Κινηματογραφος

Δέκα αντιπολεμικές ταινίες μέσα από ένα ναρκοπέδιο επιλογών

Από τη δεκαετία του ’40 μέχρι και τον πρώτο Πόλεμο που μεταδόθηκε «ζωντανά» από την τηλεόραση, η εικόνα αποδεικνύεται πιο ισχυρή και από την πένα και από το ξίφος!

Σπήλιος Λαμπρόπουλος
9’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Δέκα αντιπολεμικές ταινίες για να ενισχύσουμε την ελπίδα απέναντι στη φρίκη του ρωσο-ουκρανικού πολέμου.

Δυστυχώς, ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται, χρονικά πέρα από κάθε πρόβλεψη ή ευχή. Ισχύει, άραγε, ότι οι αντιπολεμικές ευαισθησίες όσων δεν εμπλέκονται άμεσα στις στρατιωτικές συμπλοκές εξαντλούνται από ένα σημείο και έπειτα; Θα έχουμε την ίδια αντίδραση αν η κατάσταση δεν εκτονωθεί και τον άλλο μήνα; Θα αρχίσουμε να το «συνηθίζουμε»; Θα νιώσουμε ότι πρακτικά δεν υπάρχουν και πολλά που μπορούμε να κάνουμε; Θα σταματήσουν να μας σοκάρουν οι αποτρόπαιες εικόνες κατεστραμμένων κτιρίων και οι ειδήσεις για τον αριθμό των ανθρωπίνων θυμάτων;

Ας ελπίσουμε ότι δεν θα χρειαστεί να πάρουμε απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα. Και ας ενισχύσουμε την ελπίδα αυτή μέσα από δέκα αντιπολεμικές ταινίες που, χρόνια μετά την αρχική τους κυκλοφορία, εκτός του ότι διατηρούν την κινηματογραφική τους αξία, εξακολουθούν να εκπέμπουν μηνύματα που, μοιραία, λόγω της ιστορίας που επαναλαμβάνεται, παραμένουν επίκαιρα. Ακούγεται κλισέ, αλλά όσο και αν η ανθρώπινη ιστορία είναι συνδεδεμένη με τους πολέμους ανά τους αιώνες, το ίδιο διαχρονική παραμένει και η απέχθεια του ανθρώπου απέναντι στα δεινά που ο πόλεμος κουβαλά. Μπορείτε να δείτε σήμερα οποιαδήποτε από τις δέκα ταινίες που ακολουθούν και, δυστυχώς, δεν θα νιώσετε ότι μιλούν για κάτι που ανήκει στο παρελθόν. Ο άνθρωπος, όταν βλέπει την κανονικότητά του να ανατρέπεται και τη ζωή του να απειλείται είτε από νάρκες το 1940 είτε από βομβαρδιστικά drones το 2022, αντιδρά με τον ίδιο τρόπο…

Ο Μεγάλος Δικτάτορας (1940)

O ίδιος o Charlie Chaplin, στην αυτοβιογραφία του (εκδόσεις Επίκεντρο), παραδέχεται ότι αν μπορούσε να φανταστεί το 1940, όταν ακόμα η Αμερική δεν είχε καν εμπλακεί στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και οι θηριωδίες των Γερμανών κατά των Εβραίων (και όχι μόνον, ασφαλώς) δεν είχαν καταγραφεί επίσημα, τι θα ακολουθούσε την επόμενη πενταετία, δεν θα έκανε ποτέ αυτή την ταινία. Κι όμως, η πρώτη ταινία του Charlie Chaplin με ήχο (μέχρι τότε επέμενε στο βουβό κινηματογράφο) και η πιο επιτυχημένη της μέχρι τότε καριέρας του, ήταν, ως σάτιρα, εντελώς εύστοχη όσον αφορά τις μεγαλομανίες και τον παραλογισμό ηγετών που τότε είχαν βγει στο προσκήνιο για τους εντελώς λάθος λόγους: Χίτλερ (στην ταινία Αντενόιντ Χίνκελ) και Μουσολίνι (αντίστοιχα Βεντσίνο Ναπαλόνι).

Φυσικά, ο «ήρωας», ένας Εβραίος κουρέας που περνάει αμέτρητες περιπέτειες και αποφεύγει οριακά το στρατόπεδο συγκέντρωσης όντως, ως κωμική φιγούρα, θα θεωρείτο σήμερα ασεβής ως προς τα πεπραγμένα του Άουσβιτς, αλλά ευτυχώς το cancel culture δεν έχει στραφεί ακόμα προς αυτή την κατεύθυνση. Ο μονόλογος στο φινάλε με αναφορές στις αρχές της ελευθερίας, αυτοδιάθεσης και δημοκρατίας θεωρείται από τους πιο εμπνευσμένους στην ιστορία του κινηματογράφου και, δυστυχώς, δεν είναι εκτός πραγματικότητας ούτε 82 χρόνια μετά…

Η Γέφυρα του Ποταμού Κβάι (1957)

Σκηνοθετημένη από τον Sir David Lean (Λόρενς της Αραβίας, Δρ. Ζιβάγκο), η ταινία βασίστηκε στο ομότιτλο βιβλίο του Γάλλου συγγραφέα Pierre Boulle, που βραβεύτηκε μάλιστα και με Όσκαρ καλύτερου διασκευασμένου σεναρίου, παρόλο που…δεν ήξερε λέξη αγγλικά (ο λόγος ήταν ότι οι αληθινοί σεναριογράφοι βρίσκονταν στη «μαύρη λίστα» του Χόλυγουντ τότε και δεν μπορούσαν να μνημονεύονται επίσημα).

Πολλοί την θεωρούν μία πολεμική ταινία, αλλά αν προσπεράσει κανείς την βασική πλοκή (οι αγγλόφωνοι αιχμάλωτοι πολέμου σε ένα στρατόπεδο στην Ταϊλάνδη υποχρεώνονται από τους Γιαπωνέζους να χτίσουν μία γέφυρα που θα διευκολύνει τον αυτοκρατορικό στρατό), είναι γεμάτη αντιπολεμικά μηνύματα και μάλιστα τολμηρά, καθώς αμφισβητούνται κανόνες όπως "die like a gentleman", ενώ προτάσσεται πως "the only rule is to live"! Αμφισβητείται ο ηρωισμός της αφοσίωσης στο καθήκον και προτάσσεται η ομορφιά της απλότητας: ένα μπάνιο σε μια λίμνη, ο σχηματισμός ενός σμήνους πουλιών, το χαμόγελο μίας όμορφης κοπέλας…Το περίφημο μουσικό θέμα με το χαρακτηριστικό σφύριγμα δεν είναι το μόνο που παραμένει φρέσκο από αυτά τα 161 (!!!) λεπτά σελουλόιντ.

M.A.S.H. (1970)

Άλλη μια ταινία βασισμένη σε βιβλίο, αυτή τη φορά του στρατιωτικού ιατρού Richard Hornberger, που σε ηλικία 27 ετών εστάλη στον πόλεμο της Κορέας, να υπηρετήσει σε κινητή χειρουργική μονάδα (Mobile Army Surgical Hospital – τα αρχικά του τίτλου). Τις εμπειρίες του εκεί τις αποτύπωσε στο μυθιστόρημα "Mash: A Novel About Three Army Doctors", το οποίο, προτού τροφοδοτήσει μία επιτυχημένη τηλεοπτική σειρά με 11 σαιζόν και 256 επεισόδια, έγινε ταινία από τον Robert Altman, προτάθηκε για πέντε Όσκαρ και κέρδισε ένα.

Η ταινία είναι μία μαύρη κωμωδία και βασίζεται στις παραδοχές του Hornberger: «υπήρχαν μέρες που δεν είχαμε απολύτως τίποτα να κάνουμε και μέρες με τετραψήφιο αριθμό απωλειών και τα αυτοσχέδια χειρουργικά τραπέζια σε άθλιες συνθήκες γεμάτα με βαριά τραυματισμένους στρατιώτες. Και όλα αυτά απέναντι σε νεαρούς γιατρούς χωρίς ιδιαίτερες παραστάσεις και εξειδίκευση…» Μέσα από τον κυνισμό, το ακραίο χιούμορ, τις σεξουαλικές εμμονές, την αθλητική εκτόνωση, τις flower power αναθυμιάσεις, τα στοιχήματα, το αλκοόλ, τα τσιγάρα και τα υπνωτικά χάπια, οι ήρωες ξορκίζουν το αληθινό πρόσωπο του πολέμου (που μαίνεται κάπου κοντά τους αλλά όχι δίπλα τους) και με αυτόν τον τρόπο εκθέτουν τον παραλογισμό των στρατιωτικών συγκρούσεων.

Tο Υποβρύχιο – Das Boot (1981)

Ο Wolfgang Petersen, προτού πάει στο Χόλυγουντ και γυρίσει, ως επί το πλείστον, εντυπωσιακές μετριότητες, πέρασε για πάντα στην ιστορία με αυτό το αριστουργηματικό φιλμ. Στην αφίσα της ταινίας, διαβάζουμε το tagline “what war is all about” και παρά τους αμέτρητους διθυράμβους που εμφανίστηκαν μετά την προβολή της, κάτι πιο εύστοχο δεν έχει γραφτεί ποτέ: αυτό ακριβώς πραγματεύεται η ταινία, την ουσία του πολέμου.


Παρακολουθούμε ένα γερμανικό U-96 υποβρύχιο που αποπλέει από κάποιο γαλλικό λιμάνι προκειμένου να συμμετάσχει σε πολεμικές επιχειρήσεις στον Ατλαντικό, περνάει από τα ισπανικά χωρικά ύδατα και μετά κατευθύνεται προς Ιταλία, πλέοντας από το Στενό του Γιβραλτάρ. Φυσικά, στην πορεία και επιτίθεται έναντι εχθρικών στόχων (ενίοτε εμπορικών) και δέχεται επίθεση από αντιτορπιλικά και πολεμικά αεροπλάνα και καλείται να περάσει πολλές ώρες στο βυθό, εκεί που η πίεση αρχίζει να συνθλίβει τα εξωτερικά μέταλλα και το οξυγόνο αρχίζει να εξαντλείται. Ας μην αποκαλύψουμε το τέλος, που είναι συγκλονιστικό, αλλά ας αρκεστούμε στο ότι πιο κλειστοφοβική ταινία δεν πρόκειται να δείτε ποτέ. Όσοι την πρόλαβαν σε κινηματογραφικές αίθουσες, είχαν την αίσθηση ότι το ταβάνι έσταζε και το πάτωμα είχε πλημμυρίσει…

Gallipoli (1981)

«Από ένα μέρος που δεν έχεις ακούσει, έρχεται μία ιστορία που δεν θα ξεχάσεις ποτέ», υποσχόταν το τρέιλερ της ταινίας του Peter Weir και το πρώτο σκέλος δεν ισχύει για τους Έλληνες που γνωρίζουν την Καλλίπολη στην Ανατολική Θράκη, αλλά το δεύτερο δεν έχει ίχνος υπερβολής.

Παρακολουθούμε Αυστραλούς στρατιώτες που καταλήγουν να πολεμούν μαζί με Βρετανούς και Νεοζηλανδούς τους Τούρκους στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ιστορικά και στρατιωτικά, οι ανακρίβειες είναι αμέτρητες, αλλά μικρή σημασία έχει αυτό. Η ουσία είναι ότι παρακολουθούμε δύο νεαρούς φίλους (Mark Lee και τον πανέμορφο Mel Gibson, 25 ετών τότε) που γοητεύονται από το κύρος της στρατιωτικής στολής, τις ιστορίες ηρωισμού, τον εξωτισμό της μακρινής Ανατολής και την προοπτική οικονομικής αποκατάστασης και προσφέρονται να καταταγούν. Ο πόλεμος όμως δεν προσαρμόζεται ποτέ στα σχέδια των ανθρώπων – αντίθετα, τα κονιορτοποιεί. Και εδώ έχουμε συγκλονιστικό φινάλε, σε μία ταινία-καμάρι για το Αυστραλέζικο σινεμά που το 2015 έγινε και τηλεοπτική σειρά, χωρίς να προκαλέσει αίσθηση εκτός Ωκεανίας.

Platoon (1986)

Το Βιετνάμ και οι αναμνήσεις που στοιχειώνουν τους Αμερικανούς έχουν σταθεί έμπνευση για δεκάδες ταινίες. Άνετα θα μπορούσε κανείς  να εντάξει στη λίστα το «Αποκάλυψη Τώρα» του Φ.Φ. Κόπολα (αν και ο ίδιος ο δημιουργός του έχει ξεκαθαρίσει πως ουδέποτε το προσέγγισε ως «αντιπολεμικό») ή το “Full Metal Jacket” του Stanley Kubrick. Το “Platoon” του Oliver Stone όμως, ενός σκηνοθέτη αξιόλογου μεν, πλην όμως σαφώς κατώτερου των δύο προαναφερθέντων, ίσως είναι σημαντικότερο, όχι τόσο ως ταινία, όσο ως προς το γεγονός ότι δεν διστάζει να μην απεικονίζει τους Αμερικανούς ως τα μοναδικά θύματα του Βιετνάμ – αντίθετα, εστιάζει και στα δικά τους εγκλήματα πολέμου, θυμίζοντας πως, άπαξ και ακουστούν τα τύμπανα και αρχίσουν οι μάχες, τα περί δεοντολογίας δεν έχουν καμία σημασία. Σημασία έχει ποιος κρατάει τα πιο αποτελεσματικά όπλα και ποιος νιώθει πιο δυνατός.

Εντυπωσιακό, all star cast, με την «εγκυρότητα» της ίδιας της θητείας του σκηνοθέτη στο Βιετνάμ (έμεινε 13 μήνες, τραυματίστηκε δύο φορές και πήρε οκτώ μετάλλια), το “Platoon” ήταν το πρώτο και καλύτερο μέρος της «αντιπολεμικής» τριλογίας του Stone, σάρωσε στα ταμεία (οι εισπράξεις άγγιξαν τα 140 εκατομμύρια δολάρια μόνον στην Αμερική, όταν το budget ήταν μόλις έξι εκατομμύρια!), απέσπασε τέσσερα βραβεία Όσκαρ, ενώ οι μυθικές ιστορίες για την σκληρή έως απάνθρωπη εκπαίδευση των ηθοποιών σε αληθοφανείς συνθήκες στη ζούγκλα των Φιλιππίνων, μπορεί και να δικαιώνουν την επιλογή των Keanu Reeves και Kevin Costner να αρνηθούν τις προτάσεις ρόλων που τους είχαν γίνει. Κόλαση είναι η ανυπαρξία της λογικής, μονολογεί ο Charlie Sheen και περικλείει σε έξι λέξεις την πεμπτουσία του πολέμου…

Η Λίστα του Σίντλερ (1993)

Για να είμαστε ακριβοδίκαιοι, η ταινία δεν είναι κάτι σπουδαίο. Εντάξει, κακός σκηνοθέτης ο Steven Spielberg δεν υπήρξε (σχεδόν) ποτέ, το ασπρόμαυρο φιλμ ταιριάζει στην αφήγηση, η μουσική του Georges Delerue εξαιρετική, η φωτογραφία του Janusz Kaminski είναι υποδειγματική και δικαίως τιμήθηκε με Όσκαρ και ο Liam Neeson…προσπαθεί. Πλην όμως, όλα αυτά τα έχουμε δει και καλύτερα – ακόμα και το απόσπασμα από το Ταλμούδ στο φινάλε, «όποιος σώζει μία ζωή, σώζει τον κόσμο ολόκληρο».

Βασισμένο σε αληθινή ιστορία, με τον Ναζιστή Όσκαρ Σίντλερ να προσπαθεί να σώσει όσους περισσότερους Εβραίους μπορεί από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, ξοδεύοντας όλη του την περιουσία σε δωροδοκίες Γερμανών αξιωματικών, το φιλμ αξίζει πρωτίστως για την συγκλονιστική ερμηνεία του Ralph Fiennes, που υποδύεται τον Αυστριακό ανθυπολοχαγό Amon Goth, τον πρώτο εγκληματία πολέμου που καταδικάστηκε και κρεμάστηκε με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας (πέρα από όλα τα άλλα που απορρέανε από τις διαταγές του). Η μεταμόρφωσή του στον ψυχικά ασταθή, διαταραγμένο και σαδιστή Goth ήταν τέτοια που από τη μία υποκλίνεσαι στην υποκριτική του δεινότητα, από την άλλη λυπάσαι την Mila Pfefferberg, επιζήζασα του Ολοκαυτώματος που, όταν γνώρισε τον Βρετανό ηθοποιό στο σετ των γυρισμάτων στην Πολωνία, άρχισε να τρέμει ανεξέλεγκτα από το σοκ, λόγω της ομοιότητας του ύφους του με τον αληθινό Goth. Αυτό και μόνο δικαιολογεί την ένθεση της ταινίας στην παρούσα δεκάδα.

Λεπτή Κόκκινη Γραμμή (1998)

O σκηνοθέτης Terrence Malick είχε αποσυρθεί από το Χόλυγουντ είκοσι ολόκληρα χρόνια όταν αποφάσισε να επανεμφανιστεί με μία ταινία που θεωρητικά πραγματεύεται τα έργα και τις ημέρες μίας μονάδας του Αμερικανικού Πεζικού στο νησί Γκουανταλκανάλ του Ειρηνικού Ωκεανού. Το comeback του Malick ήταν ένας καλλιτεχνικός θρίαμβος: επτά υποψηφιότητες για Όσκαρ αλλά και μία κολακευτική αναγνώριση από τον Martin Scorsese που το χαρακτήρισε τη «δεύτερη καλύτερη ταινία της δεκαετίας του ’90»!

All star cast με 15 πρωτοκλασάτα ονόματα να αποφεύγουν τις σφαίρες των Ιαπώνων, εξαιρετική δουλειά στη μουσική από τον Hans Zimmer, μοντάζ-γολγοθάς (η αρχική version διαρκούσε… πέντε ώρες!), αλλά η μαγεία της ταινίας είναι άλλη: με το που τελειώνει, θυμάσαι τα πάντα, εκτός από το ποιον συγκεκριμένο πόλεμο αφορούσε. Γιατί είναι μία διαχρονικά αντιπολεμική ταινία με μηνύματα που απαιτούν και σκέψη και συζήτηση και, πιθανότατα, επανάληψη της προβολής…

Οι Τρεις Ήρωες (1999)

O David O. Russell δεν είναι ο καλύτερος Αμερικανός σκηνοθέτης. Δεν είναι ούτε ο καλύτερος σεναριογράφος. Είναι όμως, πιθανότατα, ο καλύτερος Αμερικανός σκηνοθέτης-σεναριογράφος της γενιάς του. Θυμηθείτε: “The Fighter”, “Silver Linings Playbook”, “American Hustle”. Και ναι, δικό του ήταν και το “Three Kings”. Απλά τότε δεν είχε γίνει τόσο διάσημος ακόμα. Γυρισμένη στην Αριζόνα αντί για το προφανώς αφιλόξενο Ιράκ, η ταινία πραγματεύεται το τέλος του πολέμου στον Κόλπο και παρακολουθεί έναν αξιωματικό των ειδικών δυνάμεων (George Clooney) και δύο στρατιώτες (Ice Cube, Mark Wahlberg, στις καλύτερες υποκριτικές στιγμές της καριέρας τους) που αναζητούν κλεμμένες ράβδους χρυσού που ανήκουν στο Κουβέιτ, αλλά, προφανώς, όχι για να το…επιστρέψουν στο νόμιμο κάτοχο!

Ως κωμική, σατιρική ταινία ,Οι Τρεις Ήρωες παίρνουν άριστα: το χιούμορ είναι ευφυέστατο, τα ευτράπελα ποτέ δεν ξεπερνούν το όριο του ρεαλισμού, το casting είναι υποδειγματικό και ο Russell βγάζει ασπροπρόσωπα τα στελέχη της Warner που του εμπιστεύτηκαν προϋπολογισμό 48 εκατομμυρίων δολαρίων. Αλλά ο κρυφός άσος είναι άλλος: μιλάμε για ταινία που, δύο χρόνια προ προεδρίας Bush Junior στην Αμερική έθιγε ευθέως το μεγάλο αναπάντητο, επισήμως, ερώτημα: τι γίνεται όταν αποχωρούν οι Αμερικανοί από μία στρατιωτική επιχείρηση; Τι ακριβώς αφήνουν πίσω τους; Συντρίμμια; Δικαίωση; Φιλειρηνικό, δημοκρατικό καθεστώς; Ή μήπως μία χώρα σε αναβρασμό, με το Σαντάμ Χουσεϊν να παραμένει δικτάτορας του λαού του και τους πρώην αντάρτες-συμμάχους τους, εκτεθειμένους στο έλεός του; Αστεία, κυνική, συγκινητική, διασκεδαστική, απολαυστική, αυτή είναι ίσως η πιο ευφυής αντιπολεμική ταινία της τελευταίας 25ετίας.

Jarhead (2005)

Ο Anthony Swofford, πρώην πεζοναύτης, έγραψε το 2003 ένα βιβλίο με τις εμπειρίες του από τη θητεία του στον Πόλεμο του Κόλπου. Με αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο, ο Swofford αποκαλύπτει την αληθινή πλευρά της ανθρώπινης συμμετοχής των συμβατικών ταγμάτων μάχης: σκληρή εκπαίδευση, ελάχιστη συμπλοκή. Οι πεζοναύτες στο Ιράκ απλά περίμεναν και περίμεναν. Και έβλεπαν τα αεροπλάνα να κάνουν επιδρομές, άκουγαν τους πυραύλους να πλήττουν στόχους, παρακολουθούσαν από μακριά εκρήξεις, εντόπιζαν στις περιπολίες τους πτώματα Ιρακινών και άκουγαν τις αφηγήσεις των ελεύθερων σκοπευτών. Πιο συχνά, όμως, σκότωναν την ώρα τους περιμένοντας μία εκτόνωση και μία κλιμάκωση που δεν ερχόταν ποτέ. Και τελικά επέστρεφαν στα διαλυμένα σπίτια τους χωρίς καν να έχουν τραβήξει τη σκανδάλη στο πεδίο της μάχης.

Αυτό το βιβλίο μετέφερε στη μεγάλη οθόνη ο Sam Mendes και κατάφερε να αποτυπώσει με πιστότητα την αληθινή ζωή του μέσου πεζοναύτη, από τα ταξικά δεδομένα προτού καταταγεί, μέχρι την ημέρα της επιστροφής στην πατρίδα. Ταινία αφιερωμένη στη γενιά που μεγάλωσε με video games, πίστεψε ότι θα «υπηρετούσε» αν φορούσε τη στολή, ακολούθησε διαταγές που δεν κατανοούσε, καθάριζε τουαλέτες, είδε γνωστούς να σκοτώνονται ακόμα και στην εκπαίδευση και φίλους να σκοτώνονται ως πολίτες επί αμερικανικού εδάφους και όχι από όπλο «ξένου εχθρού».

Με δεδομένο ότι ο πατέρας του Swofford είχε υπηρετήσει στο Βιετνάμ, εδώ έχουμε τον κύκλο της ενδοσκόπησης να κλείνει και την αναγνώριση των τραυμάτων που άφησε η Επιχείρηση Καταιγίδα στους Αμερικανούς στρατιώτες: δεν βούλιαξαν στην υγρασία του Βιετνάμ, δεν έπεσαν στις παγίδες των Βιετκόνγκ, δεν έχασαν 58.220 φαντάρους, δεν επέστρεψαν ταπεινωμένοι και ηττημένοι, αλλά ούτε και θριαμβευτές: και δεν βρήκαν ποτέ τη θέση τους, ούτε στο σύγχρονο πόλεμο, ούτε στην κοινωνία που τους υποδέχτηκε αδιάφορα.

Σημαντικό, γιατί μας θυμίζει ότι το πως διεξάγονται οι πόλεμοι έχει αλλάξει πλήρως, καθώς δεν έχουμε "Call Of Duty" σκηνικά και δεν υφίσταται πλέον, στο μεγαλύτερο βαθμό, το «σώμα με σώμα», χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η φρίκη είναι μικρότερη, το “Jarhead” είχε και δύο sequel, παντελώς ανάξια λόγου.