Μουσικη

Dua Lipa, Rita Ora, Bebe Rexha: Τα παγκόσμια ποπ είδωλα από την Αλβανία

Δεν θα μπορούσαν να είναι πιο περήφανες για την καταγωγή τους και κάνουν ό,τι μπορούν για να τιμήσουν τις ρίζες τους

Νικολέττα Σταμάτη
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ας είμαστε ειλικρινείς. Ζούμε σε μία χώρα όπου, αν και συναντάμε πολλούς ανθρώπους με αλβανικές ρίζες, συχνά αντιμετωπίζονται με τέτοιο τρόπο, ώστε να νιώθουν την ανάγκη να κρύψουν την καταγωγή τους. Δεν είναι λίγα τα παραδείγματα καλλιτεχνών, που θεώρησαν ότι είναι σε θέση να πουν δημόσια πως είναι από την Αλβανία, μόνο εφόσον είχαν αποκτήσει μία άλφα επιτυχία, η οποία θα τους προστάτευε από το να παραγκωνιστούν επαγγελματικά λόγω καταγωγής.

Είναι αυτό απόλυτα ελληνικό φαινόμενο; Προφανώς, και αυτό δεν μπορούμε να το ξέρουμε στα σίγουρα, αλλά αυτό που μπορούμε να πούμε 100% είναι ότι σε χώρες, όπως οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, αντίστοιχης καταγωγής καλλιτέχνιδες έχουν καταφέρει να κάνουν τεράστιες καριέρες και να γίνουν κάποια από τα μεγαλύτερα ονόματα της παγκόσμιας μουσικής βιομηχανίας, όχι μόνο χωρίς να κρύψουν τις αλβανικές ρίζες τους, αλλά μιλώντας συνεχώς για αυτές με περηφάνια.

Για αυτές σημασία δεν έχει αν έζησαν εκεί, ή αν μεγάλωσαν ακούγοντας ιστορίες για την Αλβανία από τους γονείς τους. Σημασία έχει ότι δεν ξεχνούν στιγμή το από πού κατάγονται και το πώς αυτό έχει επηρεάσει το πώς εξελίχθηκαν και το ποιες κατέληξαν να είναι. Γι’ αυτό, άλλωστε, με κάθε ευκαιρία μιλάνε για την καταγωγή τους και στέλνουν την αγάπη τους στους ανθρώπους, με τους οποίους μοιράζονται τις ίδιες ρίζες, ενώ την ίδια στιγμή αποδεικνύουν ότι αν υπάρχει ταλέντο και θέληση μπορείς να τα καταφέρεις, χωρίς να έχει σημασία από πού κατάγεσαι και σε τι συνθήκες μεγάλωσες.

Η Dua Lipa είναι το πιο χαρακτηριστικό και το πιο γνωστό, ίσως, τέτοιο παράδειγμα. Οι γονείς της έφυγαν από το Κόσοβο για το Λονδίνο στις αρχές της δεκαετίας του ‘90, πριν την γέννηση της, λόγω της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας και της καταπίεσης-διωγμού, που δέχονταν τότε οι αλβανοί από το καθεστώς του Slobodan Milosevic. Ωστόσο, όταν η Lipa - της οποίας το μικρό όνομα σημαίνει «αγάπη» στα αλβανικά -ήταν 11 χρονών και το Κόσσοβο ανακηρύχτηκε ανεξάρτητο κράτος, ο πατέρας της, Dukagjin, δέχτηκε μία δουλειά εκεί, με αποτέλεσμα τον επαναπατρισμό όλης της οικογένειας.

Αν και η τραγουδίστρια έχει δηλώσει ότι εκεί οι γονείς της τής έδιναν μεγαλύτερες ελευθερίες, καθώς υπήρχε πολύ λιγότερη εγκληματικότητα από το Λονδίνο, η ίδια αποφάσισε και τους έπεισε να επιστρέψει μόνη της στην Αγγλία, όταν έγινε 15 χρονών, ώστε να κυνηγήσει μία μουσική καριέρα. Έκανε αρκετές περιστασιακές δουλειές, ενώ στα 16 της υπέγραψε συμβόλαιο με ένα πρακτορείο μοντέλων, με απώτερο σκοπό να χτίσει γνωριμίες με ανθρώπους της μουσικής βιομηχανίας.

Η μουσική της καριέρα ξεκίνησε το 2015, με το «Be the One» να αποτελεί την πρώτη μεγάλη της επιτυχία, και εκ τότε τα τραγούδια της να σκαρφαλώνουν όλο και πιο ψηλά στα παγκόσμια charts.

Πριν από μερικές μέρες, μάλιστα, κατάφερε και να κερδίσει τα δύο πρώτα βραβεία Grammy της, με το ένα από τα δύο να είναι αυτό του καλύτερου πρωτοεμφανιζόμενου καλλιτέχνη.

Η Lipa, όμως, μέχρι σήμερα δεν έχει ξεχάσει την καταγωγή της και φροντίζει να την τιμάει όσο περισσότερο γίνεται. Το περασμένο καλοκαίρι, μάλιστα, μαζί με τον πατέρα της, δημιούργησαν το Sunny Hill Foundation και το Sunny Hill Festival, συγκεντρώνοντας 100.000€, τα οποία δώρισαν σε πολιτισμικές οργανώσεις και μουσικά σχολεία του Κοσσόβου. Επιπλέον, με κάθε ευκαιρία επισκέπτεται και οργανώνει συναυλίες στο Κόσσοβο και γράφει στα social media της για αυτό, με χαρακτηριστικότερο tweet της αυτό, στο οποίο σχολίασε «βγάλε το κορίτσι από το Κόσσοβο, αλλά δεν μπορείς να βγάλεις το Κόσσοβο από το κορίτσι».

Η Rita Ora έχει επίσης καταγωγή από το Κόσσοβο. Αυτή γεννήθηκε εκεί, αλλά - για τους ίδιους λόγους με τους γονείς της Dua Lipa - η οικογένεια της εγκατέλειψε την χώρα το ‘91, όταν η Ora ήταν μόλις ενός έτους, και εγκαταστάθηκε στο Δυτικό Λονδίνο. Το «Ora», μάλιστα, η οικογένεια το πρόσθεσε στο αρχικό επίθετο (Sahatçiu), ώστε να μπορούν να το προφέρουν οι βρετανοί ευκολότερα.

Ο πατέρας της άνοιξε μία παμπ στο Λονδίνο και εκεί η ίδια ξεκίνησε να τραγουδάει σε κάποιες βραδιές ανοιχτού μικροφώνου. Ωστόσο, η καλλιτεχνική της πορεία ξεκίνησε με την υποκριτική και με κάποιους μικρορόλους σε βρετανικές σειρές και ταινίες, ενώ την μουσική άρχισε να την κυνηγάει ενεργά από το 2007.

Ξεκίνησε κάνοντας περάσματα σε τραγούδια και μουσικά βίντεο καλλιτεχνών, όπως ο Jay Z και ο Drake, ενώ το 2009 ετοιμαζόταν να εκπροσωπήσει το Ηνωμένο Βασίλειο στην Eurovision, αλλά αποσύρθηκε, διότι η μάνατζερ της την έπεισε ότι δεν θα έκανε καλό στην καριέρα της. Την διασημότητα, όμως, κέρδισε τον Φλεβάρη 2012, όταν ο DJ Fresh την επέλεξε ως την γυναικεία φωνή του «Hot Right Now».

Λίγους μήνες μετά κυκλοφόρησαν τα πρώτα της singles, το «RIP» και το «How We Do (Party)», τα οποία έγιναν αμέσως επιτυχίες. Από τότε, έχει βρεθεί σε θέση κριτή τόσο στο βρετανικό «The Voice», όσο και στο «The X Factor», συμμετείχε στην ταινία «50 Αποχρώσεις του Γκρι», ενώ παρουσίασε και το «America’s Next Top Model».

Στο μεταξύ, συνέχισε να κρατά επαφή με τις ρίζες της, σε τέτοιο βαθμό που το 2015 ανακηρύχθηκε επίτιμη πρέσβης της Δημοκρατίας του Κοσσόβου. Η ίδια, εξάλλου, δηλώνει τρομερά περήφανη για την καταγωγή της και έχει σχολιάσει ότι στην οικογένεια της προσπαθούν να μιλάνε μεταξύ τους μόνο στα αλβανικά. To 2012, μάλιστα, γύρισε και το μουσικό βίντεο για το κομμάτι της «Shine Ya Light» στο Κόσσοβο. Επιπλέον, το περασμένο Φλεβάρη βρέθηκε εκεί, για να γιορτάσει την 10η επέτειο της ανεξαρτησίας του, ενώ τον Νοέμβρη πραγματοποίησε και μία δωρεάν συναυλία στην Αλβανία.

Η Bebe Rexha έχει επίσης αλβανική καταγωγή, με τη διαφορά ότι, αν και οι γονείς της γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Αλβανία, και οι δύο είχαν μεταναστεύσει στις ΗΠΑ, πριν γνωριστούν μεταξύ τους και - επομένως - πριν η ίδια γεννηθεί. Συγκεκριμένα, έζησε τα πρώτα χρόνια της ζωής της στο Μπρούκλιν και μετέπειτα στο Στέιτεν Άιλαντ.

Το ταλέντο της στη μουσική φάνηκε από πολύ νωρίς, αφού όταν ήταν 9 ετών μπορούσε ήδη να παίξει τρομπέτα, πιάνο και κιθάρα, ενώ στο γυμνάσιο και στο λύκειο έλαβε μέρος σε αρκετά μιούζικαλ και βρέθηκε στην χορωδία. Επαγγελματικά, η μουσική της πορεία ξεκίνησε το 2010, με την δημιουργία του συγκροτήματος «Black Cards», μαζί με τον μπασίστα των Fall Out Boys, Pete Wenz, το οποίο άφησε, όμως, μετά από δύο χρόνια για να επιδιώξει μία σόλο καριέρα.

Τα επόμενα χρόνια επικεντρώθηκε περισσότερο στο να γράφει τραγούδια, με μερικά από αυτά, όπως το «Monster» της Rihanna και του Eminem, να γίνονται μεγάλες επιτυχίες. Αυτό άλλαξε το 2014, με την κυκλοφορία του πρώτου της single, «I Can’t Stop Drinking About You», αλλά και την συνεργασία της με τον ράπερ Pitbull στο κομμάτι «This Is Not A Drill». Από τότε, τα παγκόσμια charts φαίνεται να την αγαπάνε όλο και περισσότερο, ενώ έχει συνεργαστεί με σημαντικά ονόματα της μουσικής βιομηχανίας, όπως είναι ο David Guetta, ο G-Eazy, η Nicki Minaj και ο Lil Wayne. Το «In the Name of Love», μάλιστα, το οποίο κυκλοφόρησε μαζί με τον Martin Garrix, την τοποθέτησε στο τοπ 10 των charts του Ηνωμένου Βασιλείου, του Καναδά, της Αυστραλίας και της Ιταλίας.

Η Bebe, ή Bleta όπως είναι το βαφτιστικό της, έχει βρεθεί αρκετές φορές στην Αλβανία για συναυλίες, ενώ προσπαθεί και στηρίζει, όσο περισσότερο γίνεται, καλλιτέχνες με την ίδια καταγωγή και η ίδια είναι πολύ φίλη με την Dua Lipa. Επιπλέον, συχνά συγκινείται όταν μιλάει για τις ρίζες της και έχει δηλώσει ότι προσπαθεί να τις εντάξει στην μουσική της, μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων, «Θέλω απλά να είμαι ο εαυτός μου και να είμαι αληθινή και αστεία, και μέρος του να είμαι ο εαυτός μου είναι και η αλβανική καταγωγή μου. Μπορεί οι ήχοι μου να είναι R&B ενταγμένοι στην κοινότυπη ποπ, αλλά υπάρχουν υπόγειες αλβανικές επιρροές, συμπεριλαμβανομένων και ήχων που έχω ακούσει σε γάμους. Θέλω να δείξω κάθε κομμάτι μου και κάθε χρώμα μου. Και νομίζω και το γεγονός ότι μεγάλωσα ως αλβανή, ήθελα να το φέρω στο φως».