Κινηματογραφος

6ο Παιδικό & Εφηβικό Διεθνές Φεστιβάλ: Πώς μιλάμε στα παιδιά για το θέμα της μετανάστευσης - μετακίνησης πληθυσμών;

Μιλήσαμε με τη διευθύντρια του Φεστιβάλ και τους σκηνοθέτες δύο παιδικών ταινιών με θέμα τη μετανάστευση

Μαριάννα Μανωλοπούλου
15’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

6ο Παιδικό & Εφηβικό Διεθνές Φεστιβάλ:Η Καλλιόπη Χαραλάμπους, διευθύντρια του Φεστιβάλ, και οι σκηνοθέτες Mijke de Jong, Marya Zarif, André Kadi μιλούν στην Athens Voice για το θέμα της μετανάστευσης - μετακίνησης πληθυσμών 

Ιστορίες παιδιών από διαφορετικές χώρες που έρχονται αντιμέτωπα με τις συνέπειες της απόφασης των γονιών τους, τις περισσότερες φορές, να μεταναστεύσουν για μια καλύτερη ζωή, αποτελούν πηγή έμπνευσης για διάφορα καλλιτεχνικά πεδία. Μια ταινία στο 6ο Παιδικό & Εφηβικό Διεθνές Φεστιβάλ: «Super Feelings – Super Powers», είναι εμπνευσμένη από μια τέτοια αληθινή ιστορία δύο αδελφών που βρέθηκαν στο κέντρο φιλοξενίας προσφύγων στη Μόρια, όπου εργάστηκε ως εθελόντρια και η σκηνοθέτρια του «Αlong the way», η Mijke de Jong. Με δύο πρωταγωνιστές της ταινίας της θα βρεθούν στην πρεμιέρα στον Δαναό, την Κυριακή 19 Νοεμβρίου, ώστε να συνομιλήσουν με το κοινό για τα γυρίσματα και για την εμπειρία τους. Υπάρχει όμως ακόμη μια ταινία που οι μικροί φίλοι θα απολαύσουν στη μεγάλη οθόνη «Η Ντούνια και η Πριγκίπισσα του Χαλεπιού» της Marya Zarif και του André Kadi. Στην ταινία κινουμένων σχεδίων παρακολουθούμε την 6χρονη Ντούνια που φεύγει από τη Συρία με τον παππού και τη γιαγιά της, οι οποίοι προκειμένου να γλιτώσουν από τον πόλεμο, ξεκινούν ένα μακρύ ταξίδι που περνάει μάλιστα και μέσα από την Ελλάδα. Μιλήσαμε, λοιπόν, με τους σκηνοθέτες των δύο ταινιών αλλά και με την Καλλιόπη Χαραλάμπους, διευθύντρια του Φεστιβάλ, για το επίκαιρο θέμα της μετανάστευσης - μετακίνησης πληθυσμών και για το πώς μιλάμε γι’ αυτό το θέμα στα παιδιά.

Η Καλλιόπη Χαραλάμπους για το 6ο Παιδικό & Εφηβικό Διεθνές Φεστιβάλ

Οι ταινίες που επέλεξαν για τη φετινή διοργάνωση έρχονται από 32 χώρες, από όλο τον κόσμο. Μιλάνε διαφορετικές γλώσσες, είναι πολύχρωμες και συστήνουν στους νεαρούς θεατές ήρωες και ηρωίδες που μπορεί να διαφέρουν από αυτούς, αλλά έχουν και κάτι κοινό: είναι παιδιά που έχουν δικαίωμα σε μια καλύτερη ζωή, θέλουν να παίξουν και να μεγαλώσουν σε ένα ασφαλές περιβάλλον. Αυτό είναι ένα μήνυμα που θέλει να περάσει η τέχνη του κινηματογράφου μέσα από τις ταινίες του φετινού προγράμματος που συγκινούν και αγγίζουν τα παιδιά και τους νέους. «Με αμεσότητα και χωρίς διδακτισμό, οι ταινίες που επιλέγουμε, απευθύνονται στις διαφορετικές ηλικιακές ομάδες, λαμβάνοντας υπόψη την αναπτυξιακή φάση που βρίσκονται τα παιδιά και οι έφηβοι. Το θέμα της μετανάστευσης είναι και θα είναι στην καθημερινότητα της επόμενης γενιάς, αφού πρόκειται για μία πραγματικότητα που κάθε Ευρωπαίος πολίτης καλείται να αντιμετωπίσει. Έτσι, στο πρόγραμμα ταινιών που έχουμε επιλέξει το θέμα της μετανάστευσης φωτίζεται από διαφορετικές γωνίες και δίνει την ευκαιρία στο νεαρό κοινό να ανακαλύψει και άλλες οπτικές, πέρα από στερεοτυπικές αντιλήψεις και μονοδιάστατες απεικονίσεις» λέει η Καλλιόπη Χαραλάμπους, διευθύντρια του Φεστιβάλ.

Στην ταινία κινουμένων σχεδίων «Η Ντούνια και η Πριγκίπισσα του Χαλεπιού» περιγράφεται ένα δύσκολο θέμα, αλλά με τρυφερή και παιδική ματιά. «Μέσα από την ιστορία της Ντούνια ανακαλύπτουμε τον πλούτο του πολιτισμού της χώρας της, και όταν η ταινία έχει πια τελειώσει κάτι μέσα μας έχει μετακινηθεί σε σχέση με τα στερεότυπα που πιθανόν έχουμε όλοι στο θέμα. Την ξεχωρίσαμε στο Φεστιβάλ γιατί θεωρούμε ότι είναι πολύ επίκαιρη και μας αφορά όλους» συνεχίζει. «Το "Along The Way" από την άλλη, απευθύνεται σε μεγαλύτερες ηλικίες, αλλά και ενήλικους. Παρακολουθεί τις 19χρονες δίδυμες αδερφές που χωρίζονται από την οικογένειά τους στα σύνορα Τουρκίας-Ιράν, στην προσπάθειά τους να περάσουν στην Ευρώπη μαζί με άλλους πρόσφυγες. Μόνες και αντιμέτωπες με εμπόρους ναρκωτικών και διακινητές ανθρώπων, αναγκάζονται να κάνουν ριψοκίνδυνες επιλογές αναζητώντας τη μητέρα και τις αδερφές τους, αλλά και στέγη και δουλειά στην Κωνσταντινούπολη».

Καλλιόπη Χαραλάμπους, Διευθύντρια του Φεστιβάλ

Στο φεστιβάλ ωστόσο, βλέπουμε και την ενότητα «Kids’ Picks» που περιλαμβάνει έξι ταινίες μικρού μήκους τις οποίες επέλεξαν μαθήτριες και μαθητές της E’ και ΣΤ’ Δημοτικού, αναλαμβάνοντας ρόλο επιμελητή προγράμματος στο Φεστιβάλ. «Σε δύο από αυτές, “Σας ομιλεί ο κυβερνήτης” και “Η πιτσιρίκα της Νέας Υόρκης”, επανέρχεται το θέμα της μετανάστευσης οπότε η επιλογή των μαθητών ήταν απολύτως συνειδητή. Στην πρώτη, για να αποτρέψει την απέλαση του δασκάλου του, ο 10χρονος Ασαρέ θα προσπαθήσει να τον υιοθετήσει. Ο ίδιος ο Ασαρέ είναι υιοθετημένος και παρ' όλο που γεννήθηκε κι αυτός στην Γκάνα, έχει το δικαίωμα να παραμείνει στην Ολλανδία, όπου ζει. «Αναρωτιέται, εύλογα λοιπόν γιατί δεν ισχύει το ίδιο και για τον δάσκαλό του. Στη δεύτερη, η 7χρονη Κουίνι –ασιατικής καταγωγής– προκειμένου να βοηθήσει τους μετανάστες γονείς της, κάνει μικροαπατεωνιές προσπαθώντας να αποσπάσει λεφτά από αγνώστους στους δρόμους της Νέας Υόρκης, ενώ θα έπρεπε να είναι στο σχολείο».

Τη ρωτάω πώς μιλάμε στα παιδιά για το θέμα μετανάστευσης - μετακίνησης πληθυσμών μετά τις ταινίεςκαι τι θα ακολουθήσει στο πλαίσιο του φεστιβάλ. «Με αφορμή την προβολή της ταινίας “Η Ντούνια και η Πριγκίπισσα του Χαλεπιού” και τα ζωντανά αγγεία που τη συντροφεύουν στο ταξίδι της μακριά από τον πόλεμο, σχεδιάσαμε ένα εκπαιδευτικό εργαστήριο σε συνεργασία με το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης. Τα παιδιά ξεναγούνται στο Μουσείο και μαθαίνουν για την καθημερινή ζωή των παιδιών στην αρχαία Αθήνα, καθώς και για τον πρωταγωνιστικό ρόλο των αγγείων σε αυτήν. Στη συνέχεια, αποδομώντας σε όστρακα (κομμάτια) ένα μεγάλο αγγείο, καλούνται να επιμεληθούν το δικό τους όστρακο, αυτό που αντικατοπτρίζει τον δικό τους κόσμο, το οποίο θα έπαιρναν μαζί τους αν έπρεπε να φύγουν και αυτά από τη χώρα τους. Με τον τρόπο αυτό πλαισιώνουμε την ταινία με βιωματικό και εκπαιδευτικό τρόπο και δίνουμε τον λόγο στους θεατές να μιλήσουν για όσα αποκόμισαν από αυτή».

Συνέντευξη με τη Mijke de Jong για το «Αlong the way»

Η Mijke de Jong είναι σκηνοθέτιδα εδώ και 40 χρόνια και θεωρεί δώρο το γεγονός ότι μπορεί να αναζητά ιστορίες στις οποίες ο άνθρωπος και ο κόσμος που ζούμε έχουν κεντρικό ρόλο. Οι ταινίες της έχουν κερδίσει σημαντικά βραβεία, όπως για παράδειγμα το «Bluebird» που έλαβε το βραβείο Crystal Bear στο Βερολίνο, ενώ το «Layla M» αποτέλεσε την ολλανδική συμμετοχή για τα Όσκαρ που πωλήθηκε και στο Netflix. Έχει επίσης, σκηνοθετήσει αρκετές τηλεοπτικές σειρές και τηλεοπτικές ταινίες όπως το «Ik ben Willem» και το «Uitgesloten». Το 2021 έλαβε μάλιστα το Golden Calf για το Film Culture κατά τη διάρκεια του Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Κάτω Χωρών στην Ουτρέχτη για την προσφορά της στον ολλανδικό κινηματογράφο.

Πριν από δύο περίπου χρόνια ωστόσο, γνώρισε τις δίδυμες Nahid και Malihe Razaie που έγιναν οι αγαπημένες της μαθήτριες. Βρέθηκε στη Λέσβο, όπου είχε ενταχθεί στη Refocus Media Labs, μια ΜΚΟ που έκανε επαγγελματικά κινηματογραφικά εργαστήρια στον καταυλισμό της Μόριας σε νεαρούς κυρίως πρόσφυγες φοιτητές. «Αμέσως ερωτεύτηκα την αστείρευτη ενέργειά τους και την προθυμία τους να μάθουν. Κατά τη διάρκεια ενός από τα μαθήματα, η Νahid ρώτησε αν θα μπορούσε ποτέ να πρωταγωνιστήσει σε μια από τις ταινίες μου ως ηθοποιός. Γράψαμε ένα σενάριο μαζί με την Jolein Laarman, τον Jan Eilander και με τη συνεργασία της Nahid και της Malihe. Το γύρισμα της ταινίας με ένα ελληνικό/αφγανικό/ολλανδικό συνεργείο ήταν μια αξέχαστη εμπειρία κατά την οποία οι δίδυμες αποδείχθηκαν ασύγκριτες ηθοποιοί που απεικονίζουν την ιστορία νεαρών γυναικών που ταξιδεύουν μόνες τους στον κόσμο αναζητώντας ένα μέρος για να γίνουν ευτυχισμένες. Σύγχρονα κορίτσια με σάρκα και οστά που θα μπορούσαν να είναι οι κόρες μας ή οι συμφοιτήτριές μας. Και οι οποίες, αν είχαν γεννηθεί σε άλλη ήπειρο, θα ήταν ευπρόσδεκτες οπουδήποτε».

Along the way

Όλο το καστ όμως, αποτελείται από ανθρώπους που βρίσκονται σε φυγή, περιμένοντας την ευκαιρία να ζήσουν με ασφάλεια. «Γυρίσαμε την ταινία κατά τη διάρκεια του lockdown. Όλοι οι κομπάρσοι ήταν πρόσφυγες που έρχονταν και έφευγαν. Κάποιες σκηνές ήταν επίσης δύσκολες για να παιχτούν. Η ταινία είχε χαμηλό προϋπολογισμό ενώ τα γυρίσματα έγιναν σε τοποθεσία και όχι σε στούντιο. Είχαμε όμως έναν σπουδαίο συμπαραγωγό και ελληνικό συνεργείο και ήταν χαρά μας να γυρίσουμε την ταινία στην Αθήνα». Η μεγαλύτερη πρόκληση για εκείνη βέβαια ήταν η δημιουργία αξιόπιστων πολυεπίπεδων χαρακτήρων που λειτουργούν ως καθρέφτης για την ανθρώπινη δυσπραγία. «Οι πιο σημαντικοί παράγοντες αυτής της ταινίας ήταν ο χρόνος, η συνεργασία και εμπιστοσύνη. Ξοδέψαμε χρόνο για να γνωριστούμε μεταξύ μας, διδάξαμε μαθήματα κινηματογράφου σε προσφυγικούς καταυλισμούς και κάναμε πρόβες για πολύ καιρό μέχρι να καταλήξουμε μαζί σε αυτή την ιστορία». Οι προκλήσεις που προέκυψαν ήταν πολλές.

Σχεδόν όλες οι ταινίες της αφορούν τις ζωές των γυναικών, ενώ η συγκεκριμένη πάει χέρι χέρι με την τρυφερότητα και τον κίνδυνο. Τι συμβολίζουν όμως τελικά η Ζάρα και η Φατίμα; «Στην πραγματικότητα, θεώρησα σημαντικό να αφηγηθώ την ιστορία από τη γυναικεία οπτική γωνία. Η ταινία δείχνει ότι η Ζάρα και η Φατίμα είναι πρωτίστως νεαρά κορίτσια που έχουν τις ίδιες επιθυμίες με τα κορίτσια σε όλο τον κόσμο. Τα κορίτσια έζησαν για χρόνια σε προσφυγικούς καταυλισμούς, πρώτα στο στρατόπεδο Μόρια στη Λέσβο και μετά σε έναν καταυλισμό στην Αθήνα. Σήμερα, τα κορίτσια μας είναι περήφανα για την ταινία και για τον εαυτό τους. Η πρεμιέρα στις Κάτω Χώρες ήταν υπέροχη. Την πρώτη φορά που είδαν τους εαυτούς τους σε αφίσες στο Άμστερνταμ τρελάθηκαν, αλλά τώρα είναι ήδη αληθινά αστέρια και ζουν στη Γερμανία με τους γονείς τους. Έχουν άδεια παραμονής και τα πάνε καλά. Ήταν συγκινητικό να τις βλέπουμε να επιστρέφουν πίσω. Ειδικά για τους γονείς τους που είδαν με σκληρό τρόπο για πρώτη φορά τι πέρασαν οι κόρες τους. Θα έρθουν στην Αθήνα αυτό το Σαββατοκύριακο και όλοι ανυπομονούμε να τiς δούμε.

»Οι γυναίκες κατά τη φυγή είναι ακόμη πιο ευάλωτες από τους άνδρες» συνεχίζει. «Όσο υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που πιστεύουν ότι οι πρόσφυγες είναι εξωγήινοι ντυμένοι με κουρέλια, είναι σημαντικό να γυρίζονται τέτοιου είδους ταινίες. Είναι πάντα σημαντικό να λέμε την ιστορία νέων ανθρώπων που βρίσκονται σε φυγή. Ελπίζω το νεανικό κοινό στην Αθήνα και σε όλο τον κόσμο να αναγνωρίσει τον εαυτό του στα κορίτσια και όταν βλέπει "έναν ξένο" να σκέφτεται: αυτός ή αυτή μου μοιάζει. Ανυπομονώ το κοινό να δει την ταινία. Θα ήταν υπέροχο να προβληθεί και σε σχολεία στην Ελλάδα. Θα έλεγα σε κάθε παιδί να είναι περίεργο και να γνωρίζει τους άλλους γύρω του. Αν έπρεπε τα παιδιά να κρατήσουν μόνο μία πρόταση από την ταινία, αυτή θα ήταν "Πόσο απαίσιο είναι όλα αυτά που πέρασαν τα κορίτσια και τι εκπληκτικές που ήταν. Μακάρι να ήταν φίλες μου”».

«Η Ντούνια και η πριγκίπισσα του Χαλεπιού» της Μαριά Ζαρίφ στο 6ο Παιδικό & Εφηβικό Διεθνές Φεστιβάλ

Γεννημένη στη Συρία, η σεναριογράφος και σκηνοθέτης Marya Zarif μεγάλωσε στο Χαλέπι και είναι αρκετά εξοικειωμένη με τη γενέτειρα της Ντούνια. Μικρή περνούσε τον περισσότερο χρόνο της μουτζουρώνοντας σχεδόν σε κάθε επιφάνεια και ζωγράφιζε χαρακτήρες. «Αφηγούμουν στον εαυτό μου, με έναν άκρως λογοτεχνικό τρόπο, την εμφάνιση, τη συμπεριφορά, την προσωπικότητα, τις ιδιορρυθμίες, τις αδυναμίες και τα κρυφά τους όνειρα. Ως αποτέλεσμα, συνδύαζα πάντα αυτές τις δύο κλίσεις και ήταν ξεκάθαρο για μένα ότι μια μέρα θα κατέληγα να ζωντανέψω τις ιστορίες και τα σχέδιά μου. Ο τρόπος που σχεδιάζω υπονοεί πάντα μια μορφή κίνησης. Για παράδειγμα, για την Ντούνια ήθελα μια φόρμα που να είναι πράσινη σαν τη γη και ένα μπλουζάκι που να είναι μπλε σαν το νερό, για να μεταδώσω μέσω αυτής τον χαρακτήρα ενός παγκόσμιου μικρού κοριτσιού».

Πολυδιάστατη καλλιτέχνης η Marya, μεταξύ άλλων ασχολείται με τη συγγραφή σεναρίων και τη σκηνοθεσία και διαθέτει δεκαπενταετή εμπειρία σε νεανικό περιεχόμενο. Το 2013, συμμετείχε στη δημιουργία του «Maison de la Syrie» για να αποτίσει φόρο τιμής στη συριακή κουλτούρα. Πιστεύει σε μια συριακή κουλτούρα που είναι ποικιλόμορφη, χωρίς αποκλεισμούς, πολύχρωμη, ευγενική και σήμερα νομαδική, και αυτό είναι το όραμα που ενσταλάζει στην προσέγγισή της ως επικεφαλής της οργάνωσης. Συνίδρυσε επίσης, το 2015, το Je veux jouer («Θέλω να παίξω»), ένα ίδρυμα που έχει σκοπό να μεταμορφώσει τη ζωή των προσφυγόπουλων μέσω του παιχνιδιού. Το ίδρυμα αυτό έλαβε το μετάλλιο ειρήνης της YMCA το 2016, ενώ η ίδια παρουσίασε το έργο του στο TedX στο Μόντρεαλ τον Οκτώβριο του 2016, του οποίου ο τίτλος ήταν «Crush War with Joy». «Η Ντούνια και η πριγκίπισσα του Χαλεπιού» είναι η πρώτη της μεγάλου μήκους ταινία που δημιούργησε το 2020 με τον σκηνοθέτη André Kadi.

Η Ντούνια και η Πριγκίπισσα του Χαλεπιού

Εκείνος έφτασε στον Καναδά το 2007 ως συγγραφέας μυθιστορημάτων και μουσικός και εντάχθηκε στα στούντιο κινουμένων σχεδίων Frima, όπου παρέμεινε για πάνω από 11 χρόνια. Ως επικεφαλής του καλλιτεχνικού τμήματος, ίδρυσε ένα υποκατάστημα του στούντιο 2D animation το 2012 στο Μπορντό, στο οποίο δημιούργησε τις σειρές «MaXi» και «Agent Jean», προτού ιδρύσει μαζί με τη Marie-Michelle Laflamme την Du Coup Animation το 2018 και στη συνέχεια, την Du Coup Production το 2021. «Η εμπειρία μου από τη μετανάστευση είναι πολύ “προνομιακή”. Ωστόσο, εξακολουθεί να είναι δύσκολη, διότι η εξορία σημαδεύει βαθιά το πνεύμα και την πορεία μιας ύπαρξης. Όταν έρχεσαι από το Λεβάντε, έρχεσαι από πολύ νωρίς αντιμέτωπος με την επισφάλεια του τόπου. Η περιοχή έχει μια μακρά ιστορία παγκόσμιας διασποράς και αυτό “κατοικεί” στον πολιτισμό και τη λογοτεχνία της, καθώς και στην καλλιτεχνική της παραγωγή. Η Συρία και το Λεβάντε υπήρξαν τόποι διέλευσης, διασταύρωσης και υποδοχής για τους μεταναστευτικούς πληθυσμούς: Έλληνες, Αρμένιοι, Τσερκέζοι, Ιρακινοί που έφυγαν από τον πόλεμο, ακόμα και Παλαιστίνιοι. Έχω ανθρώπους στην οικογένειά μου που έχουν επηρεαστεί από αυτό, και πάνω απ' όλα, έχω συλλέξει δεκάδες προσωπικές μαρτυρίες από μετανάστες, που αποκρυσταλλώθηκαν στην ταινία» αναφέρει.

Τι συμβολίζει τελικά η Ντούνια, η πριγκίπισσα του Χαλεπίου, και η επιστολή προς τον Καναδά; «Όπως πάντα, η δημιουργική μου διαδικασία περιλαμβάνει πρώτα απ' όλα την παρακολούθηση της ενέργειας ενός χαρακτήρα - της φωνής του, του τρόπου που κινείται, του βλέμματος, της εμφάνισης και της αύρας του. Κάπως έτσι, ενώ σκεφτόμουν έναν τρόπο να αφηγηθώ στα παιδιά την ιστορία των μεταναστών, ζωγράφισα αρχικά μια ομάδα μεταναστών με τις βαλίτσες τους, δίνοντάς τους σταδιακά ονόματα, επώνυμα, χαρακτηριστικά προσωπικότητας, εθνικό ή θρησκευτικό υπόβαθρο, μια προϊστορία. Η σκέψη που μου ερχόταν συνεχώς στο μυαλό είναι ότι σε αυτού του είδους τις καταστάσεις, το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να μαζέψεις ό,τι έχεις για το ποιος είσαι, ό,τι έχει απομείνει από σένα, και να προσπαθήσεις να δεις από πού να πάρεις τα πράγματα από εκεί και πέρα. Yπήρχε η εικόνα ενός μικροσκοπικού κοριτσιού, με τα χέρια ανοιχτά που καλωσορίζει το άγνωστο, με μια άσβεστη όρεξη για ζωή και απεριόριστη χαρά. Ντούνια σημαίνει “ο κόσμος”, ή πιο συγκεκριμένα “επίγεια ζωή”. Το όνομα αυτό περιλαμβάνει όλα όσα κουβαλάει μέσα της, ο κόσμος είναι δικός της» τονίζει η Μarya.

Η πριγκίπισσα του Χαλεπίου είναι ένας χαρακτήρας που επινόησαν. Στα αραβικά, όταν λες ότι κάποιος είναι όμορφος, λες ότι μοιάζει με το φεγγάρι. «Το φεγγάρι είναι εξαιρετικά σημαντικό σε αυτό που αποκαλούμε αραβομουσουλμανικό κόσμο, λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν είναι ούτε αποκλειστικά αραβικός ούτε αποκλειστικά μουσουλμανικός. Το φεγγάρι είναι το ουράνιο σώμα που καθρεφτίζει μυστικές σκέψεις, ιστορίες αγάπης, η ομορφιά στην πιο αγνή της ενσάρκωση: αντανάκλαση, φως, φάρος στο σκοτάδι της νύχτας. Και στο παραμύθι της Téta Mouné, είναι η Leyla, η μητέρα της Ντούνια που, καθώς την απήγαγε ο βασιλιάς των σύννεφων, έγινε το φεγγάρι. Με τον θάνατό της φωτίζει έτσι, τις νύχτες του βασιλιά και τις νύχτες των ανθρώπων - κάνει τη νύχτα μαγική. Έπρεπε να ενσταλάξω λίγη νύχτα στη Ντούνια, για να αντιπροσωπεύει το σκοτάδι, τα μυστήρια, το όνειρο, ενίοτε τον φόβο και την αμφιβολία, αλλά και την ελπίδα. Το να περάσεις μέσα από τη νύχτα σημαίνει να τα καταφέρεις μέσα από τον πόλεμο, τον φόβο και τον θάνατο. Οδηγεί στη μεταμόρφωση της Ντούνια καθώς αγκαλιάζει τις μαγικές της δυνάμεις».

Η επιστολή προς τον Καναδά είναι για εκείνους αυτό που όλοι οι μετανάστες του κόσμου θα ήθελαν να πουν στους άλλους ανθρώπους, αν υιοθετούσαν μια απλή και παγκόσμια γλώσσα, αυτή των παιδιών. «Όταν η Ντούνια και οι παππούδες της, που διασχίζουν την Ευρώπη, καταλήγουν στον σταθμό της Βουδαπέστης, χωρίς να έχουν πού να πάνε και χωρίς να μπορούν να γυρίσουν πίσω, θα μπορούσαν να οδηγηθούν στην απελπισία. Τότε, με την ειλικρίνειά της και την πίστη των παππούδων της, η μικρή Ντούνια στέλνει ένα γράμμα σε όλο τον κόσμο, για να το μεταφέρουν τα μεταναστευτικά πουλιά στον Καναδά, όπου τους περιμένει ένα υπέροχο σπίτι. Η μεταφορά του γράμματος, από πουλί σε πουλί, είναι μια μεταφορά για το δίκτυο αλληλοβοήθειας που μπορούν να δημιουργήσουν οι άνθρωποι, και το οποίο είδαμε στην πράξη. Ένας υπέροχος τρόπος χρήσης των σύγχρονων μέσων επικοινωνίας και του διαδικτύου. Τέτοια θαύματα συμβαίνουν καθημερινά, έστω και αν εξακολουθούν, δυστυχώς, να είναι σπάνια.

»Είδα μουσικούς να παίζουν μουσική σε καταυλισμούς μεταναστών και νέους μουσικούς να δημιουργούν συγκροτήματα και μουσική που έγιναν επιτυχίες στο YouTube. Έχω δει ανθρώπους που, μέσω του διαδικτύου –όπως με τα πουλιά στο τέλος της ιστορίας μου (γιατί τα πουλιά είναι στην πραγματικότητα ένα σύμβολο του διαδικτύου)– βρήκαν οικογένειες από στόμα σε στόμα, οι οποίες τους φιλοξένησαν. Σε έναν καταυλισμό στην Ιορδανία, που είναι μια ξηρή και άγονη γη (καταυλισμός Ζαατάρι), είδα με τα ίδια μου τα μάτια έναν ηλικιωμένο άνδρα να φροντίζει ένα μικροσκοπικό λουλούδι που είχε φυτρώσει κάτω από τη σκηνή του σαν να μετρούσε περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στον κόσμο... και αυτό ενέπνευσε την ιστορία της Ιστάρ που επαναφέρει την άνοιξη στη ζωή. Πάντα υπάρχει μια έκφραση της ανθρωπότητας –η ευφυΐα και η ανθεκτικότητά της– που αναδύεται κάποια στιγμή. Στη ζωή, οι στιγμές είναι λιγότερο θεαματικές, όμως αυτά είναι τα μικρά πράγματα που δείχνουν και αποδεικνύουν ότι η ζωή υπάρχει ακόμα. Όπως οι μητέρες που γεννούν τα μωρά τους στα στρατόπεδα. Τους ασκείται κριτική, αλλά η ζωή πρέπει να συνεχιστεί. Το μωρό του Σαμς είναι πολύ σημαντικό από αυτή την άποψη. Η ζωή δεν σταματάει έτσι απλά. Αυτό ήταν κάτι που ήταν εξαιρετικά σημαντικό για μένα και αυτό ήθελα να δείξω με την Ντούνια» προσθέτει.

Οι δυσκολίες που αντιμετώπισαν ως ομάδα είχαν να κάνουν περισσότερο με τον χρόνο και τον προϋπολογισμό παρά με οτιδήποτε άλλο. «Καθώς το έργο ήταν αρχικά μια διαδικτυακή σειρά 6 επεισοδίων, έπρεπε στο τέλος να την προσαρμόσαμε για να φτιάξουμε μια ταινία μεγάλου μήκους μέσα σε 8 μήνες. Έπρεπε να είμαστε ευρηματικοί, κάνοντας ταυτόχρονα αισθητικές και οικονομικές επιλογές, χωρίς ποτέ να θυσιάσουμε την ομορφιά και τη συνάφεια αυτού που θέλαμε να προσφέρουμε στα παιδιά».

«Η ταινία βρίσκει το χιούμορ και την αισιοδοξία στις καθημερινές στιγμές και ανοίγει ένα παράθυρο στον κόσμο και τις κοινωνίες μας, χρησιμοποιώντας ως εργαλείο τη μαγεία των αραβικών μύθων και παραδόσεων». Τι ρόλο παίζει το χιούμορ τελικά στην ταινία; Θέλετε να μας μιλήσετε για το παραπάνω απόσπασμα; «Χαίρομαι που αναφερθήκατε στο χιούμορ, γιατί πάντα υπήρχε μια υποψία του. Όχι για να κρυφτούμε από τη δύσκολη πραγματικότητα των μεταναστών, του πολέμου και των πραγματικών ζητημάτων που διακυβεύονται, χωρίς να θέλω να φανώ αυθάδης, αλλά ακριβώς για να μας θυμίσουμε ότι πάνω απ' όλα, αυτοί στους οποίους συμβαίνουν αυτά είναι άνθρωποι. Και οι άνθρωποι έχουν αυτή την ανθεκτικότητα, αυτή την ικανότητα να καταφέρνουν να γελούν μερικές φορές στις χειρότερες στιγμές. Όπως λέει ο Νίτσε, ο άνθρωπος υποφέρει τόσο βαθιά που έπρεπε να εφεύρει το γέλιο. Και συχνά μεταξύ των ανθρώπων που υποφέρουν αναπτύσσεται ένα χιούμορ που τους χαρακτηρίζει».

Σημαντικά στοιχεία για την ταινία της τα οποία θέλει να αναφέρει ώστε να γίνουν γνωστά και στο κοινό σχετίζονται με τη μουσική, την έννοια του τελετουργικού, αλλά και τις φωνές που χάρισαν στους ήρωες κωμικοί. «Η Συρία, για όποιον την επισκέφθηκε πριν από τον πόλεμο, έδινε πάντα την εντύπωση για κάτι που είναι αισθητό στην ταινία: μια συμβίωση με πληθώρα τελετουργιών, ιεροτελεστιών, θρησκειών, εθνοτήτων που επηρεάζουν η μία την άλλη, χωρίς όμως να συγχωνεύονται απόλυτα. Η θρησκεία είναι πάντα παρούσα στην καθημερινή ζωή. Εκτός από τον θρησκευτικό φανατισμό, που είναι ένα πρόσφατο φαινόμενο, ο Θεός και η έννοια της υπερβατικότητας είναι παντού παρόντες. Είναι κοινός τόπος. Η ψυχή και το πνεύμα είναι έννοιες πανταχού παρούσες. Η Ντούνια λέει συχνά: "Abouss Roho!" (=Αγκαλιάζω την ψυχή σου) όταν βλέπει κάτι αξιολάτρευτο. Ανεξάρτητα από την πίστη, υπάρχει μια υπερβατικότητα: Ο Djwann πιστεύει στη μουσική και την ελευθερία, η Téta Mouné στην καλοσύνη και την καλοσύνη, η Jeddo πιστεύει στην οικουμενικότητα της ψυχής του κόσμου. Καθένας από αυτούς δίνει στον Θεό ένα διαφορετικό πρόσωπο, έτσι ήταν πάντα. Θρησκευτικές ή όχι, οι τελετουργίες είναι θεμελιώδεις. Εδώ, οι τελετουργίες συμβολίζονται από την Téta Mouné και την προετοιμασία συνταγών που ακολουθούν τις εποχές, την παρασκευή τυριού, την παρασκευή μαρμελάδας μελιτζάνας. Η ζωή στον ρυθμό της φύσης και των εποχών σηματοδοτεί το πέρασμα του χρόνου. Επιπλέον, οι κωμικοί που χάρισαν τις φωνές τους είναι σχεδόν όλοι μεσανατολικής καταγωγής. Η μικρή Rahaf Ataya, η υπέροχη και αξιολάτρευτη φωνή της Ντούνια δηλαδή, είναι και η ίδια μετανάστρια από τη Συρία που χρειάστηκε να ξεφύγει από τον πόλεμο και από πολλές απίστευτες κακουχίες, πριν φτάσει στο Μόντρεαλ του Καναδά. Και η μουσική, βασίζεται σε σκοπούς και μελωδίες από τη μουσική κληρονομιά της Μέσης Ανατολής. Υποψιάζομαι επίσης ότι κάποιες από τις μελωδίες μπορεί να υπάρχουν και στην ελληνική μουσική, όπως ξέρετε μοιραζόμαστε πολλά πράγματα μουσικά».

Συζητώντας καταλήγουν στο συμπέρσαμα ότι η ιστορία της πριγκίπισας του Χαλεπιού πρέπει να ακουστεί στην Ελλάδα, μια και η χώρα μας αποτελεί πέρασμα ανθρώπων που ξεριζώνονται για ένα καλύτερο αύριο. «Η Ντούνια, όπως όλοι οι μετανάστες αυτού του κόσμου, στερείται το δικαίωμα να μεγαλώσει στη δική της γη, καθώς και το δικαίωμα να κινείται και να ταξιδεύει ελεύθερα. Παιδιά όπως η ηρωίδα έχουν ένα μεγάλο όνειρο που θεωρείται δεδομένο από τους περισσότερους ανθρώπους: αυτό ενός σπιτιού, ενός σπιτιού όπου μπορείς να είσαι άνθρωπος, και ενός διαβατηρίου για να υπάρχεις και να ανήκεις στον κόσμο. Βασικά δικαιώματα που τους τα στερούν εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί ο κόσμος και των παιχνιδιών εξουσίας που παίζονται συνεχώς. Είναι μεγάλη χαρά για μένα και τιμή η προβολή της ταινίας στο φεστιβάλ. Πρώτον επειδή ελπίζουμε ολόψυχα ότι την ταινία θα την δουν όσο το δυνατόν περισσότερα παιδιά. Έπειτα, επειδή υπάρχουν βαθιές σχέσεις μεταξύ της Ελλάδας και της περιοχής μας. Για παράδειγμα, οι κάτοικοι της Ανατολικής Μεσογείου, είναι κληρονόμοι μεγάλων και παλιών πολιτισμών. Επίσης, προσωπικά, έχω μια Ελληνίδα προγιαγιά από την Αντιόχεια. Η Ελλάδα αποτελεί πέρασμα για πολλούς μετανάστες προς την Ευρώπη, οπότε είναι καλό τα παιδιά της χώρας να γνωρίζουν καλύτερα το θέμα αυτών των ανθρώπων που περνούν από εκεί. Η Ελλάδα έχει ζήσει και τις τραγωδίες της και τους πολέμους της και έχουμε στη Συρία, και στο Χαλέπι επίσης, πολλές οικογένειες ελληνικής καταγωγής».