- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Τerror X Crew: Ευθύμης και DJ ALX μιλούν για τη «Γεύση του Μένους»
Το ανατρεπτικό άλμπουμ που άλλαξε το ελληνικό hip hop μέσα από τη ματιά των δημιουργών του, 21 χρόνια μετά
Συνέντευξη με τον Ευθύμη και τον DJ ALX για το άλμπουμ-ορόσημο του ελληνικού hip hop «Η Γεύση του Μένους» που κυκλοφόρησε τη Μεγάλη Εβδομάδα του 1999.
Όταν τελείωνε η δεκαετία του 1990 δεν υπήρχαν likes, trolls, haters και social media αλλά υπήρχε ένα πλήρωμα στην Αθήνα που μεγάλωνε διαρκώς κάνοντας trend το hip hop σε όλη την Ελλάδα. Αρτέμης, Ευθύμης, DJ ALX aka Ηχοκράτορας. Λέγονται Terror X Crew και τα CDs, οι κασέτες και οι ρίμες τους ταξιδεύουν από χέρι σε χέρι κι από στόμα σε στόμα σαν ιός.
Μια γενιά μεγαλώνει με τις συναυλίες και τις λέξεις τους και πολλά παιδιά αρχίζουν να πιάνουν μικρόφωνα και να πειράζουν πικάπ και υπολογιστές προσπαθώντας να τους μοιάσουν. Δύο δεκαετίες και μερικούς μήνες μετά από τη «Ραπ Άνοιξη» του 1999, ο καθένας από τους δημιουργούς έχει τραβήξει το δικό του δρόμο.
Η πρόσφατη συλλεκτική επανακυκλοφορία του άλμπουμ «Η Γεύση του Μένους» μέσα από crowdfunding διαδικασία σε βινύλιο, το οποίο κυκλοφόρησε για πρώτη φορά τη Μεγάλη Τετάρτη του 1999 λίγο πριν το millenium, ήταν μια αφορμή για να τρακάρουμε online με τον Ευθύμη και τον DJ ALX. Διαβάστε όσα εκμυστηρεύτηκαν στην ATHENS VOICE για το ιστορικό άλμπουμ, που δεν ξεπεράστηκε ποτέ, τις συνθήκες δημιουργίας και ηχογράφησής του, τις αναμνήσεις από την εποχή της κυκλοφορίας του αλλά και το μέλλον…
«Η Γεύση του Μένους» ήταν το δεύτερο long play άλμπουμ σας που έγινε χρυσό σε μια εποχή που δεν υπήρχαν social media, η φάση έτρεχε «στόμα με στόμα» και «αυτί με αυτί». Τι θυμάσαι από την περίοδο εκείνη;
Ευθύμης: Θυμάμαι πολύ τσιμέντο και άσφαλτο. Λεωφορεία και τρένα. Όλη μέρα κι όλη νύχτα στον δρόμο. Στο σπίτι δεν υπήρχε τίποτα να σε κρατάει. Έξω ήταν όλα. Οι φίλοι, τα στέκια, οι μουσικές. Συνέχεια είχα κάπου να πάω, κάπου αλλού να βρίσκομαι. Σακίδιο στην πλάτη και δρόμο.
DJ ALX: Συγκεκριμένα την εποχή που κυκλοφόρησε η «Γεύση του Μένους» ήμασταν ήδη γνωστοί από τις ζωντανές εμφανίσεις μας, μέσα από συνεντεύξεις σε ράδιο, τηλεόραση και τύπο και με επαναλήψεις των βιντεοκλίπ μας σε μουσικά κανάλια. Και αυτό ήταν το μέσον της εποχής εκείνης. Τότε νομίζω ο χρυσός ήταν στα 20.000 τεμάχια. Όταν η «Γεύση» έφτανε τα 20 χιλιάρικα ακολουθούσε και η «Πόλις» η οποία είχε πουλήσει ήδη κάπου στα 13.000 τεμάχια όταν βγήκε η «Γεύση».
Η προώθηση δεν έχει αλλάξει τρομερά από τότε μέχρι σήμερα. Έχει γίνει βέβαια έκπτωση στον αριθμό ατόμων που θα εργαστούν για κάτι τέτοιο. Αλλά πάντα θα έχεις κάτι του στιλ ραδιόφωνο, τηλεόραση, τύπο. Σήμερα είναι streaming, YouTube, blogs, sites. Τότε ένας δίσκος είχε διάρκεια ζωής στο ράφι ένα και δύο χρόνια. Χέρι με χέρι και στόμα με στόμα ήταν την περίοδο 1992-1995, πριν ακόμα δισκογραφήσουμε. Τότε που μαζεύαμε 40 άτομα στο πρώτο live, μετά 140 στο επόμενο κτλ.
Οι δισκογραφικές έχω διαβάσει πως ήταν διστακτικές στο να κυκλοφορήσουν υλικό σας. Πώς άρχισε να αλλάζει αυτό;
Ευθύμης: Ποιος τις γαμάει τις δισκογραφικές; Τελευταίοι τα μαθαίνουν όλα. Από τη μία οι επιχειρηματίες, από την άλλοι οι υπάλληλοι. Έπρεπε να ξέρεις να τους κοροϊδέψεις για να κάνεις τη δουλειά σου. Ακόμα κι όταν γεμίσαμε γήπεδα, κοιμούνταν όρθιοι. Από το χεράκι τους τραβούσαμε για να κάνουν κάτι τολμηρό και καινοτόμο.
DJ ALX: Μετά την αρχική επιτυχία ήταν πιο εύκολα τα πράγματα. Υπήρχε πλέον η εμπιστοσύνη ότι αυτό που κάνουμε θα φέρει κέρδος στην εταιρία. Ποτέ όμως δεν μοιραστήκαμε το ίδιο όραμα με κανέναν. Σήμερα δεν έχει αλλάξει κάτι και ο δισταγμός για κάτι νέο δεν είναι μόνο θέμα εγχώριο. Κανείς δεν θα επενδύσει χρήματα σε κάτι που δεν γνωρίζει. Γι’ αυτό και η δημιουργία των labels ήταν και είναι απαραίτητη.
Disco, techno, funk στοιχεία σε ένα τολμηρό και πειραματικό άλμπουμ για τα hip hop δεδομένα. Πώς είχατε δουλέψει για τη δημιουργία του; Πόσο καιρό σας πήρε να το βγάλετε;
Ευθύμης: Ακούγαμε πολλές διαφορετικές μουσικές. Ασυναίσθητα και ανακατεμένα. Οι φάνκι λούπες ήταν το κοινό έδαφος αλλά η περιρρέουσα ατμόσφαιρα ήταν ηλεκτρονική. Πολλή αγγλική σκηνή, πολλή άγνοια κινδύνου. Οι ιδέες απλά έρρεαν ασταμάτητα. Δεν μας πήρε πολύ να το γράψουμε. Μας πήρε πολύ περισσότερο να μιξάρουμε. Ο Άλεξ πειραματίστηκε πιο πολύ πάνω σε αυτό. Έκανε διδακτορικό.
DJ ALX: Αποτέλεσε προϊόν πειραματισμού έναν χρόνο πριν, το 1998. Ακούγαμε beats, ταιριάζαμε στίχους και έτσι έβγαιναν τα κομμάτια και τα προσθέταμε ένα-ένα σε αυτά που ήδη είχαμε από την «Πόλις», βελτιώνοντάς τα από live σε live. Οπότε μπορείς να πεις ότι η σύλληψη και παραγωγή του κάθε κομματιού έγινε με τρόπο «βιολογικό». Υπήρχαν και οι περιπτώσεις όπως «Τα χέρια σας ψηλά» όπου πριν καν τον πρώτο στίχο, πριν καν γίνει το beat ξέραμε ότι θα λουπάρουμε το τάδε σημείο από το τάδε disco κομμάτι.
Όταν το υλικό έφτασε στο στούντιο ηχογραφούσαμε φωνές πάνω σε απλά τετράμπαρα και αργότερα έχτιζα όλο το τραγούδι γύρω από τα φωνητικά με κριτήριο τη διάθεση της ερμηνείας και το περιεχόμενο του στίχου. Στη μίξη αντιμετώπιζα όλα τα στοιχεία, φωνητικά και μουσικά, ως ισάξια. Αυτό μου πήρε αρκετό χρόνο. Εντατικά studio sessions τέλη του 1998 και αρχές του 1999 για να βγάλουμε τη «Γεύση» πριν το καλοκαίρι. Αν και η «Γεύση» αποτέλεσε προϊόν πειραματισμού κατά την δημιουργία της, όταν το υλικό κυκλοφόρησε δεν ήταν πειραματικό. Ούτε ως προς το περιεχόμενο ούτε ως προς το εάν θα γίνει αποδεκτό στους φίλους των TXC. Ήταν αυτό που όφειλε να βγει από εμάς. Μουσικά και στιχουργικά. Και ο κόσμος όχι μόνο ήταν έτοιμος αλλά το περίμενε κιόλας.
Οι συναυλίες των TXC θεωρούνται ακόμα και σήμερα από όσους τις έζησαν από τα πιο hardcore events που συνέβησαν στην ελληνική hip hop σκηνή. Αλήθεια, τι σκεφτόσουν όταν το ζούσες πάνω στη σκηνή ή όταν κατέβαινες από αυτή;
Ευθύμης: Δεν έχει αλλάξει κάτι από τότε. Το συναίσθημα είναι ίδιο. Nιώθω κομμάτι μιας ωραίας συναυλίας. Απλά ο ρόλος μου είναι εκεί πάνω κι όχι εκεί κάτω. Κατά τα άλλα, και τότε και τώρα, το ζω σαν hiphophead. Ίσως περισσότερο τότε από ό,τι τώρα, που η εμπειρία παίζει τον ρόλο της.
DJ ALX: Όσο περίεργο και να σου φανεί, ήμουν πάντα ο ντροπαλός του γκρουπ σε ό,τι αφορά στην έκθεση στο ευρύ κοινό. Πριν από κάθε συναυλία, στα παρασκήνια, με έπιανε ένα σφίξιμο στο στομάχι, ένας κόμπος και δεν ήθελα να μιλάω σε κανέναν, δεν ήθελα να μου μιλάει κανείς. Δεν ήθελα να αναλωθώ πουθενά αλλού πέρα από το να σκέφτομαι το πρόγραμμα, τις τυχόν ιδιαιτερότητες και ιδιοτροπίες του. Όλα αυτά έπαυαν να με απασχολούν την ώρα που ανέβαινα πρώτος στη σκηνή και έπαιζα το πρώτο instrumental. Εκεί γινόμουν ο DJ ALX των Terror X Crew. Η σκηνή γινόταν το σαλόνι μου και οι παρόντες οι καλεσμένοι μου. Όταν κατέβαινα από την σκηνή ένιωθα πληρότητα και ικανοποίηση. Έτσι τροφοδοτούσα το «Εγώ» μου τότε.
Το 1999 σας επέλεξαν οι Prodigy να ανοίξετε τη συναυλία τους; Πώς έγινε; Είχατε κάποιο τετ α τετ στην Αθήνα ή όχι; Κι αν ναι, τι σας είπαν;
Ευθύμης: Λίγο, backstage. Οι αστέρες είναι απασχολημένοι σε τέτοιες διοργανώσεις. Αλλά μας είπαν δυο καλά λόγια. Αργότερα, και με πρωτοβουλία του Αρτέμη, γνωρίσαμε τον Liam λίγο καλύτερα. Και είπαμε πολλά.
Ακόμα και σήμερα «Η Γεύση του Μένους» θεωρείται από πολλούς το πιο crossover άλμπουμ στην ελληνική hip hop σκηνή. 20 χρόνια μετά ποια θεωρείς πως είναι η παρακαταθήκη του;
DJ ALX: Ίσως να θεωρήθηκε crossover από τις επιρροές που ξεδιάντροπα παρελαύνουν στον δίσκο και από τα ηχοχρώματα των δειγμάτων. Αν ισχύει αυτό, άποψη δική μου είναι πως λανθασμένα θεωρήθηκε crossover γι’ αυτόν τον λόγο. Δεν υπάρχει κανένα reggae φωνητικό στον δίσκο, ούτε metal, ουτε rock, ούτε καν RnB ή funk. Τα φωνητικά είναι σκληρά και ξερά. Αγνό battle rap. Μουσικά στην «Γεύση» εμφανίζονται στοιχεία από ελληνική μουσική, funk, soul, electro, disco, ελάχιστα techno, big beat, breaks και φυσικά boom bap. Είναι τα στοιχεία που απαρτίζουν μια συγκεκριμένη «Γεύση». Δεν είναι τίποτα παράταιρο από όλα αυτά εάν όλα είναι φτιαγμένα με την ίδια τεχνοτροπία. Τα κομμάτια «Κομπόστα» και «Γεύση του Μένους», ενώ τα αρχικά δείγματα διαφέρουν διαμετρικά, τα κομμάτια περισσότερο μοιάζουν μεταξύ τους παρά διαφέρουν. Μπορώ να πάρω δείγμα από οτιδήποτε και να το μεταμορφώσω σε Terror X Crew κομμάτι. Η «Γεύση» δεν ξεφεύγει από τους κανόνες του hip hop. Απλά συναντά τα όριά του προς κάθε κατεύθυνση, βορρά-νότο-ανατολή-δύση, και τα τεντώνει χωρίς να τα παραβιάζει. Χωρίς να σπάσουν τα δεσμά των στεγανών που έχει ο ακροατής στο κεφάλι του για το πώς πρέπει να είναι ένας hip hop δίσκος. Είναι επικίνδυνα διευρυμένος και γι’ αυτό κανείς ποτέ δεν τον αντέγραψε. Όλοι αντιγράφουν το εύκολο και το ασφαλές. Από τη δική μου, τη μουσική πλευρά, αυτή είναι και η παρακαταθήκη της «Γεύσης».
Ευθύμης: Είναι κλασσικός γιατί δεν τον αντέγραψε κανείς. Άλλες μπάντες που έκαναν επιτυχίες τότε, έτυχαν αντιγραφής. Αυτός ο δίσκος ποτέ.
Μπαίνεις στη διαδικασία να ακούσεις το άλμπουμ ξανά; Αν ναι, τι σου έρχεται στο μυαλό;
DJ ALX: Ομολογώ πως είχα καιρό να ακούσω τη «Γεύση» όλη από την αρχή μέχρι το τέλος. Πρόσφατα την άκουσα ολόκληρη πολλές φορές για τις ανάγκες του remaster για επετειακή του κυκλοφορία σε βινύλιο. Όπως και να το κάνουμε είναι ένα κομμάτι της ελληνικής μουσικής ιστορίας πλέον.
Ευθύμης: Όχι. Δεν μου αρέσει η φωνή που είχα τότε. Έχει αλλάξει ο τρόπος ερμηνείας μου. Και δεν θέλω να με επηρεάζει το άκουσμα. Αλλά όλο και κάπου θα τύχει να το ακούσω. Στις πρόβες, ίσως. Και σκέφτομαι ότι μακάρι να ήξερα τότε αυτά που ξέρω τώρα.
Σου λείπει κάτι από εκείνη την περίοδο της ζωής σου;
Ευθύμης: Η φυσική κατάσταση που είχα. Τίποτα άλλο.
DJ ALX: Μόνο τα νιάτα μου. Τίποτα άλλο.
Ανοίξατε δρόμους στο ελληνικό hip hop με flows και styles, με ρίμες και ρυθμούς, και σήμερα από underground κατάσταση είναι mainstream. Ποιο πιστεύεις πως είναι το μέλλον του;
DJ ALX: Το τι πιστεύω εγώ δεν είναι απαραίτητο ότι θα έχει σχέση με την πραγματικότητα. Ξεκίνησε underground από ανάγκη μουσικής έκφρασης μη μουσικά μορφωμένων φτωχών ανθρώπων. Επομένως ο τρόπος παραγωγής του (ή έστω εκτέλεσης) θα έπρεπε να είναι ανέξοδος, τουλάχιστον στα πρώτα του στάδια (μικρόφωνο της πλάκας και ηχογράφηση κρεβατοκάμαρας). Αλλά ακόμα και σε επαγγελματικό επίπεδο, σε στούντιο, το να φτιάξεις και να πουλήσεις μουσική χωρίς να κουρδίζεις ντραμς, κιθάρες κτλ, με το ένα πέμπτο στουντιακού χρόνου (άρα και κόστους σε σχέση με άλλα είδη όπως ροκ), και να ζεις από αυτό είναι επανάσταση από μόνο του. Εκεί τσίμπησε το mainstream. Μεγάλες απολαβές με την ελάχιστη δυνατή επένδυση. Δεν τους έπιασε κανένας πόνος για τα τετράμπαρα, τις ρίμες, τα 808s και τα drum breaks. Είναι καθαρά θέμα οικονομικό. Ωστόσο πάντα θα υπάρχει η καλή και τίμια rap-hip hop μουσική είτε έχει άγριο-βρώμικο ύφος είτε ελαφρύ-γυαλισμένο. Παντού βρίσκεις τα πάντα.
Ευθύμης: Θα κάνει τον κύκλο του όπως όλα τα ήδη της μουσικής: Περιθώριο – Αποδοχή – Επιτυχία – Σκυλάδικο – Κάθαρση. Και ευτυχώς βρισκόμαστε πολύ κοντά στην κάθαρση.
Ποια είναι τα μεγαλύτερα κλισέ στο hip hop;
Ευθύμης: Ότι το hip hop είναι επανάσταση και φωνή των κατατρεγμένων όλου του κόσμου. Αυτό δεν ισχύει πάντα. Ισχύει όμως το άλλο κλισέ που λέει ότι το hip hop είναι ο καθρέφτης της κοινωνίας και ότι κάθε κοινωνία έχει το hip hop που της αξίζει.
DJ ALX: Να το κρατάς αληθινό. Πολλές φορές it ain’t easy to keep it real when real life happens.
Τι κάνει κάποιον producer;
DJ ALX: Η επιμονή, η υπομονή, η εφευρετικότητα, η παρατηρητικότητα, το όραμα και η ευκολία προσαρμογής και μάθησης είναι ίσως μερικές ιδιότητες που απαρτίζουν έναν μουσικό παραγωγό. Αν κάτσει κανείς το βράδυ μέχρι τα ξημερώματα για να βρει τα drums που αρμόζουν στο κομμάτι, μπορεί να είναι παραγωγός. Εάν όλο το απόγευμα στο στούντιο διαφωνεί με τον ράπερ για το πώς πρέπει να πει το ρεφραίν, θέλει να είναι παραγωγός. Αν κανείς μιξάρει το ίδιο κομμάτι δυο και τρεις φορές μέχρι να πετύχει αυτό που έχει στο μυαλό του, μάλλον είναι παραγωγός. Όταν έχει 4 αντί για 10 και προσπαθεί να κάνει τα 4 να στέκονται για 10 τότε είναι παραγωγός. Όταν κανείς νιώθει ότι το αποτέλεσμα ενός κομματιού είναι εξ ολοκλήρου δική του ευθύνη τότε, ναι, είναι σίγουρα παραγωγός.
Τι κάνει κάποιον MC;
Ευθύμης: Ανοίγεις μεγάλη κουβέντα. Είναι πολλά. Αλλά μπορεί και ένα μόνο να αρκεί. Μπορούμε να το συζητάμε ώρες αλλά στο τέλος ο κάθε ακροατής θα πάρει τον MC που του αξίζει. Να σου πω τι κάνει κάποιον MC; Ένα ακροατήριο της προκοπής!
Έχεις γευτεί το μένος;
Ευθύμης: Ω, ναι. Κρατάει ακόμα.
Έχεις μετανιώσει για κάτι που έχεις γράψει;
Ευθύμης: Όχι, ποτέ.
Tο graffiti crew σας μετρούσε εκατοντάδες άτομα στα 90s, αν δεν κάνω λάθος, και στις γειτονιές της Αθήνας τα αρχικά TXC αυξάνονταν και πληθύνονταν. Τι ήταν εκείνο κατά τη γνώμη σου που άγγιζε τους ανθρώπους σε όσα κάνατε;
DJ ALX: Η αίσθηση της ευρύτερης οικογένειας πέραν της βιολογικής ήταν ο λόγος που το ρεύμα TXC θα άγγιζε κάποιον την εποχή εκείνη. Ο καθένας γνώριζε κάποιον από μας ή γνώριζε κάποιον που γνώριζε κάποιον από εμάς. Με αυτή την ψυχολογία όλοι υπέγραφαν με TXC δίπλα από το tag ή το graffiti τους. Το πρώτο EP που βγάλαμε το 1995 ήταν η εκδήλωση αυτής της ενέργειας σε φυσική μορφή.
Ευθύμης: Εκπροσωπούσαμε ένα κίνημα στα γεννοφάσκια του. Και ήταν κομμάτι ενός παγκόσμιου κινήματος που, όπως φάνηκε, μελλόταν να κυριαρχήσει στη μουσική για δεκαετίες. Οι έφηβοι το αφουγκράστηκαν με τον ίδιο τρόπο όπως εμείς. Δεν ήμασταν έξω και πάνω από όλο αυτό. Όλοι αυτοί ήταν δικά μας παιδιά.
Θυμάστε το πρώτο άλμπουμ που αγοράσατε;
Ευθύμης: Hits ’81. Συλλογή με pop επιτυχίες. Μάλλον μου το χάρισαν. Από hip hop, Public Enemy –«Υο, Bum Rush the Show». Δεν κατάλαβα και πολλά πράγματα. Αλλά όταν πήρα το «It Takes A Nation…» όλα έβγαλαν νόημα.
DJ ALX: Technotronic – «Pump Up the Jam». Δεκατεσσάρων - δεκαπέντε ετών, καλοκαίρι του 1989 ή 1990, έχοντας μόλις αποκτήσει το πρώτο μου πικάπ με ιμάντα. Ακολούθησαν C+C Music Factory, The Simpsons, MC Hammer, Vanilla Ice και έναν χρόνο μετά Public Enemy Apocalypse ‘91. Με αυτόν τον δίσκο ένιωσα έλξη στο να μάθω τα μυστικά παραγωγής της μουσικής αυτής. Αμέσως μετά άκουσα το «...Nation of Millions» και τότε κατάλαβα ακριβώς τι ήθελα να κάνω στη ζωή μου. Τα υπόλοιπα τα γνωρίζετε.
Ποιο τραγούδι σας παίδεψε περισσότερο στο στούντιο και γιατί;
DJ ALX: Όλα είχαν τη δική τους ιδιαιτερότητα. Κάθε κομμάτι, δεν με παίδεψε, αλλά με εκπαίδευσε σε κάτι. Κανένα κομμάτι δεν γεννήθηκε με «καισαρική» ούτε άργησαν να φτάσουν στο τέλος τους.
Η παραγωγή αυτού του άλμπουμ είναι ένα master class ακόμα και σήμερα. Τι διάολο είχες στο μυαλό σου όταν το ετοιμάζατε;
DJ ALX: Προσπάθησα να ξεπεράσω τα μουσικά μου είδωλα και πρότυπα και για να το κάνω αυτό δεν θα μπορούσα να έχω κάποιο δίχτυ ασφαλείας. Ταυτόχρονα ταξιδεύοντας στα όρια του μουσικού αυτού είδους δεν ήμουν 100% στο στοιχείο μου. Βάλε και τον παράγοντα επιβίωσης και καριέρας στην εξίσωση. Αυτά από μόνα τους δημιουργούν μια πρωτόγνωρη εγρήγορση. Οι δημιουργικές σου αποφάσεις πρέπει να είναι γρήγορες και πηγαίες. Να γίνονται με τρόπο μηχανικό και να λειτουργούν στο ακέραιο. Κατακτάς ένα υψηλότερο επίπεδο δεξιοτεχνίας κάθε φορά που συμβαίνει αυτό. Κάπως έτσι ξεπερνάς τον εαυτό σου.
Είναι ενδιαφέρον πως χρησιμοποίησες κλασικά samples με ένα μεταμοντέρνο για την εποχή τρόπο. Ήταν ο δικός σου τρόπος να δείξεις σεβασμό στα ακούσματα με τα οποία μεγάλωσες;
DJ ALX: Όχι, δεν ήταν ακριβώς αυτό. Φυσικά και πολλά απ’ αυτά ήταν ακούσματα, κάποια από πολύ μικρός και κάποια τα είχα ανακαλύψει λίγο πριν. Ήταν επιλογές από την δική μου hip hop μελέτη της μουσικής παραγωγής. Αρκετά από τα δείγματα μάλιστα, τα έφερε στο τραπέζι ο Αρτέμης, τον οποίον και θεωρούσα πολύ καλό digger από τότε που τον γνώρισα. Μου έφερνε μουσική που πίστευε ότι θα μπορούσα να επεξεργαστώ και να αξιοποιήσω. Καθόμουν και εφάρμοζα την «TXC τεχνοτροπία» και τα έκανα Terror X Crew κομμάτια. Ο μεταμοντέρνος τρόπος που λες ήταν ένα κράμα του αμερικάνικου boom bap, του βρετανικού hip hop, hardhop, acid breaks και της big beat τεχνικής. Δηλαδή ό,τι ακούγαμε το καλοκαίρι του 1998 στο αυτοκίνητο και στο σπίτι. Δεν έγινε ποτέ EDM λόγω της παρουσίας ραπ φωνητικών. Είμασταν ραπ γκρουπ άλλωστε. Όπως είπα πριν, τεντώναμε τα όρια, δεν τα παραβιάζαμε.
Να περιμένουμε νέες ρίμες προσεχώς από τον Ευθύμη;
Ευθύμης: Νέες ρίμες, ναι. Προσεχώς, όχι.