- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ο Γιώργος Μαρκάκης, το «EX» και τα clubs του Βερολίνου
«Στο ΕΧ ήθελα να δείξω πώς είναι οι άνθρωποι όταν νιώθουν ελεύθεροι να μοιραστούν συναισθήματα, φόβους, ανησυχίες, αγάπη χωρίς ενοχές καθώς δεν υπάρχει ο φόβος της απόρριψης ή της κριτικής»
Συνέντευξη: Ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Γιώργος Μαρκάκης μιλά για την ταινία «EX» και την ηδονιστική club κουλτούρα στο Βερολίνο
Φωτορυθμικά που ζαλίζουν, ασφυκτικά γεμάτα dancefloors, σώματα που χορεύουν ασταμάτητα μέρες και νύχτες υπό τους ήχους τέκνο κυρίως μουσικής. Αυτές είναι μερικές από τις εικόνες που συναντούμε στα πιο δημοφιλή clubs του Βερολίνου, μιας πόλης που φημίζεται παγκόσμια για την εξαιρετικά δραστήρια και ποικιλόμορφη (diverse) κουλτούρα του clubbing.
Όμως, πίσω από την λάμψη, την ευφορία, το διάλειμμα από την καθημερινότητα που προσφέρει αυτός ο τρόπος διασκέδασης, κρύβεται και ένας διαφορετικός κόσμος που γνωρίζουν καλά τα πλάσματα της νύχτας. Αυτό τον κόσμο, στον οποίο κυριαρχούν η αλήθεια, η ωμή πραγματικότητα στη ζωή διαφορετικών χαρακτήρων, ο πόνος και αγώνας για κοινωνική αποδοχή, καταγράφει ο Γιώργος Μαρκάκης («India Blues», «Γενέθλια Μέρα», «Σκοτεινές νύχτες κάτω από το φεγγάρι») στο φιλμ «EX».
Στη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του, ο Κρητικός σκηνοθέτης και σεναριογράφος με έδρα το Βερολίνο αποκαλύπτει όσα συμβαίνουν στις τουαλέτες του εμβληματικού queer friendly underground KitKatClub, όπου οι πρωταγωνιστές παραδίδονται σε ακόμα μια νύχτα λαγνείας, αυτοκαταστροφής και υπαρξιακών συζητήσεων. Επομένως, το μεγαλύτερο μέρος του «ΕΧ» είναι γυρισμένο σε αυτές τις τουαλέτες όπου οι άνθρωποι μπορούν να συζητήσουν ελεύθερα, με την κάμερα να εστιάζει μέσα από κοντινά πλάνα στα συναισθήματα, τους λόγους που οι χαρακτήρες γοητεύονται από τον συγκεκριμένο τρόπο ζωής και βασικότερα στις πιο βαθιές τους σκέψεις. Κεντρικό πρόσωπο -και πολλές φορές συνδετικός κρίκος των ιστοριών- είναι μια από τις πιο γνωστές περσόνες του βερολινέζικου club, η Νταϊάνα Κλιμένοβα η οποία μας καθοδηγεί στη μυστική πλευρά των ιερών αυτών χώρων.
Το πρότζεκτ, το οποίο «κλείνει» την εμπειρία του δημιουργού στο Βερολίνο όπως έχει δηλώσει ο ίδιος, παρουσιάστηκε στην Αγορά του Φεστιβάλ Καννών 2021 μέσα από το πρόγραμμα «Thessaloniki Goes to Cannes», προβλήθηκε στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου -Berlinale και μετά την προβολή σε αίθουσα στο πλαίσιο του 62ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, θα το βρούμε online στην πλατφόρμα του Φεστιβάλ μέχρι τις 14 Νοεμβρίου.
Ο Γιώργος Μαρκάκης μιλά για τα clubs του Βερολίνου, τη ζωή στην πόλη, τα γυρίσματα της ταινίας «EX» και το έργο του σκηνοθέτη.
Οκτώ χρόνια μετά το «India Blues», επιστρέψατε με το φιλμ «EX». Ποιο ήταν το κίνητρο να κάνετε ταινία τον αθέατο κόσμο της νυχτερινής ζωής και την ηδονιστική club κουλτούρα στο Βερολίνο;
Αυτός ακριβώς ήταν ο λόγος. Η «αθέατη» πλευρά της club κουλτούρας του Βερολίνου να παρουσιαστεί σε έναν διαφορετικό κόσμο που δεν έχει ζήσει αντίστοιχη εμπειρία. Υπάρχει μια ευκολία στην κοινωνία να απορρίπτουμε ή να αποθεώνουμε ανθρώπους, συμπεριφορές και καταστάσεις, με απόλυτο τρόπο, χωρίς να έχουμε όλα τα στοιχεία ώστε να μπορέσουμε να κρίνουμε αντικειμενικά. Οι χαρακτήρες του ΕΧ είναι άνθρωποι που έχουν βιώσει αυτή την απόρριψη. Και αυτό είναι που τους ενώνει. Με αφορμή την techno μουσική, ως σημείο συνάντησης και επαφής, βρίσκουν ο ένας τον άλλον, ζητώντας απλώς αγάπη, κατανόηση και όχι κριτική.
Βασικοί χαρακτήρες στο φιλμ είναι πραγματικοί θαμώνες του club. Γιατί τους προτιμήσατε από επαγγελματίες ηθοποιούς και πώς αυτή σας η επιλογή ουσιαστικά διαμόρφωσε το σενάριο της ταινίας;
Προτίμησα να πω την ιστορία μέσα από πραγματικούς θιασώτες της κλαμπ σκηνής, με τους ανθρώπους που είναι ταγμένοι στην techno μουσική και στον συγκεκριμένο τρόπο ζωής, χωρίς υπεκφυγές. Ήθελα να έχω την ιστορία τους ιδωμένη μέσα από την ψυχή τους. Ωστόσο, δεν απέρριψα τους ηθοποιούς, υπάρχουν και οι επαγγελματίες μέσα στην ταινία, όπως υπάρχει το σενάριο και ο αυτοσχεδιασμός σε ισόποσες δόσεις. Αυτή η ισορροπία ανάμεσα σε επαγγελματίες και ερασιτέχνες, αυτοσχεδιασμό και σενάριο είναι, πιστεύω, που έδωσε στην ταινία το στοιχείο της αυθεντικότητας ενός fiction documentary.
Στο «EX» βλέπουμε από τη μια το glamour της διασκέδασης σε μεγάλο, ευρύχωρο club και από την άλλη τον θάλαμο μιας τουαλέτας – εξομολογητήριο. Τι συμβολίζει η επιλογή της τουαλέτας ως τον βασικό χώρο όπου διαδραματίζεται η ταινία; Πώς συνδέεται αυτό με την ειλικρίνεια των χαρακτήρων και την αποδοχή τους από την κοινωνία;
Η τουαλέτα είναι ο πιο κοινωνικός χώρος μέσα σε ένα club καθώς εκεί η μουσική δεν είναι δυνατή και έτσι μπορείς να ακούσεις τους συνομιλητές σου. Είναι ο χώρος που έρχεσαι σε επαφή με άγνωστους με τους οποίους μοιράζεσαι πολύ προσωπικές στιγμές και μύχιες σκέψεις. Εδώ η εξομολόγηση δεν χρειάζεται μαύρη κουρτίνα, δεν έχεις λόγο να κρυφτείς, όλα είναι ανοιχτά και όλοι είναι έτοιμοι να σε δεχτούν όπως είσαι. Στο ΕΧ ήθελα να δείξω πώς είναι οι άνθρωποι όταν νιώθουν ελεύθεροι από κοινωνικές συμβάσεις και είναι ανοιχτοί στην ανθρώπινη επαφή και επικοινωνία, όταν όλοι είναι EX από κάθε μάσκα που αναγκάζονται να βάλουν στην καθημερινή τους ζωή για να είναι αποδεκτοί. Όταν νιώθουν ελεύθεροι να μοιραστούν συναισθήματα, φόβους, ανησυχίες, αγάπη χωρίς ενοχές καθώς δεν υπάρχει ο φόβος της απόρριψης ή της κριτικής.
Πόσο χρονικό διάστημα διήρκησαν τα γυρίσματα και ποιες προκλήσεις αντιμετωπίσατε κατά τη διάρκεια;
Τα γυρίσματα διήρκησαν 8 μήνες. Λόγω της ιδιαιτερότητας των γυρισμάτων δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά όπως συνήθως είναι στις παραγωγές. Η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν να μπορώ να συντονίσω ανθρώπους όπου δεν είχαν σχεδόν ποτέ έρθει σε επαφή με τον κόσμο του κινηματογράφου και με το πώς γίνεται ένα γύρισμα. Έπρεπε να τους περιορίσω μέσα σε μια τουαλέτα δημιουργώντας την ατμόσφαιρα του club, με μια κάμερα μπροστά τους.
Από την Κρήτη, στην Αθήνα και τη Νέα Υόρκη για κινηματογραφικές σπουδές. Πότε αποφασίσατε να ακολουθήσετε το επάγγελμα του σκηνοθέτη και τι σας ώθησε σε αυτή την κατεύθυνση;
Στην Κρήτη ως παιδί ήθελα να γίνω ηθοποιός, οργάνωνα με τους φίλους μου διάφορες θεατρικές παραστάσεις, ενώ στη συνέχεια ανακάλυψα ότι μου άρεσε περισσότερο να τις σκηνοθετώ. Όταν πήγα στην Αθήνα άρχισε να με ελκύει περισσότερο ο κόσμος του κινηματογράφου σε σχέση με το θέατρο και έτσι αποφάσισα να εστιάσω σε αυτό και να το σπουδάσω συνεχίζοντας τις σπουδές μου στη Νέα Υόρκη.
Ποιος κινηματογραφιστής σας έχει εμπνεύσει σε επαγγελματικό επίπεδο και τι είδους ταινίες διαμορφώνουν το δικό σας έργο;
Μου αρέσουν όλοι οι μεγάλοι κλασικοί κινηματογραφιστές, ο καθένας για τα μοναδικά χαρακτηριστικά του. Με ενδιαφέρει περισσότερο το fiction documentary ως δημιουργία.
Και ποιο θα λέγατε ότι είναι το κεντρικό στοιχείο που χαρακτηρίζει τη σκηνοθετική σας άποψη στις ταινίες που έχετε δημιουργήσει μέχρι τώρα;
Το αληθινό «χρώμα» κάθε ανθρώπου σε αντίθεση με την «κανονικότητα» που έχουμε μάθει ως κοινωνία.
Πόσα χρόνια ζείτε και δημιουργείτε στο Βερολίνο; Γιατί επιλέξατε τη συγκεκριμένη πόλη; Ποια είναι τα εμφανή αλλά και αφανή πλεονεκτήματα που προσφέρει σε έναν καλλιτέχνη σαν κι εσάς;
Ζω πλέον τα τελευταία 10 χρόνια στο Βερολίνο. Η επιλογή ήρθε τυχαία, ήταν μια προσωρινή πόλη έως ότου επιστρέψω πίσω στην Νέα Υόρκη. Τελικά είμαι ακόμα στο Βερολίνο, ίσως γιατί εδώ νιώθω ότι βρίσκομαι σε μία «διεθνή» πόλη, ελεύθερος να ανακαλύπτω συνεχώς τον εαυτό μου, να εκφράζομαι, να εμπνέομαι, να δημιουργώ.
Πώς ήταν η καθημερινότητα για έναν σκηνοθέτη στην πόλη μέσα στην πανδημία και σε ποιο βαθμό επηρεαστήκατε εσείς προσωπικά;
Από τη μία μεριά, υπήρξε μία στασιμότητα και απογοήτευση λόγω των αλλεπάλληλων lockdown με συνέπεια, μεταξύ άλλων, την ακύρωση των κινηματογραφικών φεστιβάλ ανά τον κόσμο που καθυστέρησε και την κυκλοφορία του EX. Από την άλλη, πήρα τον χρόνο μου για να σκεφτώ την επόμενη ταινία μου και έτσι εκμεταλλεύτηκα τον ελεύθερο χρόνο που είχα στη διάθεσή μου ώστε να συνεχίσω να είμαι παραγωγικός, χωρίς να αφήσω τον εαυτό μου να μπει στο γενικό τέλμα που βιώναμε όλοι. Το είδα σαν μια καλή ευκαιρία να δουλέψω το σενάριο της καινούργιας ταινίας μου και να συνεχίσω να είμαι σε επαφή με την τέχνη μου.
Περιγράψτε μου ένα 24ωρο στη ζωή του Γιώργου Μαρκάκη στο Βερολίνο. Τελικά, τι αποτύπωμα σας αφήνει αυτή η πόλη;
Θα ήθελα περισσότερο ήλιο και μπλε ουρανό, το γνωστό κλισέ για όλους όσοι ζούμε στον Βορρά, συνεχίζω όμως να αγαπώ την οργάνωση και το straight forward των Γερμανών, όπως και την ησυχία και τη συγκέντρωση που επικρατεί τον χειμώνα. Τον κόσμο που έρχεται και φεύγει στο Βερολίνο και την gay κοινότητα η οποία είναι πολύ δραστήρια και συνεχίζει να δίνει χρώμα και παλμό στην πόλη.
Πώς βλέπετε το ελληνικό κινηματογραφικό τοπίο, αλλά και την αύξηση των ξένων παραγωγών στην Ελλάδα;
Όταν υπάρχει θέληση, οργάνωση και δίνονται κίνητρα από την πολιτεία θα έρχονται όλο και περισσότερες ξένες παραγωγές στην Ελλάδα καθώς είμαστε μία χώρα με ιδιαίτερο φως, χρώμα και τοποθεσίες. Επίσης, το επίπεδο των Ελλήνων τεχνικών είναι πολύ υψηλό όπως πρόσφατα παραδέχθηκε και ο David Cronenberg. Ήταν κάτι που στο χώρο το συζητάμε πολλά χρόνια και νομίζω πως τώρα έχουν ωριμάσει αρκετά οι συνθήκες ώστε να το κάνουμε πράξη.
Ποια θα είναι τα επόμενα βήματα στην καριέρα σας;
Ετοιμάζω μαζί με τον Κωνσταντίνο Κωνιό το σενάριο της επόμενης ταινίας, της οποίας το 80% των γυρισμάτων θα γίνουν στην Ελλάδα. Βρισκόμαστε στο στάδιο της συγγραφής του σεναρίου και ευελπιστούμε ότι σύντομα θα ξεκινήσουμε γυρίσματα.
Info: EX. Σενάριο/Σκηνοθεσία George Markakis, World Sales WIDE Management, Διεύθυνση Φωτογραφίας – Cinematographer Mor Shauli, Story by Marie Fleuret, George Markakis, Stylist Avi Ben Nisan, Ηθοποιοί - Cast Diana Kleimenova, Leto Van Long, Mitzucker Rae Samson, Kalliopi Tzermani, David Jong - Sung Myung, Braulio Bandeira, Μοντάζ Tόλης Αποστολίδης, Μουσική M+1, Παραγωγή I HAVE MY ART LTD, Ηχος Νίκος Τριαντάφυλλου, Χρήστος Μπεκήρης, Σάββας Κοντού.
5-14/11 στην πλατφόρμα filmfestival.gr