- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
3 Έλληνες συνθέτες σε παγκόσμια πρώτη
Ο Περικλής Κούκος, ο Γιώργος Κουμεντάκης και ο Δημήτρης Παπαδημητρίου γράφουν ειδικά για τα όργανα εποχής της Καμεράτα
Η μπαρόκ μουσική μπαλέτου από όπερες που ανέβηκαν στο Παρίσι του 18ου αιώνα συνομιλεί με τη μουσική τριών κορυφαίων Ελλήνων συνθετών. Ο Περικλής Κούκος, ο Γιώργος Κουμεντάκης και ο Δημήτρης Παπαδημητρίου γράφουν ειδικά για τα όργανα εποχής της Καμεράτα, τρία έργα που θα παρουσιαστούν σε πρώτη παγκόσμια εκτέλεση με μουσική διεύθυνση του Γιώργου Πέτρου στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών στις 22/4. Οι τρεις συνθέτες μιλούν στην ΑTHENS VOICE για τις ιδιαιτερότητες του εγχειρήματος.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΥΜΕΝΤΑΚΗΣ
Είναι η πρώτη φορά που γράφω για δυτικά όργανα εποχής, αν και έχω γράψει για παραδοσιακά. Και στις δύο περιπτώσεις η πρόκληση είναι να σεβαστείς τις ιδιαιτερότητες αυτών των οργάνων που μαγνητίζονται από το παρελθόν και την ίδια στιγμή γίνονται ο καθρέφτης στον οποίο βλέπουμε το σύγχρονό μας πρόσωπο. Λατρεύω το ηχόχρωμα τους και είμαι φανατικός ακροατής παλιάς μουσικής. Ο Γιώργος Πέτρου και η Καμεράτα καλύπτουν με τον πιο πειστικό και ποιοτικό τρόπο το μεγάλο κενό που είχε η πατρίδα μας στην Μπαρόκ Ορχήστρα. Υπάρχουν εξαιρετικοί μουσικοί που πλαισιώνουν το παραπάνω σχήμα και δεν έχουν σε τίποτα να ζηλέψουν από τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά σύνολα. Ο Πέτρου έχει τη δύναμη και την προσωπικότητα για ερμηνείες υψηλού περιεχομένου.
Τη δεκαετία του ’90 και ύστερα από μια εξοντωτική περιπλάνηση στον ευρωπαϊκό μοντερνισμό και τα συναφή κινήματα, αισθάνθηκα την ανάγκη να το σκάσω από το μουσικό γκέτο και το περιθώριο ενός συστήματος που διέγραφε ένδοξα τον πιο στείρο ακαδημαϊσμό στην ιστορία της μουσικής. Ακολούθησα λοιπόν συνειδητά την πορεία λίγων την εποχή εκείνη (αλλά περισσότερων τώρα) συνθετών, που προσπάθησαν να ενταχθούν και με διστακτικά βήματα να βρουν μια θέση στα πρόγραμμα των δυτικών, και όχι μόνον, ορχηστρών. Μια θέση στις μουσικές του κόσμου. Μια θέση σε πολυσυλλεκτικά προγράμματα, στον αντίποδα της σύγχρονης «πρωτοποριακής» μουσικής, που υπάρχει συνήθως μέσω των ομοίων της.
Η αναζήτηση της προσωπικής μου ταυτότητας με έφερε κοντά στην ελληνική παραδοσιακή μουσική. Είδα την ελληνική γη ως ένα ενιαίο πολιτιστικό κέντρο μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Στο σημείο αυτό συναντιόνται τρεις ήπειροι και ένας τεράστιος αριθμός μουσικών ειδών με επιρροές από την αραβοπερσική, βαλκανική και ευρωπαϊκή μουσική παράδοση. Υπογείως όλα αυτά τα ρεύματα συνδέονται και συνυπάρχουν εδώ και πολλούς αιώνες. Με απασχολεί λοιπόν το πώς ένα μουσικό σύστημα, όπως η παραδοσιακή μουσική, θα μπορούσε να αναδιατυπωθεί σε μια στέρεη ένωση φαινομενικά ετερόκλητων στοιχείων και ιδιωμάτων, που συναντιούνται μέσα στο χρόνο, άσχετα από την περιορισμένη τοπική τους καταγωγή.
Προσωπικά ακολουθώ δύο τρόπους επεξεργασίας του παραδοσιακού μουσικού υλικού. Ο πρώτος, και λιγότερο συχνός, είναι να παίρνω ένα κομμάτι ατόφιο από την παράδοση, να συνειδητοποιώ την αξία και τη δύναμή του και να προσπαθώ να το δω από διαφορετική οπτική γωνία. Ο δεύτερος τρόπος είναι να αφήνω αυτό το υλικό να αναδυθεί από τη μνήμη και να προσπαθώ να το ανασυντάξω μέσα από ό,τι έχει φτάσει σε μένα ως χρώμα, ως παλμός και ως ενέργεια. Δεν αναπαράγω την ίδια τη μελωδία, αλλά τα αδιόρατα αποτυπώματα που άφησε στο πέρασμά της. Αυτός ο δρόμος είναι ένα βύθισμα στην ενστικτώδη, στην ασυνείδητη πλευρά της παράδοσης. Η καταγραφή γίνεται αβίαστα και εκεί χρειάζεται καλή σχέση με το χρόνο και με τους ήχους. Είναι μια ιεροτελεστία που αναδεικνύει τη δύναμη του πρωτόγονου ήχου, την εμμονή σε μικρές επαναλαμβανόμενες μονάδες γεμάτες χρώματα και μυστικισμό.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Ο Γιάννης Τσαρούχης, σε κάποια εποχή που η συζήτηση περί «παράδοσης» (με την ευρεία χρήση του όρου «ρίζες») εμαίνετο στους κόλπους της ελληνικής τέχνης, είχε πει ότι «η παράδοση είναι σαν τις τρίχες: όσες είναι να πέσουν πέφτουν και όσες είναι να μείνουν μένουν». Πόσο εύκολα η ρήση αυτή σε βγάζει από το ιδεολογικό αδιέξοδο ενός διαρκούς ρομαντισμού προς το παρελθόν, αλλά και ενός άκρατου μοντερνισμού προς το μέλλον. Η μουσική καταγράφει σαν ένα βαθυσκάφος τους κραδασμούς των ανθρώπινων συναισθημάτων αλλά και του ιδιαίτερου ήθους μίας εποχής. Τολμώ να πω πως πολύ καλύτερα αντιλαμβανόμαστε πώς ακριβώς ήταν να ζεις σε κάθε ιστορική περίοδο μέσα από την τέχνη και δη τη μουσική, παρά με τα τελειότερα ιστορικά εγχειρίδια. Εχει συμβεί πολλές φορές να πρέπει να συνθέσω, χάριν θεατρικών παραγωγών κυρίως, μουσική άλλων εποχών και τόπων. Εκεί η χρήση του ήχου των οργάνων και των τεχνικών σύνθεσης είχε ιδιαίτερη σημειολογική βαρύτητα. Αντίθετα η παρούσα πρόταση που έγινε από την Καμεράτα, την οποία ιδιαίτερα ευχαριστώ για αυτό, με έκανε να σκεφτώ ποιο είναι το «στερεό υπόλλειμα», αυτό που κρατάω από τα περασμένα, τι παίρνω μαζί μου στον εικοστό πρώτο αιώνα σαν πράγμα δικό μου, καθημερινής χρήσης, και όχι γιά τη μουσειακή βιτρίνα. Ετσι ελεύθερα έγραψα αλλά και με αγάπη στον ήχο και τεχνική. Η ρήση του Carl Philip Emanuel Bach ότι «η μουσική πρέπει να συνεγείρει την καρδιά» είναι μάλλον στο κέντρο όλων όσων εννοώ. Αλλά επίσης και τα λεπτά αρώματα μιας ζωής πιο ειλικρινούς στη χαρά και τη λύπη, στην επαφή με τη φύση, τους τόπους και την αγάπη. Ολα αυτά που εισβάλλουν διαρκώς στο καθημερινό μας δωμάτιο μέσα από το ανοιχτό παράθυρο της πίσω μας αυλής.
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΚΟΥΚΟΣ
Τα βασικά χαρακτηριστικά του έργου «Tο παιχνίδι των σκιών» είναι ο συγκερασμός των έντονων ρυθμών και της πολυρυθμίας με λυρικές μελωδίες όπου συνυπάρχουν τα χαρακτηριστικά στοιχεία του σεξπηρικού έργου που διαδραματίζεται στα περίχωρα των Αθηνών και είναι το ονειρικό στοιχείο, το χιούμορ και ο σαρκασμός. Η πρόκληση να συνθέσεις ένα σύγχρονο έργο για μια ορχήστρα που αποτελείται από όργανα εποχής είναι ιδιαίτερα δημιουργική, αφού άλλωστε η αρμονική γλώσσα του έργου συνταιριάζει τους απόηχους της αναγεννησιακής μουσικής με σύγχρονα ιδιώματα και βασίζεται σε τρόπους που έρχονται από την αρχαία Ελλάδα, όπως είναι ο Αιολικός, ο Δώριος και ο Φρύγιος. Τα ηχοχρώματα της ορχήστρας και η ιδιαίτερη χροιά της φωνής του κόντρα τενόρου δημιουργούν μια πλούσια παλέτα για το συνθέτη δίνοντας μια διαχρονική διαδρομή στο τελικό ακουστικό αποτέλεσμα.