- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Leon Segka
Γιορτάζει το Σάββατο 15 χρόνια καριέρας και διηγείται στην A.V. την ιστορία του αθηναϊκού clubbing αυτής της περιόδου
Μεγάλωσα στο Λουτράκι σε οικογένεια χωρίς ιδιαίτερο μουσικό background – ο πατέρας μου άκουγε Τζένη Βάνου και ρεμπέτικα, η μάνα μου Γλυκερία. Διάβαζα «Ποπ και Ροκ», έβλεπα «Μουσικόραμα» κι άκουγα ανελλιπώς Πετρίδη. Σε εποχές σκληρού διαχωρισμού ροκάδων-καρεκλάδων, στεκόμουν ανάμεσα. Duran Duran, The Smiths, Housemartins, τέτοια πράγματα.
Πρώτη φορά έβαλα μουσική για άλλους στα 18, σε μια καφετέρια που είχε ο τότε προπονητής μου στο βόλεϊ. Για πλάκα. Έγινε όμως μόνιμο – ειδικά τα καλοκαίρια που τριπλασιαζόταν ο κόσμος στο Λουτράκι. Ανέβαινα τα Σαββατοκύριακα στην Αθήνα κι αγόραζα δίσκους στο Discobole και τον «Λάλο», μέχρι που η κατάσταση αντιστράφηκε. Στα 23-24 μετακόμισα στην Αθήνα, έπιασα δουλειά στο Discobole και κατέβαινα το Σ/Κ στο Λουτράκι για να βάζω μουσική. Δύσκολές εποχές, το ενοίκιό μου ήταν 100 χιλιάρικα κι ο μισθός 90, έπρεπε να παίζω για να συμπληρώνω.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 που ξεκινάω, είναι η εποχή που τελειώνει το Faz. Υπήρχε το Lycabettus στη Σαρανταπήχου, το Banana, το «Άλσος» – ίσως η πιο ποιοτική περίοδος στην ιστορία του αθηναϊκού clubbing. Το δισκάδικο ήταν ακόμα στέκι κι ο κόσμος παρθένος προ social media κι MP3. Ερχόταν ο Τσιλιχρήστος να ψωνίσει για το Mercedes στη Γλυφάδα, ο Christo Z για το MAD στη Μύκονο – μαζί με τον Βουράκη τον ιδιοκτήτη. Το διανοείσαι σήμερα ότι τότε υπήρχε μπάτζετ για να αγοράζουν οι DJs δίσκους;
Στο Discobole γνωριστήκαμε με τον Mikele, ως υπάλληλοι. Και στήσαμε το Dazzle. Εκείνος από τον Πύργο, εγώ από το Λουτράκι, είναι λίγο «greek 90s dream» η ιστορία μας. Παίξαμε μουσική που ξέφευγε από το δίπολο house-trance που μονοπωλούσε τότε και, κυρίως, κάναμε πάρτι σε ασυνήθιστους χώρους. Σε στριπτιζάδικα (με ιδιοκτήτες που ήθελαν να βάλουν χορεύτριες στη συμφωνία), σε αποθήκες, πρώτοι παίξαμε σε ξενοδοχείο (στο «Galaxy» του Hilton). Είχαμε τόσο κόσμο που άνοιγε όλες τις πόρτες. Αν κουβαλάς 500 άτομα μαζί σου, κανείς δεν σου λέει όχι. Βέβαια, τα κάναμε όλα μόνοι μας, μοιράζαμε flyers, κολλάγαμε αφίσες και λοιπά.
Γελάω με πολλά πράγματα, όταν τα ξανασκέφτομαι. Νομίζω, όμως, με τίποτα περισσότερο από τα τραγικά μποτάκια Buffalo, που έγιναν η επίσημη υπόδηση του ρέιβερ και τα φοράγαμε όλοι. Προσδιοριζόμασταν πάντως ως ρέιβερ, μου έλεγε η μάνα μου «είσαι απ’ αυτούς με τα νερά;», επειδή έβλεπε συνεχώς το ίδιο βίντεο όταν έπαιζαν οι ειδήσεις σχετικά θέματα.
Σιγά σιγά γλυκαθήκαμε και μπήκαμε κανονικά στα μαγαζιά, παρατώντας κάπως το underground. Γίνονταν και κάποια ντου από την αστυνομία, δεν θέλαμε να την πατήσουμε και να εμφανιζόμαστε στα παράθυρα. Μας δίνει ο Τσίλι το King Size στην οδό Αμερικής μια Τρίτη. Είχαμε την ιδέα αντί για flyer να μοιράσουμε μια κασέτα με σετ μας. Και το γεμίσαμε. Σκέψου μετά (ο Τσίλι να έχει εξαφανιστεί) να πρέπει να παζαρέψεις τα ποσοστά σου με τον Μάκη Ψωμιάδη. Αλλά, στο δεύτερο μισό των 90s, η φάση είχε φτάσει στο απόγειο. Βοήθησαν και τα περιοδικά που μας ανακάλυψαν. Τετάρτη στο +Soda; Γεμάτη. Πέμπτη αλλού; Γεμάτο. Και βγάζαμε και καλά λεφτά. Ότι είχαμε γίνει «σταρ», τηρουμένων των αναλογιών, το καταλάβαμε στη Μύκονο. Έμπαινες στο καράβι να πας να παίξεις κι έβλεπες 200 άτομα να ταξιδεύουν για σένα (οι μισοί, βέβαια, φίλοι μας).
To U-matic ήταν το τελευταίο αποκορύφωμα πριν την πτώση. Δεν μας χωρούσε πια το MAD στη Συγγρού. Πήγαμε λοιπόν στο τότε Camel (πρώην «Εργοστάσιο»), κάναμε μια καλή χρονιά και μετά μας έδωσαν το μαγαζί, με νέο όνομα, να το κάνουμε όπως θέλουμε. Ιδιοκτήτης ο Μελετόπουλος, όπως και του +Soda. Να δεις ραντεβού για το πώς θα προσδιορίζεται ο ήχος των δύο μεγάλων clubs (για να μη συγκρούονται) –«εσείς δεν θα παίζετε progressive»– και να σκέφτεσαι, είναι δυνατόν αυτοί οι άνθρωπου να διαχειρίζονται clubs που τζιράρουν εκατομμύρια; Αλλά τότε, αρχές των 00s, ήταν εποχή υπερβολής. Εμείς κάναμε 1.000 εισιτήρια κάθε μήνα, αλλά εκείνοι είχαν ξεφύγει τόσο πολύ με τα έξοδα που δεν έβγαιναν. Φυσικά, γίνονταν χοντράδες, τι να σου πω; Ότι θυμάμαι βραδιές που η είσοδος ανεβοκατέβαινε από τα 15 στα 25 ευρώ, ανάλογα με τη ροή της προσέλευσης;
Αν βαρύναμε; Αν την είχαμε δει; Φυσικά, 30ρηδες ήμασταν. Πηγαίναμε να παίξουμε σε νησιά, προσγειωνόμασταν στο αεροδρόμιο και κρυβόμασταν απ’ αυτόν που είχε έρθει να μας υποδεχτεί. Γιατί; Γιατί έτσι, για τη σκανταλιά. Ή κλείναμε κατά λάθος διπλά events την ίδια ημερομηνία, πήγαινα στο ένα εγώ, στο άλλο ο Mikele, λέγαμε μια δικαιολογία «ο άλλος είναι άρρωστος» και παίρναμε κανονικά διπλές αμοιβές. Από ένα σημείο και μετά, ζητάγαμε πολύ ακριβά ξενοδοχεία. Στην Αθήνα έμενα σε υπόγειο και στην Ελούντα είχα σουίτα με δική μου πισίνα στο μπαλκόνι. Και σίγουρα (θα) είχα και attitude, γιατί μόλις άρχισε να φθίνει το πράγμα είδα πολλούς να μας λένε «τώρα θα δείτε». Όμως, άρχισα να βλέπω και την πτώση. Το πράγμα ξεχείλωνε, διογκωνόταν, έσκασε. Δεν είναι συμπτωματικές οι ομοιότητες με την πορεία της γενικότερης κρίσης. Από τις υπέρογκες εισόδους, περάσαμε στο free entrance, που ούτε αυτό είναι απόλυτα σωστό. Θα έπρεπε να είναι πιο ομαλή η μετάβαση, αλλά δεν την προετοιμάσαμε σωστά...
Οι Αθηναίοι δεν βγαίνουν για να ακούσουν μουσική. Για να διασκεδάσουν, βγαίνουν. Δεν είναι κακό αυτό. Παλιά, ίσως ο κόσμος να ήταν πιο απαιτητικός. Η μεγάλη διαφορά είναι ότι τώρα, λόγω κρίσης, δεν πάει χαρούμενος στο club. Δεν αντέχω αυτή την κουβέντα για τα ναρκωτικά και την dance μουσική. Αν μου πει κάποιος ένα είδος μουσικής, από τα σκυλάδικα μέχρι το punk, που δεν σχετίζεται με κάποια ουσία, τότε να το συζητήσουμε. Προσωπικά, έχω κάνει λάθη, αλλά σαν χαρακτήρας είμαι πολύ αμυντικός για να χάσω την μπάλα. Επίσης, πάντα προσπαθούσα να έχω σχέσεις έξω από τη σκηνή, να μπορούμε να μιλάμε και για τίποτα άλλο.
Το 2003-4 φρίκαρα και τα παράτησα. Σταμάτησα το Dazzle κι αποφάσισα να ασχοληθώ περισσότερο με τη δισκογραφική μου, την Ntrop recordings, με τις δικές μου παραγωγές (είχα ήδη ξεκινήσει από το 1997), το σχήμα των Joalz και να μετακομίσω στο Βερολίνο. Εκεί προσγειώθηκα στο κανονικό, μηδένισα και είχα την ευκαιρία να γνωρίσω σημαντικούς ανθρώπους και να παίξω σε αρκετές πόλεις της Ευρώπης.
Πολλοί της γενιάς μου δεν προσαρμόστηκαν στη νέα εποχή. Δεν ήθελαν να ρίξουν τις αμοιβές, να αλλάξουν τον ήχο τους, να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα. Και χάθηκαν. Νομίζω, εγώ έριξα το τουπέ, γνώρισα τα καινούργια παιδιά που μοιραία θα μας αντικαθιστούσαν, έπαιξα μαζί τους για λιγότερα λεφτά. Δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Σήμερα, αυτή η σκηνή έχει έρθει στο κανονικό μέγεθός της. Μας αρέσει - δε μας αρέσει, είμαστε υποχρεωμένοι να το δεχθούμε.
«Leon Segka 15 years», Σάββατο 23/3 στο Bios με τη συμμετοχή των Felizol (live), Serafim Tsotsonis (dj set), Broken Synths, Joalz soundsystem ft. Βάσια Μπακογιάννη & Σtella (€ 6)
Φωτό: Γιώργος Μαυρόπουλος