Κινηματογραφος

It Ends With Us: Η Μπλέικ Λάιβλι και μια glossy καρικατούρα της κακοποίησης

Όταν το σινεμά αποφασίζει να μιλήσει για την ενδο-οικογενειακή βία με ολίγο από χρυσόσκονη

Χριστίνα Γαλανοπούλου
Χριστίνα Γαλανοπούλου
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Το It Ends With Us είναι μία καρικατούρα για το σοβαρό θέμα της ενδο-οικογενειακής βίας
© Getty Images

Οριακά είχε δίκιο η Μπλέικ Λάιβλι: η νέα της ταινία δεν ξέρει τι είναι, πάντως, ταινία για την ενδο-οικογενειακή βία δεν είναι

Δεν υπάρχουν πολλοί τρόποι να μιλήσεις για την ενδο-οικογενειακή βία στο σινεμά πέρα από τον ρεαλισμό (ή έστω τα ελλειπτικά σχήματα): όταν θες να μεταφέρεις αυτήν την τραγική συνθήκη στη μεγάλη οθόνη, οποιοσδήποτε άλλος δρόμος σε κάνει να κρέμεσαι έκθετος ακριβώς κάτω από την περίσταση. Έχοντας αυτό κατά νου το «It Ends With Us» είναι μία μεγαλόπρεπη glossy καρικατούρα, μία σχεδόν εξευτελιστική προσέγγιση της μάστιγας της συντροφικής βίας. Φταίει η Λάιβλι γι’ αυτό, η οποία κατηγορήθηκε ως άνιωθη και εκτός τόπου και χρόνου; Μήπως έφταιξε η διανομή; Ή με κάποια θέματα απλώς δεν μπλέκεις, ειδικά αν δεν έχουν όλοι το ίδιο όραμα γι’ αυτό που πρέπει να ειπωθεί;

Στην περίπτωση του «Τελειώνει με εμάς», το μπέρδεμα ξεκίνησε πολύ πριν βγει στις αίθουσες η ταινία, η οποία πάτησε σε σαθρά υλικά, στη συνέχεια έγινε το κοσκινάκι των δύο συντελεστών και των διπλών ιδιοτήτων τους (Μπλέικ Λάιβλι πρωταγωνίστρια και παραγωγός, Τζάστιν Μπαλντόνι πρωταγωνιστής και σκηνοθέτης) και στο τέλος η απόκλιση στο σκηνοθετικό όραμα «έφτυσε» στη μεγάλη οθόνη μια θολή φλυαρία που, αν και καλαίσθητη, δεν ξέρει τι ακριβώς λέει. Ναι, αλλά γιατί;  

Κατ’ αρχάς, η ταινία βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο της Κολίν Χούβερ. Αμφιλεγόμενη συγγραφέας η ίδια, εύπεπτη πατάτα το βιβλίο της, εφάμιλλο λογοτεχνικών προϊόντων όπως οι «50 αποχρώσεις του γκρι» και το «Twilight», ε, και λίγο μπερδεμένο μάρκετινγκ ακόμα για την πραγματική (;) ιστορία πίσω από την έμπνευση του πονήματός της. Η συγγραφέας τη μία έλεγε ότι βασιζόταν στην προσωπική ιστορία της μητέρας της, μετά διέψευδε και κάπου στα μισά είχε να αντιμετωπίσει και σκληρή κριτική για τους σκελετούς στην ντουλάπα του γιου της, που και ο ίδιος είχε κατηγορηθεί για βίαιη συμπεριφορά. Κοινώς, στις διάφανες εποχές που ζούμε, όταν αποφασίζεις να γράψεις για τέτοια ζητήματα, πρώτα ρίχνεις μια ματιά στο σπίτι σου και τις αμαρτίες του και μετά «πουλάς» ηθικοδιδακτικά μηνύματα στις μάζες. Κατανοητό.

Κατά δεύτερον, η διαφορά οπτικής γωνίας των βασικών συντελεστών εκτός από προβληματική, καθιστά την ταινία αναξιόπιστη στην αφήγησή της. Τι ακριβώς είχαν συννενοηθεί Λάιβλι και Μπαλντόνι ότι θα κάνουν; Για τι πράγμα είχαν κανονίσει να μας μιλήσουν μέσω της ταινίας τους πριν αναλωθούν στο να κατασπαράξουν ο ένας τον άλλο μέσω του άγριου gossip που συνόδευσε την έξοδο της ταινίας στις αίθουσες; Τι ήταν αυτό που είδε ο θεατής; Μια ρομαντική κομεντί που εξελίσσεται σε θρίλερ; Μια δραματική ταινία;

Μέχρι τα μισά του φιλμ, οι θεατές δοκιμάζουν ένα συναισθηματικό τραμπολίνο δύο εξαιρετικά προνομιούχων χαρακτήρων που αποφασίζουν να συνάψουν σχέση. Λαμπρά μέχρι εδώ. Όμως, όσο η ιστορία εξελίσσεται τόσο συναντιόμαστε με τη χαρά των κλισέ και των άνισων δυναμικών μεταξύ των χαρακτήρων.

Όταν η σχέση, από γλυκανάλατο ρομάντζο μετατρέπεται σε ρινγκ με απανωτά ηττημένη τη σύζυγο, χάνεται η μπάλα

Εκείνη (η Λάιβλι) είναι η Λίλυ Μπλουμ, κόρη φαινομενικά καλής, πλην σκοτεινών μυστικών οικογένειας, που ανοίγει πανάκριβο ανθοπωλείο στη Βοστώνη και γνωρίζεται εντελώς τυχαία με τον νευροχειρουργό Ράιλ Κινκέιντ (Τζάστιν Μπαλντόνι), επίσης εύπορο και φαινομενικό κελεπούρι. Εκείνη γλυκιά και κάπως άβουλη, αλλά σταθερή στα θέλω της, εκείνος κατακτητής, γοητευτικός, επεκτατικός και νάρκισσος, «συναντιούνται» σε ένα περιβάλλον διακριτικής πολυτέλειας και ευδιάκριτης ταξικής υπεροχής. Όταν η σχέση, από γλυκανάλατο ρομάντζο μετατρέπεται σε ρινγκ με απανωτά ηττημένη τη σύζυγο, χάνεται η μπάλα. Κυρίως, γιατί μόλις τελειώσουν τα χαριτωμένα και ροζ κομμάτια της ταινίας, η αφήγηση μετατρέπεται στην επιτομή του male gaze με τον Μπαλντόνι να κρατά για λογαριασμό του τη μερίδα του λέοντος.  

Προφανώς θέλοντας να υπογραμμίσει ότι οι βιαστές, κακοποιητικοί σύζυγοι μπορεί να είναι και σούπερ ωραίοι και υπεράνω υποψίας, όπως συμβαίνει και στην πραγματική ζωή, υποβαθμίζει σημαντικά την αφήγηση της συζύγου που κακοποιείται. Πέφτουν ξανάστροφες, της μαυρίζει το μάτι, τη σπρώχνει από τις σκάλες και της ανοίγει το κεφάλι, τη βιάζει, τη δαγκώνει, αλλά... πρωταγωνιστής είναι εκείνος. Η Λάιβλι περιορίζεται στον ρόλο της ωραίας, γλυκιάς κοπέλας που έχει τρελαθεί η κάμερα να κάνει κοντινά στο πρόσωπό της. Όλοι μαζί ξύνουν την επιφάνεια μόνο ενός ζητήματος που τόσο σε Ευρώπη και Αμερική, όσο και/ειδικά στη χώρα μας στέλνει γυναίκες συστημένες στο νεκροταφείο. 

Και τώρα πάμε στο διά ταύτα που, όπως πάντα, είναι η πραγματική ζωή. Αυτή η κερδοφόρα ταινία έμελλε να γίνει και το απόλυτο cancel της πρωταγωνίστριας. Όσο ο «φεμινιστής» Μπαλντόνι έκανε εκστρατεία υπέρ των κακοποιημένων γυναικών μέσω των λογαριασμών του στα social media, όσο δημοσίευε μηνύματα γυναικών που του εξομολογούνταν το πόσο τις βοήθησε, τόσο γειώνονταν οι φήμες που ήθελαν το entitled κακομαθημένο παλιοκόριτσο του Χόλιγουντ να ψυχραίνεται με τον σκηνοθέτη για τα χοντροφοβικά του σχόλια και για ένα φιλί που διήρκεσε πολύ περισσότερο απ’ όσο προέβλεπε η χορογραφία του γυρίσματος.  

Για να μιλήσεις στο σινεμά για την ενδο-οικογενειακή βία πρέπει να υπάρχει μια σιγουριά ότι ξέρεις τι θέλεις να πεις, ότι δεν φοβάσαι το σκοτάδι και ότι ως προς αυτό ομονοούν και όλοι οι συντελεστές. Ειδάλλως μην πεις τίποτα.

Μέχρι και τώρα, ο Μπαλντόνι βγαίνει «λάδι» και η Λάιβλι μία προνομιούχα σκύλα – εκείνος είναι το καλό παιδί που ήξερε να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να αντιμετωπίσει με σοβαρότητα το πρόβλημα της ενδο-οικογενειακής βίας και η Λάιβλι μία επηρμένη που ήθελε να διαφημίσει τη νέα της σειρά σαμπουάν μέσω της ταινίας. Μόνο που ο φεμινιστής σκηνοθέτης, αν ήταν τόσο σίγουρος για το προϊόν του, δεν θα χρειαζόταν να προσλάβει την εταιρεία διαχείρισης κρίσεων που ξελάσπωσε τον Ντεπ από το δικαστήριο με την πρώην του, Άμπερ Χερντ, αφήνοντας την έρμαιο στα troll του TikTok. Ακόμα πιο αναμενόμενο: το λεγόμενο γυναικείο κοινό «στηρίζει» Μπαλντόνι και τον ευχαριστεί για τη συνεισφορά του στην καταπολέμηση της ενδο-οικογενειακής βίας και για την επικράτησή του επί της bossy, σκληρής επιχειρηματία Λάιβλι που είναι αγενής και δυσάρεστη – ωπ, τι απέγινε η γυναικεία αλληλεγγύη;

Και για να κλείσουμε κυκλικά: για να μιλήσεις στο σινεμά για την ενδο-οικογενειακή βία πρέπει να υπάρχει μια σιγουριά ότι ξέρεις τι θέλεις να πεις, ότι δεν φοβάσαι το σκοτάδι και ότι ως προς αυτό ομονοούν και όλοι οι συντελεστές. Ειδάλλως μην πεις τίποτα. Οριακά είχε δίκιο η Λάιβλι, όταν έλεγε «φορέστε τα φλοράλ σας, αρπάξτε τις κολλητές σας και τρέξτε να το δείτε», ακριβώς γιατί επρόκειτο για μπαλαφάρα και ανδρική αφήγηση πάνω σε απολύτως γυναικείο ζήτημα. Αλλά, για το Χόλιγουντ μιλάμε που πουλάει τα πάντα – ακόμα και φεμινισμό με ανδρική υπογραφή, δεν θα βρισκόταν ο Μπαλντόνι στο απυρόβλητο με το γυναικείο κοινό να τον στηρίζει;

Αλίμονο.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.