Κινηματογραφος

Το ελιξίριο της νιότης: Η Ντέμι Μουρ στην πιο γενναία ερμηνεία της καριέρας της

Εκτός από την κριτική στην επιφανειακή showbiz και στα… τέρατά της, το βραβευμένο στις Κάννες σενάριο μετατρέπεται σε έναν κόλαφο για τη χωρίς νόημα ζωή

Κωνσταντίνος Καϊμάκης
ΤΕΥΧΟΣ 934
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Κριτική για την ταινία Το ελιξίριο της νιότης σε σκηνοθεσία: Κοραλί Φαρζά. Πρωταγωνιστούν: Ντέμι Μουρ, Μάργκαρετ Κουάλεϊ, Ντένις Κουέιντ

Η 50χρονη Ελίζαμπεθ Σπαρκλ (Ντέμι Μουρ), διάσημη τηλεπερσόνα και γυμνάστρια σε πρωινάδικο τηλεοπτικού σταθμού που διευθύνει ο γλοιώδης Χάρβεϊ (Ντένις Κουέιντ), απολύεται λόγω ηλικίας, καθώς «πρέπει να έρθει φρέσκο και νέο αίμα στο κανάλι».

Το σοκ είναι τεράστιο για την Ελίζαμπεθ, που βρίσκει πάντως τον τρόπο να ξαναγίνει νέα. Η παράνομη ουσία που ανακαλύπτει της χαρίζει μεν έναν «νέο και πιο βελτιωμένο εαυτό της», αλλά έχει αυστηρούς κανόνες, που πρέπει να τηρούνται με ευλάβεια. Η «γέννηση» της εκθαμβωτικής Σου από τη σάρκα –κυριολεκτικά, σε μια σκηνή που θα σας στείλει αδιάβαστους– της Ελίζαμπεθ μοιάζει να λύνει όλα τα προβλήματά της, όμως η συνέχεια εγκυμονεί απρόσμενους κινδύνους.  Η Γαλλίδα Κοραλί Φαρζά είχε πραγματοποιήσει ένα εντυπωσιακό ντεμπούτο το 2017 με τη σπλάτερ και καταιγιστική φεμινιστική περιπέτεια «Revenge». Στο φιλμ εκείνο μια νεαρή γυναίκα επέστρεφε από τον… τάφο της, για να εκδικηθεί τους τρεις άντρες που την είχαν βιάσει και δολοφονήσει. Στο νέο της φιλμ η σκηνοθέτρια και σεναριογράφος υπογράφει μια εξωφρενική (σπλάτερ, κωμική καθώς και οριακά δραματική) παραβολή για το τίμημα της φήμης και τους ανθρωποφάγους μηχανισμούς του θεάματος, βάζοντας ξανά στο στόχαστρο τη συστημική πατριαρχία. Όμως αυτή τη φορά τα βέλη της πέφτουν και στην αντίπερα όχθη.

Το κράμα αλαζονείας-ματαιοδοξίας που αναδύεται από την gore περιπέτεια του «Substance» είναι και θηλυκού γένους. Το body horror φιλμ, που έπεσε σαν κομήτης στο Φεστιβάλ των Καννών και χάρισε στην Ντέμι Μουρ την πιο γενναία ερμηνεία της καριέρας της, είναι μια ντελιριακή και ακραία εκδοχή του μύθου του Φάουστ. Η μη συμφιλίωση με τον χρόνο που χάνεται και η λυσσαλέα ανάγκη να παραμείνουμε «όμορφοι και νέοι» γίνεται το όχημα ώστε η Φαρζά να αναπτύξει κάποιους δυνατούς προβληματισμούς, με την κάμερά της να οργιάζει. Εκτός από την κριτική στην επιφανειακή showbiz και στα… τέρατά της, το βραβευμένο στις Κάννες σενάριο μετατρέπεται σε έναν κόλαφο για τη χωρίς νόημα ζωή, που έχει ως μοναδικές αξίες τη δύναμη της εικόνας και τη μανία της επαγγελματικής ανέλιξης με κάθε τίμημα. Επιπλέον το φιλμ σατιρίζει τον μεγαλύτερο ίσως φόβο των σταρ, που είναι η μοναξιά. Το ενδεχόμενο να μείνουν στο τέλος μόνοι με τον εαυτό τους (τον οποίο απεχθάνονται, όπως υποστηρίζει η Φαρζά), χαρακτήρες σαν την Ελίζαμπεθ, που δεν έχουν ενσυναίσθηση, αρχές και κυρίως προσωπικότητα, είναι για εκείνους όχι μόνο το χειρότερο, αλλά και το πιο τρομακτικό πράγμα που μπορεί να τους συμβεί.