Τον περασμένο Μάρτιο, ο διάσημος Γάλλος τραγουδιστής Τζόνι Χάλιντέι ανέβασε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης το παρακάτω ποστ:
«Το πλήθος των ψευδών ειδήσεων που κυκλοφορεί σχετικά με την υγεία μου με εντυπωσιάζει. Η ανησυχητική πληροφορία που διαδίδεται από κάποια μέσα ενημέρωσης και από την κοινωνία είναι λανθασμένη, ενοχλητική και ασυνήθιστη. Η μετριοπάθεια και η διακριτικότητα θα πρέπει να πρυτανεύουν σε τέτοιου είδους θέματα σαν το δικό μου, τουλάχιστον από σεβασμό. Σας διαβεβαιώνω ότι είμαι πολύ καλά και σε καλή φυσική κατάσταση. Πραγματικά διαγνώστηκα πριν από μερικούς μήνες με καρκινικά κύτταρα κάτι το οποίο αντιμετωπίζω σήμερα. Με παρακολουθούν εξαιρετικοί γιατροί. Έχω μεγάλη αυτοπεποίθηση. Η ζωή μου δεν κινδυνεύει αυτή τη στιγμή. Είναι ένας αγώνας που με υπερηφάνεια διάγω με τη γυναίκα μου Laeticia και τους συγγενείς μου στο πλευρό μου. Θα αντέξω ως το τέλος για όλους εκείνους που με αγαπούν. Τα λέμε στη σκηνή».
Λίγους μήνες αργότερα, την Τετάρτη 6 Δεκεμβρίου 2017, ο ξανθός τραγουδιστής με το πονηρό, αλεπουδίσιο βλέμμα και τα δερμάτινα παντελόνια, που έγινε γνωστός στις αρχές της δεκαετίας του ’60 σαν «ο Γάλλος Έλβις» και πούλησε περισσότερα από 110 εκατομμύρια άλμπουμς, πέθανε από καρκίνο των πνευμόνων σε ηλικία 74 ετών.
Η γυναίκα του, Λετίσια, έγραψε: «Ο Johnny Hallyday μας άφησε. Γράφω αυτές τις λέξεις χωρίς να το πιστεύω. Δυστυχώς όμως, είναι αλήθεια. Ο άντρας μου δεν είναι πια μαζί μας. Μας άφησε απόψε όπως έζησε όλη του τη ζωή, με κουράγιο και αξιοπρέπεια».
Στις 2 τη νύχτα η Λετίσια ενημέρωσε και τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν για το θάνατο του Χάλιντέι.
Ο Μακρόν έγραψε: «Ποτέ δεν θα ξεχάσουμε το όνομα, το πρόσωπο, τη φωνή και, πάνω απ’όλα, τις συναυλίες του Τζόνι Χάλιντέι».
Και στο Τουίτερ: «Όλοι έχουμε κάτι από τον Τζόνι».
«On a tous quelque chose de Johnny». Αυτός είναι και ο τίτλος ενός άλμπουμ που κυκλοφόρησε μόλις στα μέσα Νοεμβρίου, με πολλούς Γάλλους καλλιτέχνες να αποτίνουν φόρο τιμής στο δημοφιλή τραγουδιστή, ερμηνεύοντας τραγούδια του που έχουν μείνει κλασικά.
Κλασικά στη Γαλλία. Και μόνο. Το μεγάλο αστέρι της εθνικής τους ποπ, ποτέ δεν ξεπέρασε στ’αλήθεια τα σύνορα της χώρας του, ίσως λόγω γλώσσας, ίσως λόγω του ότι προσπαθούσε πάρα πολύ χωρίς ποτέ να είναι πραγματικά άγριος, ρέμπελος και ροκ εν ρολ (σε συνεντεύξεις του ομολογούσε ότι φοβόταν το σκοτάδι). Για περισσότερο από μισόν αιώνα υπήρξε αναμφισβήτητα δημοφιλής και πρωτοσέλιδο, έχοντας μία μπερδεμένη μουσική καριέρα αλλά πλούσιο υλικό φωτορομάντσου για να τροφοδοτεί τα λαϊκά περιοδικά. Τα τραγούδια του, ακόμα κι αν ξεκίνησε ερμηνεύοντας «άγρια» ροκ εν ρολ, πέρασε γρήγορα σε μπαλάντες και μπλουζ, κάντρι, καουμπόικα, μεγαλεπήβολα αρτ ροκ, ελαφριά ποπ, οτιδήποτε αρκεί να ήταν εντυπωσιακός στις συναυλίες του.
Έχει δίκιο ο Μακρόν. Το «τελευταίο είδωλο», ο «θρύλος της Γαλλίας, ο Ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής (είχε χρισθεί το 1977) και όλα όσα τιμητικά γράφτηκαν στον γαλλικό τύπο για αυτόν, ήθελε να είναι εξίσου δραματικός και στη σκηνή. Στην καριέρα του έκανε πάρα πολλές τουρνέ (181 ενώ τιμήθηκε και με 18 πλατινένιους δίσκους), έπαιξε μπροστά σε εκατομμύρια ανθρώπους, φόρεσε δερμάτινα –αν και θύμιζε περισσότερο τον Έλβις στη δεύτερη φάση του, έβαλε πυροτεχνήματα και εκρήξεις στη σκηνή, φτερά, καπνούς, ασανσέρ μεταμφιεσμένα σε αστεροειδείς από παπιέ μασέ ή ελικόπτερα να τον κατεβάζουν από ψηλά, ακόμα και το συγκρότημα του Τζίμι Χέντριξ, οι Experience, έπαιξαν σαν σαπόρτ σε συναυλία του. Ε, ναι, ήταν μεγαλύτερος από τον Χέντριξ στη Γαλλία.
Το ίδιο δραματικά ήταν και τα ατέλειωτα comeback που έκανε στην καριέρα του. Κάθε τόσο δήλωνε ότι αποσύρεται για διάφορους λόγους, υγείας κυρίως, μόνο και μόνο για να ξανακάνει μετά από λίγο καιρό επανεμφάνιση με θεαματικά ταρατατζούμ.
Ο Johnny Hallyday γεννήθηκε στις 15 Ιουνίου του 1943 στο Παρίσι, με πραγματικό όνομα Jean-Philippe Smet, από Βέλγους γονείς οι οποίοι χώρισαν νωρίς και ο μικρός πήγε να ζήσει με τη θεία του, πρώην σταρ του βωβού κινηματογράφου, Hélène Mar. Οι ξαδέρφες του Desta και Menen ήταν χορεύτριες σε καμπαρέ και τον έπαιρναν συχνά μαζί τους, βάζοντάς τον σιγά σιγά στο χώρο του θεάματος. Κλακέτες, μουσική, κιθάρα, χορός. Ο σύζυγος της Desta, ο αμερικάνος Lee Halliday, επίσης καλλιτέχνης, πήρε υπό την προστασία του τον μικρό Ζαν-Φιλίπ, του δίδαξε πολλά και, ναι, ο Τζόνι Χάλιντέι πήρε το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο από αυτόν, προς τιμήν του αν και όλοι στις αγγλόφωνες αγορές νόμιζαν ότι αυτό το όνομα κάτι λέει για διακοπές. Ο Lee έμελλε να είναι για πάντα στο πλευρό του Τζόνι Χάλιντέι. Τον είχε μόνιμο παραγωγό και άνθρωπο των δημοσίων σχέσεών του, δείχνοντάς του την ευγνωμοσύνη του για όσα έκανε γι’αυτόν.
Στα 9 του, ο μικρός ήδη χόρευε στη σκηνή, έκανε μία εμφάνιση στην ταινία «Οι Διαβολογυναίκες» (1954) και άρχισε να παίζει σε διαφημίσεις ενώ τα βράδια τραγουδούσε κάντρι – ο Lee ήταν από την Οκλαχόμα...
Στα τέλη της δεκαετίας του ’50 ο Τζόνι Χάλιντέι γνώρισε τη μεγάλη Édith Piaf και έγινε αμέσως ένας από τους μεγαλύτερους θαυμαστές της μέχρι το θάνατό της, το 1963. Παρακολουθούσε όλες της τις συναυλίες και ήταν αχώριστοι, αν και σε κάποια συνέντευξή του, αργότερα, ισχυρίστηκε ότι η Édith προσπάθησε να τον αποπλανήσει στη διάρκεια ενός δείπνου που είχαν οι δυό τους, το 1960, με αποτέλεσμα αυτός να το βάλει στα πόδια σε απόγνωση… Μία φωτογραφία του 1962 βέβαια, δείχνει την Πιάφ, τον σύζυγό της Τεό Σαγκαπό και τον Χάλιντέι μαζί, ανέμελους, οπότε μάλλον λύθηκε η παρεξήγηση. Το 1995, ο Χάλιντέι τραγούδησε το χιτ της Πιάφ, "Hymne à l'amour".
Το 1959 ο νεαρός Τζόνι ανακάλυψε κι άλλη μία θεότητα - τον Έλβις Πρίσλεϊ και θαμπώθηκε. Έκανε το ίδιο τσουλούφι στο μαλλί, εμφανίστηκε στο τηλεοπτικό πρόγραμμα Paris Cocktail και αμέσως υπέγραψε συμβόλαιο με τη δισκογραφική εταιρεία Vogue. Η Ευρώπη τότε διψούσε για αμερικάνικη κουλτούρα και ερωτισμό. Στο ροκ φεστιβάλ του 1961 στο Palais de Sport η εμφάνιση του Τζόνι ξεσήκωσε τέτοια υστερία που απαγορεύτηκαν οι συναυλίες ροκ μουσικής για πολλούς μήνες. Τα "yé-yé" αγόρια και κορίτσια όμως είχαν βρει το είδωλό τους. Ο Χάλιντέι είχε βρει τη συνταγή: μετέφραζε στα γαλλικά τις μεγάλες, διεθνείς ροκ εν ρολ επιτυχίες και ζούσε το μύθο του. Το "Viens Danser le Twist," διασκευή του "Let's Twist Again" του Chubby Checker πούλησε εκατομμύρια ενώ παράλληλα, πόσο διχασμένος, στους δίσκους του είχε και κομμάτια γραμμένα από τον Σαρλ Αζναβούρ.
Το μπέρδεμα ειδών, επιρροών και διαθέσεων συνεχιζόταν: το 1963 έπαιξε στην ταινία «D'où Viens-Tu, Johnny?» σε σκηνοθεσία του Noel Coward και εκεί γνώρισε την μισή Γαλλίδα/μισή Βουλγάρα Sylvie Vartan, μία άλλη «ιδανική» ποπ σταρ της Γαλλίας την οποία και παντρεύτηκε, ενώ ήταν ήδη στο στρατό υπηρετώντας τη θητεία του. Το άγριο παιδί είχε αρχίσει να συμμαζεύεται. Ο στρατός και ο γάμος τον άλλαξαν. Άρχισε να διασκευάζει κομμάτια όπως το "House of the Rising Sun" και να γίνεται πιο αποδεκτός στις λαϊκές φυλλάδες και τα κομμωτήρια. Για την ακρίβεια, ο Τζόνι και η Συλβί έγιναν επί 20 χρόνια το χρυσό ζευγάρι της Γαλλικής ποπ, ήταν το απόλυτο ξανθό και λαμπερό, ενώ άρχιζε να σιγοβράζει το φοιτητικό κίνημα.
Το 1966 στα περιοδικά κυκλοφορούσαν ασπρόμαυρες φωτογραφίες με τον Χάλιντέι να περπατάει παρέα με τον Μπομπ Ντίλαν στους δρόμους του Παρισιού, και η Σιλβί έφερνε στον κόσμο τον γιό τους, τον David, ο οποίος έγινε και αυτός αργότερα μουσικός και τραγουδιστής κάνοντας ντεμπούτο στα άλμπουμ του μπαμπά. Ο Τζόνι είχε αρχίσει και πάλι να μπερδεύεται, να νοιώθει χαμένος: ήταν τότε που έπεσε σε κατάθλιψη και έκανε απόπειρα αυτοκτονίας. Μόλις συνήλθε, κυκλοφόρησε το γνωστό “Black is black” ή "Noir, C'est Noir" και άρχισε να παίζει κάτι σαν R’n B στις συναυλίες του. Επόμενη διασκευή, το 1967, το"Hey Joe" του Χέντριξ, την ίδια εποχή που άρχισε να τρέχει σε αγώνες αυτοκινήτων, το πιο χάι-τεκ σπορ της δεκαετίας εκείνης, ενώ σειρά είχαν διασκευές πιο ψυχεδελικών ροκ κομματιών, επιρροές από Cream ενώ ακόμα και ο Jimmy Page, αργότερα ιδρυτικό μέλος των Led Zeppelin, έπαιξε σαν σέσιον μουσικός σε άλμπουμ του.
Το 1972 ήρθε η επόμενη κρίση – δίσκοι επιτυχίες, τουρνέ με μεταφορικό μέσο την Ρολς Ρόις αλλά ο προβληματικός γάμος με την Συλβί τους οδήγησε σε ένα χρόνο «διακοπές», μακριά ο ένας από τον άλλο. Το 1973 κυκλοφόρησαν μαζί το τεράστιο χιτ "J'ai un Problème" και την επόμενη χρονιά μετακόμισαν οικογενειακώς στο Λος Άντζελες για να αποφύγουν το τεράστιο χρέος του Τζόνι στην εφορία, περίπου 100 εκατομμύρια γαλλικά φράγκα. Πολλοί δίσκοι, πολλά λεφτά. Η ροκ όπερα που ανεβάζει εκείνη την περίοδο δοκιμάζοντας πάλι άλλο είδος, είναι μία τραγική αποτυχία και τον Αύγουστο του 1980, σε μία συναυλία του, καταρρέει επί σκηνής, μαζί και ο γάμος του με τη Συλβί Βαρτάν που διαλύθηκε τότε, οριστικά.
Τα επόμενα χρόνια ο Τζόνι ζούσε ανάμεσα σε φήμες ότι πεθαίνει, σε θεαματικές επανεμφανίσεις, σε γάμους με μοντέλα (διάρκειας 2 μηνών, για παράδειγμα, με την Babeth Etienne) και σχέσεις όπως με την ηθοποιό Nathalie Baye με την οποία απέκτησε ένα κοριτσάκι, την Λόρα, το 1983.Δεν ήταν η καλύτερη περίοδός του, ξεμωραμένος εμφανιζόταν σε βίντεο με τίτλους όπως «Allumer le Feu» (Άναψε τη φωτιά) να σηκώνει βάρη, να κάνει πους-απς, να ρουφάει ωμά αυγά και βιταμινούχα μιλκσέικ για πρωινό ενώ στον περίγελω, απαντούσε «Είμαι πολύ πιο έξυπνος από όσο φαντάζεται ο κόσμος».
Το 1985, έρχεται άλλη μία συνεργασία με αρκετό σουρεαλισμό: Ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ σκηνοθετεί τον Χάλιντέι στο φιλμ «Détective», γεγονός που θα του άνοιγε το δρόμο σε μία σχετικά επιτυχημένη καριέρα στο σινεμά για κάποια χρόνια.
Στο μεταξύ, το διαζύγιο από την Nathalie Baye οδήγησε στο γάμο με την Adeline Blondiau, κόρη παλιού του φίλου, αλλά και αυτός ο γάμος διαλύθηκε πολύ σύντομα, το 1992. Το 1996, ο Τζόνι παντρεύτηκε την Laeticia Boudou και υιοθέτησαν δύο κοριτσάκια από το Βιετνάμ.
Στις προεδρικές εκλογές του 2007 ο Χάλιντέι υποστήριζε τον Νικολά Σαρκοζί.
Παράλληλα, οι συναυλίες συνεχίζονταν σε τεράστια venues όπως στο Λας Βέγκας ή στην τελετή λήξης του παγκόσμιου κυπέλλου για να γιορτάσει το πρωτάθλημα που κέρδισε η Γαλλία το 1998, στον Πύργο του Άιφελ το 2000 (500 χιλιάδες θεατές και 9,5 εκατομμύρια τηλεθεατές) κλπ.
Στα 00s ο Χάλιντέι έκανε μέχρι και ντουέτο με τον (θεό) μπλούζμαν Taj Mahal ενώ του έγραψε κομμάτι, αποκλειστικά για αυτόν, μέχρι και ο Bono, το "I Am the Blues", ενώ αυτός συνέχιζε να βρίσκεται ανάμεσα σε αποχαιρετιστήριες δηλώσεις, επανεμφανίσεις, επισκέψεις σε γιατρούς (εμφάνιση καρκίνου του εντέρου το 2009) και τιμή και δόξα εθνικού σταρ.
Και οι εθνικοί σταρ έχουν προβλήματα. Το Νοέμβριο του 2005, ο Χάλιντέι ξεκίνησε διαδικασίες για να πάρει τη Βελγική υπηκοότητα για να λύσει το φορολογικό του αδιέξοδο που αντιμετώπιζε στη Γαλλία. Η αίτηση απορρίφθηκε όμως γιατί δεν πληρούσε τις απαραίτητες προϋποθέσεις. Τότε, ο σταρ ανακοίνωσε στον τύπο ότι θα μετακόμιζε με την οικογένειά του μόνιμα στο Γκστάαντ της Ελβετίας για να αποφύγει την ανελέητη φορολογία της Γαλλικής κυβέρνησης. Ο Ελβετικός νόμος επιτρέπει σε εύπορους πολίτες να ζητήσουν εκεί άσυλο εάν ζήσουν επί έξη μήνες και μία ημέρα στη χώρα και μετά πληρώσουν έναν συγκεκριμένο φόρο που βασίζεται στα έξοδά τους και το ύψος του ενοικίου τους, για παράδειγμα, παρά στο εισόδημά τους. Ο Χάλιντέι δήλωσε ότι θα επέστρεφε στην Γαλλία εάν άλλαζε το φορολογικό της καθεστώς.
Το 2014, μετά από έρευνα που έκανε Ελβετός δημοσιογράφος, αποδείχτηκε ότι ο Χάλιντέι δεν είχε ζήσει αρκετό καιρό στην Ελβετία ώστε να δικαιούται το φορολογικό άσυλο που ζητούσε. Ο σταρ αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι περνούσε τον περισσότερο καιρό του στο δεύτερο σπίτι του, στο Λος Άντζελες, απολαμβάνοντας τη σχετική ανωνυμία που διατηρούσε εκεί. Αυτό που τον ένοιαζε πια να κάνει ήταν να καβαλάει τη μηχανή του, μία Χάρλεϊ και να χάνεται σε μεγάλα ταξίδια μέσα στην καλιφορνέζικη έρημο, περνώντας τις νύχτες του σε μικρά, ασήμαντα μοτέλ.
Μία απάντηση που, ας το παραδεχτούμε, είναι αρκετά «κουλ» για έναν σταρ που χαρακτηρίστηκε «ο βασιλιάς του uncool».