία» κι ένας όμιλος από Πολυτσανίτες της Βορείου Ηπείρου, βιωματικούς τραγουδιστές μεγάλης ηλικίας, οι οποίοι τότε ζούσαν στα Γιάννενα. Κάλεσαν φίλους που δεν ήξεραν αλλά αγαπούσαν τη μουσική τους. Τον Θανάση Παπακωνσταντίνου, τον Βαγγέλη Γερμανό, αντάμωσαν την παραμονή της εκδήλωσης στο Πoλύδροσο, με μια «Νύχτα στο Φαράγγι» του Καλαμά, όπου και βάφτισαν το ταξίδι τους. Το ταξίδι της «Απείρου». Στο Πολυφωνικό Καραβάνι δεν ήθελαν μόνο τη «Χαονία», σκοπός ήταν να παρακινήσουν τους βιωματικούς τραγουδιστές, τους υπάρχοντες πολυφωνικούς ομίλους που είχαν κάποια ιστορία και, κυρίως, να έρθουν νέοι άνθρωποι κοντά στους παλιούς, να δοκιμάσουν κι εκείνοι να τραγουδήσουν.

Επιδίωκαν να τραγουδήσουν οι άλλοι. Και τα κατάφεραν. Ευτυχείτε, αγαπητοί!

Ο 


Ο Αλέξανδρος Λαμπρίδης γεννήθηκε στην Αθήνα. Με προγονική ρίζα (γένος Μάκος) στη Σωτήρα της Άνω Δερόπολης, με καταγωγή από το Πολύδροσο Θεσπρωτίας, πέρασε τα παιδικά του χρόνια σε χωριά της παραμεθόριας Ηπείρου, ακολουθώντας τις μεταθέσεις των εκπαιδευτικών γονέων του.
Ως μαθητής στο 2ο Λύκειο Αθήνας εκδίδει τη σχολική εφημερίδα «Αναζήτηση», ως φοιτητής στους Μεταλλειολόγους του Ε.Μ.Π. το περιοδικό «Επαφές». Δραστηριοποιείται σε φοιτητικές πολιτιστικές ομάδες και συμμετέχει σε κινηματογραφική ομάδα που γυρίζει σειρά ντοκιμαντέρ σε νεολαιίστικους και εργασιακούς χώρους, τα οποία προβάλλονται σε πολιτικά, κοινωνικά φεστιβάλ.
Μαθητεύει σε Εργαστήρι Θεωρίας και Κριτικής Κινηματογράφου κοντά στον Σωτήρη Δημητρίου και σε Εργαστήρι Σκηνοθεσίας με τον Χρήστο Σιοπαχά. Ακολουθούν σπουδές Σκηνοθεσίας Κινηματογράφου και Τηλεόρασης στις σχολές Χαντζίκου και Σταυράκου από όπου και αποφοιτεί.
Αρθρογραφεί με θέματα κριτικής και κινηματογράφου σε εφημερίδες και περιοδικά ενώ, παράλληλα, ξεκινά τις πρώτες εβδομαδιαίες και, κατόπιν, καθημερινές ραδιοφωνικές εκπομπές, στο ξεκίνημα της μη κρατικής ραδιοφωνίας, στον 902 Αριστερά στα FM. Aποχωρώντας θα πρωτοστατήσει στη δημιουργία του εναλλακτικού ραδιοφωνικού σταθμού Ρωγμή στα FM.
Κάνει μεταπτυχιακές σπουδές Κινηματογράφου και Οπτικοακουστικών για τρία χρόνια στο Παρίσι (PARIS 1- La Sorbonne), όπου παρακολουθεί και stages τελειοποίησης στη σκηνοθεσία με υποτροφία της Γαλλικής κυβέρνησης, σκηνοθετώντας ντοκιμαντέρ με θέμα τους μουσικούς του δρόμου. 
Στη διάρκεια της θητείας του μετατίθεται στην Υπηρεσία Κινηματογραφίας Στρατού και σκηνοθετεί για εννέα μήνες την τηλεοπτική εκπομπή του Υ.ΕΘ.Α. «Με Αρετή και Τόλμη» στην ΕΡΤ, καθώς και ιστορικά, ενημερωτικά ντοκιμαντέρ.
Το 1990 ξεκινά η συνεργασία του με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο ως βοηθός σκηνοθέτη και υπεύθυνος του casting – μια συνεργασία που έμελλε να διαρκέσει 23 ολόκληρα χρόνια, μέχρι το τελευταίο γύρισμα του μεγάλου δημιουργού. Συνεργάστηκε μαζί του σε 5 ταινίες («Το Μετέωρο Βήμα του Πελαργού», «Το Βλέμμα του Οδυσσέα», «Μια Αιωνιότητα και μια Μέρα», «Το Λιβάδι που δακρύζει», «Η Άλλη Θάλασσα»).

Συνεργάστηκε και με άλλους σημαντικούς σκηνοθέτες, ενώ ξεκίνησε να σκηνοθετεί ταινίες και ντοκιμαντέρ – ανάμεσά τους το «Τέλος μιας αιωνιότητας», ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους με διεθνή διανομή, πολλαπλή τηλεοπτική προβολή και συμμετοχή σε πλήθος φεστιβάλ κι εκδηλώσεων σε όλο τον κόσμο. Σκηνοθετεί, παράλληλα, εκδηλώσεις σε μεγάλους χώρους και θεσμούς – ανάμεσά τους, τακτική, πολυετής συνεργασία με το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ολυμπίας, με τη σκηνοθεσία τελετών και τη διδασκαλία σε κινηματογραφικά σεμινάρια καθώς και σε εργαστήριο πολυφωνίας.

Το 1996 πρωτοστατεί στη δημιουργία του Πολυφωνικού Συνόλου «Χαονία», που πήρε το όνομά του από τη χώρα του αρχαιότερου Ηπειρωτικού φύλου που συμπίπτει με τον χώρο επιβίωσης της Ηπειρώτικης Πολυφωνίας. Η «Χαονία», στα εικοσιπέντε χρόνια της διαδρομής της, έχει εμφανιστεί σε εκατοντάδες συναυλίες σε όλη την Ελλάδα, σε φωνητικά φεστιβάλ στο εξωτερικό, έχει δισκογραφήσει σε Ελλάδα κι εξωτερικό, ενώ έχει βραβευθεί για την προσφορά της από την Πανηπειρωτική Συνομοσπονδία Ελλάδας.
Το 1998 συμμετέχει στην ίδρυση της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρίας «Άπειρος» (η δωρική ονομασία της Ηπείρου) και στην έκδοση του ομώνυμου πολιτιστικού, περιβαλλοντικού περιοδικού ως Πρόεδρος και διευθυντής έκδοσης αντίστοιχα.
Το 1999 με την «Άπειρο» και με τη στήριξη φορέων Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ιδρύει το Διεθνές Φεστιβάλ Πολυφωνικού Τραγουδιού, εστιάζοντας στη διάσωση, τη διάδοση και την προβολή της Λαϊκής Πολυφωνίας. Ως Καλλιτεχνικός Διευθυντής του θεσμού – που είναι περισσότερο γνωστός ως Πολυφωνικό Καραβάνι – διευθύνει τη διοργάνωση 22 Διεθνών Συναντήσεων Πολυφωνικού Τραγουδιού σε παραμεθόρια Ήπειρο, Μακεδονία Αλβανία, Κάτω Ιταλία, Βουλγαρία, δεκάδων εποχιακών Πολυφωνικών Καραβανιών, 20 μεγάλων συναυλιών στην Αθήνα («ΠΑΛΛΑΣ», Θέατρο Πέτρας), την ίδρυση Αρχείου Πολυφωνικού Τραγουδιού, τη λειτουργία Εργαστηρίου Πολυφωνίας, την έκδοση σειράς ψηφιακών δίσκων και ντοκιμαντέρ.
Το 2000 ξεκινά τη ραδιοφωνική εκπομπή «Φωταψίες της Άλλης Όχθης», ιχνηλατώντας τα τοπία της μουσικής παράδοσης αλλά και σμίγοντας τις αντίπερα όχθες των αυθεντικών ακουσμάτων ψυχής, μια εκπομπή με αδιάλειπτη μετάδοση (902 Αριστερά στα FM).
Το 2004 δημιουργεί τη μουσική σκηνή «Άλλη Όχθη» που φιλοξενεί προνομιακά μουσικές της παράδοσης, παράγει ανάλογες εκπομπές ενώ διοργανώνει και εκδηλώσεις σε άλλους χώρους – όπως κάθε καλοκαίρι στο Μουσείο Λαϊκών Οργάνων.
Το 2008 ξεκινά την τηλεοπτική εκπομπή «Φωταψίες της Άλλης Όχθης» στον 902 TV, υπογράφοντας την έρευνα, το σενάριο και τη σκηνοθεσία με παρουσιάσεις, προσωπογραφίες και επιτόπες καταγραφές παραδοσιακής μουσικής στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Η εκπομπή το 2013 συνεχίζεται στην ΕΡΤ των εργαζομένων της.
Από το 2006 έως και το 2010 εκλέγεται Πρόεδρος του Φιλοπρόοδου Συλλόγου Πολυδροσιτών – του πολιτιστικού συλλόγου του χωριού του – στηρίζοντας την επέκταση του Λαογραφικού Μουσείου Πολυδρόσου που είχε ιδρύσει παλαιότερα ο πατέρας του.
Το 2010 εκλέγεται Έφορος Πολιτισμού στο Προεδρείο της Πανηπειρωτικής Συνομοσπονδίας Ελλάδας – του κορυφαίου συλλογικού φορέα Ηπειρωτών στον κόσμο – όντας υπεύθυνος για το σύνολο των πλούσιων πολιτιστικών εκδηλώσεων και ποικίλων δράσεων του φορέα μέχρι σήμερα. Στο πλαίσιο της Π.Σ.Ε. πρωτοστατεί στη δημιουργία του πολιτιστιστικού, περιβαλλοντικού θεσμού «Ηπειρώτικες Όχθες», ενώ σκηνοθετεί σειρά εκδηλώσεων σε Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, Θέατρο Πέτρας, Κάστρο Ιωαννίνων, Φραγκοκάστελλο και αλλού. Επανεκλέγεται στο ΔΣ της ΠΣΕ για τέσσερις συνεχόμενες θητείες, όντας και σήμερα Έφορος Πολιτισμού.

Στο μεταξύ, πραγματοποιεί αδιάκοπα επιτόπες καταγραφές παραδοσιακής μουσικής σε όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό, διαθέτοντας πλέον ένα από τα πλουσιότερα σχετικά αρχεία στη χώρα μας σήμερα. Προετοιμάζει παράλληλα δύο συζυγή ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους για την Όλυμπο Καρπάθου και τη Νίσυρο, καθώς και μια σειρά πέντε τηλεοπτικών ντοκιμαντέρ με θέμα τις Πολυφωνίες του Κόσμου.
Από το 1999 μέχρι σήμερα διδάσκει στα σεμινάρια Ηπειρώτικου Πολυφωνικού Τραγουδιού στο Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Οργάνων και το Κέντρο Ελληνικής Μουσικής Φοίβος Ανωγειανάκης, ενώ σε ανάλογα σεμινάρια έχει διδάξει σε σειρά πόλεων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (Ιταλία, Ουαλία, Γαλλία, Γερμανία).

Τo 2016 με εργασία του πραγματοποιείται η εγγραφή του Ηπειρώτικου Πολυφωνικού Τραγουδιού στο Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πoλιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πoλιτισμού. Το 2017 σκηνοθετεί το ντοκιμαντέρ «Τα Αύριο της πολυφωνίας» για την ΕΡΤ. Το 2018 αναγορεύεται επίτιμος δημότης Δερόπολης για την προσφορά του στο πολυφωνικό τραγούδι. Την ίδια χρονιά αναγορεύεται Ολυμπίτης Καρπάθου για την αφιέρωσή του στην Ολυμπίτικη παράδοση και την προσφορά του στη Ζώσα Παράδοση. Τo 2018, επίσης, έχει την μουσική επιμέλεια στην παράσταση «Ρίζες», βασισμένη στο πολυφωνικό τραγούδι, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Τo 2019, έχει την ευθύνη μαζί με την Αλίκη Γκανά, από μέρους του Πολυφωνικού Καραβανιού, για την πρόταση εγγραφής του στον διεθνή κατάλογο Καλών Πρακτικών Διαφύλαξης Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, πρόταση που αποστέλλεται από το Υπουργείο Πολιτισμού. Στις 17 Δεκεμβρίου 2020 εγκρίνεται ομόφωνα και μετά πολλών επαίνων η εγγραφή.