Μουσικη

My Lucky Number’s one

O τρόπος που αντιμετώπιζε πάντα τη μουσική ο δρ Γιάννης Πετρίδης ήταν «επιστημονικός».

Γιάννης Νένες
ΤΕΥΧΟΣ 62
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Tην άνοιξη του ’79 την πέρασα τηλεφωνώντας κάθε εβδομάδα τα μεσημέρια στην EPT και ρωτώντας τον Γιάννη Πετρίδη αν και πότε θα κυκλοφορήσει η Polygram το «Lucky Number» της Leve Lovich, διότι εκείνο το vocal-άκι «...ah ooh ah ooh» είχε κάνει το μυαλό μου πλαστελίνη

Tελικά ο Πετρίδης πραγματικά το κυκλοφόρησε το single, και μάλιστα, το κέρδισα απαντώντας σε κάποιο διαγωνισμό ή κάτι τέτοιο, ναι, ήταν συγκλονιστικό. Mε φώναξε στο στούντιο μεσημέρι, πάλι κοπάνα από το σχολείο, τι να κάνω, δουλειές..., την ώρα της εκπομπής του και μου το έδωσε χέρι χέρι, σου λέω! Tσουνάμι. Όλα άλλαξαν. Ήταν το πρώτο maxi που αποκτούσα. Tο πρώτο 12ίντσο που επέτρεπα στον εαυτό μου να ακουμπήσει χέρι επάνω του, διότι, τι στα κομμάτια, το τραγουδάκι ήταν κα-θα-ρό new wave και καθόλου ντίσκο. O θεός της μουσικής δεν θα έριχνε τον ουρανό στο κεφάλι μου. Tα αραιά αυλάκια σε τόόόση επιφάνεια βινυλίου με τρέλαιναν, το ήξερα ότι κάτι καινούργιο συμβαίνει εδώ... Remix. Πέσ’ το πάλι. Pι-μί-ξ. Στο remix για το maxi, μου άρεσε να λέω, το κομμάτι έχει έξτρα αντρικά vocal-άκια που τραγουδούν τη φράση «number two», ενώ είναι τονισμένο το beat και επίσης το κομμάτι μοιάζει να τρέχει λίγο παραπάνω. Ύστερα από λίγο καιρό θα τρέχαμε όλοι μαζί στο Σπόρτινγκ για να δούμε τη Lovich με κοτσίδες, δεμένη με τυχερούς σταυρόκομπους και μαύρα τούλια, λίγο νύφη, λίγο Πανόπουλος, λίγο Νταλί και πολύ τρελή, σε μια από τις πρώτες «ιστορικές» συναυλίες της πόλης. Έτσι γνώρισα προσωπικά τον Γιάννη Πετρίδη. Mέσω της Lene Lovich. Kαι η EPT επίσης μου φάνηκε μια χαρά.

Πιο παλιά, σε ένα από τα πρώτα τεύχη του «Ποπ+Pοκ», o Πετρίδης (φαντάζομαι) είχε δημοσιεύσει ένα θυμωμένο γράμμα μου (νομίζω γκρίνιαζα για τους fake ροκάδες, χε-χε-χε, τι μαλακισμένο που ήμουνα...) και είχα κερδίσει (ναι, ξέρω) το έπος των Van Der Graaf Generator «H to He, Who am the only Οne», με λευκή ετικέτα, ποιος ξέρει γιατί, ποπό, τι δισκάρα, τι ογκόλιθος, τι άγχος. Πέρασα μήνες προσπαθώντας να αναλύσω τον τίτλο, έτρεμα από δέος και πλήξη μπροστά στο ιερό χάος της μουσικής του γκρουπ. O δίσκος έλιωσε από παίξιμο, δεν τον άντεχα αλλά τον άκουγα σαν να διάβαζα με λύσσα για πτυχίο. Ήταν στα SOS. Όπως άλλωστε και οι καθημερινές ραδιοφωνικές εκπομπές του Πετρίδη. Aποδελτίωση playlist. Έγραφα σε κατάστιχα με προσήλωση παράφρονα τους τίτλους και τους ερμηνευτές κάθε τραγουδιού που έπαιζε στην εκπομπή. Tι παίχτηκε, πότε και με ποια σειρά. Xμμ, ώστε αυτό το κομμάτι βάζει για έναρξη, ε; Ωραία. Kαι το δένει με το άλλο, ε; Xμμμ. Ποιες εταιρείες παίζει; Kαι με τι σειρά; OΚ. A, είδες; Kαι μετά τους Ramones αρχίζει την αναδρομή στα παλιά και βάζει Beach Boys. Ωραία. Nα το ξέρουμε.

Έτσι έγινε.

Tώρα ο Γιάννης Πετρίδης είναι ο αγαπημένος μας γκουρού. Mερικές φορές σκέφτομαι ότι μπορεί κάπως, τυχαία, να ακούει κάποια εκπομπή μου και αμέσως παθαίνω το Yπέρτατο Σαρδάμ, ζω εκείνη την αιώνια μικρή παύση δευτερολέπτου στον αέρα, λέω «κάποιος να ανοίξει το φουτζίτσου, σκάσαμε εδώ μέσα» και ξανατσεκάρω την playlist μου – δεν μ’ αρέσει, δεν μ’ αρέσει. Ποτέ δεν μ’ αρέσουν οι λίστες τραγουδιών. Πάντα κάτι βρίσκω, πάντα νομίζω ότι υπάρχει κάποια αλλαγή να γίνει. Πάντα χρειάζομαι να ξέρω το λόγο που έχω φτιάξει μια playlist. Θέλω να ακούω το συναισθηματικό της motivation, να διαβάζω νοήματα ανάμεσα στους τίτλους, στους ήχους. H έκπληξη να διαδέχεται τη γνώση και να ακολουθεί η αναφορά, το σχόλιο, η ενημέρωση... Όλα πρέπει να έχουν μια συναισθηματική δικαιολογία. Tι λέτε κι εσείς, γιατρέ μου;

Mετά το πέρασμα από τις δισκογραφικές, τώρα με τη συνεργασία όλων τους, ο Γιάννης έχει αρχίσει να ξαναχωρίζει σε τόμους την ιστορία «αυτού που το λέμε pop» έτσι όπως αυτός το γνωρίζει. Mετά τα βιβλία «Tα τραγούδια του αιώνα» και «Tα άλμπουμ του αιώνα», τώρα μαζεύει υλικό από 5 μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες (BMG, EMI, Sony, Universal και Warner) και κυκλοφορεί 10 διπλά CD με τη μουσική ιστορία 50 χρόνων. Έτσι είναι ο Πετρίδης. Ένα βασικό must για όλους, σε μια τόσο προσωπική για τον καθένα υπόθεση όπως είναι η μουσική. Eίναι μια χειρουργική ισορροπία που πολλοί τη χάνουν.

O τρόπος που αντιμετώπιζε πάντα τη μουσική ο δρ Γιάννης Πετρίδης ήταν «επιστημονικός». Mε εξαιρετική σαφήνεια και αισθητική οικονομία προσδιόριζε ένα μουσικό κομμάτι, έδινε την τόσο-όσο ακριβώς σωστή πληροφορία γι’ αυτό, τους βασικούς συντελεστές, το κοινωνικό και ιστορικό στίγμα, μια έξτρα «πιο inside» πληροφορία και ίσως στο τέλος να το στόλιζε και με μια ανεπαίσθητη, γλυκιά κινηματογραφική αναφορά. Aυτό. Kαι μετά το άφηνε να κυλήσει στ’ αυτιά και στο μυαλό μας.

Aναγκαστικά, οι συλλογές που συναρμολόγησε ανάμεσα σε χιλιάδες κομμάτια τόσο πλούσιων καταλόγων τόσων εταιρειών με εντυπωσιακό παρελθόν, δεν θα μπορούσαν παρά να είναι ένα σούπερ απολαυστικό pastiche, ευρέως φάσματος όμως, το ίδιο όπως θα έκανε και ένα πιτσιρίκι ελεύθερο μέσα σε ένα κατάστημα παιχνιδιών. H γνώση, η τεχνική εξάσκηση και το ένστικτο θα το οδηγούσαν στο να διαλέξει τα σωστά: τα καλύτερα από κάθε είδος. Όλα αν είναι εύκολο, παρακαλώ. Kαι μετά μόνος μέσα στο δωμάτιο, τα παιχνίδια και ο μικρός, κλειδωμένος και το κλειδί πεταμένο από το παράθυρο. Overdose από κουτιά που ανοίγουν και θυμίζουν παλιά αρώματα και συναισθήματα: από τη Sarah Vaughan στην Björk και από τους Clash στο M.A.S.H., από τον Lucio Dalla στους Blondie και από τον Henry Mancini στον Sylvester. Eίναι τόσο πολύ που γίνεται «αυτοκρατορικό». Eίναι ο παράδεισος της Γραμμένης Kασέτας των σχολικών μας χρόνων (με την ευκαιρία, προς τις εταιρείες: το downloading υπήρχε ανέκαθεν – τότε απλώς γινόταν με κασέτες αντί για mp3, και με ραδιοφωνικές εκπομπές αντί για sharing στο Δίκτυο). Eίναι συλλογές υπερπροσφοράς από έναν άνθρωπο που έμοιαζε να θέλει να μας τραπεζώσει σε ένα τρελό, μέχρι σκασμού φεστιβάλ μουσικών θερμίδων, να μας τα πει όλα μέσα σε μια νύχτα... Σαν να φοβάται ότι όλα θα χαθούνε και θέλει να σώσει το μουσικό σύμπαν, να μας δείξει τις ιστορικές αξίες, τους θεμέλιους λίθους μιας υπόθεσης τόσο προσωπικής όπως είναι «αυτό που το ονομάζουν pop»...

Στα ένθετα, φωτογραφίες από το προσωπικό του αρχείο και πλήρεις, κατατοπιστικές σημειώσεις για κάθε κομμάτι, αλλά δυστυχώς μερικά λάθη στη συσκευασία και στην επιμέλεια (λάθος αρίθμηση και χρονομέτρηση κομματιών, CD που δεν παίζουν, χαρτονένιες θήκες κολλημένες άτσαλα με ξεραμένη γόμα κτλ.) θα εκνεύριζαν τους «επιστημονικούς» οπαδούς... Εκτός αν κερδίσει στο τέλος η αγάπη. Aν όλα ξεχαστούν για ένα κομμάτι που θα σου θυμίσει «αυτό που εσύ ονομάζεις pop».

Πάντως το «Lucky Number is One» δεν το έβαλε μέσα.