Κινηματογραφος

Πέθανε ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ, σκηνοθέτης - σύμβολο της «νουβέλ βαγκ»

Ταυτίστηκε με το νέο κύμα

Newsroom
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Ζαν-Λικ Γκοντάρ: Πέθανε ο κινηματογραφιστής - O νονός της νουβέλ βαγκ και τα έργα του κόντρα στο κατεστημένο του γαλλικού κινηματογράφου

Πέθανε ο σπουδαίος Γάλλος κινηματογραφιστής Ζαν-Λικ Γκοντάρ, σε ηλικία 91 ετών. Το όνομά του είχε ταυτιστεί με τη νουβέλ βαγκ. Την είδηση του θανάτου του έκανε γνωστή η εφημερίδα Liberation.

Ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ ασχολήθηκε στα έργα του με θέματα που θεωρούνταν ταμπού, καθώς και με νέες τεχνικές που τάραξαν το κινηματογραφικό κατεστημένο και ενέπνευσαν εικονοκλάστες σκηνοθέτες δεκαετίες μετά την κορύφωση της καριέρας του στα χρόνια του 1960. 

Ο Γκοντάρ υπήρξε μέλος μιας ομάδας ταινιοκριτικών του περιοδικού Cahiers du Cinema, οι οποίοι αποφάσισαν να φτιάξουν δικές τους ταινίες και να φέρουν μια επανάσταση στο μέσο, καθώς ήταν δυσαρεστημένοι με την ποιότητα του Γαλλικού Κινηματογράφου της εποχής. Το 1968, ο Γκοντάρ εγκατέλειψε τη νουβέλ βαγκ και ίδρυσε μαζί με τον Jean-Pierre Gorin την κινηματογραφική ομάδα Dziga Vertov Group. Ήταν μια ομάδα πολιτικά ενεργών σκηνοθετών, οι οποίοι ομαδικά και ανώνυμα δημιουργούσαν πειραματικές και πολιτικές ταινίες, οι οποίες υποστήριζαν κινήματα όπως ο Μαοϊσμός και ο Μαρξισμός.

Ζαν-Λικ Γκοντάρ: Η πορεία του δημιουργού στη μεγάλη οθόνη 

Το 1949, o Ζαν-Λικ Γκοντάρ βρίσκεται στο Παρίσι για να σπουδάσει εθνολογία στη Σορβόννη. Εκεί θα γνωρίσει και θα συναναστραφεί με τους Κλοντ Σαμπρόλ, Φρανσουά Τρυφώ, Έρικ Ρομέρ και Ζακ Ριβέτ - τους κινηματογραφιστές δηλαδή που μετέπειτα θα στελεχώσουν το κίνημα της Νουβέλ Βαγκ (Nouvelle Vague). Το 1950, μαζί με τους Τρυφώ και Ριβέτ εκδίδει το περιοδικό Gazette du Cinema, γράφει για το σινεμά και παράλληλα παίζει σε ταινίες των Ριβέτ και Ρομέρ. Το 1952 ξεκινά η συνεργασία του με το θρυλικό περιοδικό Cahiers du Cinema του Αντρέ Μπαζέν. Με τα χρήματα που συγκεντρώνει, θα γυρίσει την πρώτη του μικρού μήκους ταινία, το ντοκιμαντέρ «Επιχείρηση Μπετόν» (1954). Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’50 θα ολοκληρώσει ακόμη τέσσερις ταινίες μικρού μήκους.

Έντονα επηρεασμένος από σκηνοθέτες όπως οι Ζαν Ρενουάρ, Νίκολας Ρέι, Ρομπέρ Μπρεσόν, Ρομπέρτο Ροσελίνι και Ζαν Ρους, ο Γκοντάρ θα προσπαθήσει εξαρχής - σε αντίθεση με τον φίλο και συνάδελφό του Τρυφώ - να εντάξει την προσωπική του ζωή, αλλά και τις πολιτικές του πεποιθήσεις, στις ταινίες του, αλλά και να δείξει ότι στον κινηματογράφο «όλα επιτρέπονται». Αυτοσχεδιασμός, κάμερα στο χέρι, αυτοαναφορικότητα, δοκιμιογραφικός λόγος, παράθεση λογοτεχνικών και φιλοσοφικών κειμένων, αποτελούν μερικά μόνο από τα χαρακτηριστικά στοιχεία του έργου του.
«Ήθελα να ξεκινήσω από μια ιστορία συμβατική και να ανακατασκευάσω, με διαφορετικό τρόπο, ό,τι είχε γίνει μέχρι τότε στον κινηματογράφο. Ήθελα επίσης να δώσω την εντύπωση ότι τα κινηματογραφικά μέσα ανακαλύπτονταν ή δοκιμάζονταν για πρώτη φορά», θα πει χαρακτηριστικά ο Γκοντάρ σε μία από τις πρώτες του συνεντεύξεις στο περιοδικό Cahiers du Cinema το 1962.
Το φιλμ «Με Κομμένη την Ανάσα» εγκαινιάζει το κίνημα της γαλλικής Νουβέλ Βαγκ το οποίο, σύμφωνα με τον Γκοντάρ, ορίζεται από «τη θλίψη, τη νοσταλγία για τον κινηματογράφο που έπαψε πια να υπάρχει καθώς και από την καινούρια σχέση μεταξύ μύθου και πραγματικότητας». Ως και το 1965 κινηματογραφεί μεταξύ άλλων, κάποιες από τις σπουδαιότερες ταινίες του: «Ο Μικρός Στρατιώτης», «Η Περιφρόνηση», «Ο Τρελός Πιερό» και το «Αλφαβίλ».
Από το 1966 ως το 1968, ο σκηνοθέτης δημιουργεί ταινίες έντονα επηρεασμένες από τα πολιτικά γεγονότα της τρέχουσας δεκαετίας και τα κοινωνικοπολιτικά ρεύματα που αναδύθηκαν από τις ταραχές του Μάη του '68. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά: Masculin-Feminin (1966), Two or Three Things I Know About Her (1966), La Chinoise, Weekend (1967) και Le Gai Savoir (1968).
Στα χρόνια που ακολουθούν, ο Γκοντάρ και η Μιεβίλ, μεταφέρουν το Sonimage στούντιο στην Rolle, μια μικρή πόλη ανάμεσα στη Γενεύη και τη Λωζάνη της Ελβετίας. Το 1986 οι δυο τους πραγματοποίησαν την παραγωγή, αλλά και πρωταγωνίστησαν, στο home-movie "Soft and Hard" (Soft Talk on a Hard Subject Between Two Friends) για το βρετανικό Channel Four. Στη συνέχεια θα πραγματοποιήσουν τις ταινίες: "Grandeur et Decadence d’un Petit Commerce de Cinema" (1986), "Soigne ta Droite" (1986) και "King Lear" (1986).
Στη δεκαετία του '90 ο Γκοντάρ θα σκηνοθετήσει τα φιλμ: "Nouvelle Vague" (1990), "Germany 90 Nine Zero" (1991), "Helas pour moi" (1993), "Forever Mozart" (1996) και την οκτάωρη σειρά "Histoires du cinema" (1997-98). Το 1998 το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης αναθέτει στον Γκοντάρ και τη Μιεβίλ την παραγωγή του σαρανταεπτάλεπτου βίντεο "The Old Place" (Essai sur le rôle des arts à la fin du 20e siècle / Small Notes Regarding the Arts at Fall of 20th Century).

Ζαν-Λικ Γκοντάρ: «Η Γαλλία χάνει έναν εθνικό θησαυρό», λέει ο Μακρόν στο «αντίο» του

«Η Γαλλία έχασε έναν εθνικό θησαυρό με το θάνατο του κινηματογραφικού σκηνοθέτη Ζαν-Λικ Γκοντάρ, του νονού της νουβέλ βαγκ, του νέου κύματος στον γαλλικό κινηματογράφο», δήλωσε σήμερα ο Γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν.

«Ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ ήταν ο πιο εικονοκλάστης από τους κινηματογραφιστές του Νέου Κύματος (...). Χάσαμε έναν εθνικό θησαυρό (...)», έγραψε ο Μακρόν στο Twitter.