Κινηματογραφος

Το alter ego του Άντι Γουόρχολ, ο Πολ Μόρισεϊ πέθανε σε ηλικία 86 ετών

Ο σκηνοθέτης που έφερε την «επανάσταση» με την τριλογία «Flesh», «Trash», «Heat»

Newsroom
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το alter ego του Άντι Γουόρχολ, ο Πολ Μόρισεϊ πέθανε σε ηλικία 86 ετών - Η ιδιόμορφη σχέση τους, με τον σκηνοθέτη που έφερε την «επανάσταση» με την τριλογία  «Flesh», «Trash», «Heat»

Ο Πολ Μόρισεϊ o πρώιμος συνεργάτης του Άντι Γουόρχολ και των Velvet Underground και σκηνοθέτης καλτ ταινιών όπως το Flesh, Trash και Women in Revolt, πέθανε σε ηλικία 86 ετών.

Ο Μόρισεϊ ήταν μια ενδιαφέρουσα φιγούρα, ένας ισόβιος συντηρητικός που έγινε βασικός «παίκτης» στο στούντιο Factory του Warhol, γυρίζοντας ταινίες χαμηλού προϋπολογισμού για τοξικομανείς, με την παρέα των μοντέλων, των κοσμικών, των καλλιτεχνών, των drag queens και των τρανσέξουαλ ηθοποιών που έμειναν γνωστοί ως «σούπερ σταρ» του Γουόρχολ.

Τα πιο γνωστά του έργα περιλαμβάνουν το Trash (1970), μια ταινία για έναν εξαρτημένο από την ηρωίνη και τη φίλη του, με πρωταγωνιστές τους σούπερ σταρ του Warhol Joe Dallesandro και Holly Woodlawn˙ το Flesh (1968), με πρωταγωνιστή τον Dallesandro ως απατεώνα που δουλεύει στους δρόμους της Νέας Υόρκης˙ και το Women in Revolt (1971), μια σατιρική προσέγγιση του κινήματος για την απελευθέρωση των γυναικών, με πρωταγωνίστριες τις Candy Darling και Jackie Curtis.

Ο Μόρισεϊσυνεργάστηκε επίσης με τον Γουόρχολ σε cult underground ταινίες όπως το Chelsea Girls (1966), το οποίο συν-σκηνοθέτησε, και το Lonesome Cowboys (1968), το οποίο έγραψε. Από το 1966 έως το 1967 διαχειρίστηκε τους Velvet Underground και τους Nico και συνεργάστηκε με τον Warhol στην ταινία The Velvet Underground and Nico: A Symphony of Sound. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ο Morrisey συνδιαμόρφωσε επίσης και ονόμασε την πολυμεσική σειρά «happenings» του Warhol, το Exploding Plastic Inevitable, το οποίο περιελάμβανε εμφανίσεις του συγκροτήματος.

Οι δρόμοι του Γουόρχολ και του Μόρισεϊ χώρισαν το 1974. Ο Morrissey αργότερα μίλησε απαξιωτικά για τον πρώην συνεργάτη του, λέγοντας ότι δυσανασχετούσε μαζί του επειδή έπαιρνε πολλά εύσημα για την κοινή τους δουλειά. Είπε στο Bright Lights Film Journal το 2012 ότι ο Warhol «δεν έκανε ποτέ τίποτα σε ολόκληρη τη ζωή του. Περπατούσε κατά κάποιον τρόπο σαν ζόμπι και αυτό απέδωσε μακροπρόθεσμα».

Όμως, είναι εκείνα τα χαρακτηριστικά που έγιναν με τον Γουόρχολ που καθόρισαν την κληρονομιά του Μόρισεϊ. Το Lonesome Cowboys-ένα παιχνίδι που άλλαξε το φύλο του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας, στο οποίο ο αρσενικός πρωταγωνιστής, που ονομαζόταν Julian-Juliet, ήταν ένας γκέι άνδρας που φλερτάριζε με μια μαντάμ- είχε μια υπερβατική ποιότητα που μπορούσε να βρεθεί τόσο στα γυρίσματα όσο και στο τελικό προϊόν. Γυρισμένο σε μια προσομοίωση της Άγριας Δύσης που χρησιμοποιείται για τα γουέστερν που προβάλλονται στην τηλεόραση, η ταινία περιελάμβανε μια σειρά από μη επαγγελματίες στο περιβάλλον του Γουόρχολ, συμπεριλαμβανομένου του μοντέλου Viva, το οποίο δέχτηκε σεξουαλική επίθεση κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Η αναταραχή που προκλήθηκε κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων κίνησε τις υποψίες των τοπικών αστυνομικών αρχών και του FBI, το οποίο άνοιξε φάκελο για τον Γουόρχολ στη συνέχεια.

«Οι ταινίες μου προέρχονται από τις ταινίες του Άντι, αλλά οι δικές του γυρίζονταν χωρίς σκηνοθεσία, χωρίς προετοιμασία, με απόλυτο αυτοσχεδιασμό», είπε κάποτε στους New York Times. «Χρησιμοποιώ πολλές από αυτές τις τεχνικές, αλλά προσθέτω σκηνοθεσία, ιστορία και λίγη περισσότερη επιλογή».

Αφού χώρισαν οι δρόμοι του με τον Γουόρχολ, ο Μόρισεϊ συνέχισε να γυρίζει ταινίες, μεταξύ των οποίων η παρωδία του Σέρλοκ Χολμς του 1978 The Hound of the Baskervilles, με πρωταγωνιστές τους Ντάντλεϊ Μουρ και Πίτερ Κουκ, και το Forty Deuce, με πρωταγωνιστή τον Κέβιν Μπέικον ως νεαρό εργάτη του σεξ, που προβλήθηκε στο φεστιβάλ των Καννών το 1982. Η τελευταία του ταινία ήταν το News From Nowhere του 2010.

Ο Πολ Μόρισεϊ γεννήθηκε το 1938 στο Μανχάταν και μεγάλωσε καθολικά στο Yonkers. Φοίτησε στο Πανεπιστήμιο Fordham, όπου πήρε πτυχίο στα αγγλικά, και στη συνέχεια έστρεψε γρήγορα την προσοχή του στον κινηματογράφο, πέφτοντας στην underground σκηνή κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960. Την ίδια χρονιά άνοιξε έναν υπόγειο κινηματογράφο στο Ιστ Βίλατζ, όπου έδειχνε τις δικές του μικρού μήκους ταινίες και τις πρώτες δουλειές του Μπράιαν Ντε Πάλμα.

Με πληροφορίες από ARTnews και Guardian