Μουσικη

Όταν οι John Mayall & The Bluesbreakers επισκέφτηκαν την Αθήνα το 1998

Υπάρχει και εκρηξιγενές, επαναστατικό Rock ‘n’ Roll που δεν σε στέλνει σώνει και καλά άψαλτο πριν την ώρα σου

Χρήστος Κισατζεκιάν
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Όταν οι John Mayall & The Bluesbreakers επισκέφτηκαν την Αθήνα το 1998: Εικόνες από το live στο Θέατρο Λυκαβηττού - Η συνέντευξή του στον Χρήστο Κισατζεκιάν

Ο Χρήστος Κισατζεκιάν θυμάται τη συνάντηση και τη γνωριμία του με τον θρύλο των blues John Mayall που έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 90 ετών.

Σήμερα νιώθω πως πατώ τα πλήκτρα επί ματαίω. Νιώθω πως είναι περιττό. Και αυτό γιατί η Μεγάλη του Mayall Σχολή υπήρξε μια από τις ελάχιστες που το «πτυχίο» της σήμαινε εν συνεχεία παγκόσμια καταξίωση για κάθε της «απόφοιτο», εδώ και πενηνταπέντε χρόνια! Θυμίζω δυο τρεις Σχολές ακόμη αν και πάλι μοιάζει περιττό για κάθε διαβασμένο: του Frank Zappa, του Ritchie Blackmore, του Ozzy Osbourne.

Ως ένας από τους ηγέτες της θεμελιώδους έκρηξης της Βρετανικής Blues που ξεγέννησε τη σκληροτράχηλη rock μαζί με τον Alexis Corner, ο αειθαλής τζόβενος συμπληρώνει την Κυριακή 29 Νοεμβρίου ογδονταεπτά περιστροφές της Γης γύρω από τον Ήλιο, κυκλοφορόντας επίμονα έως και ξεροκέφαλα το αυτοσαρκαστικό σινγκλ «I’m as Good as Gone», μες τη γκρούβα και τη φανκιά. Το τραγούδι θα συμπεριλαμβάνεται παρακαλώ στο επερχόμενο άλμπουμ του βετεράνου που κυκλοφορεί το καλοκαίρι του 2021. Ο άνθρωπος δεν υπάρχει. Τον θαυμάζω συθέμελα. Αυτόν, και τον άλλο αμετανόητα δημιουργικό συνομήλικό του. Τον Clint Eastwood.  

Ο αυτοδίδακτος θρύλος ήταν και παραμένει αστείρευτος, αυθεντικός, αμετανόητα υποδειγματικός, ζωντανό παράδειγμα του ότι υπάρχει και εκρηξιγενές, επαναστατικό Rock ‘n’ Roll που δεν σε στέλνει σώνει και καλά άψαλτο πριν την ώρα σου, στα 27 σου (βλέπε 27 club)! Ο πρωτομάστορας αυτός υπήρξε ανήσυχος εξερευνητής της σύντηξης του Μαύρου με το Λευκό. Ήτοι του γόνιμου παντρέματος της αδρής αφροαμερικάνικης μουσικής με τη βρετανική, σκληρή, ηλεκτροδοτούμενη rock. Με το που κυκλοφόρησε το εμβληματικό ως ξεκάθαρα μνημειώδες «Blues Breakers with Eric Clapton» 22 Ιουλίου του 1966, έβαλε φωτιά στα μπατζάκια αμέτρητων σύγχρονων μα πόσο μάλλον και μεταγενέστερων ηρώων μας, δεδηλωμένα.

© Χρήστος Κισατζεκιάν

«Βασικά το υλικό του δίσκου γεννήθηκε καθ’ οδόν, κάθε νύχτα, κατά τη διάρκεια της περιοδείας του συγκεκριμένου σχήματος. Είχαμε ήδη πολύ φορτωμένο πρόγραμμα εκείνη την εποχή. Παίζαμε σχεδόν καθημερινά. Το μόνο που είχαμε λοιπόν να κάνουμε στη συνέχεια ήταν να ηχογραφήσουμε όλες αυτές τις χιλιοπαιγμένες ιδέες με την πρώτη ευκαιρία» μου δήλωσε τηλεφωνικά ο διδάσκαλος τον Μάρτιο του 2015.

«Όσο για το εξώφυλλο… ήταν άλλη μια από αυτές τις μέρες που είχαμε να αντιμετωπίσουμε μια φωτογράφιση, πράγμα που κανείς από τα μέλη της μπάντας δεν είχε όρεξη να κάνει… Ουδέποτε μας ενδιέφεραν όλα αυτά. Όμως η δισκογραφική μας εταιρία, η Decca, ανέθεσε σε έναν φωτογράφο να μας πάρει και να μας κάνει βόλτα στις γειτονιές του Λονδίνου, με φως ημέρας. Διαλέξαμε αυτόν τον τοίχο ως ένα κατάλληλο φόντο. Βαριόμασταν πολύ την όλη φάση. Έτσι ο Eric αγόρασε επίτηδες ένα κόμικ για να το διαβάζει κατά τη διάρκεια των λήψεων, ώστε να καθίσταται πασιφανές πως δεν τον ενδιέφερε καθόλου αυτή η διαδικασία. Όπως όλους μας άλλωστε. Ήταν απλά άλλη μια υποχρέωσή μας προς την Decca».

Δίπλα στον ηγήτορα αυτού του ομηρικού έπους, ένας άλλος τιτάνας της επανάστασης της hard rockin’ blues έκανε τα δικά του μάγια ώστε αστέρες της ηλεκτρικής κιθάρας όπως οι Jimi Hendrix, Jimmy Page, Rory Gallagher, Ritchie Blackmore, Gary Moore να αποκτήσουν μονομιάς λόγους… ευγενούς ανταγωνισμού. Ο αειθαλής και ανοιχτόμυαλος παραγωγός Mike Vernon χειρίστηκε μοναδικά διάσημους και κουμπάκια χαρίζοντας μας αξεπέραστους δίσκους των David Bowie, Chicken Shack, Eric Clapton, Fleetwood Mac, Peter Green, Ten Years After κ.α.

«Όπως έδειξε η ιστορία ως και σήμερα, το εν λόγω έργο υπήρξε πράγματι από τις επιδραστικότερες κυκλοφορίες της rock’n’roll εποποιίας, ένας κομβικός σταθμός για γενεές γενεών…» ομολόγησε στην τηλεφωνική μας συνομιλία το 2017 ο πολύπειρος αρχιτέκτονας του ήχου. « Ήταν ο πρώτος δίσκος με άκρως θορυβώδεις κιθάρες που κατάφερε και έγινε τεράστιος σε δημοτικότητα παγκοσμίως. Κιθάρες μεγαλύτερες από κάθε άλλο όργανο της μπάντας για την ακρίβεια. Και ήταν η πρώτη φορά στην καταγεγραμμένη ιστορία των ηχογραφήσεων… Και ναι, υπήρξα απίστευτα τυχερός που βρέθηκα την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο μέρος!»

John Mayall & the Bluesbreakers – Θέατρο Λυκαβηττού, Αθήνα, Κυριακή 5 Ιουλίου 1998

Οι Bluesbreakers του Mayall έχουν τιμήσει τη χώρα μας τρεις φορές με την παρουσία τους. Υπήρξα παρών στις δυο τελευταίες από αυτές και μα το Θεό, δε θυμάμαι τι με κράτησε μακριά από την πρώτη που έχασα το καλοκαίρι του 1986 που έλαβε χώρα επίσης στο Θέατρο Λυκαβηττού. Ίσως φταίει ο πρώτος μου έρωτας, η Μαριαλένα. Όμως ακόμη κι αν δεν είχα το πολυπόθητο photo pass στο γήπεδο της Λεωφόρου το 1991, δεν θα ξεχάσω ποτέ την αξεπέραστη σύμπραξη του τιμώμενου με τον Albert Collins και τον Buddy Guy!

© Χρήστος Κισατζεκιάν

Ένα χρόνο πριν την εν λόγω Κυριακάτικη εμφάνιση από όπου και οι σκαναρισμένες εικόνες από τα φιλμ/αρνητικά μου, ο λευκός πρωτοπόρος είχε κυκλοφορήσει το… νοσταλγικό «Blues for the Lost». Ήταν ένας φόρος τιμής στους αγαπημένους του εκλιπόντες: συγγενείς, φίλους, ερωτικές συντρόφους. Ως εκ τούτου ο δίσκος ήταν ολίγον τι σκοτεινός. Όσο για τον Buddy Whittington που απολαύσαμε δίπλα του επί σκηνής στην ηλεκτρική κιθάρα, όπως και στο άλμπουμ, έτσι και επιτόπου γέμισε τίμια τα παπούτσια των πρόσφατα προηγηθέντων Coco Montoya & Walter Trout.

Η βραδιά αυτή παραμένει μέσα μου ιδιαίτερα πολύτιμη για δυο ακόμη λόγους. Ο πρώτος ήταν η απρόσμενη συμμετοχή του Steve Winwood των λατρεμένων μου Traffic! Βλέπεις ο Steve είχε προγραμματισμένη συναυλία πέντε ημέρες αργότερα στον ίδιο χώρο μαζί με τον Tito Puente και τον Arturo Sandoval, βραδιά που φυσικά και απαθανάτισα επίσης. Ο δεύτερος;

© Χρήστος Κισατζεκιάν

Το ότι κατάφερα να συναντήσω στα παρασκήνια τον Mayall και να αποσπάσω τα πολυπόθητα αυτόγραφά του σε κάθε μα κάθε μου άλμπουμ που τον αφορούσε, προσωπικό ή και συνεργασία/συμμετοχή. Και μιλώ για δεκάδες, ένα βουνό εξώφυλλα. Σίγουρα ήταν πάνω από εξήντα αυτά που κουβάλησα μαζί μου! Με βλέμμα γουρλωμένο μπρος στη θέα τους, ο μέγας μουσικοσυνθέτης δεν αρνήθηκε παρόλα αυτά. Παρά μονάχα μου ζήτησε να περιμένω έξω από το καμαρίνι του γέρνοντας ελαφριά την πόρτα και κάθισε στο μικρό γραφείο υπογράφοντας τα πάντα όλα!...

Κοιτούσα σα μικρό παιδί από τη χαραμάδα. Γιατί, εσύ τι θα έκανες;

© Χρήστος Κισατζεκιάν
© Χρήστος Κισατζεκιάν
© Χρήστος Κισατζεκιάν