Μουσικη

Αισθητική αξιοπρέπεια

Έχουμε λόγο να περιμένουμε το σάουντρακ του «Black Panther» και το «Με στόμα που γελά» των Παπακωνσταντίνου - Μάλαμα;

Μάκης Μηλάτος
ΤΕΥΧΟΣ 647
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο ενθουσιασμός που συνοδεύει την ταινία «Black Panther» σε κάθε εκδοχή της (όπως ας πούμε το σάουντρακ, με επιμελητή και συνδημιουργό τον Kendrick Lamar) και ο καινούργιος δίσκος του Θανάση Παπακωνσταντίνου και η συνεργασία του με τον Σωκράτη Μάλαμα (δισκογραφικά και συναυλιακά) είναι δύο θέματα με ισχυρό ηλεκτρικό ρεύμα, με μεγάλες προσδοκίες, με έκδηλη αδημονία συνδεδεμένη με την ανάγκη μας να ελπίζουμε πως κάτι σπουδαίο και μεγάλο πρόκειται να ακούσουμε. Κάτι που θα μας πάρει –έστω και για λίγο– από τη φρικτή πραγματικότητα και θα μας πάει εκεί που κατοικούν τα όνειρα, η ποίηση, η αισθητική, η ομορφιά, η ηθική και η αξιοπρέπεια. Ζούμε τόσo πολλή μετριότητα που προσδοκούμε τα μεγάλα για να ξεφύγουμε από την ασφυξία των ατάλαντων, των ανίκανων, των μικρόκοσμων και των τιποτένιων.

Όμως οι δημιουργοί κρίνονται απ’ αυτό που κάνουν και όχι από τις προσδοκίες μας.  
Το «Black Panther» πολλοί θέλουν να είναι το blaxploitation του 21oυ αιώνα και ο Kendrick Lamar να είναι ο Isaac Hayes ή ο John Coltrane της εποχής μας. Μόνο που η εποχή δεν είναι ευνοϊκή και δεν υπάρχει το απαραίτητο κοινωνικό περιβάλλον, όπως το περιγράφει ο Miles Davis στην αυτοβιογραφία του:
«Η μουσική του Τρέιν κι όλα όσα έπαιζε τα τελευταία δύο τρία χρόνια της ζωής του αντιπροσώπευαν για πολλούς μαύρους τη φλόγα, το πάθος, την οργή, το θυμό, την εξέγερση αλλά και την αγάπη που ένιωθαν, ιδίως οι νεαροί μαύροι διανοούμενοι και οι επαναστατημένοι εκείνης της εποχής. Η μουσική του έκφραζε όλα εκείνα για τα οποία μιλούσαν o H. Rap Brown, o Stokely Carmichael, οι Μαύροι Πάνθηρες και ο Huey P. Newton από τη μία κι απ’ την άλλη οι Last Poets και ο Amiri Baraka με την ποίησή τους. Ήταν ο φωτοδότης τους στη τζαζ, έπαιζε αυτό που νιώθανε μέσα τους και που εκφράζανε με τις εξεγέρσεις “burn baby, burn” οι οποίες γίνονταν απ’ άκρη σε άκρη σε όλη τη χώρα στη δεκαετία του ’60. Όλα στρέφονταν γύρω από την επανάσταση για πολλούς νεαρούς μαύρους – αφρικάνικα χτενίσματα, μαύρη δύναμη, γροθιές υψωμένες στον αέρα. Ο Κολτρέιν ήτανε το σύμβολο τους, το καύχημά τους – το υπέροχο, μαύρο, επαναστατικό καύχημά τους».

Έτσι αυτό που μπορεί να κάνει ο Kendrick Lamar και οι καλεσμένοι του είναι ένα αξιοπρεπές σάουντρακ με τραγούδια που φλερτάρουν με το old fashion hip-hop κι έχουν αφρικάνικες ρίζες. Ένας δίσκος που, χωρίς να είναι σπουδαίος, είναι μεστός και στέκει αυτόνομα πέρα από την ταινία, όμως η «μεγαλοφυΐα» του Lamar δεν είναι –ευδιάκριτη– και η πνευματικότητα του Coltrane είναι απούσα.

Εμείς εδώ προσδοκούμε η συνάντηση των αποδεδειγμένα σπουδαίων δημιουργών Παπακωνσταντίνου και Μάλαμα να μας ανεβάσει εκεί που δεν μπορούμε να πάμε από μόνοι μας. Να μας λυτρώσει από τη μιζέρια καθώς η τέχνη είναι το τελευταίο μας καταφύγιο, είναι η μόνη κιβωτός όσο η στάθμη από σκατά συνεχώς ανεβαίνει. Πολύ πριν λιώσουν οι πάγοι και πνιγούμε, πριν η ξηρασία ξεκάνει πολιτισμούς και η κλιματική αλλαγή μάς πνίξει κάτω από τόνους λάσπης και φερτών υλικών, είναι βέβαιο πως θα μας εξοντώσει η ανικανότητα των πολιτικών /κλόουν. 

Καθώς εξαπλώνεται ραγδαία το μοντέλο των «εκλεγμένων δικτατορίσκων» που σαλιαρίζουν με τον λαϊκισμό, που τουιτάρουν σαχλαμαρίτσες, που κυβερνούν με τηλεοπτικά δεδομένα, που ονειρεύονται καθεστωτικές πρακτικές με λαϊκό έρεισμα. Όσοι ξέρουν ένα δράμι ιστορίας, ξέρουν και τι ακολουθεί…

Τέσσερα χρόνια μετά το μουσικά εξαιρετικό «Πρόσκληση σε δείπνο κυανίου», ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου επιστρέφει στην απλότητα της λαϊκής και δημοτικής παράδοσης με το άλμπουμ «Με στόμα που γελά». Η δωρική ερμηνεία του Σωκράτη Μάλαμα και ο δυνατός ποιητικός λόγος κυριαρχούν εδώ για έναν δίσκο χωρίς εκπλήξεις και σπουδαία έμπνευση αλλά με την αισθητική αξιοπρέπεια του καλού τεχνίτη που το μεράκι και η εμπειρία του δίνουν πάντα τη δυνατότητα να δημιουργεί σε ένα πολύ ικανοποιητικό επίπεδο. Άλλωστε είναι βέβαιο πως θα κάνει και πάλι κάποιους ανθρώπους να τραγουδήσουν τα τραγούδια του στις συναυλίες και με τον λόγο του θα τους προσφέρει χαρά και την ανακούφιση της συμμετοχής.

Με άλλα λόγια, ακόμη κι αν οι προσδοκίες μας (μπορεί να) ήταν μεγαλύτερες από το μπόι αυτών των δύο δίσκων, προσφέρουν αυτή την αισθητική αξιοπρέπεια που είναι πάντα το ζητούμενο αλλά που –ακόμη κι αυτή– στις μέρες μας έχει γίνει δυσεύρετη.