Κινηματογραφος

Οι νέες ταινίες της εβδομάδας

Κριτική από τον Γιώργο Κρασσακόπουλο

Γιώργος Κρασσακόπουλος
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ida****

Σκηνοθεσία: Πάβελ Παβλικόφσκι

Παίζουν: Αγκάτα Κούλεζα, Αγκάτα Τσεμπουκόφσκα, Τζοάνα Κούλιγκ

Μια ορφανή δόκιμη μοναχή στην Πολωνία του 1962, λίγο πριν δώσει τους όρκους της, θα φύγει από το μοναστήρι για να συναντήσει τη μοναδική εν ζωή θεία της η οποία θα της αποκαλύψει μερικές αλήθειες για την οικογενειακή ιστορία της.

Πολωνός στην καταγωγή, μα έχοντας δουλέψει σχεδόν αποκλειστικά στη Μεγάλη Βρετανία, ο Πάβελ Παβλικόφσκι επιστρέφει στη χώρα του για να κάνει μια ταινία που αφορά μερικές από τις πιο μελανές σελίδες της ιστορίας της, μα πάνω απ’ όλα ένα φιλμ για τους ανθρώπους, για τη φιλοσοφική υφή της ύπαρξής τους, για αντιστίξεις όπως η ζωή και ο θάνατος, η πίστη στο θεό και η άρνησή του, ο ασκητισμός και η ζωή στον κόσμο, για τη βαθιά θλίψη που μοιάζει να αποτελεί τη σκιά μας στο ταξίδι μας στον κόσμο. Η νεαρή μοναχή της ιστορίας θα μάθει από τη θεία της, μια ισχυρή δικαστή που βοήθησε στην εγκαθίδρυση του κομμουνισμού με τις καταδικαστικές αποφάσεις της μετά τον πόλεμο, πως είναι στην πραγματικότητα Εβραία και μαζί θα ξεκινήσουν να βρουν τον τάφο των γονιών της. Στην πορεία, σκοτεινά μυστικά από το παρελθόν θα αποκαλυφθούν, ένοχες σιωπές θα ακουστούν, το σκοτάδι μιας χώρας θα ανοιχτεί διάπλατο, μα και λίγες ακτίνες από το φως της ζωής θα διαπεράσουν την ταινία. Μέσα από τις σιωπές και τις sotto voce μα αφοπλιστικές ερμηνείες, μέσα από την αυστηρή σκηνοθεσία και την ποιητικά αιχμηρή ασπρόμαυρη φωτογραφία, το φιλμ του Παλβικόφσκι θα κοιτάξει διαπεραστικά τις ηρωίδες του και τη χώρα του και θα μας κάνει συνοδοιπόρους σε ένα ταξίδι που δεν είναι τίποτα λιγότερο από συγκλονιστικό. Το «Ida» παρά τη σύντομη διάρκειά του είναι ένα έργο στιβαρό και ολοκληρωμένο, μια ταινία που θυμίζει αισθητικά το σινεμά σπουδαίων δημιουργών, όπως ο Μπρεσόν ή Μπέργκμαν. Όχι μόνο στην φόρμα, μα και στην ηχώ με την οποία γεμίζει κάθε κοιλότητα, στο μυαλό και την καρδιά.


St. Vincent: Ο Αγαπημένος μου άγιος (St. Vincent)*** ½

Σκηνοθεσία: Θίοντορ Μέλφι

Παίζουν: Μπιλ Μάρεϊ, Μελίσα Μακάρθι, Ναόμι Ουότς

Ένας γκρινιάρης, μισάνθρωπος βετεράνος του Βιετνάμ, θα δει τον κόσμο με άλλα μάτια όταν στο διπλανό σπίτι μετακομίσει μια χωρισμένη γυναίκα με τον 12χρονο γιο της.

Ναι, το «St. Vincent» είναι ξεκάθαρα μία από εκείνες τις ταινίες όπου ξέρεις σχεδόν από την αρχή τι να περιμένεις, ακόμη (ή μάλλον κυρίως) κι από τον ίδιο τον Μπιλ Μάρεϊ, που αποτελεί εδώ το βασικό πόλο έλξης για ένα κοινό που έχει πλέον ανυψώσει τον ηθοποιό στο πάνθεον των αγίων της χίπστερ κοινότητας. Όμως το φιλμ του Μέλφι, ακόμη κι αν δεν πηγαίνει πολύ πιο μακριά από τις προσδοκίες σου, κινείται στην περιοχή της γλυκόπικρης τρυφεράδας και της μελαγχολικής ιδιαιτερότητάς του, με ιδιαίτερη άνεση, μη αφήνοντάς σου άλλη επιλογή από το να του παραδοθείς. Γεμάτο από στιγμές που μοιάζουν κινηματογραφικά κατασκευασμένες μα που αναδίδουν συναισθηματική αλήθεια και με έναν εξαιρετικό μικρό πρωταγωνιστή να στέκεται αντάξιος δίπλα στην ακαταμάχητη ερμηνεία του Μάρεϊ, το «St. Vincent» είναι γλυκό δίχως να είναι γλυκερό και απόλυτα φρέσκο, μέσα στη γνώριμη περιοχή όπου επιλέγει να κινηθεί.


Ούτε να πεθάνεις δεν μπορείς (God’s Pocket)** ½

Σκηνοθεσία: Τζον Σλάτερι

Παίζουν: Φίλιπ Σίμορ Χόφμαν, Κριστίνα Χέντρικς, Ρίτσαρντ Τζένκινς

Όταν ο θετός του γιος πέφτει θύμα ενός «εργατικού ατυχήματος» σε μία από τις χειρότερες γειτονιές της Φιλαδέλφεια, ένας άντρας θα πρέπει να βρει τα χρήματα για την κηδεία του.

Αυτή δεν είναι τόσο η ιστορία της πρώτης ταινίας του ηθοποιού Τζόν Σλάτερι όσο η αφορμή για να χτίσει γύρω της το πορτρέτο όχι ακριβώς των ηρώων, μα του κόσμου στον οποίο κατοικούν, βασισμένος σε ένα βιβλίο του Πίτερ Ντέξτερ που περιέγραφε αυτό που βίωσε μεγαλώνοντας σε μια γειτονιά που οι είναι γνωστή ως Devil’s Pocket. Μέσα από μικρές ιστορίες που δένουν στη μεγαλύτερη εικόνα της κεντρικής αφήγησης, μα που ακόμη κι αν δείχνουν αποσπασματικές κατορθώνουν να φωτίσουν τη συλλογική ύπαρξη μιας κοινωνικής ομάδας σε μια συγκεκριμένη στιγμή, το φιλμ του Σλάτερι είναι περισσότερο από οτιδήποτε άλλο το πορτρέτο όχι μερικών ανθρώπων μα ενός millieu. Ως τέτοιο, ακόμη κι αν κατά στιγμές χειρίζεται άβολα την αλλαγή του τόνου από το δραματικό στο σκοτεινά αστείο, είναι μάλλον πετυχημένο, ακόμη κι αν κάτι λείπει για να του προσδώσει αληθινή δραματική ένταση κι αντίκτυπο.


Σκουπίδια (Trash)**

Σκηνοθεσία: Στίβεν Ντάλντρι

millieu: Σέλτον Μέολ, Βάγκνερ Μούρα, Ρούνι Μάρα, Μάρτιν Σιν

Τρία αγόρια που ζουν στις τρώγλες της Βραζιλίας, δίπλα σε ένα σκουπιδότοπο, ανακαλύπτουν στοιχεία που μπορούν να στείλουν στη φυλακή ένα διεφθαρμένο πολιτικό.

Ο πιο εύκολος χαρακτηρισμός της ταινίας του Ντάλντρι θα μπορούσε να είναι το βραζιλιάνικο «Slumdog Millionaire» και δυστυχώς δεν θα ήταν άδικος. Γιατί ακόμη κι αν το φιλμ ενδιαφέρεται να κάνει ένα πολιτικό σχόλιο –όχι μόνο για τη διαφθορά κι όχι μόνο για την Βραζιλία–, ο τρόπος που το χτίζει, σαν μια αγωνιώδης και εν τέλει feelgood περιπέτεια, το προδίδει ολοκληρωτικά. Δεν μπορείς να αρνηθείς ότι η καρδιά του είναι στη σωστή θέση ή ότι η ιστορία δεν κυλά με ταχύτητα και νεύρο, αλλά από την άλλη δεν μπορείς παρά να νιώσεις άβολα με τον τρόπο που κινηματογραφεί τις φαβέλες και τη φρικτή ζωή των παιδιών με «ζωντανά χρώματα» και μια μόνιμη μουσική να υπογραμμίσει το κάθε τι. Η αίσθηση μιας τουριστικής ταινίας στην δυστυχία των άλλων δεν αποφεύγεται –κι ενοχλεί– ακόμη κι αν τα τρία παιδιά που κρατούν τους βασικούς ρόλους έχουν το ταλέντο και την αυθεντικότητα να κάνουν τη διαδρομή γοητευτική.


Η κακή μέρα από το πρωί φαίνεται (Alexander and the Terrible, Horrible, No Good, Very Bad Day)**

Σκηνοθεσία: Μιγκέλ Αρτέτα

Παίζουν: Στιβ Καρέλ, Τζένιφερ Γκάρνερ, Εντ Όξενμπουλντ

Ένα αγόρι περνά τη «χειρότερη μέρα της ζωής του» κι εύχεται η οικογένειά του να μπορούσε να τον καταλάβει. Η επόμενη μέρα θα είναι για όλους τους ακριβώς αυτό!

 Βασισμένο σε ένα αγαπημένο παιδικό βιβλίο, το φιλμ του Μιγκέλ Αρτέτα είναι μία από εκείνες τις σπάνιες οικογενειακές ταινίες τις οποίες όλη η οικογένεια μπορεί να απολαύσει. Ο καταρράκτης από αναποδιές και ατυχίες που χύνεται πάνω στην άτυχη οικογένεια του μικρού Αλεξάντερ κατορθώνει να είναι μαζί έξυπνα σλάσπτικ και γοητευτικά αθώος και σχεδόν πάντα τόσο έξυπνος ώστε να κρατά το ενδιαφέρον σου από την αρχή ως το τέλος. Με έναν αξιαγάπητο νεαρό πρωταγωνιστή που μοιάζει ιδανικός για το ρόλο και με τους σωστούς ηθοποιούς να τον περιστοιχίζουν, το «Η κακή μέρα» μπορεί να μην ξεφεύγει από τους κανόνες μιας οικογενειακής ταινίας –στον τρόπο που θα ολοκληρωθεί και στα μηνύματα που θέλει να μεταφέρει– μα παραμένει πάντα χαριτωμένη και γοητευτική. Ακόμη κι αν δεν έχεις την ηλικία του μικρού της ήρωα.