Μουσικη

Οι Velvet Underground θα λάτρευαν τον καινούργιο δίσκο των This Is Nowhere. Εσύ;

Η ζωντανή επανεκτέλεση του«White Light / White Heat» κυκλοφορεί τώρα σε βινύλιο

Δημήτρης Καραθάνος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Χρειάζεται αδιανόητο τσαμπουκαλίκι και ανορίοτο θράσος για να δοκιμάσει κανείς τα κότσια του στο άλμπουμ – ορόσημο της κιθαριστικής υπερβολής, τον δίσκο που έθεσε το μέτρο του βορβορώδους θορύβου και άρθρωσε το εκκωφαντικότερο, το πιο πανηγυρικό «fuck you» στην ιστορία του πανκ ροκ, το οποίο αντηχεί μέχρι τις μέρες μας.

Το «White Light / White Heat» κυκλοφόρησε στις 30 Ιανουαρίου του 1968 και ο κόσμος δεν ήξερε τι να κάνει μαζί του. Ούτε και τώρα ξέρει. Ποιος θα ήθελε να βάλει στο σαλόνι του τα 18 σαδομαζόχ λεπτά του «Sister Ray», που υποχρέωσαν ανήμερα του «καλοκαιριού της αγάπης» τον μηχανικό ήχου του στούντιο να ξεκόψει στους Velvets: «φωνάξτε με όταν τελειώσει»;

Περίπου μισό αιώνα αργότερα, στις 2 Μαρτίου του 2014, οι συμπατριώτες μας This Is Nowhere ερμήνευσαν ζωντανά στο Residents Bar της Θεσσαλονίκης ολόκληρο το άλμπουμ και σήμερα κυκλοφορούν τη δική τους εκδοχή του ροκ εν ρολ κτήνους σε βινύλιο 250 αριθμημένων αντιτύπων. Ποιος παίρνει τέτοια ρίσκα πλέον; Κάποτε οι Pussy Galore κυκλοφόρησαν ολόκληρο το «Exile On Main Street» σε κασέτα. Ως εκεί. Επειδή όμως αρκετές μαλακίες έχουμε ακούσει φέτος, επειδή ένα φτηνό demo δεν θα πάψει να ηχεί φτηνιάρικο με όση πολυτέλεια και αν το πακετάρεις, και καθώς οι ελληνικές δισκογραφικές εταιρίες αποτυγχάνουν για πολλοστή φορά να αφουγκραστούν τους φορείς του πραγματικού underground, είναι ώρα να ξεκουμπιστούν οι schooligans με τα βινύλια και να στρογγυλοκαθίσουν οι αριστοτέχνες της πρώτης γραμμής στο στερεοφωνικό μας. Το «White Light / White Heat» των This Is Nowhere είναι το γεμάτο σφρίγος ντοκουμέντο μιας μπάντας διεθνούς βεληνεκούς στο απόγειο των δυνάμεών της, μαζί με την ακριβώς επαρκή δόση του «δώστε μας ενισχυτές και θα σας δείξουμε». Είναι επίσης το καλύτερο ροκ εν ρολ άλμπουμ εγχώριου σχήματος που θα ακούσεις φέτος.

image

Ξεκινώντας αβίαστα, με τέμπο περίπου στα 120 bpm, τις κιθάρες να εναρμονίζονται σταδιακά και το rhythm section να εισέρχεται ύπουλα στο πλάνο, το γκρουπ στο ομότιτλο τραγούδι θυμίζει ομάδα που ανταλλάζει φιλικές πασούλες στο κέντρο, υπνωτίζοντας την άμυνα, αποχαυνώνοντας τις κερκίδες, ώσπου μια κάθετη ασίστ διεμβολίζει το γήπεδο και η απροσδόκητη γκολάρα σκίζει τα δίχτυα ενώ τα λάβαρα κυματίζουν: στην περίπτωσή μας, σκόρερ είναι ο Manuel POV, ένας τραγουδιστής που απολαμβάνω όλο και περισσότερο, με συναυτουργό τον Jay Runt, του οποίου τα backing vocals δίνουν έναν πανηγυρικό τόνο στο ακρόαμα, που στο σύνολό του σε κάνει να σκέφτεσαι ανέμελες αυτοκινητάδες με τα παράθυρα κατεβασμένα, αλμυρά φιλιά στον ήλιο, μπίρες στα γρασίδια, σεξ με λουριά και χειροπέδες, οτιδήποτε συνιστά την ιδέα σου για ξέφρενο κέφι, τέλος πάντων. Για να καταλαβαινόμαστε, οι This Is Nowhere κάνουν στο «White Light / White Heat» ό,τι οι Primal Scream στο «Slip Inside This House» των 13th Floor Elevators: μας χορεύουν με έγχορδα και τυμπανοκρουσίες.

Ο Sonny Touch τα πηγαίνει περίφημα ως guest αφηγητής στο «The Gift» και εναπόκειται σε εσένα το αν θα ανοίξεις ολόκληρο το πακέτο του Waldo Jeffers παρέα με τη Marsha και τη Sheila (στην αυθεντική του εκδοχή, ο Lou Reed το περιτύλιξε με 1400 λέξεις και ο Sonny Touch τις εκφωνεί όλες), ή αν θα προτιμήσεις να αφεθείς στο μονολιθικό groove των δεκατριών λεπτών, ικανό να σε αποτρελάνει –με την πιο διαστροφικά χαρμόσυνη έννοια– ιδιαίτερα στο τελευταίο μέρος του, όπου η μπάντα χαλιναγωγεί την ηλεκτρική καταιγίδα σαν απειλή που αρνείται να ξεσπάσει και το μπάσο του Veteran, κουρδισμένο σε ντο / σολ / ντο / φα, συντονίζεται στο συχνοτικό ισοδύναμο σιδηρογροθιάς που σου χαϊδεύει το μάγουλο –θα τη φας στα σίγουρα, δίχως όμως να ξέρεις πότε.

Το «Lady Godiva’s Operation» είναι ένα παλλόμενο, αδιάκοπο drone που θα μιλήσει ταυτόχρονα στους ακροατές των Faust αλλά και του Bo Diddley: για ακόμη μια φορά, οι This Is Nowhere βρίσκουν τη γραμμή που τέμνει όλο το ροκ εν ρολ, από τον Jerry Lee Lewis στους Einstürzende Neubauten, ενώ η γενικότερη αίσθηση είναι ξανά ότι το Factory μετακόμισε στο Hacienda, με τον Andrew Weatherall να κουμαντάρει την κονσόλα.

Η βελόνα καρφώνεται για τα καλά στο αυλάκι κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων λεπτών του «Here She Comes Now», όπου, με ένα ανεπαίσθητο παρεστιγμένο και σε μια αναπάντεχη αλλαγή προσανατολισμού, η μπάντα αφήνεται σε δύο ακόρντα που θα ήθελες να σε συντροφεύουν στο διηνεκές. Το «I Heard Her Call My Name» έχει υποστεί τις σημαντικότερες μεταλλάξεις σε σχέση με το πρωτότυπο, διαθέτει ορισμένες αργόσυρτες παρεκτροπές που θα μιλήσουν στο stoner μερίδιο κοινού της μπάντας, στα δικά μου αυτιά ωστόσο ανακαλεί τους Jesus & Mary Chain της κολασμένα φαζαριστής «Honey’s Dead» περιόδου. Όσο για το δεκαπεντάλεπτο «Sister Ray», αυτός είναι ο σχοινοτενής οργασμικός παιάνας που κορυφώνει το άλμπουμ, ένα κάθιδρο κρεσέντο παιγμένο στα απολύτως απαραίτητα ακόρντα που ψάχνει και βρίσκει το mainline του μαζί σου.

Πλειάδα προσώπων συνεργάστηκε για να κυκλοφορήσει το οραματικό αυτό εγχείρημα, ένα ξεχωριστό αποτύπωμα του ελληνικού underground που εύχομαι να ανατυπωθεί σε όλη του την έκταση, (το «Sister Ray» περιλαμβάνεται μόνο στο bonus cd), όταν η πρώτη έκδοση εξαντληθεί. Την κυκλοφορία χρηματοδότησαν το δισκοπωλείο «Λωτός» και η Melotron Recordings, με αφορμή τη φετινή Record Store Day. To εξώφυλλο φιλοτέχνησε το στούντιο Original Replica και τυπώθηκε με τη μέθοδο της μεταξοτυπίας. Μηχανικός ήχου ήταν ο Ορέστης Πατσινακίδης, η μίξη έγινε από τον J. Runt και τον Κ. Φραγκόπουλο, ενώ το mastering ανέλαβε ο Χρήστος Μέγας. Το Residents Bar προμήθευσε το πάλκο. O Sonny Touch συμμετείχε σε δύο τραγούδια. Οι ίδιοι οι This Is Nowhere, διαθέτουν έναν ακόμη σπουδαίο πρόσφατο δίσκο στο εμπόριο. Να τον ακούσεις. It’s only rock’n’roll but I like it, δεν έχω βρει ποτέ κάτι καλύτερο στη θέση του.