- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
«Ο Καπετάν Μιχάλης» του Νίκου Καζαντζάκη γίνεται ταινία. Μιλήσαμε με τους συντελεστές
Τι θα δούμε στην πολυαναμενόμενη κινηματογραφική μεταφορά του εμβληματικού βιβλίου
Ο Καπετάν Μιχάλης: Για την κινηματογραφική μεταφορά του βιβλίου του Νίκου Καζαντζάκη μιλούν οι Κώστας Χαραλάμπους, Λουκία Μιχαλοπούλου, Παναγιώτης Μπουγιούρης
Πριν αρκετά χρόνια ήταν να γυριστεί “Ο καπετάν Μιχάλης” με ένα διεθνές cast. Για τον ομώνυμο ρόλο είχε επιλεγεί ο Τζιν Χάκμαν, ο οποίος μάλιστα ήθελε για σκηνοθέτη τον Αντρέι Βάιντα. «Μετά από κάποιες αποτυχίες του Βάιντα οι Άγγλοι παραγωγοί θέλησαν να τον αλλάξουν. Εκεί στύλωσε ο Χάκμαν και αρνιόταν να δεχτεί αυτήν την αλλαγή. Υπήρξε τότε μια προσπάθεια να τον μεταπείσουν και κάπως έτσι αμελήθηκε η ανανέωση των δικαιωμάτων του βιβλίου.
Ήταν η εποχή που ο Μάρτιν Σκορτσέζε είχε γυρίσει την ταινία “Ο τελευταίος πειρασμός” και, έχοντας έρθει σε επαφή με το έργο του συγγραφέα, πρόλαβε και δέσμευσε τα δικαιώματα του “Καπετάν Μιχάλη” με σκοπό να γυρίσει ακόμη μια ταινία με έργο του Καζαντζάκη. Αυτά τα δικαιώματα αναγκάστηκε να τα αφήσει ελεύθερα λίγο πριν γυρίσει τον “Ιρλανδό”, ίσως για τη δυσκολία που φημολογείται πως συναντά τα τελευταία χρόνια στην χρηματοδότηση των ταινιών του ή ίσως γιατί άλλαξε γνώμη.
Έτσι, λοιπόν καταφέραμε και τα πήραμε πίσω και μπήκαμε στη διαδικασία παραγωγής για τη μεταφορά αυτού του εμβληματικού βιβλίου στη μεγάλη οθόνη». Αυτή είναι η ιστορία που μου διηγείται ο Κώστας Χαραλάμπους, σκηνοθέτης και σεναριογράφος της πολυαναμενόμενης κινηματογραφικής μεταφοράς του εμβληματικού βιβλίου «Ο Καπετάν Μιχάλης» του Νίκου Καζαντζάκη για την προβολή της πρώτη φορά στην μεγάλη οθόνη 21 Δεκεμβρίου στους κινηματογράφους από την The Film Group.
Κώστας Χαραλάμπους: Συνέντευξη με τον σκηνοθέτη και σεναριογράφο της ταινίας «Ο Καπετάν Μιχάλης»
Ο «Καπετάν Μιχάλης» είναι ένα ιστορικό μυθιστόρημα που επικεντρώνεται στους ανθρώπους της ιστορίας. Σύμφωνα με τον Κώστα Χαραλάμπους κάποιες προτάσεις δεν τις επιλέγεις αλλά σε επιλέγουν αυτές οπότε «Ο Καζαντζάκης, ο Καπετάν Μιχάλης, η Iστορία, η Κρήτη, η παραγωγή, οι ηθοποιοί που έπαιξαν, οι άνθρωποι με τους οποίους συνεργάστηκαν» έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην προβολή της στη μεγάλη οθόνη. «Υπήρχε περίπτωση δημιουργός να αρνηθεί άλλωστε τέτοια πρόκληση;».
Ο Καζαντζάκης έγραψε ένα μυθιστόρημα ποταμό με σκοπό, όπως αναφέρει, να διασώσει τις εικόνες από το Παλαιό Κάστρο (σημερινό Ηράκλειο) της παιδικής του ηλικίας. «Η διασκευή ακολουθεί τον κεντρικό κορμό του βιβλίου, ο οποίος περιστρέφεται γύρω από τον έρωτα του καπετάν Μιχάλη (Αιμίλιος Χειλάκης) προς την Εμινέ (Τζένη Καζάκου), γυναίκα του Τούρκου Νουρήμπεη (Αλέκος Συσσοβίτης), αδελφό του καπετάν Μιχάλη. Την Εμινέ βέβαια θα την ερωτευτεί ταυτόχρονα και ένας άλλος φημισμένος καπετάνιος του Κάστρου, ο Πολυξύγκης (Παναγιώτης Μπουγιούρης). Γύρω από τα τέσσερα αυτά άτομα αναπτύσσεται η ιστορία, η οποία γρήγορα περιπλέκεται μέσα στα ιστορικά γρανάζια της εποχής, δηλαδή τη γνωστή κρητική επανάσταση του 1889, με την οποία οι Κρητικοί για άλλη μια φορά επιχείρησαν να απαλλαγούν από την Τουρκική ηγεμονία».
Στην ταινία μαζί με τις σχέσεις των ηρώων δεν απέφυγαν και τις μάχες και όλο γενικά το ηρωικό –επαναστατικό πλαίσιο, αντιθέτως προσπάθησαν και αποτύπωσαν με έναν ρεαλιστικό τρόπο την σκληρότητα της εποχής και την προσπάθεια των Κρητών για την αυτοδιάθεσή τους.
Η «κουζουλάδα» που κατά κάποιον τρόπο περνάει μέσα στο μυθιστόρημα «Καπετάν Μιχάλης» αφορά τελικά την ελληνική νοοτροπία, δηλώσατε πρόσφατα. Τι σημαίνει αυτό για την ταινία σας και πώς θα το δούμε κινηματογραφικά τον ρωτάω. «Είναι γνωστό πως οι λέξεις εκτός από την ορθογραφία τους κουβαλούν και την ιστορία τους. Η Κρήτη έχει λοιπόν τη λέξη “κουζουλός”. Η λέξη “κουζουλός” δεν ταυτίζεται με τη λέξη “τρελός”, όπως συχνά ερμηνεύεται. Ο “κουζουλός” είναι αυτός που δεν μπαίνει σε νόρμα, η συμπεριφορά του δεν είναι η ενδεδειγμένη και αρκετές φορές, ειδικά αν θίξεις τον αξιακό του κώδικα, γίνεται επικίνδυνος. Με τον κουζουλό ξέρεις τα όριά σου γιατί δεν έχει πίσω σκέψεις. Δεν θα σου κρύψει αυτό που πιστεύει. Δεν θα σε κολακέψει για να κερδίσει κάτι. Θα σε τιμήσει και θα σε φιλοξενήσει αν του αρέσεις και θα γίνει εύθικτος αν προσπαθήσεις να τον προσβάλεις. Τα χαρακτηριστικά αυτά είναι ίδιον μιας βαθιάς ελληνικής νοοτροπίας που ίσως σταδιακά τείνει να εκλείψει κάτω από μια αγγλοσαξονική παγκοσμιοποίηση, η οποία θέλει να φέρει τον κόσμο σε μια ευθεία, αλλά ωστόσο σε περιοχές όπως η Κρήτη, αλλά και σε πολλές ελληνικές επαρχίες, υπάρχει αντίσταση ως προς την εξομάλυνση».
Οι συντελεστές αναφέρουν μεταξύ άλλων ότι πρόκειται για μια πιστή αναπαράσταση της εποχής με γυρίσματα σε όλο το εύρος της Κρητικής τοπιογραφίας που «επιχειρεί να διαδώσει εντός και εκτός συνόρων το αέναο Κρητικό φρόνημα». «Θα αναφέρω μια ιστορία. Στο ρεπορτάζ που κάναμε ανάμεσα στις αναζητήσεις μας για τους χώρους γυρισμάτων, φτάσαμε κάποια στιγμή και σε ένα ορεινό χωριό στα Σφακιά. Σε ένα καφενείο, στο οποίο συναντήσαμε κάποιους κρητικούς, οι τελευταίοι θέλησαν να μας κεράσουν ρακή. Εμείς προσπαθήσαμε, ήταν και πρωί-πρωί, να το αποφύγουμε με δικαιολογίες του στιλ “δεν πίνουμε”, “είναι ακόμη νωρίς” κτλ. Κάποιος λοιπόν από αυτούς που ήδη μας σερβίριζε στα ποτήρια, μας είπε: “Δεν σας ρώτησα, κύριοι”! Πείτε μου αν κάπου αλλού στην Ευρώπη θα συναντήσουμε ανάλογη νοοτροπία. (Μην πω πως για κάποιους είναι και παρεξηγήσιμη η απάντηση, καθώς θα σταθούν στην κυριολεξία και δεν θα ερμηνεύσουν σωστά τις προκείμενες). Φίλη μου που σπούδασε στην Αγγλία πριν χρόνια, μου είπε πως στο σούπερ μάρκετ που ρωτούσε κάτι, από ελληνική συνήθεια (που πλέον έχει κι αυτή σχεδόν εκλείψει), άγγιξε απαλά τη συνομιλήτριά της και αυτή αμέσως και με έντονο ύφος της είπε: “Don't touch me”. Κυριολεκτικά άλλη ανθρωπογεωγραφία. Αυτό που αναφέρεται ως “κρητική νοοτροπία” έχει ακόμη και σήμερα κάτι το ιδιαίτερο που ξεχωρίζει τους κρητικούς από τους υπόλοιπους. Αυτό ήταν περισσότερο έντονο στα χρόνια στα οποία αναφέρεται η ιστορία μας και γίνεται έκδηλα αντιληπτό στη θέαση της ταινίας, κάτω από το βάρος των επιλογών των ηρώων μας».
Ο Καζαντζάκης δεν είναι απλός και, όπως οι μεγάλοι συγγραφείς, δεν είναι εύκολος στα νοήματά του. Για τον λόγο αυτόν έχει ξεσηκώσει και τόσες αντικρουόμενες απόψεις το έργο του. «Η πρόκληση καταρχάς είναι να μην απλοποιήσεις και αλλοιώσεις τη φιλοσοφία του. Αυτό αφορά τη διασκευή του βιβλίου του. Υπήρξε μεγάλη μέριμνα ως προς τη σωστή μεταφορά του στην οθόνη.
Οι δυσκολίες της υλοποίησης, από την άλλη, ήταν εκ προοιμίου δεδομένες και για τον λόγο αυτόν δεν τίθεται θέμα ότι ξεκινήσαμε χαλαροί για να περάσουμε ευχάριστα. Ξέραμε από την αρχή πως κάθε μας μέρα θα ήταν και μια δοκιμασία. Ειδικά στις μεγάλες σκηνές πλήθους φτάσαμε στα όριά μας. Έτσι, πήγαμε προετοιμασμένοι για τα χειρότερα. Θα σας πω πως μέσα στις ατυχίες μας υπήρξαμε και τυχεροί, όπως για παράδειγμα στη μεγάλη καταιγίδα του Οκτωβρίου 2022 στην Κρήτη, στο επίκεντρο της οποίας βρεθήκαμε κατά τη μετακίνησή μας από τον Άγιο Νικόλαο στο Ρέθυμνο, και φτάσαμε όλοι ευτυχώς χωρίς προβλήματα. Και ακόμη ας μην ξεχνάμε τον covid, ο οποίος εκείνη την εποχή είχε την τιμητική του.
Εκτός από το υποκριτικό μέρος που είναι το κυριότερο για μια ταινία (ο Μπέργκμαν έλεγε πως μια ταινία θέλει δύο ηθοποιούς και ένα δωμάτιο), ήθελα επίσης να παρουσιάσω τις μάχες με έναν τρόπο ρεαλιστικό και σκληρό. Έβαλα υποκριτική μέσα σε αυτές. Για τον λόγο αυτόν θα δείτε πως κάθε μαχητής από τους κεντρικούς χαρακτήρες έχει το δικό του στιλ στη μάχη, το οποίο αντανακλά απόλυτα τον χαρακτήρα που υποδύεται».
Πώς αισθάνεστε που καταπιάνεστε με ένα τόσο εμβληματικό λογοτεχνικό έργο; Ισχύει το γεγονός ότι κάποια βράδια όλο αυτό δεν σας άφηνε να κοιμηθείτε; «Το βρίσκω απόλυτα λογικό ένας άνθρωπος, ο οποίος έχει συναίσθηση της πρόκλησης που αναλαμβάνει και όλων των δυσκολιών που απορρέουν από αυτή, να έχει άγχος. Το άγχος όμως πρέπει να είναι δημιουργικό και όχι παραλυτικό. Στην πρώτη περίπτωση έχεις συναίσθηση των προβλημάτων που θα συναντήσεις και προετοιμάζεσαι για αυτά, στη δεύτερη δεν μπορείς να σηκωθείς από το κρεβάτι. Υπάρχει βεβαίως και μια τρίτη περίπτωση. Να μην καταλαβαίνεις τίποτε από τις προκείμενες που σε περιζώνουν και ως εκ τούτου να μην σε αγγίζει τίποτε. Είναι η περίπτωση της ανοησίας. Εδώ κολλάει και η γνωστή ιστορία της Έλλης Λαμπέτη. Όταν μια νεαρή ηθοποιός την είδε αγχωμένη στα παρασκήνια και τη ρώτησε πώς γίνεται αυτή, μια έμπειρη ηθοποιός, να νιώθει τρακ, ενώ η ίδια δεν είχε καθόλου, η Λαμπέτη απάντησε πως το τρακ πηγαίνει με το ταλέντο».
Ο σκηνοθέτης Κώστας Χαραλάμπους δεν φοβάται τη σύγκριση με αντίστοιχες κινηματογραφικές διασκευές έργων του Καζαντζάκη. «Γιατί να έχω φόβο; Αφού όλες πήραν άσχημες κριτικές και κάποιες ξεσήκωσαν και βιαιότητες από “οργισμένους θεατές”. Τα γράφει και ο Θανάσης Αγάθος στο βιβλίο του “Ο Νίκος Καζαντζάκης στον Κινηματογράφο”. Για να σοβαρευτώ όμως, ο Διαγόρας Χρονόπουλος, που για κάποιο λόγο μου είχε μια συμπάθεια, όταν στην πρώτη μου ταινία “Αγάπη στα 16” κατάλαβε τις ανησυχίες μου, μού σύστησε να ηρεμήσω, είπε χαρακτηριστικά -και τα κουβαλώ πάντοτε τα λόγια του- πως “όλοι έχουν δικαίωμα στην αποτυχία».
Μια κλασική ταινία είναι πάντα σύγχρονη γιατί είναι επίκαιρη. Για τον λόγο αυτόν είναι κλασική τονίζει. Άρα το «κλασικό» και το «σύγχρονο» δεν είναι αντικρουόμενες έννοιες, οι οποίες πρέπει εξ ορισμού να συνδυαστούν. «Με άλλα λόγια, ο καπετάν Μιχάλης δεν είναι ένα βιβλίο που αναφέρεται σε μια "βαρετή" και αδιάφορη εποχή και έχει ανάγκη να γίνει μια "μεταμοντερνιά" στη διασκευή του, για να αποκτήσει συγχρονικότητα με την εποχή μας. Το βιβλίο είναι τόσο κλασικό όσο και σύγχρονο ταυτόχρονα. Η ιστορία αναφέρεται σε ανθρώπινους προβληματισμούς και συναισθήματα, με τα οποία ξανά και ξανά έρχονται αντιμέτωποι οι άνθρωποι σε όλον τον κόσμο από την αρχή του χρόνου. Αν μάλιστα αυτά τα προβλήματα συμπέσουν με ένα ιστορικό πλαίσιο στο οποίο προσπαθούν να συντελεστούν καταλυτικές αλλαγές, καταλαβαίνετε πως γεννιούνται μεγάλες ιστορίες.
Οι λαοί και οι άνθρωποι δεν έχουν γεννηθεί για να διαφεντεύονται. Οι προσπάθειες όλων μας για αυτοδιάθεση και ελευθερία είτε σε πολιτικό, είτε σε κοινωνικό, είτε σε προσωπικό επίπεδο, είναι πάντοτε επίκαιρες. Και η ταινία αυτό διαπραγματεύεται: την προσπάθεια των ηρώων να απελευθερωθούν από τους εσωτερικούς τους δαίμονες και τις εξωτερικές πολιτικές συνθήκες, οι οποίες τους απομυζούν και τους εκμεταλλεύονται».
Στο δικό του μυαλό οι Έλληνες που μπορούν να ενσαρκώσουν τον καπετάν Μιχάλη μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. «Όλοι θα συμφωνήσουμε, νομίζω, πώς ο Αιμίλιος Χειλάκης είναι στους πρώτους δύο. Βλέποντας το αποτέλεσμα δεν μπορώ παρά να χαίρομαι για αυτήν την καλή μου τύχη που έκανε τους δρόμους μας να συναντηθούν. Η ερμηνεία του είναι καταλυτική για το αποτέλεσμα της ταινίας και, για να μην περιαυτολογώ, θα το διαπιστώσετε σύντομα κι εσείς».
H ηθοποιός Λουκία Μιχαλοπούλου υποδύεται την Βαγγελιώ στην ταινία «Ο Καπετάν Μιχάλης»
Η ηθοποιός Λουκία Μιχαλοπούλου από την άλλη υποδύεται την Βαγγελιώ, η οποία παντρεύεται με το ζόρι τον Τίτυρο τον αδελφό του Καπετάν Μιχάλη. Είναι βαθιά ερωτευμένη με τον αδελφό της και όταν ο σύζυγος τον δολοφονεί από ζήλεια εκείνη αυτοκτονεί. «Με ενδιέφερε πολύ να εξερευνήσω αυτή την σχέση με τον αδελφό, αλλόκοτη, βαθιά, ακραία. Η πρόκληση που αντιμετώπισα ήταν ο τόπος των γυρισμάτων. Μπήκαμε αβίαστα στην ιστορία, σαν να μεταφερθήκαμε κατευθείαν στην εποχή. Η αυτοκτονία ήταν μια πολύ έντονη στιγμή, με ξεπέρασε την ώρα που το γυρίζαμε. Η Βαγγελιώ έχει μια παράξενη πίστη, σε ότι αγαπάει, νομίζω πως εκεί συναντιέμαι μαζί της».
Είναι μεγάλο δώρο για έναν ηθοποιό να καταπιάνεται με τέτοια έργα διότι «σου ανοίγουν τον ορίζοντα και την φαντασία, αισθάνεσαι ασφαλής γιατί υπάρχει περιεχόμενο που στηρίζει ότι κι αν κάνεις» υποστηρίζει. «Ξεχωρίζω την λαχτάρα, το πείσμα και τη χαρά του Κώστα Χαραλάμπους κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Είναι πολύ όμορφο να βλέπεις κάποιον να έχει βαθιά ανάγκη να κάνει κάτι. Μου προκαλεί σεβασμό και συγκίνηση».
Παναγιώτης Μπουγιούρης: Mιλήσαμε με τον ηθοποιό για τον ρόλο του στην ταινία «Ο Καπετάν Μιχάλης»
Ο Παναγιώτης Μπουγιούρης παριστάνει τον Καπετάν Πολυξίγκη έναν από τους κεντρικούς χαρακτήρες του έργου, που πολεμάει στο πλευρό του Καπετάν Μιχάλη, για την απελευθέρωση της Κρήτης. Είναι το alter ego του μέχρι που μια γυναίκα μπαίνει ανάμεσα τους. Ο Καπετάν Πολυξίγκης απολαμβάνει την κάθε μέρα στον υπέρτατο βαθμό. Θέλει να γευτεί τα πάντα, τα καλά ρούχα, τον έρωτα, τις γλύκες της ζωής, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι δεν είναι θεοσεβούμενος ή ότι δεν είναι έτοιμος να δώσει τη ζωή του για τον τόπο του. Παράλληλα όμως, είναι πολύ γενναιόδωρος και φροντίζει τους δικούς του ανθρώπους, μέχρι που κάποιος του στερεί, ότι αγάπησε πιο πολύ στη ζωή.
«Αισθάνθηκα πολύ μεγάλη χαρά και περηφάνεια όταν μου πρόσφερε αυτόν τον ρόλο ο Κώστας Χαραλάμπους. Επίσης, ήταν ακόμη μεγαλύτερη η χαρά μου όταν μου είπε ότι τον ομώνυμο ρόλο θα υποδυόταν ο Αιμίλιος Χειλάκης, που εκτιμώ ιδιαίτερα και πιστεύω ότι θα τον βρείτε εξαιρετικό. Όλα τα γυρίσματα γίναν εξ ολοκλήρου στην Κρήτη σε μέρη δύσβατα και με αντίξοες καιρικές συνθήκες, που όμως συνέβαλαν και στη γνησιότητα του αποτελέσματος αλλά και της ικανοποίησης. Ήταν γλυκιά η κούραση. Είναι μια επική ταινία και κάθε στιγμή είναι μοναδική, αλλά υπάρχει μια στιγμή που είναι η αγαπημένη μου, όταν οι “ερινύες” έρχονται και βρίσκουν τον Καπετάν Μιχάλη σε έναν μισογκρεμισμένο ναό.
Όσον αφορά τα κοινά χαρακτηριστικά με τον ρόλο μου, νομίζω ότι δεν έχω, μπορώ να καταλάβω όμως τον τρόπο σκέψης του και εκεί βασίστηκα για να τον ερμηνεύσω. Η χαρά μου δεν κρύβεται. Αισθάνομαι πολύ τυχερός για την ταινία που θα προβληθεί. Ο Καζαντζάκης είναι ένα από τα σπουδαιότερα “κεφάλαια” της Ελληνικής λογοτεχνίας, με διεθνή αναγνώριση. Ο Κώστας Χαραλάμπους έχει γράψει ένα εξαιρετικό σενάριο, οπότε μόνο ικανοποίηση μπορώ να αισθάνομαι. Σίγουρα αυτή η συνεργασία θα έχει μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου» καταλήγει.
Συντελεστές της ταινίας «Ο Καπετάν Μιχάλης»:
Δ/νση Φωτογραφίας: Κατερίνα Μαραγκουδάκη
Σκηνικά -Κοστούμια: Σάββας Πασχαλίδης
Ηχοληψία: Αντώνης Σαμαράς
Διεύθυνση Παραγωγής: Πάνος Κέκας
Ψιμυθιολόγος: Κατερίνα Καβαδάτου
Μοντάζ: Χρήστος Τσουμπέλης
Μουσική: Κώστας Χαριτάτος
Στίχοι: Αντώνης Παπαϊωάννου
Τραγούδι Εμινέ: Κορίνα Λεγάκη
Παραγωγή: EYESIN Productions
Παίζουν οι ηθοποιοί: Αιμίλιος Χειλάκης, Τζένη Καζάκου, Αλέκος Συσσοβίτης, Λουκία Μιχαλοπούλου, Παναγιώτης Μπουγιούρης, Μιχαήλ Γιαννικάκης, Βιργινία Ταμπαροπούλου, Σπύρος Μπιμπίλας, Κορίνα Αλεξανδρίδου, Γιώργος Γεροντιδάκης, Γεράσιμος Σοφιανός, Κυριακή Γάσπαρη, Μάνος Ιωάννου, Χρήστος Χαλβατζάρας, Νίκος Τσιμάρας, Νίκος Αναστασόπουλος, Κώστας Καραθωμάς, Γιάννης Συλιγνάκης, Γιώργος Γαρνάβος, Βασίλης Χρηστίδης, Αλέξανδρος Τρανουλίδης, Δημήτρης Χαβρές, Στράτος Χρήστου, Γιώργος Σαμαράς, Ελένη Βουτυρά, Κωνσταντίνα Τζώρτζη, Βασίλης Μπούτσικος, Δημήτρης Καλογεράκης, Αλέξανδρος Ιωαννίδης, Σπύρος Θεοδόσης, Σταύρος Καλιγγάς, Δάφνη Βάρδα, Γιάννης Πόθος, ο μικρός Στέλιος Παπαδάκης, Γιώργος Παράσχος, Έλενα Γαβρά, Γιάννης Τσαγκαράκης, Ορφέας Νικόλαος Χαραλάμπους.