- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Τζέιμς Μποντ: Αντίο, Ντάνιελ Κρεγκ - Η ιστορία του πράκτορα 007
Το μοναδικό κείμενο για τον James Bond που θα χρειαστεί να διαβάσετε φέτος!
Αφιέρωμα Τζέιμς Μποντ: Η νέα ταινία «No Time To Die» και η αποχώρηση του Ντάνιελ Κρεγκ. Η ιστορία του πράκτορα 007, οι καλύτερες και χειρότερες στιγμές
25 ταινίες Bond μέσα σε 60 χρόνια και η πολλάκις αναβληθείσα πρεμιέρα του «No Time To Die» έχει πλέον αναχθεί σε κινηματογραφική κυκλοφορία-σύμβολο της επιστροφής στην κανονικότητα, έπειτα από αναβολές 18 μηνών λόγω της πανδημίας. Δυστυχώς η κανονικότητα αργεί ακόμα, αλλά η 25η ταινία Bond είναι εδώ, έστω αργοπορημένη. Και γι’ αυτό θα βαρεθείτε να διαβάζετε και να ακούτε τα πάντα, ενδιαφέροντα και μη, για το πιο επιτυχημένο κινηματογραφικό franchise στην ιστορία. Για να μη χάνετε χρόνο, παρακάτω συγκεντρώσαμε όλα όσα έχει νόημα να σας απασχολήσουν – εκτός από την ίδια την ταινία!
H ιστορία του Τζέιμς Μποντ: Ο ήρωας του Ίαν Φλέμινγκ και η σειρά ταινιών
Ο Ίαν Φλέμινγκ (1908-1964) θεωρείται ο μεγαλύτερος στιλίστας των spy novels που έβγαλε ποτέ η Μεγάλη Βρετανία – όχι ο καλύτερος, αλλά σίγουρα ο πιο εμβληματικός.
Έχοντας συναρπαστικές εμπειρίες ως απόφοιτος του Ίτον (από όπου έχουν αποφοιτήσει οι περισσότεροι πρωθυπουργοί στο Ηνωμένο Βασίλειο), δημοσιογράφος του Reuters, χρηματιστής, διευθυντής Εξωτερικών Ειδήσεων στους Sunday Times, αλλά, πάνω από όλα, στέλεχος της Υπηρεσίας Πληροφοριών του Βασιλικού Ναυτικού, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Ίαν Φλέμινγκ ήταν μάστορας στο να παρακολουθεί και να καταγράφει – η δράση δεν ήταν γι’ αυτόν πεδίο, αλλά αντικείμενο.
Όλα άλλαξαν όταν το 1953 εξέδωσε το πρώτο του μυθιστόρημα, με τίτλο «Casino Royale», με πρωταγωνιστή τον Μυστικό Πράκτορα 007, κατά κόσμον Τζέιμς Μποντ. Σε αυτόν προσέδωσε μερικές από τις αρετές που χαρακτήριζαν τον ίδιο (ψύχραιμος, φλεγματικός, πονηρός, με καυστικό, ενίοτε σεξιστικό χιούμορ, αγάπη για την πατρίδα του και πολύ... γερό ποτήρι) συν κάμποσες που θα ήθελε να τον χαρακτηρίζουν (ασυναγώνιστος στη μάχη σώμα με σώμα, γοητευτικός, ακαταμάχητος γυναικάς, αθλητικός και πάντοτε πρόθυμος να ρισκάρει τα πάντα).
Από τότε και μέχρι τον θάνατό του το 1964, ο Ίαν Φλέμινγκ χάριζε στο κοινό μία νουβέλα 007 το χρόνο, όλες γραμμένες στην έπαυλή του στην Τζαμάικα, γνωστή ως «Golden Eye».
Παρόλο που οι «σοβαροί» λογοτέχνες ποτέ δεν αναγνώρισαν τον Ίαν Φλέμινγκ ως μία σημαντική πένα με βαρύτητα, η επιτυχία των βιβλίων του δεν οφείλεται μόνον στις ταινίες – εξάλλου η πρώτη εξ αυτών εμφανίστηκε μόλις το 1962, δύο χρόνια πριν τον θάνατό του από καρδιακή προσβολή σε ηλικία 56 ετών. Τα τελευταία του λόγια ήταν η απολογία του προς τους συνοδούς νοσηλευτές του νοσοκομειακού οχήματος που τον μετέφερε: «Να με συγχωρείτε που σας αναστάτωσα. Ειλικρινά, δεν καταλαβαίνω πώς καταφέρνετε και οδηγείτε τόσο γρήγορα στους δρόμους με τέτοια κίνηση που υπάρχει πια στις μέρες μας»… Φλεγματικός μέχρι το τέλος!
Ουμπέρτο Έκο: Κι όμως ήταν ορκισμένος θαυμαστής του Τζέιμς Μποντ
Σύμφωνα με τον Ουμπέρτο Έκο, όλες οι περιπέτειες του Τζέιμς Μποντ βασίζονται σε εννέα βασικές κινήσεις.
Κίνηση πρώτη: Ο Εμ (Μ), επικεφαλής της Υπηρεσίας Μ16, αναθέτει μία αποστολή στον Μποντ.
Κίνηση δεύτερη: O κακός εμφανίζεται απέναντι στον Μποντ – ο ίδιος ή τα αποτελέσματα των πράξεών του.
Κίνηση τρίτη: Ο Μποντ συστήνεται, πάντοτε με στιλ, στον κακό.
Κίνηση τέταρτη: Βλέπουμε το κορίτσι Μποντ.
Κίνηση πέμπτη: Ο Μποντ ασχολείται με το κορίτσι, είτε ξεκινώντας τη διαδικασία της αποπλάνησης είτε μπαίνοντας απευθείας στο «ψητό».
Κίνηση έκτη: Ο κακός αιχμαλωτίζει τον Μποντ – συχνά και το κορίτσι, είτε μαζί και τους δύο είτε εκ περιτροπής.
Κίνηση έβδομη: Ο κακός βασανίζει τον Μποντ – και ενίοτε υπόσχεται ότι θα βασανίσει και το κορίτσι.
Κίνηση όγδοη: Ο Μποντ σκοτώνει τον κακό – ή τους στενούς συνεργάτες του ή έστω εξασφαλίζει έμμεσα τον αφανισμό τους.
Κίνηση ένατη: Ο Μποντ, αν και ταλαιπωρημένος από την περιπέτεια, ξανασυναντάει το κορίτσι, ολοκληρώνει την αποπλάνηση, αλλά είναι σαφές ότι το κοινό τους μέλλον θα είναι πολύ σύντομο.
Όλα τα παραπάνω φαίνονται υπερβολικά απλοϊκά και ξεπερασμένα, αλλά η φόρμουλα αυτή άντεξε πολλές παραλλαγές, πολλές δεκαετίες, και κατάφερε να ανανεώνει το κοινό για τουλάχιστον τρεις διαφορετικές γενιές. Φυσικά, τα πάντα έχουν αλλάξει από τις αρχές της δεκαετίας του ’50 που γράφτηκαν οι πρώτες περιπέτειες: τότε η Βρετανία είχε ακόμα την (ψευδ)αίσθηση της παγκόσμιας αυτοκρατορίας, ο Ψυχρός Πόλεμος ήταν μία πραγματικότητα, η κατασκοπεία και οι διπλοί πράκτορες ζούσαν τη… χρυσή εποχή τους ενώ η πολιτική ορθότητα δεν υπήρχε καν ως όρος και έτσι ο ήρωας μπορούσε να είναι όσο σεξιστής, σνομπ, ρατσιστής, βίαιος, αδίστακτος, κυνικός και αδιάφορος για τους πάντες γύρω του ήθελε. Σήμερα όμως;
Το μέλλον των ταινιών Τζέιμς Μποντ μετά τον Ντάνιελ Κρεγκ
007 το 2027; Σήμερα, πρακτικά, το franchise βρίσκεται στο μηδέν.
Πρώτον, δεν υπάρχει ηθοποιός για την επόμενη ταινία Bond. Ο Ντάνιελ Κρεγκ κλείνει σε λίγο τα 54 και έχει ήδη ανακοινώσει την -αυτονόητη- αποχώρησή του. Αντικαταστάτης, ακόμα και αν έχει βρεθεί, δεν θα ανακοινωθεί μέχρι η ταινία να κλείσει τον κύκλο της στις αίθουσες παγκοσμίως, καθώς η κυρία Barbara Broccoli, ο άνθρωπος δηλαδή που κρατάει το brand «Bond» στα χέρια της και θα πάρει την τελική απόφαση, έχει ξεκαθαρίσει ότι «μπορείς να είσαι ερωτευμένη με έναν Bond κάθε φορά – για την ώρα αυτός ο ένας είναι ο Daniel. Όταν θα «κάτσει η σκόνη» του No Time To Die θα δούμε ποιον θα επιλέξουμε. Και έχουμε αποφασίσει ότι, ναι, δεν αποκλείεται να μην είναι λευκός. Ναι, δεν αποκλείεται να μην είναι Βρετανός ή έστω προερχόμενος από την Κοινοπολιτεία. Αλλά, όχι, αποκλείεται να είναι γυναίκα, όπως έχει ακουστεί!».
Δεύτερον, εδώ και χρόνια δεν υπάρχει πλέον υλικό του Φλέμινγκ που να έχει μείνει ανεκμετάλλευτο – άρα, κάθε σενάριο θα είναι πρωτότυπο χωρίς να μπορεί να βασίζεται σε κάποια από τις παλιές ιστορίες, εκτός αν βρεθεί ένας πολύ ταλαντούχος και ανατρεπτικός σεναριογράφος (κάτι, όμως, που δεν έχουμε δει πολλές φορές, είναι αλήθεια, σε ταινία Μποντ).
Τρίτον, όλα τα στοιχεία που έκαναν διαχρονικά τον Μποντ ακαταμάχητο μοιάζουν να είναι απορριπτέα από την πολιτική ορθότητα που εξουσιάζει την εποχή μας. Μπορεί να αφήνει σεξιστικά υπονοούμενα ο Μποντ; Ασφαλώς όχι. Μπορεί να συμπεριφέρεται υπεροπτικά απέναντι σε εθνικότητες που δεν ανήκουν στην Κοινοπολιτεία ή, έστω, την Αμερική; Με τίποτα! Μπορεί να καπνίζει, να πίνει, να τζογάρει; Μα, τι role model είναι αυτό για τα… παιδιά μας; Μπορεί να είναι ο Μποντ που ξέραμε; Δυστυχώς… μάλλον όχι!
Τέταρτον, όλα τα υπόλοιπα που είχαν εμπορικό νόημα πλέον φαντάζουν περιττές πολυτέλειες. Ποιος θεατής κάτω των 35 ετών θα νοιαστεί για ποια μάρκα σαμπάνια παραγγέλνει ο Μποντ; Τι αυτοκίνητο οδηγεί, τι ρολόι φοράει, ποιος του ράβει τα κοστούμια, ποιος του σχεδιάζει τα παπούτσια, ποιος συνθέτης αναλαμβάνει το score. Και, ακόμα χειρότερα, έχει αλήθεια πλέον καμία σημασία ποιος τραγουδάει το θέμα των τίτλων της αρχής; Ή, θυμάστε εσείς τις τελευταίες δεκαετίες ποιο Bond girl έκανε πραγματικά αίσθηση ή είδε την καριέρα του να απογειώνεται μετά την εμφάνισή της δίπλα στον 007;
Οι καιροί έχουν αλλάξει δραματικά και ο Bond ήδη έχει αντέξει περισσότερο από όσο ίσως θα ήταν λογικό. Επειδή, βέβαια, το franchise (το τρίτο πιο επιτυχημένο όλων των εποχών μετά τη Marvel και τα Star Wars) έχει μία δυναμική δισεκατομμυρίων δολαρίων (ρωτήστε και τον Τζεφ Μπέζος του Amazon, που αποφάσισε να εξαγοράσει το ιστορικό στούντιο της MGM, ώστε να απλώσει τα επιχειρηματικά του δίχτυα και στην κινηματογραφική βιομηχανία, με βασικό κριτήριο ότι η MGM, πέρα από 4.000 ταινίες και 17.000 επεισόδια τηλεοπτικών σειρών, έχει τα δικαιώματα χρήσης του 007 λογοτύπου – για το οποίο μάλιστα, τα 8,45 δις δολάρια που στοίχισε το deal εξασφαλίζει στους νέους ιδιοκτήτες μόλις το 50% των δικαιωμάτων: το υπόλοιπο ανήκει στην προαναφερθείσα κυρία Broccoli, ενώ δεν έχει κανένα λόγο, βάσει συμβολαίου, στην επιλογή των ηθοποιών!), δεν πρόκειται να σβήσει έτσι απλά. Αλλά πρέπει να απαντήσει πρώτα πολλά ερωτήματα καταλυτικής σημασίας προτού επιλέξει ηθοποιούς, σκηνοθέτες, σεναριακές ιδέες, τόπους γυρισμάτων και στρατηγική κατεύθυνση. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε το εξής: οι καλύτερες ταινίες Μποντ είναι αυτές που σνομπάρουν τα trends της εποχής τους και απλά επενδύουν πάνω στη μοναδικότητα του ήρωά τους. Αν αμφιβάλλετε, θυμηθείτε το τραγικό «Moonraker» του 1979 – πολύ απλά κανείς δεν θέλει να βλέπει τον Μποντ να πυροβολεί με laser και στολή αστροναύτη, ακόμα και αν σκίζει το «Star Wars» στο box office.
Ποιος ηθοποιός ήταν ο καλύτερος Τζέιμς Μποντ;
Σον Κόνερι ή Ρότζερ Μουρ; Φυσικά, κείμενο για το Bond χωρίς να απαντά στο διαχρονικό ερώτημα «ποιος ήταν ο καλύτερος 007 στην ιστορία» είναι σαν μαρτίνι δίχως ελιά, οπότε ασφαλώς και θα το απαντήσουμε εδώ - προσοχή: ακολουθεί αντιλαϊκή άποψη!
Ο καλύτερος Μποντ ήταν ο Σον Κόνερι – ήταν όντως; Τότε γιατί ο Ίαν Φλέμινγκ όταν τον είδε πρώτη φορά στα γυρίσματα αναφώνησε «τι δουλειά έχει αυτός ο άξεστος μικροαστός κασκαντέρ με τον ήρωά μου»; Επίσης, μην ξεχνάμε πως ο Σον Κόνερι ήταν ο πρώτος – δεν είχε να συγκριθεί με κανέναν, παρά μόνον με την ιδέα που είχαν φτιάξει στο μυαλό τους οι φανατικοί αναγνώστες των πρώτων μυθιστορημάτων.
Ο καλύτερος Μποντ ήταν ο Ρότζερ Μουρ –αν είχε πάρει το ρόλο 10 χρόνια νωρίτερα, πολύ πιθανό και να ήταν– καθόλου τυχαία, τον ήθελαν αρχικά οι παραγωγοί, αλλά δεσμευόταν, τότε, με συμβόλαιο για την τηλεοπτική σειρά «Ο Άγιος». Όταν τελικά πήρε το ρόλο το 1973, ήταν με διαφορά ο πιο ηλικιωμένος Μποντ, δεν μπορούσε να κάνει ούτε το πιο απλό stunt μόνος του και, όταν αποχώρησε, είχε φτάσει, σκανδαλωδώς 58 ετών!
Ο καλύτερος Μποντ ήταν ο Τζορτζ Λάζενμπάι – εδώ πολλοί θα γελάσουν, η αλήθεια όμως είναι ότι ο Αυστραλός ηθοποιός/μοντέλο, ήταν με διαφορά ο πιο αθλητικός από κάθε άλλον Μποντ στην ιστορία, έκανε μόνος του τα περισσότερα stunts, έπαιξε σε μία από τις καλύτερες ταινίες του franchise, υποδύθηκε έναν Μποντ πιο ανθρώπινο από ποτέ (κάνει πρόταση γάμου, κλαίει, πράγματα ανήκουστα για τον υπερπράκτορά μας) και πέρασε στην ιστορία ως ο άνθρωπος που είπε «όχι» σε ένα πλουσιοπάροχο συμβόλαιο, επειδή «βαριόταν τα ίδια και τα ίδια».
Ο καλύτερος Μποντ ήταν ο Τίμοθι Ντάλτον – εξαιρετικός ηθοποιός σαιξπηρικού υπόβαθρου, τα κατάφερε αρκετά καλά στην πρώτη του ταινία, ατύχησε στη δεύτερη, αλλά το πέρασμά του από το ρόλο συνοψίζεται στην πολύ εύστοχη φράση του: «οι μισοί προτιμούν τον Κόνερι και οι άλλοι μισοί τον Μουρ. Αν τους ενώσεις, όμως, όλοι τους απεχθάνονται εμένα!»
Ο καλύτερος Μποντ ήταν ο Πιρς Μπρόσναν – ναι, πέτυχε μερικά από τα χειρότερα σενάρια που έχουν γραφτεί ποτέ, πλην όμως ας θυμηθούμε πως, όταν παρέλαβε τον 007, όλα έμοιαζαν χαμένα από χέρι: ο κόσμος ήθελε ήρωες σύγχρονους, ικανούς να υποστηρίζουν video games και όχι νουβέλες. Ο Ψυχρός Πόλεμος είχε τελειώσει και οι τυπικοί κακοί από την Ανατολική Ευρώπη δεν υφίσταντο πλέον. Η έννοια «κατάσκοπος» έμοιαζε τόσο παρωχημένη όσο η έννοια «υπαρκτός σοσιαλισμός» και βασικά κανείς δεν καιγόταν να ξαναδεί άλλη μία Μποντ ταινία. Και όμως, χάρη στον Μπρόσναν είδαμε άλλες τέσσερεις. Και ακόμα και στις μέτριες εξ αυτών, ο Μπρόσναν ήταν υποδειγματικός από κάθε άποψη: γοητευτικός, αθλητικός, πειστικός, σχετικά ανθρώπινος, στιβαρός, μοντέρνος αλλά και κλασικός. Ο τέλειος Μποντ για την επταετία 1995-2002 και, πιθανότατα, ο λόγος που το franchise επιβίωσε και μπήκε δυναμικά στον 21ο αιώνα.
Ο καλύτερος Μποντ ήταν ο Ντάνιελ Κρεγκ – να με συγχωρούν οι οπαδοί του (κυρίως είτε γυναίκες που για κάποιο μυστήριο λόγο τον βρίσκουν sexy είτε κριτικοί που καταλαβαίνουν ότι πάνε κόντρα στο ρεύμα όταν τον ανακηρύσσουν καλύτερο όλων), αλλά εδώ δεν μιλάμε απλά για τον χειρότερο Μποντ. Μιλάμε για τον πλέον ακατάλληλο. Ήταν καλές οι ταινίες; Ναι, σχεδόν όλες εξαιρετικές – αφενός γιατί τα budget ήταν υψηλότερα από ποτέ, αφετέρου διότι επιστρατεύτηκαν οι καλύτεροι σκηνοθέτες, ακριβώς γιατί η έλλειψη star power του πρωταγωνιστή γεννούσε ανασφάλεια! Μα δεν ήταν κακός ο Κρεγκ – όχι, ασφαλώς δεν ήταν. Ήταν ένα εξαιρετικός action hero που ανταγωνίστηκε επιτυχώς τους Jack Reacher, Jason Bourne & XXX και είναι ένας ηθοποιός με ικανότητες. Απλά δεν ήταν ποτέ Μποντ. Όποιος δεν το καταλαβαίνει αυτό, μάλλον δεν έχει δει τις ταινίες, δεν έχει διαβάσει τα βιβλία, δεν έχει μελετήσει την κουλτούρα – δικαίωμά του. Απλά η άποψή του δεν έχει βαρύτητα.
Νικητής: Πιρς Μπρόσναν
10 trivia για τον πράκτορα Τζέιμς Μποντ
- Υπολογίζεται ότι ένας στους πέντε κατοίκους του πλανήτη γη έχει δει έστω μία Bond ταινία στη ζωή του.
- Το 1964, το πιο επιτυχημένο παιδικό παιχνίδι σε πωλήσεις στη Μεγάλη Βρετανία ήταν μία μινιατούρα της Aston Martin DB5, όπως εμφανιζόταν στην ταινία «Goldfinger».
- Μετά το θάνατο του Ίαν Φλέμινγκ, περισσότερα από 35 μυθιστορήματα με ήρωα τον Τζέιμς Μποντ εκδόθηκαν, όλα με την έγκριση του Fleming Estate. Τα περισσότερα τα έγραψε ο Τζον Γκάρντνερ (16), τα δύο πιο πρόσφατα ο Άντονι Χόροβιτς.
- Στην πρώτη δημοπρασία του οίκου Christie’s, το 1998, αποκλειστικά με είδη (ρούχα, πόστερ, παιχνίδια, props) Bond, τα έσοδα από συλλέκτες από κάθε γωνιά του κόσμου ξεπέρασαν το μισό εκατομμύριο λίρες!
- To 1999, η MGM είχε ήδη εισπράξει 100 εκατομμύρια δολάρια από το «The World Is Not Enough» πριν καν προβληθεί η ταινία – όλα ήταν έσοδα από τοποθετήσεις επωνύμων προϊόντων!
- Ένας από τους κορυφαίους συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας, ο πολύς Raymond Chandler, είχε δηλώσει: «Ο Bond αντιπροσωπεύει όλα όσα θέλει να είναι κάθε άντρας».
- Μόνον μέχρι το 2012, 4.662 σφαίρες είχαν στραφεί προς τον Bond από τα όπλα των εχθρών του. Καμία δεν τον σκότωσε. Αντίθετα, ο ίδιος ο μυστικός πράκτορας της MI6 έχει εξοντώσει 597 αντιπάλους του – με το «No Time To Die» θα σπάσει το φράγμα των 600!
- Λαμβάνοντας υπόψη τον πληθωρισμό τα τελευταία 60 χρόνια, η πιο επιτυχημένη Bond ταινία ήταν το «Thunderball» (1965), με εισπράξεις, σε σημερινά δεδομένα, λίγο κάτω από 600 εκατομμύρια δολάρια!
- Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζον Φ. Κένεντι δήλωνε μέγας φαν των βιβλίων. Ως εκ τούτου, είχε κανονιστεί μία ειδική προβολή της ταινίας «From Russia With Love» στον Λευκό Οίκο στις 21 Νοεμβρίου του 1963. Ήταν η τελευταία ταινία που είδε στη ζωή του - την επόμενη μέρα δολοφονήθηκε στο Ντάλας.
- Η Aston Martin έχει δηλώσει πως ο Ντάνιελ Κρεγκ μπορεί ανά πάσα στιγμή να ζητήσει οποιοδήποτε μοντέλο αυτοκινήτου της για να πάει οπουδήποτε, χωρίς καμία χρέωση.
Τα τρία καλύτερα και τα τρία χειρότερα τραγούδια Bond
Τα χειρότερα
3. «Another Way To Die» – Alicia Keys & Jack White (2008) – Όλα λάθος: οι φωνές δεν ταιριάζουν, οι κιθάρες φαζάρουν δίχως λόγο και, το χειρότερο, πίσω από όλο αυτό το θόρυβο δεν κρύβεται απολύτως τίποτα: κανείς δεν έκανε τον κόπο να γράψει ένα υποτυπώδες, έστω, τραγούδι…
2. «Tomorrow Never Dies» – Sheryl Crow (1997) - Μία φωνή που έξω από το soft rock/country groove είναι αδύνατον να πατήσει σε απαιτητικές μελωδίες. Η Τάμτα θα το έλεγε καλύτερα.
1. «Writing’s On The Wall» – Sam Smith (2015) - H ντροπή των τραγουδιών Bond, και ο ίδιος ο ερμηνευτής το καταλαβαίνει σε κάθε στίχο που ψιθυρίζει στο μικρόφωνο.
Τα καλύτερα
3. «Diamonds Are Forever» - Shirley Bassey (1971) – Όλα όσα χαρακτηρίζουν ένα σπουδαίο Bond κομμάτι είναι εδώ: η στεντόρεια φωνή μίας μεγάλης ντίβας, η ανεπανάληπτη ενορχήστρωση του αξεπέραστου John Barry, οι παλαιομοδίτικοι στίχοι, η κατά παραγγελία μελωδία made to measure για να «πατήσουν» πάνω οι τίτλοι της αρχής…
2. «From Russia With Love» – Matt Monro (1963) – μπορεί η βρετανική απάντηση στο Φρανκ Σινάτρα να μην ήταν ακριβώς σούπερ σταρ, πλην όμως η προσέγγισή του εδώ σε μία από τις καλύτερες μελωδίες που συνέθεσε ποτέ ο John Barry είναι αψεγάδιαστη. Ακόμα και η μπαλαλάικα καταφέρνει να μην ακούγεται τουριστική. Έπος!
1. «Spectre» - Radiohead (2015) - Όχι μόνον οι παραγωγοί του «Spectre» επέλεξαν το χειρότερο Bond τραγούδι στην ιστορία (Sam Smith) αλλά πρώτα φρόντισαν να… απορρίψουν το καλύτερο! Ένα από τα ελάχιστα τρίλεπτα κομμάτια των Radiohead, και το πρώτο που κυκλοφόρησαν το 2015 έπειτα από 4,5 χρόνια αδράνειας, το κομμάτι, παρόλο που θα έδενε τέλεια με τους τίτλους (μπορείτε να δείτε εδώ ένα ενδεικτικό μοντάζ) κρίθηκε, ένας Θεός ξέρει με τι κριτήρια, ακατάλληλο, και δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ. Απλά αριστούργημα…
Οι τρεις καλύτερες και οι τρεις χειρότερες ταινίες Bond
Οι χειρότερες
3. «License To Kill» (1989) – ωραία η ιδέα να στερηθεί ο 007 της άδειας να σκοτώνει, ευπρόσδεκτη η στροφή σε πιο προσωπικούς όρκους εκδίκησης, ενδιαφέρουσα η απόπειρα να γίνει όλο το στόρι πιο σκοτεινό και αληθοφανές, πλην όμως… ακόμα και ένας αγνώριστος νεαρός ονόματι Μπενίσιο Ντελ Τόρο στο ρόλο του κακού, είναι μία καρικατούρα. Καλή σύλληψη, κάκιστη εκτέλεση.
2. «Quantum Of Solace» (2008) – κι αν δεν είναι η δεύτερη χειρότερη είναι σίγουρα η πιο αδιάφορη από όλες. Κανείς δεν θυμάται πώς βρέθηκε ο Bond σε κάποια έρημο, πώς έλεγαν τον κοντούλη Γάλλο που έπαιζε τον κακό και πώς κατάφερε ένα από τα πιο όμορφα Bond girls, η Ουκρανή Olga Kurylenko, να περάσει τόσο ανεκμετάλλευτο.
1. «Moonraker» (1979) – μπορεί στην εποχή του να θεωρήθηκε επιτυχημένο εμπορικά, πλην όμως είναι, σήμερα, ό,τι πιο παρωχημένο μπορεί να φανταστεί κανείς. Βασικά, δεν βλέπεται, ούτε ως spy movie ούτε ως space flick.
Οι καλύτερες
3. «Spectre» (2015) – σημειώστε δύο λέξεις: Σαμ Μέντες. Ο σπουδαιότερος σκηνοθέτης που ανέλαβε ποτέ να γυρίσει ταινία Μποντ είναι και ο λόγος που όλα όσα βλέπουμε είναι μαγικά από το πρώτο μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο. Ο αντίλογος, βέβαια, πως θα ήταν μία ακόμα καλύτερη ταινία αν δεν είχε σχέση με τον 007 έχει βάσιμα επιχειρήματα…
2. «On Her Majesty’s Secret Service» (1969) – το καλύτερο Bond girl (Νταϊάνα Ριγκ), ο καλύτερος κακός (Τέλης Σαββάλας), το καλύτερο score (John Barry), η πιο πλούσια πλοκή (γάμοι, κλάματα, κηδείες, το τάγμα των Angels Of Death) και bonus o Louis Armstong στο μοναδικό τραγούδι Bond που δεν ακούγεται στην αρχή ή στο τέλος της ταινίας παρά μόνον στη μέση!
1. «Goldfinger» (1964) – το πείραμα του «Dr. No» είχε στεφθεί με επιτυχία και πλέον όλοι οι εμπλεκόμενοι ένιωθαν ότι είχαν στα χέρια τους μία πιθανή παρακαταθήκη για το μέλλον. Τα αρχετυπικά Bond κλισέ που λατρέψαμε καταθέτουν διαπιστευτήρια από τις πρώτες σκηνές και όλα, από τα gadgets μέχρι τους χαρακτηριστικούς διαλόγους, λειτουργούν ρολόι.
Το κείμενο αυτό γράφτηκε συνοδεία του συλλεκτικού Blackwell Fine Jamaican Rum – 007. Πρόκειται για ένα περιορισμένης παραγωγής ρούμι από τη Τζαμάικα που εμφιαλώνει ο σημερινός ιδιοκτήτης της έπαυλης Golden Eye, ο περίφημος Chris Blackwell (ιδρυτής της δισκογραφικής εταιρείας Island).