Μουσικη

H αισιόδοξη Ελεωνόρα Ζουγανέλη

Από τα βραβεία των περιοδικών και των τηλεοπτικών καναλιών ως τη συμμετοχή της στο soundtrack του «Νησιού»

Δημήτρης Καραθάνος
ΤΕΥΧΟΣ 352
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Από τα βραβεία των περιοδικών και των τηλεοπτικών καναλιών ως τη συμμετοχή της στο soundtrack του «Νησιού», αλλά και τη συνεργασία της με ορισμένους από τους εμβληματικότερους εγχώριους καλλιτέχνες, η Ελεωνόρα Ζουγανέλη περνά από το στάδιο της «πολλά υποσχόμενης» στη φάση της καθολικής καταξίωσης.

Πόσο δύσκολο είναι για ένα παιδί καλλιτεχνών να κόψει τον ομφάλιο λώρο και να αποκτήσει δική του υπόσταση; Σε ποιο σημείο το αβαντάζ του να ανατρέφεσαι με μουσικές και ιδέες εξελίσσεται σε μειονέκτημα; Πρόκειται για μια ερώτηση που την έχω απαντήσει πάρα πολλές φορές και καταλήγω στο εξής: ακόμη κι αν θέλεις να γίνεις αυτόφωτη, δεν σε αφήνουν οι άλλοι. Δεν το αισθάνομαι σαν βάρος, πάντως. Μέχρι τώρα έχουν πάει πολύ καλά τα πράγματα. Νομίζω πως αυτό το αντιλαμβάνεται και ο κόσμος. Δεν μπορώ ούτε να απολογούμαι, ούτε να εξηγώ. Το να έχεις γονείς καλλιτέχνες είναι ενδιαφέρον, όσο και δύσκολο. Ο καθένας μας έχει να αντιμετωπίσει τις δικές του δυσκολίες. Προσωπικά, αυτόφωτη ένιωθα πάντα.

Το ξεκίνημα της καριέρας σου καθορίστηκε από συνεργασίες με πολύ μεγάλα ονόματα του τραγουδιού, από τον Γιώργο Νταλάρα και τον Θάνο Μικρούτσικο, ως τον Διονύση Τσακνή και τον Λαυρέντη Μαχαιρίτσα. Υπάρχει μια νοοτροπία δυσπιστίας από μέρους του κοινού προς κάποιον πρωτοεμφανιζόμενο; Διέθετα μια καλή φωνή και το γνώριζα πάντοτε. Αυτό δεν σημαίνει αυτομάτως ότι θα κέρδιζα και το στοίχημα της επικοινωνίας με τον κόσμο. Το ξεκίνημά μου είχε πίεση, μια πίεση την οποία δεν την έπαιρνα πρωτίστως από το κοινό αλλά από την ίδια τη φύση της δουλειάς. Είναι μια δουλειά με τρομερές απαιτήσεις σε πολλά επίπεδα και χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια από μένα. Οι συνεργάτες μου με αγκάλιασαν, υπήρξαν δάσκαλοι.

Χαρακτηρίζεσαι από μια ιδιαίτερα διακριτική μιντιακή παρουσία. Είναι μειονέκτημα αυτή η στάση για τη δουλειά σου; Υπάρχει μια γραμμή που χωρίζει τη δημοσιότητα από την πραγματική επικοινωνία με τον κόσμο. Υπάρχει μια γενιά καλλιτεχνών που επικοινωνούν ουσιαστικά με το κοινό, όπως ο Κωστής Μαραβέγιας ή η Νατάσα Μποφίλιου, που δεν εκτίθενται όλη μέρα στην τηλεόραση και τους οποίους ο κόσμος τιμά με την παρουσία του στα λάιβ. Προτιμώ να λειτουργώ με την ίδια νοοτροπία. Δεν έχω να πω κάτι έξω από τη δουλειά μου, εκφράζομαι από αυτή.

Πιστεύεις ότι το ελληνικό τραγούδι βρίσκεται σε ανοδική ή πτωτική τροχιά; Αναμφίβολα σε ανοδική. Έχοντας περάσει βέβαια πολύ μεγάλη κρίση. Δεδομένων και των συνθηκών, εφόσον καταλαγιάζουν τα νεύρα, ο θυμός, ο αναβρασμός, το πρώτο πράγμα που αναζητά ο κόσμος είναι η τέχνη. Περιμένω μάλιστα να ξεπηδήσουν και πιο σημαντικά πράγματα. Ίσως ακούγομαι υπέρ του δέοντος αισιόδοξη, αλλά δεν γίνεται αλλιώς. Διαφορετικά, πρέπει να κάτσω σπίτι μου.

Μια πολύ ενδιαφέρουσα έκφανσή σου είναι τα fados, τα οποία έχεις ερμηνεύσει μαζί με την Dulce Pontes. Είναι γεγονός ότι τα αγαπώ και τα έχω μελετήσει πολύ. Τα fados είναι πλέον ένα κομμάτι του εαυτού μου, το οποίο με κάνει να αντιλαμβάνομαι πολλά πράγματα.

Θα επιχειρούσες να τα εξερευνήσεις δισκογραφικά; Δεν ξέρω αν έχω τη δυνατότητα ακόμη να κάνω κάτι τέτοιο. Το λέω αυτό όχι από ανημπόρια, αλλά κυρίως από σεβασμό σε ένα μουσικό ιδίωμα που έχει βαθιές ρίζες στην παράδοση. Θεωρώ λυπηρό για την Ελλάδα το ότι στην παρούσα φάση αρνούμαστε να πάρουμε στοιχεία από την παράδοση, προτιμώντας να οικειοποιούμαστε τις ξένες. Εντρυφώντας στα fados ή στο flamenco, με το οποίο επίσης ασχολούμαι, διαπιστώνω ότι η παράδοση είναι ίδια από τόπο σε τόπο, με μικρές μονάχα διαφορές.

Το τραγούδι σου «Είναι η Αγάπη» ακούγεται στο soundtrack της σειράς «Το Νησί». Σε ευχαριστεί το να αποτελείς κομμάτι μιας τόσο δημοφιλούς δουλειάς; Πάρα πολύ. Και όχι μόνο για τη δημοφιλία της, αλλά πρωτίστως γιατί αισθητικά στάθηκε σε πολύ υψηλό επίπεδο. Πράγμα που ισχύει και για τη μουσική. Ήταν εξαιρετικό το σάουντρακ.

Σου μένει χρόνος για διάβασμα; Ποια βιβλία διεκδικούν το ενδιαφέρον σου; Καταρχήν διαβάζω πολύ θέατρο, το οποίο έχω σπουδάσει κιόλας. Έχω περάσει τη φάση του μυθιστορήματος, και πλέον μου αρέσει να διαβάζω δασκάλους, ανθρώπους που καταθέτουν προσωπικές εμπειρίες, είτε για το θέατρο, τον κινηματογράφο ή τη φωτογραφία. Τελευταία προσπαθώ να διαβάσω και περισσότερη ιστορία – ίσως αυτό να έχει σχέση και με τις κοινωνικές συγκυρίες.

Ποια είναι η καλύτερη στιγμή στη μέχρι τώρα πορεία σου; Είναι ένα άθροισμα σημαντικών στιγμών. Τα δύο τελευταία χρόνια ήταν ξεχωριστά για διάφορους λόγους. Τόσο για τις δισκογραφικές μου δουλειές όσο και για τις εμφανίσεις μου στον «Σταυρό του Νότου», όπου βίωσα συγκλονιστική επαφή με το κοινό.