Κινηματογραφος

Σαν σήμερα: Ο επίκαιρος Μεγάλος Δικτάτωρ του Τσάρλι Τσάπλιν

Η ταινία που τόλμησε να «γελάσει» με τον Χίτλερ περιείχε την πιο συγκινητική ίσως ομιλία που έχει αποτυπωθεί σε φιλμ

Γεωργία Ζερβογιάννη
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Σαν σήμερα 15 Οκτωβρίου 1940 προβάλλεται για πρώτη φορά στις ΗΠΑ η ταινία «Ο Μεγάλος Δικτάτωρ» του Τσάρλι Τσάπλιν

Ο Τσάρλι Τσάπλιν, στην αυτοβιογραφία του παραδέχεται ότι αν μπορούσε να φανταστεί το 1940, όταν και προβλήθηκε για πρώτη φορά στις ΗΠΑ η ταινία «Ο Μεγάλος Δικτάτωρ» - η χώρα δεν είχε καν εμπλακεί στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και οι θηριωδίες των Γερμανών κατά των Εβραίων και όχι μόνο δεν είχαν καταγραφεί επίσημα - και τι θα ακολουθούσε την επόμενη πενταετία, δεν θα έκανε ποτέ αυτή την ταινία.

Κι όμως, η πρώτη ταινία του Τσάρλι Τσάπλιν με ήχο, αφού μέχρι τότε επέμενε στον βουβό κινηματογράφο και η πιο επιτυχημένη της μέχρι τότε καριέρας του, ήταν, ως σάτιρα, εντελώς εύστοχη όσον αφορά τις μεγαλομανίες και τον παραλογισμό ηγετών που τότε είχαν βγει στο προσκήνιο για τους εντελώς λάθος λόγους: τον Χίτλερ και τον Μουσολίνι. Ο μονόλογος στο φινάλε της ταινίας με αναφορές στις αρχές της ελευθερίας, της αυτοδιάθεσης και της δημοκρατίας θεωρείται μέχρι και σήμερα από τους πιο εμπνευσμένους στην ιστορία του κινηματογράφου - και, δυστυχώς, δεν είναι εκτός πραγματικότητας ούτε 84 χρόνια μετά.

O Μεγάλος Δικτάτορας ήταν η πρώτη ταινία του Τσάρλι Τσάπλιν με ήχο © CHARLIE CHAPLIN

Σάτιρα και προφητεία στον Μεγάλο Δικτάτορα: Όταν ο Τσάπλιν έβλεπε το μέλλον

Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι ο Μεγάλος Δικτάτορας του Τσάρλι Τσάπλιν απαγορεύτηκε στη Γερμανία και σε κάθε χώρα που είχε καταληφθεί από τη Γερμανία μέχρι το 1940. Μια ταινία που διακωμωδούσε τον Αδόλφο Χίτλερ δεν θα ήταν ποτέ η πρώτη επιλογή της ναζιστικής διοίκησης για ψυχαγωγία το βράδυ της Παρασκευής. Το μεγαλύτερο ίσως παράδοξο αν το δει κανείς από τη σημερινή οπτική γωνία, είναι ότι ο Τσάπλιν προειδοποιήθηκε ότι μπορεί η ταινία του να μην προβάλλεται ούτε στη Βρετανία ούτε στις ΗΠΑ. Αυτό σήμαινε πως όταν ο Τσάπλιν έγραφε το σενάριο και γύριζε την πρώτη του ταινία του με ήχο οι συνάδελφοί του στο στούντιο του οποίου ήταν συνιδιοκτήτης φοβόντουσαν ότι καμία κυβέρνηση δεν θα επέτρεπε να προβληθεί.

«Άρχισα να λαμβάνω ανησυχητικά μηνύματα από την United Artists», έγραψε στην αυτοβιογραφία του. «Τους είχαν ενημερώσει ότι θα αντιμετώπιζα προβλήματα με τη λογοκρισία. Επίσης, το αγγλικό γραφείο ανησυχούσε πολύ για μια αντιχιτλερική ταινία και αμφέβαλλε αν θα μπορούσε να προβληθεί στη Βρετανία. Οι πιο ανησυχητικές επιστολές ερχόντουσαν από το γραφείο της Νέας Υόρκης που με παρακαλούσαν να μην κάνω την ταινία, δηλώνοντας ότι δεν θα προβαλλόταν ποτέ στην Αγγλία ή την Αμερική».

Αλλά ο Τσάπλιν δεν θα μεταπείθονταν. Ήξερε ότι ο Μεγάλος Δικτάτορας άξιζε να γυριστεί, και, σίγουρα, ήταν μια εισπρακτική επιτυχία: έγινε η δεύτερη μεγαλύτερη επιτυχία του 1941 στις ΗΠΑ. Στην 84η επέτειο από την κυκλοφορία της ταινίας, η προνοητικότητα του Τσάπλιν είναι ακόμη πιο εντυπωσιακή. Ο Μεγάλος Δικτάτορας είναι ένα αριστούργημα που δεν είναι απλώς μια απολαυστική κωμωδία και ένα ζοφερό αγωνιστικό δράμα, αλλά μια τρομακτικά ακριβής εικόνα της ψυχολογίας του Χίτλερ. «Ήταν ένας οραματιστής», έχει δηλώσει ο Έλληνας σκηνοθέτης Κώστας Γαβράς. «Έβλεπε το μέλλον, ενώ οι ηγέτες του κόσμου δεν μπορούσαν να το δουν».

Το μανιφέστο της ελευθερίας: Η πιο συγκινητική ίσως ομιλία που έχει αποτυπωθεί σε φιλμ

Όταν ο Τσάπλιν γύρισε τον Μεγάλο Δικτάτορα, είχε από καιρό περιφρονήσει τους Ναζί, και το αντίστροφο. Μια γερμανική προπαγανδιστική ταινία τον κατήγγειλε ως έναν από τους «ξένους Εβραίους που έρχονται στη Γερμανία» - άσχετα αν δεν ήταν Εβραίος - ενώ ο αμερικανικός Τύπος τον αποκαλούσε «Ο Μωυσής του 20ού αιώνα» επειδή χρηματοδότησε τη διαφυγή χιλιάδων Εβραίων προσφύγων. Όταν άρχισε να εργάζεται για την ταινία με τον αρχικό τίτλο «Ο δικτάτορας», ήταν «ένας άνθρωπος με αποστολή», λέει ο Louvish. «Κάποιοι από τους συγχρόνους του, όπως ο Λόρελ και ο Χάρντι, ήθελαν απλώς να κάνουν αστείες ταινίες και να βγάλουν χρήματα. Αλλά ο Τσάπλιν ήταν πολύ σοβαρός σε αυτό που ήθελε να πει. Ο Μεγάλος Δικτάτορας δεν ήταν απλώς μια ταινία. Ήταν πραγματικά κάτι που χρειαζόταν».

Παρόλα αυτά, ο Τσάπλιν δεν είχε μόνο πολιτικά κίνητρα. Τον γοήτευαν και οι αλλόκοτοι δεσμοί του με τον Χίτλερ, ο οποίος γεννήθηκε την ίδια εβδομάδα με εκείνον, τον Απρίλιο του 1889. Ένα κύριο άρθρο στο περιοδικό The Spectator, με αφορμή τα 50ά γενέθλια των ανδρών, διερεύνησε το θέμα σε μεγαλύτερο βάθος: «Καθένας τους καθρέφτισε την ίδια πραγματικότητα - τη δυσχερή θέση του «μικρού ανθρώπου» στη σύγχρονη κοινωνία. Καθένας τους είναι ένας παραμορφωτικός καθρέφτης, ο ένας για το καλό, ο άλλος για το ανείπωτο κακό».

Ήταν ο Alexander Korda, ο ουγγρικής καταγωγής Βρετανός παραγωγός, που πρότεινε στον Τσάπλιν να εκμεταλλευτεί την ομοιότητα, αλλά ήταν προφανές ότι μια ολόκληρη ταινία με τον πρώην «Μικρό Αλήτη» ως αφρισμένο τύραννο θα ήταν υπερβολική για το κοινό και έτσι ο Τσάπλιν επέλεξε να παίξει δύο ρόλους.

Αυτός θα ήταν ο Αντενόιντ (Αδενοειδής) Χίνκελ, δικτάτορας μιας φανταστικής -πλην, προφανούς- χώρας. Και αυτός θα έπαιζε και τον ρόλο του ταπεινού και ανώνυμου «Εβραίου κουρέα». Αναπόφευκτα, αυτή η συμπτωματική ομοιότητα έχει ως αποτέλεσμα οι δύο άνδρες να συγχέονται μεταξύ τους, αλλά όχι μέχρι την κορύφωση της ταινίας. Ο κουρέας σπρώχνεται στη σκηνή όπου ο σωσίας του επρόκειτο να βγάλει λόγο, και ο Τσάπλιν εκφωνεί μια ειλικρινή πεντάλεπτη έκκληση για αξιοπρέπεια και αδελφοσύνη που εξυψώνει την ταινία ακόμη περισσότερο. Σε αυτή την ομλία του ο Τσάπλιν αναφέρει μεταξύ άλλων:

Σκεφτόμαστε πάρα πολύ και νιώθουμε πολύ λίγο.
Περισσότερο από μηχανές, χρειαζόμαστε ανθρωπιά.
Περισσότερο από εξυπνάδα,
χρειαζόμαστε καλοσύνη και ευγένεια.
Χωρίς αυτές τις ιδιότητες,
η ζωή θα’ ναι γεμάτη βία και όλα θα χαθούν.
Το αεροπλάνο και το ραδιόφωνο μας έφεραν πιο κοντά μεταξύ μας.
Η ίδια η φύση αυτών των εφευρέσεων, κραυγάζει για την καλοσύνη του ανθρώπου.
Κραυγάζει για παγκόσμια αδελφοσύνη.
Για την ενότητα όλων μας.
Ακόμη και τώρα, η φωνή μου μπορεί και φτάνει σε εκατομμύρια ανά τον κόσμο,
εκατομμύρια απελπισμένων ανδρών, γυναικών και μικρών παιδιών,
θύματα ενός συστήματος που κάνει τους άντρες
να βασανίζουν και να φυλακίζουν αθώους ανθρώπους.

Σε όσους με ακούν, απευθύνομαι λέγοντας: ”Μην απελπίζεστε.”

Δείτε το απόσπασμα με το όραμα του Τσάπλιν για την ανθρωπότητα:

Στο μεγαλύτερο μέρος της διάρκειας της ταινίας  ο Τσάπλιν περνάει ανάμεσα στις ξεχωριστές ιστορίες των δύο χαρακτήρων, έτσι ώστε να μην ξεχνάμε ποτέ ούτε τα θύματα των ναζιστικών διώξεων ούτε τον υπεύθυνο γι' αυτές. Στο γκέτο, ο ευγενικός κουρέας ερωτεύεται μια πλύστρα, τη Χάνα, την οποία υποδύεται η τότε σύζυγος του Τσάπλιν, Πολέτ Γκοντάρ.

Στο γκέτο, ο ευγενικός κουρέας ερωτεύεται μια πλύστρα, τη Χάνα, την οποία υποδύεται η τότε σύζυγος του Τσάπλιν, Πολέτ Γκοντάρ © CHARLIE CHAPLIN

(Η σκηνή στην οποία τα τάγματα εφόδου χτυπούν τη Χάνα με τις ντομάτες που μόλις έκλεψαν από ένα μπακάλικο είναι το πιο εξοργιστικό πορτρέτο δειλού εκφοβισμού που μπορεί να φανταστεί κανείς). Εν τω μεταξύ, στο παλάτι του, ο Χίνκελ - ή αλλιώς ο Φούι και όχι ο Φύρερ - προβληματίζεται για το πώς θα ξεπεράσει τον Μουσολίνι-ειδή αντίπαλό του, τον Μπενζίνο Ναπαλόνι.

Το βασικό μήνυμα της ταινίας είναι ότι ο Χίνκελ δεν είναι ένας λαμπρός στρατηγός ή ένας πανίσχυρος ηγέτης. Είναι ένας υπερανεπτυγμένος έφηβος - όπως αποδεικνύεται στο μεγαλειώδες σκηνικό στο οποίο χορεύει με μια φουσκωτή σφαίρα, ονειρευόμενος να γίνει «αυτοκράτορας του κόσμου». Είναι ανασφαλής που μπλοφάρει, εξαπατά, έχει εμμονή με τη δημόσια εικόνα του, χειροδικεί με τις γραμματείς του, απολαμβάνει την πολυτέλεια των υπερπολυτελών διαμερισμάτων του και αντιστρέφει τις δικές του βασικές πολιτικές προκειμένου να κερδίσει περισσότερο χρόνο στην εξουσία. «Για μένα, το πιο αστείο πράγμα στον κόσμο είναι να γελοιοποιείς τους απατεώνες», έγραψε ο Τσάπλιν στην αυτοβιογραφία του, «και θα ήταν δύσκολο να βρει κανείς μεγαλύτερο απατεώνα από τον Χίτλερ».

Η ταινία έχει κατηγορηθεί πάντως ότι ευτελίζει τις ναζιστικές θηριωδίες. Ο ίδιος ο Τσάπλιν δήλωσε στην αυτοβιογραφία του: «Αν γνώριζα την πραγματική φρίκη των γερμανικών στρατοπέδων συγκέντρωσης, δεν θα μπορούσα να κάνω τον Μεγάλο Δικτάτορα- δεν θα μπορούσα να διακωμωδήσω την ανθρωποκτόνο παραφροσύνη των Ναζί». Όμως στην ταινία δεν κοροϊδεύει απλώς τον Χίτλερ - κάνει μια έξυπνη παρατήρηση για τους εύθραυστους εγωισμούς των παγκόσμιων ηγετών.

Άλλωστε σκεφτείτε τους σημερινούς δικτάτορες σε οποιαδήποτε χώρα και μπορείτε να εντοπίσετε όλες τις νεανικές ιδιότητες που εντόπισε ο Τσάπλιν: τη μανία για τη δημόσια προβολή, τον πολυτελή τρόπο ζωής, τις πολιτικές ανατροπές και τα τρελά σχέδια, τις παρελάσεις αυτοπροβολής και τα σεντούκια γεμάτα μετάλλια.

Με πληροφορίες από BBC