Κινηματογραφος

Space Oddity: Είστε έτοιμοι για τους «Φύλακες του Γαλαξία»;

Η A.V. μίλησε με το σκηνοθέτη και τους πρωταγωνιστές αυτού του κινηματογραφικού φαινομένου

Γιώργος Κρασσακόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 494
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η απάντηση είναι όχι, αφού το φιλμ του Τζέιμς Γκαν δεν είναι απλά μία από τις πιο διασκεδαστικές ταινίες της χρονιάς και ίσως η καλύτερη superhero movie που είδαμε ποτέ, αλλά κι ένα φιλμ που έχει ήδη γράψει τη δική του ιστορία στην ποπ κουλτούρα.

Η αλήθεια είναι πως με την πρώτη ματιά οι «Φύλακες του Γαλαξία» δεν μοιάζουν με κάτι που θα μπορούσε να ενδιαφέρει οποιονδήποτε και σίγουρα όχι με κάτι που θα μπορούσε να μεταμορφωθεί στη μεγαλύτερη κινηματογραφική επιτυχία της χρονιάς. Είναι βασισμένη σε ένα κόμικ που ακόμη και οι πιο διαβασμένοι από τους φαν της Marvel έδειχναν να αγνοούν, δεν έχει έναν αναγνωρίσιμο πρωταγωνιστή και, μεταξύ μας, αυτή η ιστορία μιας ομάδας «απόκληρων» του διαστήματος που μεταμορφώνονται σε υπερασπιστές του ακούγεται κάτι πολύ αλλόκοτο για το μεγάλο κοινό.

Όμως η απόσταση ανάμεσα στο εν δυνάμει αστείο κι αποτυχημένο και στο ποπ φαινόμενο ποτέ δεν διανύθηκε με μεγαλύτερη ταχύτητα απ’ όσο στο φιλμ του Τζέιμς Γκαν, ενός σκηνοθέτη που ξεκίνησε από το B-movie εργοστάσιο της Troma κι έκανε μερικές ενδιαφέρουσες μα μικρού βεληνεκούς ταινίες πριν παραδώσει την πιο ευρηματική και fun ταινία που έκανε ποτέ η Marvel. Συναντώντας τον, δεν είναι δύσκολο να αντιληφθείς το γιατί. Γεμάτος ενέργεια κι ενθουσιασμό, μιλώντας με ταχύτητα μα απόλυτα συγκροτημένα, εξηγεί πως το πρώτο πράγμα που αποφάσισε να κάνει όταν η Marvel του πρότεινε να γυρίσει τους «Φύλακες του Γαλαξία» ήταν να αγκαλιάσει «την παραδοξότητά τους και το πόσο αλλόκοτοι μοιάζουν με μια πρώτη ματιά». Αν δεν έχετε ιδέα για το τι μιλά, σκεφτείτε πως πρόκειται για ένα φιλμ που στους ήρωές του περιλαμβάνει ένα ρακούν που μιλά (και πυροβολεί), ένα πλάσμα που μοιάζει με κορμό δέντρου (κι έχει ένα λεξιλόγιο που χωρά μόνο τρεις λέξεις) και μια εξωγήινη χρώματος πράσινου (σχεδόν φλούο).

Μοιάζει δύσκολο να το πάρεις στα σοβαρά και το ίδιο με κάποιο τρόπο έκανε και ο Τζέιμς Γκαν. «Η Marvel ευτυχώς δεν φοβήθηκε ποτέ το χιούμορ και ήταν πολύ cool το ότι είχα τη δυνατότητα να κάνω σχεδόν ό,τι ήθελα με τον τόνο του φιλμ. Αυτό που είχε σημασία για μένα ήταν η ταινία να είναι διασκεδαστική. Αλλά από την αρχή ήθελα να κάνω μια ταινία που να είναι όσο fun γίνεται με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη δόση καρδιάς και συναισθημάτων. Δεν προσπάθησα να κάνω τίποτα περισσότερο από ένα φιλμ που θα σε κάνει στην έξοδο να συμπαθείς τον άνθρωπο με τον οποίο μπήκες στο σινεμά λίγο παραπάνω απ’ όσο τον συμπαθούσες στην είσοδο».

Κι αν οι «Φύλακες του Γαλαξία» πετυχαίνουν κάτι τέτοιο δίχως κανέναν απολύτως κόπο, την ίδια στιγμή κατορθώνουν κάτι ακόμη πιο ενδιαφέρον, να υπονομεύσουν τη σοβαροφάνεια από την οποία δείχνουν να υποφέρουν τα blockbuster του Χόλιγουντ και να αλλάξει για πάντα τον τρόπο που κοιτάζουμε τις ταινίες με υπερήωρες, αλλά και τα φιλμ επιστημονικής φαντασίας.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, ταινίες όπως το «Alien» και το «Blade Runner» έκαναν δικαίως αίσθηση και δημιούργησαν μια νέα εικόνα για το πως θα πρέπει να δείχνει η επιστημονική φαντασία στην οθόνη. «Ειδικά το “Alien” ήταν σχεδόν από μόνο του υπεύθυνο για τη σκοτεινή τροπή που πήρε το ύφος των ταινιών sci-fi» λέει ο Γκαν. «Αλλά από τότε μέχρι σήμερα η φαντασία των ανθρώπων κάπως κόλλησε σε αυτό το πρότυπο και σχεδόν όλες οι ταινίες επιστημονικής φαντασίας έμοιαζαν πάνω κάτω με αυτό το φιλμ. Ήθελα οι “Φύλακες του Γαλαξία” να επιστρέψουν στην πιο φωτεινή, πιο γεμάτη χρώματα εικόνα των ταινιών επιστημονικής φαντασίας που αγαπούσα από τα 50s και τα 60s, για να μην αναφέρω το “Flash Gordon” που είναι μία από τις αγαπημένες μου ταινίες. Στόχευα σε μια πολύχρωμη παλέτα που ήθελα να δείχνει “ταλαιπωρημένη”, βρώμικη, λερωμένη. Κάτι που να έχει το ύφος μιας pulp ταινίας, αλλά όμως να δείχνει πειστική».

Στην πραγματικότητα οι «Φύλακες του Γαλαξία» δείχνουν συχνά σαν μια ταινία επιστημονικής φαντασίας βγαλμένη από το σύμπαν των Monty Python, γεμάτη αναρχικό χιούμορ και απρόβλεπτες ιδέες. Κι ένα εξίσου απρόβλεπτο καστ. Στο κέντρο του, πρωταγωνιστής και βασικός ήρωας ένας ηθοποιός που μέχρι πριν μερικούς μήνες τον ξέραμε (και πάλι όχι πολλοί) κυρίως για το ρόλο του χοντρουλή πρωταγωνιστή της cult τηλεοπτικής σειράς «Parks and Recreations», ο Κρις Πρατ, ο οποίος είναι πλέον σούπερ σταρ. Κι έχει αφήσει πίσω του το πλαδαρό παρουσιαστικό του τηλεοπτικού alter ego του για ένα πιο «τετράγωνο» look, που όμως δεν εμποδίζει το χιούμορ του να παραμένει όσο αστείο θα περίμενες. Όταν τον ρωτάς για παράδειγμα για πόσες ταινίες με τους «Φύλακες» έχει ήδη υπογράψει, απαντά πολύ σοβαρά: «Θα πρέπει να δω το συμβόλαιό μου για να σας πω, αλλά νομίζω ότι είναι ή τέσσερις ή πέντε χιλιάδες ταινίες ακόμη. Νομίζω είναι πέντε χιλιάδες, αλλά μετά από την 5.001 μπορώ να διαπραγματευτώ ξανά την αμοιβή μου, τότε θα βγάλω αληθινά χρήματα».

Η αλήθεια είναι πως, όπως λέει ο Γκαν, χρειάστηκε να πείσει πολλούς ανθρώπους για το ότι ο Κρις Πρατ είναι ο κατάλληλος άνθρωπος, ακόμη κι αν ο ίδιος ομολογεί ότι η επιτυχία της ταινίας και η φήμη που συνεπάγεται δεν πέφτει βαριά στους (γυμνασμένους πλέον) ώμους του. «Τίποτα δεν μπορεί να βλάψει αυτούς τους ώμους τώρα. Στην πραγματικότητα αυτό που θα έμοιαζε σουρεαλιστικό αυτή τη στιγμή θα ήταν να βρίσκομαι στο σπίτι μου να κάθομαι στον καναπέ μου με το γιο μου στα πόδια μου. Αυτό που ζω έχει αρχίσει να γίνεται ρεαλιστικό, δεν μοιάζει παράξενο πλέον. Ίσως ακούγεται περίεργο αυτό που λέω, αλλά νιώθω πως αυτή είναι η σειρά που ακολουθούν τα πράγματα. Ναι, όταν πήρα το ρόλο μπορεί η σκέψη ότι θα πρωταγωνιστήσω σε ένα τόσο μεγάλο blockbuster να έμοιαζε απίστευτη ακόμη και σε μένα, αλλά έχω το προνόμιο να είμαι από εκείνους τους ανθρώπους που δεν σκέφτονται πολύ τα πράγματα (γελά). Η σκέψη και η γνώση είναι επικίνδυνα πράγματα, οπότε προσπαθώ να τα αποφεύγω».

Η Ζόι Σαλντάνα, που υποδύεται την πράσινη εξωγήινη Γκαμόρα, έχει ήδη πλούσια προϋπηρεσία στο κινηματογραφικό διάστημα, αλλά κι αυτή αναγνωρίζει πως το φιλμ δεν μοιάζει με οτιδήποτε έχει κάνει ως τώρα. «Νομίζεις ότι κάθε ταινία επιστημονικής φαντασίας είναι πάνω κάτω το ίδιο, αλλά οι “Φύλακες” είναι κάτι τόσο διαφορετικό από το “Star Trek” και φυσικά το “Avatar”, που πραγματικά δεν ένιωσα στιγμή ότι κάνω κάτι που μου είναι γνώριμο. Είχε να κάνει με την ελαφρότητα του σεναρίου και την αίσθηση του fun, με το γεγονός ότι κανείς απ’ όσους πρωταγωνιστούμε δεν είναι αληθινά γιγαντιαίος σταρ, με την ενέργεια του σκηνοθέτη Τζέιμς Γκαν. Και ίσως και με μένα την ίδια. Είμαι λίγο σαν την Ντόρι από το “Ψάχνοντας τον Νέμο”, ξεχνάω γρήγορα και ενθουσιάζομαι με τα πάντα».

Κι αν μιλάμε για αλλόκοτους χαρακτήρες, κανείς δεν είναι πιο αλλόκοτος από το διαστημικό ρακούν Ρόκετ, τη φωνή του οποίου δανείζει ο Μπράντλεϊ Κούπερ, εκτός ίσως από τον Γκρουτ τον εξωγήινο κορμό δέντρου (οκ, ίσως υπεραπλουστεύουμε) που έχει τη φωνή του Βιν Ντίζελ και που έχει τρεις μόνο λέξεις («I Am Groot») που λέει σε ολόκληρο το φιλμ. Κάτι που όμως δεν σημαίνει πως ο ίδιος ή οι δημιουργοί του φιλμ πήραν το ρόλο του λιγότερο σοβαρά. «Όταν μου τηλεφώνησε για πρώτη φορά ο Κέβιν Φάιγκι (ο επικεφαλής του στούντιο της Marvel), ξεκίνησε λέγοντάς μου ότι αυτός είναι ο πιο παράξενος χαρακτήρας που έχει δημιουργήσει η Marvel στην ιστορία της. Μου είπε: “Δεν χρειάζεται να μου απαντήσεις τώρα, αλλά νομίζω ότι είσαι ο άνθρωπος που θα μπορούσε να προσθέσει συναίσθημα και βάθος σε κάτι που ξέρω ότι ακούγεται παράξενο”. Στην πραγματικότητα, ο Γκρουτ, λίγο πριν το τέλος του φιλμ, έχει με τον Ντραξ, το χαρακτήρα που υποδύεται ο Ντέιβ Μπαουτίστα, ένας πρώην παλαιστής και νυν ηθοποιός, μία από τις πιο αστείες σκηνές ολόκληρης της ταινίας. Μια σκηνή όπου καμιά λέξη δεν ανταλλάσσεται και όπου τίποτα σημαντικό δεν συμβαίνει, αλλά που πολύ απλά είναι μόνο απολαυστική.

Όπως και ολόκληρο το φιλμ, που περισσότερο από εμπορική επιτυχία είναι ήδη ένα ποπ ορόσημο και μια ταινία που πιθανότατα θα αλλάξει τον τρόπο που τα στούντιο αντιμετωπίζουν τα καλοκαιρινά blockbuster. Οι «Φύλακες του Γαλαξία» είναι μία από εκείνες τις ταινίες που δεν φοβούνται να πάρουν ρίσκα και κάνουν το σινεμά της διασκέδασης να μοιάζει λιγότερο προβλέψιμο και βαρετό. Κι αυτό είναι κάτι που, αναμφίβολα, αξίζει να γιορτάσεις!