Μουσικη

Ο δίσκος της εβδομάδας: Daft Punk - Random Access Memories

Οι Daft Punk έκαναν αναμφίβολα μια ολοκληρωμένη και πλήρη εργασία

Μάκης Μηλάτος
ΤΕΥΧΟΣ 438
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Daft Punk: Το γαλλικό ντουέτο αποφάσισε να «εκμεταλλευτεί» την σπουδή του στην χορευτική μουσική και να γράψει μια ακαδημαϊκή, σοφιστικέ μελέτη πάνω στο είδος.

Αν κάποτε δημιουργηθεί ένα μουσείο χορευτικής κουλτούρας αυτό το άλμπουμ θα μπορούσε να ακούγεται ως υπόκρουση και να υποδέχεται –κομψά και με στιλ– τους επισκέπτες, να υποδηλώνει –με σοφιστικέ ύφος– τι πρόκειται να δουν και να ακούσουν: pop, disco, blue eyed soul, progressive, house, soft rock, robot φωνητικά, αναλογικούς ήχους, 70s και 80s αναμνήσεις. Να τους ξεναγεί σε αυτό το μουσικό και χορευτικό σύμπαν και να τους προτρέπει –αφού τελειώσουν την ξενάγηση– να πιουν ένα πολύχρωμο κοκτέιλ στο μπαρ και να αγοράσουν retro και vintage αναμνηστικά, όπως υπογεγραμμένες φωτογραφίες του Giorgio Moroder και του Neil Rogers ή το δίσκο αυτό γραμμένο σε κασέτα.

Το γαλλικό ντουέτο αποφάσισε να «εκμεταλλευτεί» την πολύχρονη σπουδή του στην ηλεκτρονική χορευτική μουσική και να γράψει μια ακαδημαϊκή και σοφιστικέ μελέτη πάνω στο είδος, αναφέροντας πηγές, ιστορικά γεγονότα και πρόσωπα, κάνοντας ηχητικές παραπομπές, δημιουργώντας ηχητικά παραδείγματα για το κάθε τι με φροντίδα, επιμέλεια και προσωπικό ύφος. Η μελέτη αυτή είναι χωρισμένη σε 13 κεφάλαια/τραγούδια που όλα μαζί δίνουν μια σαφή εικόνα της ηλεκτρονικοχορευτικής μουσικής κουλτούρας.

n

Οι Daft Punk έκαναν αναμφίβολα μια ολοκληρωμένη και πλήρη εργασία, αλλά όταν γράφεις «μελέτη» δεν μπορείς να γράψεις και δίσκο ταυτόχρονα. Αναπαριστούν έναν κόσμο με την προσωπική τους ματιά και το εγκεφαλικό τους ύφος, αλλά δεν δημιουργούν κανένα κόσμο – η μουσική όμως δεν είναι αναπαραστατική τέχνη. Έτσι ο δίσκος είναι για να τον ακούς, αλλά δεν είναι για σένα... Είναι για όλους αλλά δεν είναι για κανέναν συγκεκριμένα... Είναι για να υποδηλώνει χορό, αλλά όχι για να τον προκαλεί... Είναι ένα σοφιστικέ ενσταντανέ χωρίς ψυχή, είναι ένα 3D αναλογικού ήχου, είναι κάτι σαν τον πρόσφατο «Υπέροχο Γκάτσμπι» του Μπαζ Λούρμαν.

Οι Daft Punk δεν είναι τυχαίοι και οι ικανότητές τους είναι διαπιστωμένες. Δούλεψαν σκληρά για το άλμπουμ και το μετέτρεψαν σε άλλοθι για κάθε διανοούμενο θιασώτη της χορευτικής μουσικής που πάντα είχε να αντιμετωπίσει την υπεροψία των άλλων όταν εκδήλωνε την προτίμησή του γι’ αυτό το «ευτελές» είδος. Τώρα όμως... Το ντουέτο απ’ τη Γαλλία έδωσε στην disco τη χαμένη της αξιοπρέπεια, μας υπέδειξε ότι αυτός ο ήχος δεν είναι παίξε-γέλασε, φτάνει από τους Steely Dan και τους 10cc ως τον Isaac Hayes και τους Chic, ότι δεν είναι για να χορεύεται αλλά και για να ακούγεται. Και πολύ φοβούμαι πως ακριβώς αυτό το «άλλοθι» και η «χαμένη αξιοπρέπεια» είναι που ενθουσίασαν τους συναδέλφους μου κριτικούς και όχι η ουσία του δίσκου που είναι περισσότερο αναπαραστατική παρά δημιουργική.


Tricky - False Idols (***)

n

Όλα τα γνώριμα υλικά του είναι εδώ όμως η ομίχλη διαλύεται, οι παραμορφωτικοί καθρέφτες σκεπάζονται με το πέπλο της ωριμότητας, η μουσικότητα εισβάλει στο έργο του και το φως μπαίνει από μικρές χαραμάδες. Η soul, η pop, η Αφρική, ο ρομαντισμός, το sexy attitude, οι μελωδίες αλλά κυρίως τα συναισθήματα του που δεν τα κρύβει πια, κάνουν αυτό το άλμπουμ να ακούγεται "κανονικό", χωρίς οργή, με cool και δημιουργική διάθεση και είναι το πρώτο που μπορεί να πείσει όχι μόνο τους πιστούς φίλους του από την εποχή του: Maxinquaye αλλά και όσους -στο ενδιάμεσο- τον είχαν εγκαταλείψει, ενώ είναι και μια καλή αφορμή για να τον ανακαλύψει κάποιος. Αποδυναμώνει το όλο εγχείρημα η προσπάθεια του να βρει υποκατάστατο της Martina Topley-Bird, όχι γιατί η Francesca Belmonte είναι κακή αλλά ακριβώς επειδή την έχει καθοδηγήσει να είναι απλώς ένα ακριβές αντίγραφο της.


Laura Marling - Once I Was An Eagle (***)

n

Η ομοιότητα με την Joni Mitchell είναι υπαρκτή (εξ ου και το προσωνύμιο: "η Joni Mitchell της Αγγλίας" που της έχουν κολλήσει) αλλά αυτή είναι μια εύκολη λύση για να την "απορρίψει" κάποιος, άσε που είναι και άδικη καθώς λέει τη μισή αλήθεια. Όπως πολλοί νέοι μουσικοί πια, δίνει το στίγμα της περισσότερο από τις μουσικές αναφορές της παρά από την δημιουργική της προσωπικότητα. Έτσι το -αμερικάνικου προσανατολισμού- μουσικό της χαρμάνι έχει λίγο από country, λίγο από Neil Young, λίγο από Joni Mitchell αλλά και λίγο από κάθε σπουδαία κυρία της folk της δεκαετίας του '60 και του '70. Είναι προφανές ότι έχει ακούσει, έχει μελετήσει κι έχει αφομοιώσει κάθε σπουδαίο folk υλικό αλλά δεν μένει σε αυτό. Η Laura Marling δεν είναι ένα απλό αντίγραφο. Είναι πειστική και ειλικρινής εκδοχή του είδους, η κιθάρα και η φωνή της είναι προέκταση του εαυτού της, οι μελωδίες της είναι γοητευτικές και δεν φοβάται να εκτεθεί. Δεν θα εντυπωσιάσει τον διαβασμένο folk ακροατή αλλά ούτε θα τον απογοητεύσει, ούτε θα τον κουράσει, ούτε θα τον κάνει να βαρεθεί. Και από τον νέο τσουνάμι του είδους: "ένα κορίτσι με μια κιθάρα" που κατακλύζει την διεθνή αλλά και την ελληνική μουσική πραγματικότητα, σίγουρα είναι από τις πιο ενδιαφέρουσες περιπτώσεις.

makismilatos@gmail.com