Μουσικη

Σωκράτης Μάλαμας: Δεν μασάμε, διασκεδάζουμε κιόλας

Δεν είναι μόνο η τέχνη του, είναι η ζωή, οι απόψεις, η φιλοσοφία του, που κάνουν αυτό τον τραγουδοποιό μια πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση

Μάκης Μηλάτος
ΤΕΥΧΟΣ 556
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μία από τις χαρές αυτής της δουλειάς (λέξη που δεν αρέσει στον Μάλαμα, όπως θα διαβάσετε παρακάτω) είναι που συναντώ συχνά ανθρώπους ενδιαφέροντες, δημιουργικούς, φιλοσοφημένους, βαθιά ανθρώπινους και ουσιαστικούς και, καθώς είμαι γεννημένος για να θαυμάζω, η γνωριμία μου μαζί του είναι ένα ακόμη δώρο της ζωής. Κάθε φορά που συναντάω τον Σωκράτη Μάλαμα ο θαυμασμός μου για το άτομό του επανατροφοδοτείται και ενισχύεται. Ο λόγος του, η σκέψη του, ο τρόπος που λέει ιστορίες, το χιούμορ και η ταπεινότητά του έχουν πάνω μου μια θετική επίδραση, χώρια που είναι ούτως ή άλλως μια ευχάριστη στιγμή συναναστροφής. Μου είπε πολλά και ενδιαφέροντα, με ξεκάθαρες θέσεις και απόψεις για όλα, γελάσαμε, καπνίσαμε τσιγάρα και ήπιαμε ζεστό τσάι με βότανα στο café της Γωγώς (φίλης του Γιάννη Νένε) και μου είπε –να σας πω– τα εξής...

Μετά από τόσα χρόνια που κάνεις συναυλίες, όταν έρχεται η ώρα της επανάληψης αισθάνεσαι μια κόπωση, βαρυγκωμάς και λες «άντε πάλι απ’ την αρχή, δεν κάθομαι σπίτι μου καλύτερα;»

Δεν έφτασα ακόμη σε αυτό το σημείο, ευτυχώς. Υπάρχουν βέβαια στιγμές που αισθάνομαι μια ψυχική αλλά κυρίως σωματική κόπωση γιατί με τα ξενύχτια, τα ταξίδια, ξυπνάς και δεν ξέρεις πού βρίσκεσαι, αυτό είναι από μόνο του κάτι παράδοξο. Υπάρχει μια κόπωση αλλά με μία παύση μιας εβδομάδας μπορώ να ξεκινήσω πάλι από την αρχή, να μαζέψω τα παπούτσια μου και να κάνω τη χώρα μία ακόμη γύρα. Μάλιστα μπορώ να πω ότι μετά από 25-30 χρόνια φέτος για πρώτη φορά (ίσως από πέρυσι να ξεκίνησε αυτό) ακούω τον εαυτό μου να λέει «έλα ρε φίλε, να είσαι λίγο πιο χαρούμενος με αυτό που κάνεις, έχει χαρά από μόνο του το πράγμα, δεν χρειάζεται να είσαι τόσο σκουντούφλης». Γιατί, κακά τα ψέματα, πάντα ήμουν λίγο στενάχωρος αλλά φέτος είναι σαν να ξεκινάω από την αρχή. Μπορεί να είναι και η ψευδαίσθηση της τρίτης ηλικίας… αλλά αισθάνομαι πως πια μπορώ κι εγώ να το χαρώ λιγάκι, δεν είναι και τόσο σοβαρά τα πράγματα, ας πάρουμε και μια στάλα χαράς απ’ αυτό.

Είναι μια δουλειά σαν τις άλλες, όπως λένε πολλοί;

Δεν νομίζω πως είναι έτσι. Δεν είναι σαν τη δουλειά του αγρότη, του φούρναρη ή του κτηνοτρόφου κι έχω κάνει πολλές δουλειές στη ζωή μου. Είναι μια δουλειά της επιθυμίας, της βαθιάς επιθυμίας. Μάλλον δεν βρέθηκα τυχαία σε αυτή τη δουλειά αλλά από μία αγάπη που φτάνει στα όρια της εμμονής. Το ότι από τα γεννοφάσκια μου βρέθηκα σε σκοτεινά πατάρια και υπέμεινα διάφορα σε σκοτεινές αίθουσες κάτι σημαίνει. Ναι μεν αμείβομαι απ’ αυτό κι αυτό το κάνει δουλειά (αν και δεν μου αρέσει η λέξη γιατί παραπέμπει στη δουλεία, προτιμώ τη λέξη εργασία) αλλά είναι περισσότερο σαν τα παλιά νυχτέρια που οι άνθρωποι μαζεύονταν και συνεννοούνταν με έναν τρόπο. Αν δεν έχω αυτό, θα πέσω σε κατάθλιψη. Αν δεν έχω δηλαδή τη δυνατότητα να ανεβώ και να παίξω μπροστά στον κόσμο κάποια πράγματα που έγραψα, δεν θα τα γλιτώσω τα χάπια. Είναι μία παρέα της μοίρας, ο τρόπος μου να επικοινωνώ με τους ανθρώπους, γιατί στην κανονική μου ζωή δεν είμαι τόσο κοινωνικός όσο όταν ανεβαίνω πάνω στη σκηνή και παίζω τα τραγούδια. Δεν ανοίγει τόσο εύκολα η καρδιά μου, ούτε το στόμα μου λέει τις κουβέντες που λέω όταν βρίσκομαι εκτεθειμένος μπροστά σε 1.000 ζευγάρια μάτια.

Είπες τη λέξη εκτεθειμένος. Ακούω κατά καιρούς διάφορους συνάδελφούς σου να λένε ότι αισθάνονται άσχημα που είναι διαρκώς εκτεθειμένοι μπροστά στο κοινό, για την κακή ενέργεια που εισπράττουν πολλές φορές, για τα αχόρταγα μάτια που τους κοιτάνε...

Το ακούω κι εγώ συχνά και μειδιώ. Δεν είναι δυνατόν να έρχονται 7.000 άτομα, να πληρώνουν εισιτήριο, για να σου στείλουν την κακή τους την ενέργεια. Είναι βλακώδες αυτό, λάθος εκτίμηση. Οι άνθρωποι έρχονται στις συναυλίες όπως τα παιδιά πηγαίνουν στην αλάνα να παίξουν μπάλα. Άλλοι σαν να πηγαίνουν στην εκκλησία να ακούσουν το ευαγγέλιο, άλλοι να εκτονωθούν, κάποιοι γιατί δεν αντέχουν τον εαυτό τους μόνοι τους, γιατί δεν θέλουν να πάρουν τα χάπια τους και χρειάζονται μια ψυχολογική υποστήριξη, άλλοι γιατί θέλουν να τραγουδήσουν. Και να σου πω και κάτι άλλο… πολύ συχνά αισθάνομαι ένα κύμα, κυριολεκτικά, γιατί η αίσθηση είναι σχεδόν σωματική, εκεί που κάθεσαι και υπάρχει νηνεμία, η ατμόσφαιρα δεν έχει αέρηδες και αναταράξεις, έρχεται και σε χτυπάει, ένα θερμό κύμα που έχει οσμή και γεύση. Κι αυτό το κύμα μπορεί να προσεγγίσει αυτό που λένε οι μυστικιστές περί αγάπης και κατανόησης, ένα κύμα που έρχεται πολλαπλά πάνω στη σκηνή και είναι σχεδόν συγκινητικό.

image 

Όλη αυτή η κρίση που ζούμε τα τελευταία χρόνια, αισθάνεσαι πως έχει διαφοροποιήσει τη συμπεριφορά των ακροατών στον τρόπο που προσέρχονται; Όταν έρχεται η ώρα της γιορτής είναι διαφορετικοί;

Βλέπω μια διαφορά όχι όμως προς το χειρότερο αλλά προς το βέλτιστο. Μια επιθυμία για μεγαλύτερη συμμετοχή, τη διάθεση να ανοίξουν το στόμα τους και να πουν, να τραγουδήσουν, να συμμετέχουν γενικώς και μια πιο μαζική προσέλευση, σαν να μεγαλώνει η παρέα, σαν αυτά που κάνω και λέω να αφορούν περισσότερους τώρα απ’ ό,τι στο παρελθόν. Βέβαια ο κοινωνικός πόνος είναι εμφανής σε όλες τις εκφράσεις της ζωής μας είτε είναι συναυλία είτε είναι κηδεία είτε εφορία, αλλά όλα αυτά τα παρακάμπτουμε τραγουδώντας. Αφηνόμαστε στο γλέντι, δεν το αποποιούμαστε επειδή αποφασίστηκε να είμαστε όμηροι μιας ζωής που μας λένε πως δεν έχει διέξοδο. Δεν θέλουμε να αποδεχτούμε το ρόλο του ομήρου, όπως μας λένε τα κανάλια, οι εφημερίδες, όπως μας λένε οι ιθύνοντες, οι πολιτικοί, οι θρησκευτικοί ταγοί, οι κοινωνικοί φορείς, όλοι. Μας λένε ότι είμαστε πολύ λάθος κι ότι θα την πληρώσουμε πολύ άσχημα κι εμείς δεν βρίσκουμε πού ακριβώς ήταν το δικό μας λάθος. Δεν συμφωνούμε με τις κουβέντες αυτού του συμπαθούς ευτραφούς κυρίου που είπε πως μαζί τα φάγαμε. Δεν φάγαμε τίποτα. Δεν ξέρω τι γινότανε στα γραφεία τους και πίσω απ’ τις κλειστές τους πόρτες αλλά δεν μπορεί να εξαπολύει μια τέτοια μελάνη στα μούτρα μας. Απρόσεκτοι άνθρωποι μεταφέρουν το φόβο στον κοινωνικό ιστό, κι εκεί δεν μασάμε και γι’ αυτό διασκεδάζουμε κιόλας. Γιορτάζουμε πολλές φορές.

Νομίζεις ότι είμαστε –όπως λέγεται– ένας λαός «καταραμένος»; Ένα έθνος που δεν μπορεί να συντονιστεί με την Ευρώπη; Ότι αδυνατούμε να συγχρονιστούμε με τα σύγχρονα πρότυπα ενός οργανωμένου κράτους «δυτικού τύπου»; Είμαστε ένα «μπάσταρδο» κράτος μεταξύ Δύσης και Ανατολής; Πρέπει να δούμε ποιοι τα λένε αυτά. Γιατί γράφονται και λέγονται. Ας πούμε πως ο δυτικός κόσμος στρέφει το φακό του προς τα δω και φέγγει το ελληνικό μοντέλο, το ανθρώπινο ον που συμβαίνει να είναι Έλληνας. Ποιο ήταν το λάθος των τελευταίων 40-50 χρόνων; Ήταν το λάθος του πολιτικού μας προσωπικού να αντιληφθεί έγκαιρα και αποτελεσματικά ότι κάποιοι έριξαν δίχτυα και δολώματα, όχι μόνο εδώ αλλά γενικά στην περιοχή μας και σε ολόκληρο τον κόσμο. Τι ήταν αυτά τα δολώματα; Ήταν μερικές πεποιθήσεις που αναπτύχθηκαν και ενισχύθηκαν με το πέρασμα του χρόνου. Η πρώτη ήταν πως είσαι χαζός να μην πάρεις λεφτά που βλέπεις να περνάνε από μπροστά σου. Μερικά χρόνια μετά τον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν η τηλεόραση άρχισε να προβάλλει αντικείμενα που βασικά σου είναι άχρηστα αλλά γιατί να μην τα ’χεις αν μπορείς, αφού το χρήμα είναι φτηνό και σε παρακαλάνε να το πάρεις. Λεφτά υπάρχουν... Καλά είπε ο Γιωργάκης... είχε δίκαιο το παιδί, λεφτά υπάρχουν και είναι πάρα πολύ φτηνά. Αυτό ήταν ένα δόλωμα που τσίμπησαν οι πολιτικοί. Ένα άλλο δόλωμα ήταν πως δεν χρειάζεται να αποπληρώσεις το χρέος, αρκεί να το εξυπηρετείς. Ένας μύθος που εδώ και 40 χρόνια περπατάει ανάμεσα στα πόδια μας σαν νερό. Και ξαφνικά τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα τραβάνε τα δίχτυα και λένε «φέρτε πίσω τα κεφάλαια, τα ’χουμε ανάγκη, είμαστε πνιγμένοι γιατί την πατήσαμε από κάτι κακοτοπιές». Ποιος είναι ο αδύναμος κρίκος; Πώς μπορούμε να κάνουμε αυτούς τους ανθρώπους ράκη και να αγοράσουμε φτηνά τη χώρα τους; Καταντώντας τους ψυχολογικά μηδενικά. Πώς το κάνεις αυτό; Δυσφημώντας συστηματικά τον ψυχισμό αυτού του έθνους. Μπορεί αυτή η περιγραφή να είναι κάπως χονδροειδής, αλλά αν διεισδύσεις και το ψάξεις σ’ αυτή την κατεύθυνση θα βρεις γιατί αυτή η πρεμούρα με αυτό το έθνος που είναι τόσο ατσούμπαλο, απροσάρμοστο και δεν μπορεί να βρει τρόπο να κινηθεί στα ευρωπαϊκά πρότυπα. Θέλουν δηλαδή να μας πούνε οι διάφορες φυλές, Γότθοι, Οστρογότθοι, Βησιγότθοι, Φράγκοι αλλά και Αμερικάνοι ότι αυτοί είναι πρότυπα συμπεριφορών, δράσεων, πειθαρχίας, νηφαλιότητας, νόησης κι ότι ξαφνικά βρίσκουν το ακριβώς αντίθετό τους σε μία χώρα που δεν είναι ούτε μια επαρχιακή πόλη της Κίνας; Ότι εδώ είναι η βάση ενός μεγάλου προβλήματος; Αστεία πράγματα τα οποία αποβαίνουν δραματικά για τη ζωή του παρόντος. Δεν είναι ανάγκη να μασάμε. Πρέπει να αρνηθούμε όλη αυτή την ψυχολογική και πολιτική επίθεση που δεχόμαστε. Πάνε να ξηλώσουν αυτό τον πυρήνα, αυτό το έθνος, για να μπορούν να ξηλώνουν κι άλλα έθνη. Εγώ αυτό καταλαβαίνω. Είναι τόσο αρπακτικό το οικονομικό μοντέλο που κινεί και κινείται μέσα στα πράγματα, τόσο άπληστο που δεν σταματάει πουθενά. Μπορεί να καταστρέψει κυριολεκτικά μία χώρα. Είμαι όμως πεπεισμένος ότι είναι ζήτημα κάποιων χρόνων για να αισθανθεί και ο Γερμανός την ίδια πίεση που αισθάνεται αυτή τη στιγμή ο Έλληνας. Όλοι ζουν με τις ψευδαισθήσεις του μεγαλείου τους, νομίζοντας ότι κάποιοι άλλοι κάνουν λάθος εκεί έξω κι αυτό επηρεάζει την ευζωία τους. Το πείραμα αφορά αυτή τη στιγμή εμάς και τις άλλες χώρες του Νότου αλλά αυτό είναι ένα πείραμα που θα επεκταθεί. Έχει καιρό τώρα που το χρηματοπιστωτικό σύστημα θέλει να αναλάβει την εξουσία και να λαμβάνει αποφάσεις από μόνο του χωρίς να ρωτάει κυβερνήσεις. Κι αυτό ακριβώς κάνει αυτή τη στιγμή εδώ. Δεν το κάνει μόνο εδώ δηλαδή, το κάνει και αλλού αλλά το κάνει πιο κομψά, πιο συγκαλυμμένα. Εδώ μας κλοτσάνε κανονικά, αλλού τραβάνε το χαλί κάτω από τα πόδια πρωθυπουργών και κυβερνήσεων. Οι μεγάλες ανώνυμες εταιρίες, τα μεγάλα funds και οι ανώνυμοι επενδυτές θέλουν την απόλυτη εξουσία. Δεν υπάρχει δημοκρατία αυτή τη στιγμή, υπάρχει μια συλλογική κοροϊδία που λέγεται χρηματοκρατία. Οποίος δεν το καταλαβαίνει κι ακόμα βαυκαλίζεται με τα δημοκρατικά ιδεώδη, πώς παραβλέπονται και πώς εξυπηρετούνται, και δεν βάζει τον κώλο του κάτω για να δει πώς ξεφεύγουν από τα δίχτυα αυτών των ψαράδων... αυτά είναι φαλαινοθηρικά... ξεριζώνουν τα πάντα στο πέρασμά τους. Δεν θα δούμε προκοπή με όλα αυτά τα ιδεολογήματα που πετάμε ο ένας στον άλλο σαν μπαλάκι και είμαστε ικανοποιημένοι από τις αλλαγές των πεποιθήσεων και των ιδεοληψιών. Χρειαζόμαστε αποφασισμένους ανθρώπους να δουλέψουν για τη συλλογικότητα και δυστυχώς δεν έχουμε τέτοια όντα αυτή τη στιγμή στην πολιτική. Είναι παλιό το σύστημα, παμπάλαιο, αρχαιότατο. Δεν έχουμε εκπαιδευτήρια αρχηγών, δεν έχουμε σχολές που να τα τροφοδοτούμε με πλάσματα, με όντα, υψηλής ευφυΐας και υψηλής ηθικής. Έχουμε μόνο κομματικά μέλη που σκαρφαλώνουν σιγά-σιγά στις κομματικές πυραμίδες και φτάνουν στην κορυφή άνοες, σχεδόν ανίκανοι, εξαρτώμενοι από το κάθε γκρουπούσκουλο, από την κάθε λεπτομέρεια της βάσης, από την κάθε αδυναμία... Ένα διαπλεκόμενο παράδοξο, ένα κομματοκρατούμενο σύστημα το οποίο είναι απεχθές.

Όλο αυτό το ζοφερό τοπίο που περιγράφεις, τι σου προκαλεί; Φοβάσαι; Οργίζεσαι; Αδιαφορείς; Αποστασιοποιείσαι;

Πέρασα την περίοδο του φόβου, της αυτοαναίρεσης, της αυτοαποστροφής αλλά και της θλίψης. Σε αυτά τα χρόνια της φτήνιας και της χρεοκοπίας πέρασα απ’ όλες αυτές τις φάσεις. Αποφάσισα όμως να ακολουθήσω τα λόγια του Αϊνστάιν που λέει πως «η εμπειρία του ανθρώπου από τον κόσμο είναι η ψευδαίσθηση της συναίσθησής του». Αυτό καταλαβαίνω. Αυτό υπηρετώ αυτή τη στιγμή. Είναι σαν να υπάρχει μια εντολή μέσα μας που λέει να ερμηνεύουμε το άδηλο και να το μετατρέπουμε σε πραγματικό. Έτσι αποφασίζω να ξαναγεννηθώ από την αρχή λίγο πιο αποφασιστικός, λίγο πιο δραστήριος, με την κατανόησή μου περισσότερο αυξημένη, με τη συμπάθειά μου πιο ανοιχτή, με την καρδιά μου λίγο πιο παρούσα. Δεν θέλω να φοβάμαι, δεν έχω κανένα λόγο να φοβάμαι. Τι έχω να χάσω απ’ αυτό τον κόσμο; Δεν έχω βέβαια περιουσίες και κεκτημένα για να με σέρνουν διάφορα τέτοια αλλά έχω αγαπημένους ανθρώπους, έχω αισθήματα για πρόσωπα, για πράγματα, για ιστορίες, για γεγονότα. Ούτε λυπάμαι λοιπόν, ούτε φοβάμαι, αλλά προβάλλω τη δική μου πραγματικότητα, βοηθάω όπου μπορώ κι όπου φτάνει το χέρι μου και αναμορφώνω το είναι μου.

image

Υπάρχει πια παντού μια βία που εκδηλώνεται με κάθε αφορμή στις σχέσεις των ανθρώπων…

Μπορούμε να πούμε πολλά γι’ αυτό το θέμα αλλά ίσως και να μη χρειάζεται... Αυτό που θέλω να πω είναι πως η βία δεν είναι τίποτα άλλο από μια έκφραση αυτοαποστροφής.

Λέγεται συχνά πως οι Έλληνες καλλιτέχνες είναι απόντες από όσα συμβαίνουν. Δεν εκφράζονται, δεν παίρνουν θέση, δεν συμμετέχουν…

Όσοι τα λένε αυτά δυστυχώς δεν λαμβάνουν υπ’ όψη τους ότι πολλά σχήματα και πολλοί καλλιτέχνες έχουν πάρει μέρος κι έχουν υποστηρίξει πολλές εκφάνσεις πολλών αγώνων τα τελευταία 30 χρόνια που έχω ζήσει και μπορώ να μιλήσω. Ο κόσμος όμως θέλει να τους χρησιμοποιεί διαρκώς μέχρι να τους εξαντλήσει τελείως. Εγώ δεν είμαι επαγγελματίας φιλάνθρωπος... Δεν θέλω να είμαι. Έχω όμως συμμετάσχει σε πολλά πράγματα που θεωρούσα πως άξιζαν τον κόπο μιας πιο μαζικής συμμετοχής. Μέχρι και το τελευταίο μου εγχείρημα, που πήγα κι εγώ στο Σύνταγμα να πω Όχι, το οποίο σε 5 μέρες μεταμορφώθηκε ως διά μαγείας σε Ναι. Είμαι απογοητευμένος. Θέλω να απομακρυνθώ απ’ αυτές τις συμμετοχές σε κοινές εκφράσεις της κοινωνίας. Ζαλίστηκα απ’ αυτό που έπαθα, δεν έχω πώς να το πω αλλιώς. Ζαλίστηκα, για ένα μήνα δεν μπορούσα να εστιάσω και να δω τι μου συμβαίνει. Και πάντα παίζονται τέτοια παιχνίδια. Αυτή βέβαια ήταν πολύ εμφανής περίπτωση αλλά σε όλες τις εκδηλώσεις που πηγαίνουμε και παίζουμε για κάποιο λόγο, για ένα σκοπό, στο υπόβαθρο υπάρχουν πάντα και δεύτερες σκέψεις. Δεν θέλω να συμμετέχω σε όλο αυτό το πανηγύρι. Μπορεί στο μέλλον να αισθανθώ την ανάγκη να συμμετέχω και πάλι αλλά τώρα είμαι πολύ απογοητευμένος. Ανατριχιάζω και μόνο που το σκέφτομαι. Έφαγα μεγάλη πατάτα.


Κεντρική φωτό: Yiannis Margetousakis Photography