Κινηματογραφος

Όσα μάθαμε από τον Λουκά Κατσίκα για τις Νύχτες Πρεμιέρας 

«Αγγίξαμε τα όνειρά μας στη φετινή 30ή επετειακή διοργάνωση του Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας Νύχτες Πρεμιέρας» 

Κωνσταντίνος Καϊμάκης
ΤΕΥΧΟΣ 930
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Λουκάς Κατσίκας - 30ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας: Συνέντευξη με τον καλλιτεχνικό διευθυντή του Φεστιβάλ

Με τον Λουκά Κατσίκα, καλλιτεχνικό διευθυντή του Κινηματογραφικού Φεστιβάλ της Αθήνας Νύχτες Πρεμιέρας, γνωριζόμαστε χρόνια, οπότε συγχωρήστε μου την εγωιστική οικειότητα της συνέντευξης. Φέτος που είναι και η επετειακή 30ή διοργάνωση, είχαμε την ευκαιρία να τα ξαναπούμε, να θυμηθούμε κάποιες ιστορικές νύχτες από τα παλιά, αλλά και να σημειώσουμε κάποια φιλμ που λογικά θα σημαδέψουν τη φετινή διοργάνωση.

Λουκάς Κατσίκας: Συνέντευξη με τον καλλιτεχνικό διευθυντή του 30ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας

Σε τι φάση σε βρίσκω, Λουκά;
Μεταξύ τρέλας και φθοράς, αλλά ας μην γκρινιάζουμε. Όλα βαίνουν καλώς, παρά τις αναμενόμενες πλέον, δοκιμασίες και αναποδιές. 

Τριάντα χρόνια Νύχτες Πρεμιέρας εκ των οποίων τα τελευταία οκτώ σε βρίσκουν στη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή.
Αν εξαιρέσεις τα δύο πρώτα, που τα παρακολούθησα ως θεατής, από το 1997 δουλεύω σταθερά στο φεστιβάλ και ειδικά πριν αναλάβω τη διεύθυνσή του είχα αρκετά έντονη ενασχόληση με αυτό. Ιδιαίτερα από το 2012 και μετά.

Γενικά μιλώντας όμως, το φεστιβάλ πάντα είχε να αντιμετωπίσει και εξωγενή προβλήματα (εκλογές, σεισμούς, πλημμύρες, τραγωδίες κ.λπ.) που εμπόδιζαν την ομαλή λειτουργία του. Την περίοδο που ανέλαβες εσύ τα ηνία, ποια ήταν η μεγαλύτερη αναποδιά που έτυχε;
Και να ήταν μόνο μία... Είχαμε το κλείσιμο του Πήγασου, με αποτέλεσμα από τη μία μέρα στην άλλη το φεστιβάλ να βρεθεί στον δρόμο. Κυριολεκτικά μείναμε άστεγοι. Επίσης, είχαμε να αντιμετωπίσουμε την οικονομική κρίση. Αλλά και τα χρόνια της πανδημίας. Επιπλέον τη δημιουργία μιας νέας κουλτούρας που στηρίζει όλα αυτά που γνωρίζουμε ως στρίμινγκ, τηλεοπτικές πλατφόρμες κ.λπ., καθώς και τη μεταστροφή του κοινού το οποίο άρχισε να γίνεται πιο επιφυλακτικό απέναντι στην παραδοσιακή αίθουσα. Και, φυσικά, το κλείσιμο των ιστορικών σινεμά στο κέντρο της Αθήνας. 

Πώς τα αντιμετώπισες όλα αυτά;
Συνειδητοποιείς για πόσα εμπόδια μιλάμε; Αμφιβάλλω αν έχουν συμβεί αυτά σε άλλον διευθυντή φεστιβάλ, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. Προσωπικά εφαρμόζω τη μέθοδο του Όρσον Γουέλς, που ποτέ δεν είχε επαρκείς πόρους για να κάνει τις ταινίες που ήθελε και χρειαζόταν κάθε φορά να επανεφευρίσκει τρόπους ώστε να γυρίζει τις ταινίες του. Ε, κάπως έτσι λειτουργούμε με τους συνεργάτες μου κάθε χρόνο προκειμένου να παρουσιάζουμε ένα όχι απλώς αξιοπρεπές αλλά πολύ δυνατό και ελκυστικό φεστιβάλ. Ένα φεστιβάλ που χρόνο με τον χρόνο να γίνεται καλύτερο. Είναι κάπως διαστροφή όλο αυτό, αλλά πραγματικά οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε μας κάνουν καλύτερους.

Νιώθεις ότι οι Νύχτες Πρεμιέρας έχουν αλλάξει σε σχέση με αυτό που ήταν πριν από δέκα ή είκοσι χρόνια;
Φυσικά. Στην αρχή δεν ήξεραν για το φεστιβάλ παρά ελάχιστοι, αλλά πλέον έχει καθιερωθεί στη διεθνή κοινότητα. Όλοι ξέρουν τις Νύχτες Πρεμιέρας και οι περισσότεροι τις αναφέρουν ως το «φεστιβάλ της Αθήνας».

Τώρα μου θύμισες την πρώτη διοργάνωση και τον Γιώργο Τζιώτζιο, τον άνθρωπο που το οραματίστηκε και το δημιούργησε. Έλεγε χαρακτηριστικά «Είναι δυνατόν να μην έχει μια πόλη σαν την Αθήνα το δικό της φεστιβάλ;»
Όλοι χρωστάμε στον Γιώργο. Αυτό το φεστιβάλ είναι δικό του και πολύ χαίρομαι που στην τελετή έναρξης θα προβάλουμε ένα βιντεάκι με ανθρώπους που έχουν δουλέψει κατά καιρούς στις Νύχτες Πρεμιέρας, και το οποίο ξεκινά με λίγα λόγια της Γιώτας Ιωαννίδου, συζύγου του Γιώργου. Επίσης για τη φετινή επέτειο έχουμε προγραμματίσει μια ειδική προβολή του «Trainspotting», που όταν παίχτηκε στο φεστιβάλ του 1996, κυριολεκτικά είχε γίνει χαμός. Ήταν σίγουρα η πιο επεισοδιακή προβολή σε όλη την ιστορία της διοργάνωσης.  

Και η φετινή διοργάνωση; Ποιο είναι το δυνατό της όπλο;
Το πρόγραμμά της. Σ' το λέω μέσα από την καρδιά μου ότι οι επιλογές του φετινού προγράμματος ήταν κατά 95% ό,τι είχαμε ονειρευτεί. Από τις βραβευμένες και πιο πολυσυζητημένες ταινίες σε Κάννες, Βενετία, Βερολίνο μέχρι το αφιέρωμα στον Ακίρα Κουροσάβα – ένα όνειρο πολλών ετών που επιτέλους το πραγματοποιήσαμε. Φυσικά διαχρονική δύναμη του φεστιβάλ είναι η ενωμένη ομάδα μας. Χωρίς τους συνεργάτες μου δεν θα είχαμε καταφέρει τίποτα. Δύναμη επίσης αντλούμε και από το κοινό μας. Αν δεν αγκάλιαζαν οι θεατές το φεστιβάλ όλα αυτά τα χρόνια, δεν θα είχαμε φτάσει ως εδώ. Και κάθε χρόνο ο αριθμός των ανθρώπων που το επισκέπτεται αυξάνεται σταθερά.

Πόσοι είδαν δηλαδή την περσινή διοργάνωση;
Γύρω στους 60.000. Και δεν σου κρύβω πόσο μεγάλη χαρά παίρνω όχι μόνο από τον όγκο των θεατών μας, αλλά κι από την ποιότητα και την υγεία που αποπνέουν. Είναι κοινό που πραγματικά κοινωνεί πολιτισμό. Είναι τρομερό αυτό και μας κάνει αληθινά ευτυχισμένους.   

Αν σου ζητούσα να μου πεις έναν δημιουργό που ζει ακόμη και θα ήθελες να του κάνεις ένα αφιέρωμα ή να τον φιλοξενήσεις στις Νύχτες Πρεμιέρας, ποιος θα ήταν;
Τον Γούντι Άλεν τον φέραμε πέρυσι. Οπότε θα πω τον Μάρτιν Σκορσέζε ή τον Ντέβιντ Λιντς, που είναι από τους πιο αγαπημένους μου δημιουργούς.   

Οι πιο μεγάλες χαρές που θυμάσαι από το φεστιβάλ;
Δεν ήταν προσωπικές αλλά συλλογικές. Πράγματα που μοιραστήκαμε με την ομάδα μου ή με το κοινό μας. Με ιδιαίτερη συγκίνηση θυμάμαι την τελευταία μας προβολή στο Ιντεάλ πέρυσι, όταν παίξαμε το «Άγνωστοι μεταξύ μας». Ήταν Δευτέρα και λίγες ώρες πριν ένας πολιτικός στον Βόλο είχε εξαπολύσει έναν ομοφοβικό οχετό στα ΜΜΕ. Θυμάμαι ότι προλόγισα την ταινία με τη φράση «Καλώς ήρθατε στο φεστιβάλ των πούστηδων». Επίσης ξεχωριστές ήταν και οι προβολές άλλων ταινιών, όπως του «Call me by your name», αλλά και οι μη προβολές. Θυμάσαι τότε που δεν παίχτηκε η προγραμματισμένη ταινία έναρξης του Αλμοδόβαρ, το «Volver»;

Φυσικά και το θυμάμαι. Στο Κολλέγιο δεν ήταν;
Ναι. Στο Κολλέγιο Αθηνών, με τον κόσμο στην αίθουσα να περιμένει μάταια να δει την ταινία. Ευτυχώς το γιορτινό κλίμα εκείνη τη βραδιά δεν χάλασε και ακολούθησε ένα από τα ωραιότερά μας πάρτι! Τέτοιες λαχτάρες υπήρξαν κι άλλες φορές, αλλά ευτυχώς δεν ήταν πολλές. 

Λουκά, έχεις κάποια ταινία που ξεχωρίζεις από το φετινό πρόγραμμα;
Όπως είπα και πριν, το φετινό πρόγραμμα με κάνει περήφανο όσο κανένα άλλο. Επειδή κάποιες από τις ταινίες που θα δείξουμε δεν είναι μόνο από τις πιο αγαπημένες μου, αλλά και από τις καλύτερες της φετινής χρονιάς. Και θα μας απασχολούν για πολλά χρόνια. Οπότε δεν είναι μόνο μία. 

Και για ποια ταινία ή σκηνοθέτη που πέρασε από τις Νύχτες Πρεμιέρας όλα αυτά τα χρόνια νιώθεις ιδιαίτερη περηφάνια;
Είναι αμέτρητες και αμέτρητοι. Αν κοιτάξει κάποιος τα παλιά προγράμματά μας, θα εντυπωσιαστεί με τα ονόματα που θα βρει, πριν ακόμη γίνουν γνωστά. Ονόματα όπως ο Πολ Τόμας Άντερσεν ή ο Μίκαελ Χάνεκε.