- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Οι Hylas υμνούν την πόλη με το «Athena»
Οι κιθαρίστες της instrumental μπάντας Γιάννης Μπουντέκας και Πάνος Καλκανάς μιλούν στην ATHENS VOICE για την πρώτη τους δισκογραφική δουλειά και το μέλλον
Συνέντευξη: Οι κιθαρίστες της instrumental μπάντας Hylas, Γιάννης Μπουντέκας και Πάνος Καλκανάς, μιλούν για το πρώτο άλμπουμ που τιτλοφορείται «Athena».
Με μακρόσυρτες μελωδίες και κιθαριστική φαντασία, οι Hylas εξερευνούν με progressive διάθεση το post rock. Το ντεμπούτο τους άλμπουμ «Athena» κυκλοφόρησε σχεδόν πριν έναν χρόνο, τον Σεπτέμβριο του 2019, ξαφνιάζει ευχάριστα βυθίζοντάς τον ακροατή σε μουσικούς ωκεανούς και αναδύοντάς τον ξανά στην επιφάνεια της πραγματικότητας με ηλεκτρικά επαναλαμβανόμενα ξεσπάσματα. Και ακούγεται ίσως με μεγαλύτερο ενδιαφέρον αυτή την καυτή περίοδο στην πόλη. Μετά την ηχητική γνωριμία με τους Hylas, oι κιθαρίστες Γιάννης Μπουντέκας και Πάνος Καλκανάς, συστήνονται και μοιράζονται το timeline της αθηναϊκής μπάντας, που αξίζει να ανακαλύψετε, αν δεν το έχετε ήδη κάνει.
Το «Athena» κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του 2019 αλλά η μπάντα σχηματίστηκε το 2015. Πώς συναντηθήκατε και τι χρειάστηκε για να φτάσετε μέχρι εδώ;
Γιάννης: Η μπάντα σχηματίστηκε αρχικά από εμένα και τον Μάνο που είμαστε φίλοι από παλιά. Ξεκινήσαμε να παίζουμε οι δύο μας στο σπίτι και ύστερα αναζητήσαμε κι άλλους μουσικούς για να ολοκληρωθεί το συγκρότημα. Πέρασαν από αυτό αρκετά άτομα μέχρι να φτάσουμε στην τωρινή τετράδα του δίσκου κι όχι γιατί δε μας έκαναν, αλλά επειδή σε όλο αυτό το εγχείρημα εν μέσω κρίσης έπρεπε όλοι να επενδύουμε χρόνο, μεράκι και χρήμα. Στην πορεία βρήκαμε τον Κώστα και τον Πάνο που τελικά κολλήσανε άψογα στο σκεπτικό και το στόχο της μπάντας.
Ο Ύλας ήταν Δρύοπας ήρωας, εραστής του Ηρακλή. Πώς σκεφτήκατε να επιλέξετε αυτή τη μυθολογική αναφορά ως όνομα του συγκροτήματος; Τι σας άγγιξε στην ιστορία της αρπαγής του από τις Νύμφες;
Γιάννης: Η αφορμή δόθηκε όταν σε μία εκπομπή Infowar του Χατζηστεφάνου άκουσα για την απομάκρυνση ενός γνωστού πίνακα του Waterhouse, με το όνομα «Ύλας και Νύμφες» από την πινακοθήκη, επειδή θεώρησαν ότι αναπαράγει σεξιστικά υπονοούμενα εναντίον των γυναικών. Έψαξα για τον μύθο του Ύλα, ο οποίος συμμετέχοντας στην αργοναυτική εκστρατεία αποβιβάστηκε με τους συντρόφους του σε κάποιο μέρος για προμήθειες. Εκείνος, ενώ έψαχνε για νερό οι Νύμφες της περιοχής τον τράβηξαν κοντά τους γιατί θαμπώθηκαν από την ομορφιά του και για να μην τον βρουν ποτέ οι σύντροφοί του, τον έκαναν «αντίλαλο». Για κάποιο λόγο με γοήτευσε πολύ αυτή η ιδέα του μάταιου ήχου του αντίλαλου.
Πάνος: Εμένα προσωπικά η φιγούρα του Ύλα με γοήτευσε με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο γιατί δεν ταυτίζεται με το τυπικό αρρενωπό ιδεώδες ή με το πώς παρουσιάζουν κάποιοι την αρχαία Ελλάδα ή ακόμη και τον ίδιο τον Ηρακλή, τον αν μη τι άλλο Greek Superman. Μέσω της ομορφιάς του ο Ύλας σαγήνευσε και τον Ηρακλή και τις νύμφες, πράγμα που δείχνει πως το κάλλος δεν γνωρίζει φύλο.
Υποθέτω η πόλη ενέπνευσε το άλμπουμ. Με ποιους τρόπους;
Γιάννης: Με τις εικόνες που δημιουργεί... Το γκρι των κτιρίων, οι νεραντζιές, το πολυπολιτισμικό αστικό τοπίο, η συνύπαρξη του παλιού μεγαλείου με τους νεωτερισμούς και οι έντονες αντιθέσεις, οι άνθρωποί της και το πως κινούνται μέσα σε αυτή.
Πάνος: Πέρα από την επιρροή που άσκησε η Αθήνα στις ζωές μας παίζοντας μουσική σε μαγαζιά, πλατείες και προβάδικα με φίλους μουσικούς, η ιδέα της πόλης έχει επεκταθεί πέρα από τις μουσικές συνθέσεις και στο artwork που είναι ξεκάθαρα ένας ύμνος προς αυτή.
Πόσο καιρό σας πήραν οι ηχογραφήσεις του; Τι θυμάστε από εκείνη την περίοδο;
Πάνος: Οι ηχογραφήσεις του δίσκου διήρκησαν περίπου έναν μήνα, κατά τη διάρκεια του οποίου έπρεπε όλοι μας να βάλουμε προσωπική ζωή και δουλειά στην άκρη, προκειμένου να καταφέρουμε να ανταπεξέλθουμε. Θυμάμαι χαρακτηριστικά να γυρνάω σπίτι μετά από πολύωρες μίξεις παρέα με τον Πέτρο Βινάκο και το μόνο που χρειαζόμουν ήταν απόλυτη ησυχία, ξεκούραση και ένα πιάτο φαΐ, το οποίο τις πιο πολλές αμελούσα λόγω τελειομανίας ίσως, συνέχιζα να ακούω ξανά και ξανά τα κομμάτια μήπως έχουν «λάθη» ή ατέλειες.
Πώς επιλέξατε τον Troy Glessner, έναν συνεργάτη του Devin Townsend, των Disturbed και των Death Cab For Cuttie, για το mastering; Τι βρήκατε ενδιαφέρον στον τρόπο που αντιλαμβάνεται τον ήχο;
Πάνος: Ο Troy Glessner επιλέχθηκε πρωτίστως λόγω της εμπιστοσύνης μας στον Πέτρο Βινάκο του οποίου είναι στενός συνεργάτης. Αφενός χαζεύοντας το βιογραφικό και τις μπάντες με τις οποίες δουλεύει ο συγκεκριμένος άνθρωπος γεννιούνται μέσα σου απορίες του τύπου: πόσο καλό θα γίνει το υλικό; Θα αξίζει πραγματικά; Θα δώσει σημασία σε μια άγνωστη ελληνική μπάντα που βγάζει τον πρώτο της δίσκο; Η αλήθεια είναι ότι όλοι οι προβληματισμοί μας και οι αμφιβολίες μας λύθηκαν τη μέρα που ήρθε εκείνο το wetransfer link που είχε το άλμπουμ στην τελική του μορφή, όπως το ακούμε δηλαδή όλοι πλέον. Ήταν η πρώτη και τελευταία «επικοινωνία» μας με τον Glessner. Θυμάμαι να το ακούω πρώτη φορά και να σκέφτομαι «αυτό είναι».
Τι σας αρέσει περισσότερο στην Αθήνα;
Γιάννης: Έχω μεγαλώσει εδώ και πάντα έβρισκα πράγματα που μου αρέσουν. Δεν μπορώ να την κρίνω αντικειμενικά, και στην άσχημη πλευρά της βλέπω όμορφα στοιχεία. Τα στέκια της, η πολυχρωμία της, οι επιλογές που σου προσφέρει και κυρίως η μουσική της. Άλλωστε για πολλούς η Αθήνα είναι το νέο Βερολίνο, χαχαχά! Αν έχεις διάθεση, πάντα μπορείς να βρεις κάτι καινούργιο και αυτό είναι σημαντικό.
Πάνος: Που βρίσκομαι σε μια αποστολή αναζήτησης για το καλύτερο παγωτό φιστίκι της Αθήνας!
Σε ποιες γειτονιές της πόλης κυκλοφορείτε περισσότερο και γιατί;
Γιάννης: Κουκάκι, Κεραμεικό, Μεταξουργείο σε κάνα ωραίο μπαρ ή σε κάνα καφενεδάκι για τσίπουρα. Αλλά η γειτονιά που κινούμαι κυρίως είναι το Μπραχάμι, που μένω κι έχω μεγαλώσει. Συνεχίζει να έχει στοιχεία παλιάς γειτονιάς και έχει γεννήσει πολλή μουσική.
Τι θα λέγατε σε κάποιον που σας ακούει για πρώτη φορά;
Γιάννης: Run Lola Run!
Πάνος: «Θα είναι σαν να τελειώνει αλλά δεν θα τελειώνει»
Πού μπορεί κάποιος να αναζητήσει πιθανές πηγές της έμπνευσής σας;
Γιάννης: Σε όλα μπορείς να βρεις πηγές έμπνευσης… στην καθημερινότητα αλλά και ό,τι την υπερβαίνει.
Σε ποια ταινία θα θέλατε να ακουστεί η μουσική σας;
Γιάννης: Ίσως στο «Only Lovers Left Alive» του Jarmusch.
Πάνος: Είμαι ανάμεσα στο «Mr. nobody» του Jaco Van Dormael και στο «Eternal sunshine of a spotless mind» του Michael Gondry.
Ποιο άλμπουμ σας έχει επηρεάσει περισσότερο από κάθε άλλο;
Γιάννης: Μόνο ένα; Ε νομίζω το «ΟΚ Computer» των Radiohead, από την πρώτη μέχρι την τελευταία του νότα…
Πάνος: Θεωρώ πως όντας μουσικός ο στόχος είναι συνεχώς να προσπαθείς, να ακούς, να επηρεάζεσαι και να εξελίσσεις τα μουσικά σου όρια. Για εμένα μια πολύ βασική πρώτη επιρροή ήταν το «S&M» από Metallica.
Το «Nani» είναι αφιερωμένο στη μνήμη του τρίχρονου Αϊλάν Κουρντί από την Συρία, που βρέθηκε να κείτεται στις ακτές της Αλικαρνασσού, και η εικόνα με το άψυχο κορμάκι του έγινε «σύμβολο» του δράματος της προσφυγιάς. Τι νιώσατε αντικρίζοντας αυτή την εικόνα πρώτη φορά; Και τι όταν ολοκληρώσατε το τραγούδι;
Γιάννης: Ο μικρός Αϊλάν ήταν ένα από τα πάρα πολλά θύματα του πολέμου αλλά και των πολιτικών που ακολουθούνται στον κόσμο. Το χειρότερο είναι ότι κάθε μικρός Αϊλάν για πολλούς θεωρείται απειλή για τη θρησκεία και για τον πολιτισμό τους. Ο ρατσισμός σε κάνει θηρίο που δεν χρειάζεται λογικές αφορμές για να εμφανισθεί. Το «Nani» ενώ ξεκίνησε να γράφεται πριν το συμβάν με τον Αϊλάν ως ένα απλό νανούρισμα, μετά από αυτό άρχισε να παίρνει διαφορετική χροιά με τα φωνητικά και τις σκληρές κιθάρες. Το κομμάτι αρχίζει με το νανούρισμα της γέννησης, συνεχίζει με τη δύσκολη και βίαιη πραγματικότητα και τελειώνει σαν μοιρολόι για το χαμό του μικρού.
Πάνος: Όταν μπήκα στους Hylas το «Nani» ήταν κατά 70% γραμμένο. Η αισθητική ήταν κάπως διαφορετική αφού ο σκοπός του κομματιού ήταν να είναι σαν νανούρισμα και για καιρό το προβάραμε με αυτόν τον τρόπο. Η αφιέρωση προήλθε μετά από προσωπική μας ανάγκη να εκφράσουμε το θυμό μας για την εικόνα αυτή. Είναι πραγματικά λυπηρό να σκέφτεσαι το πόσοι άνθρωποι παλεύουν για το δικαίωμα του να μπορείς απλά να υπάρχεις. Για τον κόσμο που ζούμε ο μικρός Αϊλάν δεν χωρούσε πουθενά.
Είναι αδύνατο να μη σταθεί κάποιος στο artwork της Ευγενίας Λάζαρη για το άλμπουμ. Πώς δουλέψατε για την εικονογράφησή του;
Γιάννης: Θέλαμε να κάνουμε ένα art rock album με θέμα την Αθήνα, και σκέφτηκα να δημιουργήσουμε έναν χαρακτήρα, τον σύγχρονο Ύλα, που θα πρωταγωνιστούσε σε αυτό. Η Ευγενία έκανε καταπληκτική δουλειά και ό,τι αρχική ιδέα είχαμε, εκείνη την πήγαινε ακόμα παραπέρα. Η φάση αυτής της δημιουργίας ήταν πολύ ωραία. Βρισκόμασταν συνήθως σε ένα μαγαζί στον Κεραμεικό όπου η Ευγενία μας έφερνε ιδέες και τις συζητούσαμε με συνοδεία τσίπουρου και πολύ γέλιου...
Πάνος: Την Ευγενία την γνωρίζω σχεδόν όλη μου τη ζωή μιας και από μικρά παιδιά κάναμε παρέα. Όταν ξεκινήσαμε να δουλεύουμε τα σκίτσα για το artwork ήθελα να παρουσιάσουμε μια Αθήνα distorted σε όλες τις πτυχές της αλλά όχι εξωπραγματική, γι’ αυτό το λόγο όλα τα βίντεο είναι από πραγματικά μέρη μέσα στην πόλη. Θυμάμαι να λέω στην Ευγενία πως θέλω τα φώτα να έχουν «λάθος» χρώματα όπως μωβ και πορτοκαλί και της έδειχνα με τις ώρες σκίτσα από Cyberpunk, Blame!, Ghost in the shell και Akira. Όταν είδα για πρώτη φορά την εικόνα του «Αthena» με την Αλεξάνδρας άδεια και τον Ύλα ψηλά να καπνίζει ήξερα ότι έχουμε πετύχει κάτι φανταστικό μαζί.
Με τι ασχολείστε για τα προς το ζην;
Πάνος: Τα πρωινά βοηθάω σε μια μικρή οικογενειακή επιχείρηση στους Αγίους Αναργύρους και την υπόλοιπη μέρα κάνω ιδιαίτερα κιθάρας και παίζω μουσική είτε σε συναυλίες είτε σε νυχτερινά μαγαζιά. Ευτυχώς έχω την τύχη να περιβάλλομαι από πολύ σημαντικούς καλλιτέχνες και συνεργάτες που εκτιμώ βαθιά.
Γιάννης: Είμαι καθηγητής φυσικής και κάνω μάθημα σε παιδιά γυμνασίου-λυκείου και δουλεύω και ως μουσικός κυρίως σε ταβερνάκια παίζοντας ρεμπέτικα.
Είναι στα σχέδιά σας να αφιερωθείτε ολοκληρωτικά στο συγκρότημα;
Γιάννης: Νομίζω ότι κάθε μουσικός έχει όνειρο να μπορεί να βιοπορίζεται από τη μουσική του και αυτή την ιδέα του να γυρνάμε τον κόσμο και να παίζουμε την έχουμε όλοι από μικροί, δεν νομίζω ότι σβήνει ποτέ η επιθυμία. Το θέμα όμως είναι ότι η πραγματικότητα σε προσγειώνει τρομερά…
Πάνος: That’s the dream! Πιστεύω τόσο πολύ στο υλικό μας που πραγματικά θα έδινα τα πάντα για να το ακούσει περισσότερος κόσμος. Ρεαλιστικά μιλώντας, αν οι μετά covid συνθήκες είναι ευνοϊκές, θα προσπαθήσω πάρα πολύ να ανεβάσουμε το επίπεδο της μπάντας και να παίξουμε σε φεστιβάλ.
Πώς σας βρήκε η περίοδος της καραντίνας;
Γιάννης: Προσπάθησα να κόψω το τσιγάρο... μέγα λάθος! Χαχά. Το μόνο καλό ήταν ότι έπαιξα πολλή μουσική και διάβασα βιβλία. Εντάξει, ήταν πρωτόγνωρο αυτό που ζήσαμε τότε, και σε μικρότερο βαθμό τώρα. Δύσκολο να μαθαίνεις να ζεις σε έναν αποστειρωμένο κόσμο. Σκέφτεσαι την κάθε σου κίνηση, SMS, οικονομική αβεβαιότητα και το χειρότερο είναι ότι η ατομική ευθύνη μέσα σε όλο αυτό γίνεται σλόγκαν ενώ η πολιτική ευθύνη παραμερίζεται.
Πάνος: Στην καραντίνα βρέθηκα να μελετάω κλασική κιθάρα, να βάφω μινιατούρες και να παίζω video games. Μιλούσα με τους δικούς μου ανθρώπους μέσω βίντεο κλήσης και πίναμε τα ποτά μας ταυτόχρονα. Κάποιες μέρες περνούσα 3-4 ώρες κοιτώντας την οθόνη του κινητού μου γιατί ουσιαστικά ήταν η μόνη επαφή μου με τον υπόλοιπο κόσμο. Κάποιες μέρες έβγαινα για περπάτημα στη γειτονιά μου.
Τι παίζει στα ηχεία σας αυτές τις μέρες;
Γιάννης: Το «Infinity οf now» των The Heliocentrics, το «Indoors/Outdoors» του Smalfeels, και σίγουρα ρεμπετικάκια.
Πάνος: Τελευταία έχω κολλήσει με τους Incubus και συγκεκριμένα με το «A crow left of the murder...»