- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Σον Κόνερι: ο πιο cool άντρας στον πλανήτη και η ζωή του
Πάντα ενέπνεε ηρεμία, σοβαρότητα, κύρος αλλά ταυτόχρονα υπήρχε και εκείνο το μισό χαμόγελό του που ανέτρεπε τα πάντα
Σον Κόνερι: Οι φιλίες του στην Ελλάδα, η απαγγελία της Ιθάκης, οι ταινίες του, οι γυναίκες που αγάπησε, κι όλη η ζωή του πρώτου, αγαπημένου Τζέιμς Μποντ.
Τότε που ο κινηματογράφος ονομαζόταν «ασημένια οθόνη»
Το βλέμμα του ήταν λαμπερό και σπινθηροβόλο, ένα ζεστό, αντρικό αγκάλιασμα, σκούρο, επιβλητικό αλλά και παιχνιδιάρικο. Με αυτό το βλέμμα μπορούσε να σκοτώσει (είχε άλλωστε την άδεια από τη βασίλισσα να το κάνει), να καθηλώσει, να γδύσει, να ειρωνευτεί, να πει μία ατάκα που θα έμενε κλασική ή θα έκανε τον εκάστοτε villain να εκραγεί, κυριολεκτικά ή από τα νεύρα του. Ο ίδιος έδειχνε να μη θυμώνει ποτέ του. Είτε ήταν ο James Bond, είτε ο Βασιλιάς Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος, είτε ο μουστακοφόρος Ζαρντόζ ντυμένος με νυφικό στα παρασκήνια των γυρισμάτων, είτε ο αγαπημένος όλων Sir Sean Connery ντυμένος με το αγαπημένο του κιλτ, πάντα ενέπνεε ηρεμία, σοβαρότητα, κύρος αλλά ταυτόχρονα υπήρχε και εκείνο το μισό χαμόγελό του που ανέτρεπε τα πάντα, κάθε σοβαροφάνεια και πόζα (των άλλων) και έκανε την πιο δολοφονική περιπέτεια της ψυχροπολεμικής περιόδου να μοιάζει με ένα παιχνίδι επάνω σε πράσινη τσόχα.
Έτσι, έγινε ο ορισμός του cool και αυτό δεν αμφισβητήθηκε ποτέ, από την εποχή του πρώτου James Bond (Dr. No) του 1962, μέχρι το Σάββατο 31 Οκτωβρίου του 2020 που ο Sean Connery έφυγε από τη ζωή ήσυχα, σε ηλικία 90 ετών, την ώρα που κοιμόταν. Ακόμα και η “έξοδός του” από τη σκηνή έγινε με στιλ, ευγένεια και χιούμορ (είχε αποσυρθεί στις Μπαχάμες). Επί 60 τουλάχιστον χρόνια ήταν ο άντρας που δεν έχασε ποτέ το στιλ του αλλά και την ουσία της προσωπικότητάς του, όσο κι αν άλλαξαν τα στερεότυπα, τα πρότυπα, οι μόδες και τα ήθη. Όσες διαμάχες έγιναν σε μπαρ και σε λίβινγκ ρουμ όλου του κόσμου για το ποιος ήταν ο καλύτερος Bond-James Bond, όλοι στο τέλος συμφωνούσαν ότι σαν τον Connery δεν ήταν κανείς. Ο Sean Connery ήταν ο ψύχραιμος, ευθυτενής, κομψός άντρας που, αν χρειαζόταν μπορεί να τσαλάκωνε το bespoke κοστούμι του αλλά με την ίδια άνεση μπορεί και να τον έπαιρνε ο ύπνος σε μία πάνινη σεζλόνγκ σε ένα ντεκ, δίπλα σε άδεια μπουκάλια μπίρας. Άναβε το τσιγάρο του σαν να ανατίναζε μία Άστον Μάρτιν, ένα απλό κλινγκ του αναπτήρα του έκανε το μαρτίνι του να ταράζεται ελαφρά, ακριβώς όσο shaken, not stirred ήθελε ο ίδιος.
Και τις γυναίκες όλου του κόσμου να αναριγούν.
Ναι, ήταν όλοι ερωτευμένοι μαζί του - με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο. Ο Sean Connery ίσως ντυμένος ήταν πιο σέξι από γυμνός και, μάλιστα, ντυμένος με το παραδοσιακό κιλτ της πατρίδας του, της Σκωτίας (είναι γνωστή η απάντηση που έδωσε σε μία λιγωμένη κυρία που τον ρώτησε, σε μία τοπική εκδήλωση, τι φοράει κάτω από τη φούστα και εκείνος της απάντησε φυσικά “τίποτα”) κάνοντας ακαριαία το κιλτ, ερωτικό φετίχ. Από poster boy των γυμναστηρίων της δεκαετίας του ‘50 μέχρι τη θαλπωρή της πατρικής φιγούρας που προσέφερε η εικόνα του, ο Connery ήταν ερωτικό ίνδαλμα ενώ ο ίδιος, κάθε άλλο παρά “σκανδαλώδη” ερωτική ζωή είχε. Η βαριά, βαρύτονου φωνή του και η μοναδική του εκφορά λόγου, καθαρά αγγλικά θεατρικής εκπαίδευσης με ανεπαίσθητη σκωτσέζικη προφορά και το απαράμιλλο παχύ σίγμα του -το sh- έκαναν κάθε φράση του να ακούγεται σαν ρητό ειπωμένο μέσα σε οξφορδιανή βιβλιοθήκη.
Ακόμα και το R.I.P. που έγραψαν πολλοί με την είδηση του θανάτου του, ήταν Resht in peash.
«Κάποιοι γερνάνε. Άλλοι ωριμάζουν»
O Sean Connery που έγινε γνωστός ως ο πρώτος κινηματογραφικός ήρωας James Bond – Πράκτωρ 007 και είχε παίξει στις επτά πρώτες ταινίες της σειράς, είχε αποσυρθεί τον τελευταίο καιρό στις Μπαχάμες με τα αγαπημένα πρόσωπα της οικογένειάς του “επειδή δεν ένοιωθε πολύ καλά”. Ο γιός του, Jason Connery, δήλωσε ότι πέθανε ήσυχα στον ύπνο του το πρωί του Σαββάτου 31/10/2020.
Στις 25 Αυγούστου 2020 είχε γιορτάσει τα 90ά του γενέθλια, ο άνθρωπος που απολάμβανε την ηλικία του σε κάθε φάση της, κάτι που φαινόταν όχι μόνο από τη στάση της ζωής του αλλά και από τους κινηματογραφικούς ρόλους που επέλεγε -με κυρίαρχο τον πατέρα του Indiana Jones, τον καθηγητή Henry Jones τον Πρεσβύτερο, στην τρίτη κινηματογραφική συνέχεια της σειράς, Indiana Jones and the Last Crusade, το 1989. Μία πατρική φιγούρα με αγάπη για τη ζωή, με μυαλό και δύναμη, εξοικειωμένος με την ιδέα του θανάτου με το ίδιο πνεύμα που αντιμετωπίζει τον σκοπό της ζωής του, το γιό του και τους συντρόφους του. Όπως έγινε και στην ταινία The Untouchables (1988) με τον ρόλο του βετεράνου Ιρλανδο-αμερικάνου αξιωματικού της αστυνομίας Jim Malone που του χάρισε και το Oscar Β’ Αντρικού Ρόλου.
Σε μία συνέντευξή του είχε πει: “H πρώτη μου μεγάλη επιτυχία ήταν όταν ήμουν πέντε χρονών. Μού πήρε εβδομήντα χρόνια για να το καταλάβω. Γιατί, βλέπετε, στα πέντε μου πρωτοέμαθα να διαβάζω. Είναι τόσο απλό και τόσο βαθύ”.
Ο ίδιος που είπε “Κάποιοι γερνάνε. Άλλοι ωριμάζουν”.
Ο νεαρός Sean
Γεννήθηκε στο Fountainbridge στην περιοχή του Εδιμβούργου, σε φτωχική οικογένεια. Η μητέρα του ήταν οικιακή βοηθός και ο πατέρας του, ο οποίος είχε ιρλανδική καταγωγή, ήταν εργάτης σε εργοστάσιο και οδηγός φορτηγού. Ο Thomas - Sean είχε έναν μικρότερο αδερφό, τον Neil. Από μικρός προτιμούσε να τον φωνάζουνε Sean παρά "Tommy" όπως έκαναν όλοι. Έτσι κι αλλιώς όμως, το Tommy ξεχάστηκε καθώς ο μικρός Sean, από την ηλικία των 12 άρχισε να έχει μία εντυπωσιακή ανάπτυξη φτάνοντας ήδη στο ύψος που θα διατηρούσε σε όλη του τη ζωή: ήταν 1,88. Διόλου παράξενο που οι συμμαθητές του στο γυμνάσιο τον φώναζαν πλέον “ο Μεγάλος Ταμ” όπως και το ότι, στα 14 του, σύμφωνα με δική του ομολογία, ο Sean έκανε έρωτα για πρώτη φορά με μία μεγαλύτερή του γυναίκα με στρατιωτική στολή (μόλις είχε τελειώσει ο πόλεμος).
Εργατικό και δυνατό παιδί, ξεκίνησε δουλεύοντας σαν γαλατάς στο Εδιμβούργο. Μάλιστα, σε κάποια συνέντευξή του, δήλωσε ότι πολλά χρόνια αργότερα, όταν είχε πάει στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Εδιμβούργου, ο οδηγός του ταξί που τον μετέφερε είχε εντυπωσιαστεί γιατί ο Sean ήξερε απέξω όλους τους δρόμους της πόλης. “Τους ξέρω γιατί μικρός, μοίραζα γάλα εδώ σε αυτή την περιοχή” του είπε ο Sean. “Α, μπράβο. Και με τι ασχολείσαι τώρα;” του απάντησε ο ταξιτζής.
Το 1946, στα 16 του, ο Connery κατατάσσεται στο Βασιλικό Ναυτικό όπου και κάνει δύο τατουάζ στο κορμί του, όταν ακόμα το “τατού” δεν ήταν μία επιπόλαια μόδα, όπως γράφει και στην επίσημη ιστοσελίδα του. “Τα τατουάζ μου αντιπροσωπεύουν τις δύο μεγάλες αγάπες της ζωής μου: την οικογένειά μου και την Σκωτία”. Αυτό της οικογένειάς του γράφει “Μum and Dad” και το άλλο, το πατριωτικό, γράφει “Scotland Forever". Ήταν σαν να μας έλεγε “θα σέβεστε”.
Έκανε σκληρή εκπαίδευση στη σχολή του Πυροβολικού Ναυτικού και σαν πλήρωμα αντιαεροπορικού και αργότερα πήρε τον βαθμό αξιωματικού αεροπλανοφόρου του Βασιλικού Ναυτικού. Στα 19 του όμως απολύθηκε από το ναυτικό για ιατρικούς λόγους (είχε έλκος του δωδεκαδακτύλου, μια πάθηση από την οποία υπέφεραν πολλοί από τους άντρες της οικογένειάς του).
Η ζωή συνεχίστηκε με τον Sean να αλλάζει επαγγέλματα. Και πάλι γαλατάς, μετά οδηγός φορτηγού, μετά ναυαγοσώστης σε παραλία λουομένων στο Πορτομπέλο, μετά μοντέλο στην τάξη εικαστικών στο Κολλέγιο Καλών Τεχνών του Εδιμβούργου ακόμα και υπάλληλος σε γραφείο κηδειών έγινε, με ειδικότητα να γυαλίζει τα φέρετρα, μετά μάλιστα από πρόταση του πρώην Μίστερ Σκωτία, του Άρτσι Μπρέναν. Ήταν η εποχή που η νέα μεταπολεμική γενιά άρχιζε να ζει καλύτερα, να δουλεύει σκληρά, να αναπτύσσεται σωματικά, να αρχίζει το “ωραίο” να απομακρύνει τον ζόφο του πολέμου. Τα αγόρια πήγαιναν σε γυμναστήρια και φωτογραφίζονταν για τα πολύ δημοφιλή τότε, περιοδικά μπόντι μπίλντινγκ -αντίστοιχα τα κορίτσια άρχιζαν να τρέχουν σε διαγωνισμούς ομορφιάς που ξεφύτρωναν παντού. Η λέξη-κλειδί είναι: τα περιοδικά που έμπαιναν στη χρυσή εποχή τους.
Ο Sean κέρδιζε 15 σελίνια την ώρα ως μοντέλο και γινόταν όλο και πιο περιζήτητος. Ένας καλλιτέχνης, ο Ρίτσαρντ Ντεμάρκο, που ως σπουδαστής είχε ζωγραφίσει πολλά πορτρέτα του νεαρού Connery, τον περιγράφει ως “πολύ στρέιτ, κάπως ντροπαλό, πολύ -μα πολύ- όμορφο, δεν περιγράφεται, κυριολεκτικά ένας Άδωνις.” Σύντομα θα έκανε την ίδια διαπίστωση και ο υπόλοιπος κόσμος.
Ο Connery άρχισε το μπόντι μπίλντινγκ στα 18 και μάλιστα είχε για προπονητή του έναν πρώην γυμναστή του Βρετανικού Στρατού. Το επίσημο site του Connery λέει ότι βγήκε τρίτος στον διαγωνισμό Mr. Universe του 1950 αλλά γρήγορα έχασε το ενδιαφέρον του για το άθλημα -και στράφηκε στο ποδόσφαιρο.
Στο οποίο ήταν φυσικά αστέρι, από τα παιδικά του χρόνια. Παίζοντας σε διάφορες μικρές, τοπικές ομάδες, τον πρόσεξε ο μάνατζερ της Manchester United και του πρόσφερε ένα συμβόλαιο για 25 λίρες την εβδομάδα (περίπου 800 ευρώ με σημερινές τιμές). Ο Connery έλεγε ότι αρνήθηκε, παρά τη δελεαστική προσφορά, γιατί “Κατάλαβα ότι ένας τοπ ποδοσφαιριστής μέχρι τα 30 του θα έχει ξοφλήσει, κι εγώ ήμουν ήδη 23. Γι’ αυτό και αποφάσισα να γίνω ηθοποιός, κάτι που αποδείχτηκε ότι ήταν μία από τις πιο έξυπνες κινήσεις μου.”
Ο δρόμος προς τη δόξα
Ανάμεσα στις άλλες περιστασιακές δουλειές που έκανε, ήταν και βοηθός παρασκηνίων στο King's Theatre στα τέλη του 1951 και, βλέποντας τον κόσμο του θεάτρου, άρχισε να μαγεύεται. Το 1953, σε έναν διαγωνισμό μπόντι μπίλντινγκ κάποιος ανέφερε ότι γίνονται ακροάσεις για το μιούζικαλ South Pacific και ο Sean έτρεξε – και κατάφερε να κερδίσει έναν μικρό ρόλο σαν ένα από τα αγόρια του χορού. Όμως τον πρόσεξαν. Και όσο η παράσταση περιόδευε, τόσο ο ρόλος του Sean μεγάλωνε, μαζί και το ημερομίσθιό του. Όταν πια το South Pacific επέστρεψε την επόμενη χρονιά μετά από τεράστια επιτυχία, ο Sean είχε ήδη έναν από τους πρωταγωνιστικούς ρόλους, αυτόν του Υπολοχαγού Μπαζ Άνταμς.
Υπάρχει μία ιστορία που συνέβη εκείνη την περίοδο και έκανε τον Sean να αποκτήσει μεγάλο ρισπέκτ στην περιοχή του Εδιμβούργου: εξαιτίας της επιτυχίας του, τον έβαλε στο μάτι η πιο βίαιη από τις συμμορίες του κέντρου, οι οποίοι τον πλησίασαν σε ένα μπιλιαρδάδικο και προσπάθησαν να του κλέψουν το τζάκετ. Ο Sean τους απέτρεψε αλλά αργότερα, οι 6 της συμμορίας τον ακολούθησαν και τον απέκλεισαν σε μία ταράτσα. Εκεί, ο Sean έδειξε για πρώτη φορά τον “007” που έκρυβε μέσα του. Κατάφερε και τους αντιμετώπισε όλους με κινηματογραφική δεξιοτεχνία και αμέσως η είδηση κυκλοφόρησε στην πόλη. Το νέο του όνομα ήταν “ο σκληρός”.
Ένας από τους αγαπημένους φίλους του Sean Connery ήταν ο Michael Caine με τον οποίο γνωρίστηκαν σε ένα πάρτι του South Pacific το 1954. Αυτός, καθώς και ο αμερικάνος ηθοποιός Robert Henderson ο οποίος του δάνεισε να διαβάσει θεατρικά έργα του Ερίκου Ίμπσεν και αργότερα Μαρσέλ Προυστ, Λέοντα Τολστρόι, Ιβάν Τουργκένιεφ, Μπέρναρ Σο και Ουίλιαμ Σέξπιρ του ξύπνησαν το ενδιαφέρον για το θέατρο και τον παρότρυναν να κάνει μαθήματα υποκριτικής τέχνης ενώ παράλληλα άρχισε να παίρνει μικρούς ρόλους και σε πιο σοβαρές σκηνές του Λονδίνου.
Η ζωή του ηθοποιού όμως, ως γνωστό, είναι σκληρή. Ο Sean έπαιζε στο θέατρο και παράλληλα έκανε μπέιμπι σίτινγκ στο μωρό του δημοσιογράφου Πίτερ Νομπλ και της ηθοποιού γυναίκας του, Μάριαν. Στο σπίτι των Νομπλ συνάντησε πρώτη φορά τον Connery η ηθοποιός του Χόλιγουντ, Shelley Winters, η οποία αργότερα τον περιέγραψε ως “έναν από τους πιο ψηλούς και πιο όμορφους, αρρενωπούς Σκωτσέζους που είχε δει ποτέ της”. Η Shelley, όπως λένε, πέρασε πολλά βράδια μαζί με τους δύο αδερφούς Connery πίνοντας μπίρες και λέγοντας αστεία. Διότι οι ηθοποιοί μπορεί να ζορίζονται αλλά αγαπούν τη ζωή, τη χαρά και ναι, αυτό κάνει ακόμα περισσότερους ρόλους να έρχονται. Αναγνωρίζονται αναμεταξύ τους. Ανήκουν σε μία όμορφη, τρελή, άγρια ράτσα.
Η γνωριμία με τον Μίνω Βολανάκη
Ο Έλληνας σκηνοθέτης Μίνως Βολανάκης, κατά μία φήμη η οποία και κατά κάποιον τρόπο είναι αληθινή, είναι εκείνος που “ανακάλυψε” τον Sean Connery και τον έβαλε στο σοβαρό θέατρο. Ο Βολανάκης, το φθινόπωρο του 1954, έχοντας ήδη αρχίσει καριέρα στην Αθήνα, πηγαίνει με υποτροφία του Βρετανικού Συμβουλίου για μαθήματα σκηνοθεσίας στο Central School of Speech and Drama του Λονδίνου. Ήταν πραγματικά μία εποχή που συνέβαιναν πράγματα και ζυμώσεις. Ο μεγάλος Άγγλος σκηνοθέτης Tyrone Guthrie παίρνει βοηθό τον Βολανάκη και μέσα σε δύο χρόνια καταφέρνει να γίνει όνομα στο Λονδίνο και να σκηνοθετεί σπουδαία έργα τα οποία γνώριζαν μεγάλη επιτυχία. Ο Βολανάκης, πειραματιζόμενος, αναζητώντας ολοένα νέους ηθοποιούς ακόμα και για διεθνείς παραγωγές, αλλά και για μια σειρά από πετυχημένες προσπάθειες αναβίωσης του κλασικού ελληνικού θεάτρου στην αγγλική σκηνή, βρέθηκε κάποια στιγμή και μπροστά στον Sean. Και μαγεύτηκε. Ήταν αυτό το είδος έρωτα που λένε ότι προκαλούσε ο Connery. Στο επόμενο έργο που μετέφρασε και σκηνοθέτησε ο Έλληνας σκηνοθέτης, στις Βάκχες, του 1959, ο Sean Connery ερμήνευσε τον Πενθέα.
Μία μεγάλη φιλία αναπτύχθηκε ανάμεσα στους δύο άντρες. Ο Βολανάκης μάλιστα σχεδίαζε να γυρίσει την κινηματογραφική Μήδεια για λογαριασμό της Φίνος Φιλμς και ήθελε τον ρόλο του Ιάσονα να τον υποδυθεί ο Connery. Η ταινία ποτέ δεν έγινε αλλά ο Βολανάκης βάφτισε τον γιό του Sean Connery με την πρώτη του γυναίκα, την Αυστραλή ηθοποιό Diane Cilento και του έδωσε το όνομα Jason / Ιάσονας.
Από τον Αισχύλο στον Καβάφη
Ο Sean Connery αγαπούσε την Ελλάδα. Μάλιστα, σύμφωνα με την Wikipedia, είχε μία βίλα στο Κρανίδι.
Το 2004, ο Sean Connery είχε απαγγείλει με τη χαρακτηριστική του φωνή, το βάθος και τη στόφα του, το ποίημα “Ιθάκη” του Κωνσταντίνου Π. Καβάφη με μουσική επένδυση του μουσικοσυνθέτη και καλού του φίλου, Βαγγέλη Παπαθανασίου.
Ο Vangelis και ο Sean Connery όπως είχαν δηλώσει σε πολλές συνεντεύξεις τους το 2001, ήθελαν να κάνουν την παραγωγή σε ένα φιλμ σχετικά με το πρόσωπο που τους γοήτευε και τους δύο εξίσου: τον Σωκράτη τον φιλόσοφο. Η ταινία δεν έγινε αλλά προχώρησε αυτή η συνεργασία τους, η απαγγελία της “Ιθάκης” με τη μουσική του Βαγγέλη Παπαθανασίου.
Το CD "Ithaca" είχε κυκλοφορήσει ως συνοδευτικό του βιβλίου "A Journey in Colour" της συζύγου του Sean Connery, της Micheline Roquebrune Connery, το οποίο περιελάμβανε έργα ζωγραφικής της (εκδόσεις Αθηναΐς). Όλα τα έσοδα και τα δικαιώματα του Sean Connery, της Micheline Roquebrune και του Βαγγέλη Παπαθανασίου από τις πωλήσεις του βιβλίου και του CD, είχαν διατεθεί στον φιλανθρωπικό σύλλογο “Οι φίλοι του παιδιού”.
Ο Connery είχε πει για το ποίημα του Καβάφη:
“Είναι μια υπέροχη ιστορία, από τις ωραιότερες που έχω συναντήσει και κάτι πολύ διαφορετικό απ’ ό,τι έχω διαβάσει. Ο Καβάφης είναι σοφός και απλός, που είναι ο καλύτερος τρόπος να ακολουθεί κανείς και να απευθύνεται πραγματικά στον κόσμο”.
«Θα αρέσει στις γυναίκες»
Το 1957 πήρε τον πρώτο του πρωταγωνιστικό ρόλο στο Blood Money, μία παραγωγή του BBC όπου υποδυόταν έναν πυγμάχο που βρίσκεται σε παρακμή, ριμέικ της ταινίας που είχε κάνει επιτυχία στην Αμερική με τον θρύλο του Χόλιγουντ, τον Jack Palance και ο οποίος επρόκειτο να παίξει και στην εκδοχή του BBC. “Επρόκειτο” γιατί ο σταρ δεν ήθελε να ταξιδέψει μέχρι το Λονδίνο και τότε, μίλησε η γυναίκα του παραγωγού και πρότεινε τον Sean. “Πάρ’τον”είπε, “θα αρέσει στις γυναίκες”.
Ο επόμενος μεγάλος του μεγάλος ρόλος ήταν σε ένα ερωτικό μελόδραμα, το Another Time, Another Place, του 1958, όπου υποδύθηκε έναν Βρετανό ρεπόρτερ που βρίσκεται ως τρίτο πρόσωπο ανάμεσα στη σχέση Lana Turner με τον Barry Sullivan. Την εποχή εκείνη η Turner είχε για φίλο έναν σκληρό και παθολογικά ζηλιάρη γκάνγκστερ, τον Τζόνι Στομπανάτο, ο οποίος όταν πήγε από το Λος Άντζελες στο Λονδίνο για να την επισκεφθεί στα γυρίσματα της ταινίας, αποφάσισε ότι η Lana είχε ερωτευθεί τον Sean κι έτσι μπούκαρε στο πλατώ έχοντας ένα πιστόλι στραμμένο επάνω στον Connery. Ο “σκληρός”μας και πάλι βγήκε νικητής αφού με μία κίνηση τον αφόπλισε και τον έριξε με την πλάτη στο πάτωμα. Στη συνέχεια, δύο πράκτορες της Σκότλαντ Γιάρντ πήραν σηκωτό τον Σταμπονάτο και τον συνόδευσαν στο αεροδρόμιο, συμβουλεύοντάς τον να μην ξαναγυρίσει στην Αγγλία. Για λίγο καιρό μετά, ο Connery, είχε πει ότι έπαιρνε απειλητικά μηνύματα από τη συμμορία του Σταμπονάτο.
Bond. James Bond.
Η Μεγάλη Βρετανία ήταν στην ουσία αυτή που ανακήρυξε επίσημο ήρωά της τον Sean Connery, ή μάλλον τον Μυστικό Πράκτορα James Bond με τον κωδικό αριθμό 007. Ένας μύθος που ξεπέρασε τον κινηματογράφο και έγινε λαϊκός ήρωας, pulp fiction, όνομα που έπαιζε από την αστυνομική λογοτεχνία του Ian Fleming μέχρι τα σινεμά με ένα σεντόνι για οθόνη προβολής στα καφενεία των ελληνικών χωριών – double bill με ταινίες του Βέγγου Θου-Βου Ο Φαλακρός Πράκτωρ 000. Τι ήταν αυτό που έλαμπε στα μάτια των θεατών όλου του κόσμου; Η λάμψη μίας κραταιάς δύναμης που εξουσιοδοτεί τον ωραιότερο άντρα του κόσμου να σκοτώνει με πιστόλι “μέγκλα” (κουτσαβάκικος όρος για το “made in England”), να κουβαλάει περίεργα μικρο-μηχανήματα στο πέτο του σακακιού του και στο τακούνι του παπουτσιού του, να φιλάει κορίτσια με μπικίνι την ώρα που οδηγεί ιπτάμενα αυτοκίνητα και υποβρύχιες μηχανές, να έχει πάντα το σωστό ποτό και το σωστό κοστούμι εκεί που το χρειάζεται και, το κυριότερο, να είναι Ευρωπαίος.
Τα πρώτα πέντε φιλμ του James Bond με τον Sean Connery ήταν Dr. No (1962), Από τη Ρωσία με αγάπη (1963), Χρυσοδάκτυλος (1964), Thunderball (1965), και Ζεις μονάχα δυό φορές (1967) – και μετά πάλι στα Διαμάντια είναι παντοτινά (1971) και Ποτέ μη λες ποτέ (1983). Τεράστιες επιτυχίες και τα επτά φιλμς που έβγαζαν ακόμα και μουσικές επιτυχίες στα τσαρτς για το κάθε τραγούδι που ακουγόταν στους τίτλους.
Ακόμα και το Κινηματογραφικό Ινστιτούτο της Αμερικής, δέχθηκε συγκαταβατικά και ανακήρυξε τον Bond του Connery σαν τον τρίτο μεγαλύτερο ήρωα στην ιστορία του κινηματογράφου.
Η επιλογή του Connery για τον ρόλο του James Bond οφείλεται (και πάλι) σε μία γυναίκα, την Dana Broccoli, σύζυγο του παραγωγού Albert "Cubby" Broccoli η οποία επέμενε για αυτόν (μερικοί από τους άλλους υποψήφιους για τον ρόλο ήταν ο Richard Burton, ο Cary Grant και ο Rex Harrison). Αλλά και ο δημιουργός του James Bond, ο συγγραφέας Ian Fleming, αρχικά δεν ήθελε καθόλου τον Connery λέγοντας, "Δεν είναι αυτό που έχω οραματιστεί ότι μοιάζει ο James Bond. Ψάχνω για τον Κυβερνήτη Bond και όχι έναν υπερμεγέθη κασκαντέρ”. Με άλλα λόγια τον ήθελε πιο λεπτεπίλεπτο. Μιά ΑΛΛΗ γυναίκα και πάλι, η φίλη του Fleming, η Blanche Blackwell του απάντησε ότι ο Connery έχει ακριβώς τη σεξουαλική αύρα που χρειάζεται ο ρόλος. Προφανώς η πειθώς της δούλεψε και ο Fleming, μετά την πρεμιέρα του Dr. No δήλωσε ενθουσιασμένος, τόσο που στο επόμενο βιβλίο του με ήρωα τον Bond, το Ζεις μονάχα δυό φορές, έδωσε στον Bond την σκωτσέζικη καταγωγή του Connery, γράφοντας ότι ο πατέρας του Bond ήταν από τα Highlands και ταυτίζοντας έτσι για πάντα, το όνομα με το πρόσωπο.
Η φινέτσα του Bond όμως, οφείλεται και σε ένα άλλο πρόσωπο: τον σκηνοθέτη Terence Young ο οποίος βοήθησε τον Sean Connery να στιλιζάρει και να δουλέψει τις κομψές του, δυναμικές, κοφτές αλλά και χαλαρές κινήσεις. Η Lois Maxwell, η ηθοποιός που έπαιζε την Miss Moneypenny, έλεγε ότι "ο Terence πήρε τον Sean υπό την προστασία του. Τον πήγαινε σε καλά εστιατόρια για δείπνο, του έδειχνε πώς να περπατάει, πώς να μιλάει, ακόμα και πώς να τρώει." Ο μέντορας πέτυχε. Μετά την πρεμιέρα του Δόκτορος Νο, ο Sean Connery άρχισε να παίρνει χιλιάδες γράμματα από θαυμαστές. Έγινε σύμβολο του σεξ μέσα σε μία νύχτα – και από έναν τίτλο ταινίας που έχει μέσα του τη λέξη “Όχι”.
Αρκετά όμως με τον Bond
O Connery δεν ήταν αγνώμων αλλά η ιστορία με τον Bond άρχισε να τον πνίγει σαν ηθοποιό αλλά και σαν άνθρωπο. Έλεγε πολύ συχνά ότι “θα ήθελε να τον σκοτώσει αυτόν τον Bond”. Ο καλός φίλος του, ο Michael Caine είχε πει ότι “Αν ήσουν φίλος του Sean εκείνη την πρώτη εποχή του Bond δεν έπρεπε να αναφέρεις καθόλου αυτό το θέμα. Ήταν, είναι και θα είναι καλύτερος ηθοποιός από τον ρόλο του James Bond. Τον ενοχλεί που περπατάει στο δρόμο και ο κόσμος φωνάζει, κοιτάξτε! Κοιτάξτε! Αυτός είναι ο James Bond!"
Κι έτσι, παράλληλα με τον Bond, ο Connery έπαιξε και σε μία από τις πολύ καλές ταινίες του Alfred Hitchcock, την Marnie (1964) δίπλα στην Tippi Hedren (άσχετο: μαμά της Melanie Griffith και γιαγιά της Dakota Johnson) και στο The Hill του Sidney Lumet (1965) το οποίο, αν και δεν ήταν ιδιαίτερη εμπορική επιτυχία, πήρε το βραβείο Καλύτερο Σεναρίου στο φεστιβάλ των Καννών εκείνης της χρονιάς.
Μία από τις ωραιότερες ταινίες του Sean Connery είναι Ο Άνθρωπος που θα γινόταν Βασιλιάς, του 1975, βασισμένη στο βιβλίο του Rudyard Kipling, σε σκηνοθεσία του μεγάλου John Huston (άσχετο: μπαμπά της Angelica και πρώην πεθερού του Jack Nicholson) στην οποία συμπρωταγωνιστούσε μαζί με τον Michael Caine. Και οι δύο ηθοποιοί ομολογούσαν ότι αυτή ήταν η αγαπημένη τους ταινία.
Εκείνη περίπου την περίοδο, αρχίζοντας η χρυσή ωριμότητα του Sean Connery, αρχίζουν να έρχονται και οι ρόλοι – πατρική φιγούρα και οι ρόλοι βασιλιά, όπως στο The Wind and the Lion, στο Robin and Marian όπου υποδύθηκε τον μεσήλικα Ρομπέν των Δασών και η Audrey Hepburn την αγαπημένη του Maid Marian που ύμνησαν οι κριτικοί.
Τον Οκτώβριο του 1983, μετά από αρκετά μεγάλο ποσό που πλήρωσε σε φόρους στο Ισπανικό κράτος εξαιτίας μίας αγοραπωλησίας γης, ο Connery δέχθηκε για μία μεγάλη αμοιβή να “ξαναζήσει μία φορά” τον ρόλο του μεσήλικα πλέον James Bond στο Ποτέ μη λες ποτέ – ένα χαριτωμένο σχόλιο που είχε κάνει η γυναίκα του όταν της είχε πει ότι δεν πρόκειται να ξαναπαίξει τον Bond στη ζωή του. Η ταινία δεν είχε πάει πολύ καλά εμπορικά, υπήρξαν πολλές αναποδιές στα γυρίσματα, ακόμα και τον καρπό του είχε σπάσει ο Connery την ώρα που του δίδασκε μία χορογραφία μάχης ο (γνωστός) Steven Seagal.
Ο Connery απογοητευμένος, θυμωμένος, κουρασμένος, δεν έκανε ταινίες για δύο χρόνια αλλά τότε, το 1986, ευτυχώς για όλους μας, ήρθε Το Όνομα του Ρόδου, η κινηματογραφική μεταφορά του mega-hit ιστορικού μυθιστορήματος του Ουμπέρτο Έκο για το οποίο ο Connery κέρδισε βραβείο BAFTA. Την ίδια χρονιά, άλλος ένας ρόλος σοφού father figure, στο Highlander.
Το Oscar όμως το κέρδισε για το αριστούργημα του Brian DePalma, Οι Αδιάφθοροι (1987) παίζοντας έναν δεύτερο ρόλο δίπλα σε ένα καταπληκτικό καστ (Kevin Costner, Charles Martin Smith, Patricia Clarkson, Andy Garcia και Robert De Niro στον ρόλο του Al Capone) και κλέβοντας την παράσταση. Μαζί και ένα ακόμα BAFTA και μία Χρυσή Σφαίρα.
Ακολούθησαν μεγάλες επιτυχίες όπως ο Ιντιάνα Τζόουνς και η Τελευταία Σταυροφορία, το Κυνήγι του Κόκκινου Οκτώβρη (1990), το Russia House (1990), The Rock (1996), και Entrapment (1999). Αλλά τα ‘90ς δεν ήταν πολύ καλή δεκαετία για τον Sean. Αν και έλαμπε στους ρόλους και οι ταινίες ήταν κερδοφόρες, τα σενάρια δεν μπορούσαν να αξιοποιήσουν την ποιότητα και την ιστορία του σταρ. Ιστορικοί έχουν μείνει οι καυγάδες του με τον σκηνοθέτη της ταινίας The League of Extraordinary Gentlemen, τον Stephen Norrington, καθώς ο Connery ένοιωθε το μεγάλο φιάσκο που τελικά αποδείχθηκε ότι ήταν η ταινία. Τότε ήταν που δήλωσε ότι παραιτείται πλέον από το επάγγελμα του ηθοποιού, ότι είναι πολύ μεγάλος πιά για να ξαναζήσει τέτοιο στρες. Όχι.
Όχι απάντησε και όταν του πρότειναν τον ρόλο του Gandalf στη σειρά του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, λέγοντας μάλιστα ότι δεν καταλαβαίνει το σενάριο. Η προσφορά, λένε, ήταν 30 εκατομμύρια δολάρια και 15 % ποσοστά από τις εισπράξεις παγκοσμίως. Αν είχε δεχθεί, θα είχε κερδίσει 450 εκατομμύρια δολάρια…
Όχι απάντησε και όταν του πρότειναν τον ρόλο του Αρχιτέκτονα στην τριλογία του Matrix. Ο θυμός του δεν είχε μετριαστεί, έλεγε τότε ότι “οι ηλίθιοι πια κάνουν ταινίες στο Χόλιγουντ”.
Οι γυναίκες που αγάπησε ο Sean
Στα μέσα της δεκαετίας του ‘50, κατά τη διάρκεια των παραστάσεων του South Pacific, ο Connery έβγαινε με μία μελαχρινή καλλονή με σώμα μπαλαρίνας -αυτή ήταν η Κάρολ Σόπελ, της οποίας η Εβραϊκή οικογένεια ούτε καν ήθελαν να ακούσουν για τον Sean. Να περάσει η επόμενη παρακαλώ: Julie Hamilton, κόρη κινηματογραφιστή ντοκιμαντερίστα πατέρα και φεμινίστριας μητέρας. Στην αρχή δεν τον ήθελε η μικρή, τον θεωρούσε πολύ μπρουτάλ αλλά άλλαξε κεραυνοβόλα γνώμη όταν τον είδε με φούστα, όταν φόρεσε μοναδικά το κιλτ του, λέγοντας ότι είναι ο ωραιότερος άντρας που έχει δει στη ζωή της.
Ο πρώτος του γάμος ήταν με την ηθοποιό Diane Cilento με την οποία απέκτησαν τον γιό τους, επίσης ηθοποιό, Jason Connery. Η Cilento στην αυτοβιογραφία της έγραφε ότι πέρασε άσχημα μαζί του, την κακομεταχειριζόταν ψυχολογικά και σωματικά ενώ ο ίδιος φέρεται να είχε πει κάποτε ότι το να χτυπήσεις μία γυναίκα “δεν ήταν και τίποτα σπουδαίο”. Κάτι που του έδωσε αρνητική δημοσιότητα και αναγκάστηκε να ακυρώσει μία εμφάνισή του στη Βουλή της Σκωτίας και να επανορθώσει δηλώνοντας ότι η οποιαδήποτε κακομεταχείριση και βία προς τις γυναίκες είναι απαράδεκτη.
Μετά από διάφορες περιστασιακές σχέσεις, το 1975, ο Sean Connery παντρεύτηκε την Γαλλο-Μαροκινή ζωγράφο Micheline Roquebrune με την οποία παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του.
Στις 5 Ιουλίου 2000, στο Holyrood Palace του Εδιμβούργου, η βασίλισσα της Μεγάλης Βρετανίας έχρισε ιππότη τον Sir Sean Connery μετά από δύο φορές που ακυρώθηκε η απόδοση αυτής της τιμής, το 1997 και το 1998, εξαιτίας των πολιτικών πεποιθήσεών του.
Ο Connery ήταν μέλος του Εθνικού Κόμματος της Σκωτίας, κεντροαριστερής κατεύθυνσης, το οποίο υποστήριζε την απόσχιση της Σκωτίας από τη Μεγάλη Βρετανία.
Τα τελευταία χρόνια του
Το 2012, οι παραγωγοί του Skyfall σκέφτηκαν να προτείνουν στον Connery να κάνει μία “συμβολική” εμφάνιση στην ταινία, στον ρόλο του Κινκέιντ, του φύλακα της έπαυλης των Μποντ αλλά ευτυχώς ο σκηνοθέτης Sam Mendes άλλαξε γρήγορα γνώμη, θεωρώντας ότι ο Connery “θα αποσπούσε την προσοχή” από τον νυν James Bond, τον Daniel Craig.
Ο Sean ποτέ δεν αγαπούσε τη ζωή των σταρ του Χόλιγουντ. Λάτρευε το γκολφ και το ποδόσφαιρο και του άρεσε να απομονώνεται στα διάφορα σπίτια που είχε στην Ισπανία, την Πορτογαλία, την Ελλάδα και την Καραϊβική.
Μέχρι την τελευταία του πνοή όμως, δήλωνε Σκωτσέζος.
Το 2018, σε μία δημοπρασία στο Χιούστον του Τέξας, το πιο ακριβό κιλτ του κόσμου, το διάσημο κιλτ που φόρεσε ο Connery στην επίδειξη “σκωτσέζικης μόδας” με τίτλο Dressed to Kilt, κατασκευασμένο από το πιο φίνο κασμίρι, από τους Holland & Sherry στο Peebles της Σκωτίας, πουλήθηκε για 10 χιλιάδες δολάρια.
Ήταν μία μικρή παρασπονδία στην αγάπη του προς την πατρίδα του -αν και είχε ξανασυμβεί στο παρελθόν, όταν είχε διαφημίσει ένα Γιαπωνέζικο ουίσκι.