- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
60 χρόνια Λολίτα: Κι αν από το «νυμφίδιο» γεννήθηκε ένα τέρας;
Η αισθητική της ταινίας του Στάνλεϊ Κιούμπρικ έγινε κάτι περισσότερο από μέρος της ποπ κουλτούρας
Η Λολίτα του Στάνλεϊ Κιούμπρικ, το πολιτισμικό της αποτύπωμα και το ερώτημα εάν κλείνει το μάτι στην παιδοφιλία
Το όνομα «Λολίτα» φέρνει στον νου ένα ανήλικο κορίτσι που έχει επίγνωση της σεξουαλικής της ελκυστικότητας, που φαίνεται να ξεπερνά την ηλικία της, και την οποία χρησιμοποιεί και απολαμβάνει. Όμως, αυτή η ανησυχητική κληρονομιά της ποπ κουλτούρας, που έχει διαποτίσει τη μουσική, τη μόδα, τη φωτογραφία, το θέατρο και την ίδια την καθημερινή γλώσσα αποκλίνει πολύ από το μικρό αγοροκόριτσο χωρίς αναστολές που περιγράφει το 1955 στο ομώνυμο μυθιστόρημά του ο Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ.
Στη διαβόητη αφίσα για την κινηματογραφική διασκευή του Στάνλεϊ Κιούμπρικ, μια dramedy, ένα είδος «σκοτεινού slapstick», όπως την ονόμασε η Αμερικανίδα κριτικός Pauline Kael, μια πολύ νεαρή κοπέλα μάς κρυφοκοιτάζει πάνω από ένα ζευγάρι γυαλιά ηλίου σε σχήμα καρδιάς, κρατώντας ένα γλειφιτζούρι· κι από κάτω υπάρχει η πρόταση: Πώς η «Λολίτα» έγινε ταινία; Η φωτογραφία, που πήρε τότε ο Bert Stern, είναι σε χαμηλή ανάλυση: η Λολίτα μοιάζει να λέει «έλα πιο κοντά» αψηφώντας τους αυστηρούς νόμους της λογοκρισίας του 1962· αυτή η εικόνα καθόρισε την πολυσυζητημένη ταινία που γίνεται τώρα εξήντα ετών.
Οι φόβοι του Κιούμπρικ για τη «Λεγεώνα της Ευπρέπειας»
Η «Lolita» του Κιούμπρικ κατηγορείται εδώ και καιρό ότι υιοθέτησε έναν υπερβολικά άνετο τόνο στην απεικόνιση της ιστορίας του μεσήλικα καθηγητή που βιάζει τη θετή του κόρη. Αρχικά, το μυθιστόρημα διασκεύασε για την οθόνη ο ίδιος ο Ναμπόκοφ αλλά ο σκηνοθέτης και ο παραγωγός James B. Harris απέρριψαν το σενάριο ως «μη κινηματογραφήσιμο» και το επεξεργάστηκαν σε «κιουμπρικικό» ύφος με επίκεντρο την ιδέα της σεξουαλικής καταστολής, όχι την κριτική των σεξουαλικών εγκλημάτων του Χάμπερτ Χάμπερτ. Γράφοντας στο περιοδικό Esquire το 1963, ο κινηματογραφικός κριτικός Dwight MacDonald σημείωνε ότι ο Kιούμπρικ «φοβόταν τη Λεγεώνα της Ευπρέπειας και άλλους τέτοιους αυτόκλητους φύλακες των ηθών μας», ενώ σύμφωνα με έναν ανώνυμο εκπρόσωπο της Ένωσης Κινηματογράφου, το σενάριο είχε «μετατρέψει ένα σημαντικό λογοτεχνικό επίτευγμα στο χειρότερο είδος κιτς που μπορούσε να φανταστεί κανείς».
Ο διχασμός των κριτικών
Ποιος φταίει για την ιστορικά λανθασμένη εκτίμηση της ιστορίας της Λολίτας; Το βιβλίο συζητήθηκε ποικιλοτρόπως ως κωμωδία, ως τραγωδία («Ο Χάμπερτ έχει αδυναμίες τραγικού ήρωα», έγραφαν οι New York Times) και ως έργο παιδεραστίας που, αν κυκλοφορούσε σε μια άλλη χώρα, θα επέσυρε νομική δίωξη του συγγραφέα και του εκδότη. Είναι όμως η ταινία ή το μυθιστόρημα που έκανε τη Λολίτα σύμβολο πρόωρης σεξουαλικότητας δημιουργώντας εικόνες νεαρών κοριτσιών που μασάνε τσικλόφουσκες, φοράνε αποκαλυπτικά μπικίνι και δίνουν σαφή μηνύματα σε βασανισμένους παιδόφιλους; Ο Κιούμπρικ ήταν εκείνος που προσέθεσε κωμική ευαισθησία στην ιστορία, ή υπήρχε ήδη στο βιβλίο; Σήμερα, το βιβλίο έχει μπει στο πάνθεο των μεγάλων αμερικανικών μυθιστορημάτων του 20ού αιώνα, αλλά την εποχή που πρωτοκυκλοφόρησε οι κριτικοί ήταν διχασμένοι.
Ο κριτικός των New York Times Orvill Prescott το απέρριψε γράφοντας: «Ίσως ο [Ναμπόκοφ] θεωρεί το βιβλίο του σατιρική κωμωδία και εξερεύνηση μιας ανώμαλης ψυχολογίας. Ωστόσο, η ’’Λολίτα’’ είναι αποκρουστική». Άλλοι συγκινήθηκαν. Η Ντόροθι Πάρκερ το περιέγραψε ως «συναρπαστική, αγωνιώδη ιστορία ενός ανθρώπου με γούστο και κουλτούρα, που είναι ικανός να αγαπήσει μόνο μικρά κορίτσια».
Η ηθική αγανάκτηση γύρω από το μυθιστόρημα επικεντρώθηκε στο πώς τα κωμικά στοιχεία ήταν χοντροκομμένα και ακατάλληλα για το σκοτεινό και ηθικά μεμπτό θέμα: ο Ναμπόκοφ δεν φαινόταν να καταδικάζει επαρκώς την αρρωστημένη συμπεριφορά του Χάμπερτ. Αυτός ήταν ένας λόγος που εμπόδισε την έκδοση του βιβλίου στις Ηνωμένες Πολιτείες για τρία χρόνια, αναγκάζοντας τον Ναμπόκοφ να καταφύγει στον εκδοτικό οίκο του Παρισιού Olympia Press, ο επικεφαλής του οποίου, Maurice Girodias, ειδικευόταν σε βιβλία που δεν μπορούσαν να εκδοθούν (χωρίς νομική δίωξη) στον αγγλόφωνο κόσμο.
Πράγματι, ο Ναμπόκοφ έπαιζε με τον τόνο του βιβλίου παρωδώντας ό,τι αφηγούνταν: πολλοί θεώρησαν αυτό το παιχνίδι δικαιολογία για την κακοποίηση παιδιών, ενώ άλλοι σαγηνεύτηκαν από τον αναξιόπιστο αφηγητή που επιδιδόταν σε διανοητική γυμναστική για να δικαιολογήσει τις πράξεις του.
«Παράδειγμα ηθικής λέπρας»
Ο Κιούμπρικ γύρισε τη «Λολίτα» μετά την υπερπαραγωγή «Σπάρτακος» (1960). Πρωταγωνιστούσε ο τότε 53χρονος Βρετανός ηθοποιός Τζέιμς Μέισον ― ένα πολύ μεγάλο όνομα και στις δύο όχθες του Ατλαντικού. Ο Μέισον απέπνεε ταραχή και γοητεία που προκαλούσε οίκτο· αντίθετα, ο Χάμπερτ που μας συστήνεται στον πρόλογο του βιβλίου από τον φανταστικό Τζον Ρέι Τζούνιορ, περιγράφεται «φρικτός, άθλιος, λαμπρό παράδειγμα ηθικής λέπρας», αν και στο βιβλίο ο Χάμπερτ δίνει μια «εξήγηση» για τη σεξουαλική του εμμονή: όταν ήταν έφηβος είχε ερωτευτεί μια 14χρονη που πέθανε. Στο σενάριο δεν αναφέρεται αυτό το τραυματικό παρελθόν και η Λολίτα, το πραγματικό όνομα της οποίας είναι Ντολόρες, απεικονίζεται ως ένα κορίτσι που τον έχει συγκλονίσει. Για να γυρίσουν την ταινία χωρίς να συρθούν στα δικαστήρια, ο Κιούμπρικ και ο Harris διάλεξαν για τον ρόλο της Ντολόρες Χέιζ, τη 14χρονη τότε Σου Λάιον η οποία φαινόταν και ήταν μεγαλύτερη από το 12χρονο του Ναμπόκοφ· στην πραγματικότητα φαινόταν γύρω στα 16: ο ίδιος ο Nαμπόκοφ είπε αργότερα ότι η Κατρίν Ντεμονζό ―το αδέξιο αγοροκόριτσο που έπαιζε στην ταινία του Λουί Μαλ «Η Ζαζί στο μετρό» (1960) «θα ήταν η ιδανική Λολίτα». Αλλά με την Ντεμονζό ο Κιούμπρικ δεν θα μπορούσε να πραγματοποιήσει την ταινία του.
Πολλά έχουν αλλάξει στον κινηματογράφο και στην κοινωνία από το 1962. Η Σου Λάιον του 1962 είναι μακιγιαρισμένη με eyeliner, αλλά κοιμάται με το νυχτικό βικτοριανής κούκλας, όλο βολάν, κορδέλες και φιόγκους, απαντώντας στις σεξουαλικές φαντασιώσεις εκείνης της εποχής. Όσο για τον χαρακτήρα του Κουίλτι, που υποδυόταν ο Πίτερ Σέλερς, ανέλαβε τον κωμικό τόνο της ταινίας: μάλιστα, σε μια σκηνή, ο Σέλερς ξεπροβάλλει πίσω από μια καρέκλα και δηλώνει «είμαι ο Σπάρτακος!», μια αναφορά στην ταινία του Κιούμπρικ. Η επιλογή του Σέλερς είναι ενδεικτική της ελαφράς διάθεσης του σκηνοθέτη που στη συνέχεια έδειξε την ιδιοφυΐα του στο «Dr. Strangelove»: ο Πίτερ Σέλερς μεταμορφώνει στον Κουίλτι σε μια σειρά από σκετς.
«Η Λολίτα με κατέστρεψε»
Ο Steph Green αναρωτιέται στο ΒBC αν το γεγονός ότι η ταινία είναι διαφορετική από το βιβλίο, την καθιστά αυτομάτως αποτυχία. Το θέμα είναι ότι σήμερα έχει αλλάξει το βλέμμα μας: για παράδειγμα, η διασκευή του βιβλίου που σκηνοθέτησε ο Άντριαν Λιν το 1997 με πρωταγωνιστές τον Τζέρεμι Άιρονς και την Ντόμινικ Σουέιν θεωρήθηκε πολύ πιο πιστή στο αρχικό κείμενο, αλλά ταυτοχρόνως απωθητική. Υπό αυτή την έννοια, ίσως οι περιορισμοί που έλαβαν υπόψη το 1962 ο Κιούμπρικ και ο Ηarris, που κατέληξαν σε εσκεμμένη παρεξήγηση του βιβλίου του Ναμπόκοφ ―«Θέλαμε να παρουσιάσουμε μια ιστορία αγάπης και το κοινό να νιώσει συμπάθεια με τον Χάμπερτ»― έκαναν την ταινία αποδεκτή.
Η επιθυμία του Χάμπερτ για τη Λολίτα έμοιαζε συνηθισμένη λαγνεία, όχι κακοποίηση 12χρονου. Η Σου Λάιον πάντως ήταν απολύτως αρνητική ως προς την επίδραση που είχε η Λολίτα στη ζωή της, ώσπου το 1996 δήλωσε: «Η καταστροφή μου χρονολογείται από εκείνη την ταινία. Οποιαδήποτε όμορφη κοπέλα γίνεται σταρ στα 14 της σε ρόλο σεξουαλικού αντικειμένου είναι αδύνατο να μη χάσει τον δρόμο της». Ενώ υπήρξαν αξιολογήσεις για το μυθιστόρημα του Ναμπόκοφ και την ταινία του Κιούμπρικ, η Σου Λάιον ήταν εμφανώς απούσα από τη συζήτηση: κανείς δεν ενδιαφερόταν για το πώς είχε βιώσει την παραγωγή της Λολίτα και τον θόρυβο που επακολούθησε.
Στην ποπ κουλτούρα
Η Λάιον τυποποιήθηκε ως «σέξι γατούλα», μια εικόνα που, για πολλούς σήμερα, δηλητηριάζει την ποπ κουλτούρα. Για παράδειγμα, εμφανίζεται στους στίχους του τραγουδιού ’’Don't Stand So Close to Me’’ των Police, το οποίο περιγράφει τη σεξουαλική έλξη ενός δασκάλου για μια μαθήτριά του: «Τη βλέπει / Αρχίζει να τρέμει και να βήχει / Όπως ακριβώς ο γέρος / σ’ εκείνο το βιβλίο του Ναμπόκοφ», ενώ αναβιώνει στο όνομα "Lolita Express’’ του ιδιωτικού τζετ ενός περιβόητου δισεκατομμυριούχου εγκληματία, του Τζέφρι Έπσταϊν. Το 1992, η Ellen Von Unwerth φωτογράφησε την Kέιτ Μος για το Glamour Italia, σε ένα εξώφυλλο με τίτλο "Charming Lolita”: σ’ εκείνες τις φωτογραφίες, η 18χρονη Μος κρατάει άλλοτε ένα κόκκινο γλειφιτζούρι, άλλοτε μια κούκλα. Δεν ήταν ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία φορά που ανήλικα κορίτσια έμπαιναν στο πετσί της Λολίτας: το 1992 ο John Galliano είχε επιλέξει ένα 15χρονο για να ανοίξει το ομώνυμο σόου του και η Alicia Silverstone είχε παίξει μια 14χρονη γόησσα στο ’’The Crush’’ (1993). Σ’ αυτή την ταινία, η 14χρονη προσπαθεί να καταστρέψει τη ζωή ενός ενήλικου δημοσιογράφου ο οποίος αντιστέκεται στις ερωτικές της προτάσεις. Οι εικόνες της Λολίτας έχουν αποδεσμευτεί εντελώς από το μυθιστόρημα: αντιστοιχούν μάλλον σε έναν τύπο αυθόρμητης φιλαρέσκειας, σαν εκείνη στη selfie της Katy Perry στο Twitter το 2014, ενώ το άλμπουμ ’’Born to Die’’ της Lana Del Rey (2012) είναι γεμάτο αναφορές στον Χάμπερτ Χάμπερτ και στο αντικείμενο του πόθου του.
Με λίγα λόγια, ο Steph Green, αναγνωρίζοντας τον τεράστιo πολιτισμικό αντίκτυπο του βιβλίου και της ταινίας του 1962, καταλήγει πως επιβεβαιώνει μια κουλτούρα ρομαντικοποιημένου βιασμού. Αν και το μυθιστόρημα του Ναμπόκοφ μπορεί να ιδωθεί ως «σατιρικό», τόσο το βιβλίο όσο και η ταινία έχουν, τελικά, γεννήσει ένα τέρας.