Μουσικη

Η Αγέλαστη Πολιτεία επανακυκλοφορεί

Οι αδερφοί Κατσιμίχα ηχογράφησαν ξανά το σάουντρακ των παιδικών μας Χριστουγέννων

Ναταλία Δαμίγου - Παπώτη
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

«Κόβε πριονάκι μου κι η ώρα πλησιάζει, Χριστούγεννα ζυγώνουνε το αίμα μας και βράζει!»

Η αγαπημένη μου χριστουγεννιάτικη παιδική ανάμνηση διαδραματίζεται στο σαλόνι του σπιτιού μας και έχει ως εξής: αφού έχει προηγηθεί το στόλισμα του δέντρου, εγώ και ο αδερφός μου βάζουμε (στο τέρμα) το cd της Αγέλαστης Πολιτείας και χοροπηδάμε εκστασιασμένοι –θεωρώντας πως μιμούμαστε το χορό των καλικάντζαρων– γύρω από το τραπέζι και πάνω στους καναπέδες ουρλιάζοντας όλους τους στίχους, ξέροντας απ’ έξω τις πρώτες, δεύτερες και τρίτες φωνές.

Το αγαπημένο χριστουγεννιάτικο παραμύθι των αδερφών Κατσιμίχα επανακυκλοφορεί φέτος μετά από δέκα χρόνια απουσίας από τα ράφια των βιβλιοπωλείων. Στην τωρινή έκδοση το βιβλίο και το ομότιτλο cd θα πωλούνται μαζί, κάτι που οι δημιουργοί τους επιθυμούσαν εδώ και χρόνια. Επιπλέον, το cd έχει ξαναηχογραφηθεί και είναι εμπλουτισμένο με περισσότερα κείμενα και με νέες ενορχηστρώσεις.

n

Το εξώφυλλο του καινούριου cd

Η Αγέλαστη Πολιτεία κυκλοφόρησε πρώτη φορά το φθινόπωρο του 1983. Ο Χάρης και ο Πάνος Κατσιμίχας την έγραψαν στο Μονπελιέ και τη μελοποίησαν στο Δυτικό Βερολίνο, όπου ζούσαν τότε. Η εικονογράφηση ήταν του Νίκου Μαρουλάκη, φίλου τους και επίσης κατοίκου τότε του Δυτικού Βερολίνου –και σταθερή αξία στα βιβλία της παιδικής μας ηλικίας, αφού είχε εικονογραφήσει τη Φρουτοπία και δεκάδες άλλα βιβλία του Τριβιζά.

Στο παραμύθι, οι καλικάντζαροι των Χριστουγέννων είναι καταδικασμένοι στο αιώνιο πριόνισμα του δέντρου της γης –που θρέφει όμως κάθε Χριστούγεννα όταν επισκέπτονται τη γη για να κάνουν ζαβολιές. Μέχρι που μια χρονιά αποφασίζουν να κάνουν κάτι διαφορετικό. Επισκέπτονται την Αγέλαστη Πολιτεία, το μέρος στο οποίο κανένας άνθρωπος ποτέ δε γελούσε, δίνουν στους κατοίκους της ένα μαγικό μαντζούνι και οι ρόλοι αντιστρέφονται. Οι αγέλαστοι κάτοικοι κατακλύζονται από ένα αίσθημα ευφορίας και επιδίδονται σε μια σειρά πρωτοφανών για τα δεδομένα τους συμπεριφορών και οι καλικάντζαροι τους παρακολουθούν (να ξεφτιλίζονται) και γελάνε.

n

Το εξώφυλλο του παλιού cd

Δεν ξέρω τι μας συνέπαιρνε τόσο ως παιδιά όταν ακούγαμε την Αγέλαστη Πολιτεία. Σίγουρα η ιδέα πως οι καλικάντζαροι μετατρέπουν τους σοβαροφανείς ενήλικες της Αγέλαστης Πολιτείας σε χαζοζαρούμενους πότες μας φαινόταν τρομερά διασκεδαστική. Μας άρεσε πολύ και η μουσική του cd, αφού οι ηλεκτρικές κιθάρες που ακούγονταν στα τραγούδια τα έκαναν να μη θυμίζουν καθόλου το (σαχλό) ήχο που συνήθως έχουν τα τραγούδια που απευθύνονται σε παιδιά. Και μάλλον περισσότερο απ' όλα μας άρεσε μια αίσθηση σκανταλιάς που διέτρεχε όλο το παραμύθι: από τη σχεδόν διονυσιακή εικόνα των χωρικών που αποκοιμιούνται μεθυσμένοι στην πλατεία του χωριού (κάτι σαν Πατρίκ Ζισκίντ για παιδιά) μέχρι τις φράσεις που ως παιδιά μάθαμε από την Αγέλαστη Πολιτεία και οι οποίες μας φαίνονταν στο όριο του επιτρεπτού (αγαπημένη μεταξύ αυτών το «πάρε τον πούλο» που λέγανε οι καλικάντζαροι στον αρχηγό τους, το Μανδρακούλο, και εμείς ακούγαμε «πάρε το μπαούλο»).

n

Το εξώφυλλο του βιβλίου

Θα πάρω την καινούρια Αγέλαστη Πολιτεία δώρο στα μικρά μου ξαδέρφια. Και θα τα μυήσω στο χορό των καλικάντζαρων –ελπίζοντας να μην έχουν αλλάξει στην καινούρια βερσιόν οι στίχοι που θυμάμαι. Θα το στείλω και στον αδερφό μου που κάνει Eράσμους. Θα με βρίσει φυσικά, επιβεβαιώνοντας πως η σχέση μας είναι ζωντανή.