- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Κριτική για τις νέες ταινίες της εβδομάδας
Το παιχνίδι με τη φωτιά, Η επιστροφή του Μπεν, Το βράδυ που έφαγε τον κόσμο, Η ιστορία της Jiyan κι ακόμη 2 ταινίες
Κριτική για τις νέες ταινίες που θα δούμε στις κινηματογραφικές αίθουσες αυτή την εβδομάδα.
Το παιχνίδι με τη φωτιά (Burning) ****
Σκηνοθεσία: Λι Τσανγκ-ντογκ
Πρωταγωνιστούν: Στίβεν Γιουν, Γιου Αχ-ιν, Τζουν Τζονγκ-σέο
Ο νεαρός Γιόνγκσου μόλις έχασε τη δουλειά του και σκέφτεται ότι ήρθε η ώρα να πραγματοποιήσει το όνειρό του γράφοντας το πρώτο του βιβλίο. Ώσπου συναντά τυχαία τη Χάεμι, ένα κορίτσι από το χωριό του, και ζει μαζί του ένα μίνι ειδύλλιο. Όμως η Χάεμι φεύγει για ταξίδι στην Αφρική ζητώντας του να φροντίζει τη γάτα της (την οποία δεν βλέπουμε ποτέ ούτε εμείς ούτε ο Γιόνγκσου) και επιστρέφει με νέο φίλο, τον γοητευτικό Μπεν, που συστήνει στον Γιόνγκσου. Οι τρεις τους θα αρχίσουν να κάνουν στενή παρέα παρότι ο Γιόνγκσου δεν βλέπει με καλό μάτι τον αινιγματικό Μπεν, που αποφεύγει να μιλήσει για την προσωπική του ζωή και κυρίως για τη δουλειά που κάνει (ας πούμε ότι… «παίζω» είναι η απάντησή του στην ερώτηση τι κάνει για να ζήσει).
Ένα διήγημα του Χαρούκι Μουρακάμι γραμμένο για λογαριασμό του αμερικανικού περιοδικού «New Yorker» είναι το έναυσμα για να ανάψει το «Burning». Μια ιστορία μυστηρίου γύρω από τρεις νέους ανθρώπους που δύσκολα αποκαλύπτουν τις προθέσεις τους. Το ιψενικό τρίγωνο του Λι Τσανγκ-ντογκ («Η ποίηση») δεν αναλύεται εύκολα. Κι ο λόγος είναι πως τίποτε από τα απλά (αλλά όχι και τόσο συνηθισμένα) πεπραγμένα της ιστορίας δεν είναι ξεκάθαρο. Από τη γάτα που δεν βλέπουμε σχεδόν ποτέ έως την «εξομολόγηση» του Μπεν ότι του αρέσει να βάζει φωτιά σε θερμοκήπια ή το ακραίο φινάλε, υπάρχει η αμφιβολία μήπως όλα αυτά είναι παιχνίδια του μυαλού ή αποκυήματα της φαντασίας είτε του ερωτοχτυπημένου Γιόνγκσου είτε της αέρινης Χάεμι που ζει με τον δικό της απρόβλεπτο τρόπο τη ζωή. Εκτός του ερωτικού στοιχείου, που είναι διαρκώς παρόν, η ταινία χτίζεται με τρομερή οικονομία και μεθοδικότητα ανάμεσα στο ταξικό στοιχείο (ο πλούσιος Μπεν είναι ένα είδος Γκάτσμπι μπροστά στα μάτια του επαρχιώτη Γιόνγκσου), γύρω από τις βαθιές ανισότητες που χαράζουν τη σύγχρονη Νότιο Κορέα, και το κλασικό κινηματογραφικό παιχνίδι μυστηρίου του φαίνεσθαι και του είναι στο οποίο μεγαλούργησε ο Χίτσκοκ. Τολμάμε να πούμε ότι ως καλός μαθητής του βρετανού μετρ του σασπένς, ο Λι Τσανγκ-ντογκ σε πολλά σημεία ξεπερνάει τον δάσκαλο, επιδεικνύοντας μια αριστοτεχνική και πολυσύνθετη ματιά πάνω στο δέσιμο του γενικού με το ατομικό για χάρη μιας ταινίας που δεν γίνεται ποτέ βαρετή. Ουκ ολίγες φορές το «Burning» μετατρέπεται σε ένα θρίλερ με ποιητικές εκλάμψεις που δεν λησμονεί ποτέ την ταξική του καταγωγή αλλά και την αψεγάδιαστη κινηματογραφική του ταυτότητα. Πρόκειται για ένα ατόφιο κομψοτέχνημα για την ερωτική εμμονή, το κυνήγι της ευτυχίας και τη σύγκρουση δύο αντίθετων κόσμων, που τιμήθηκε από τη Fipresci ως η καλύτερη ταινία του τελευταίου φεστιβάλ Καννών και είναι υποψήφιο για το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας.
Η επιστροφή του Μπεν (Ben is Back) ***
Σκηνοθεσία: Πίτερ Χέτζες
Πρωταγωνιστούν: Λούκας Χέτζες, Τζούλια Ρόμπερτς, Κάθριν Νιούτον
Μετά από 77 μέρες που είναι «καθαρός», ο 19χρονος Μπεν επιστρέφει σπίτι του για να γιορτάσει τα Χριστούγεννα αποφασισμένος να ξεπεράσει τον εθισμό του στα ναρκωτικά. Όμως η οικογένειά του διατηρεί αμφιβολίες και η μητέρα του Χόλι τον βάζει να της υποσχεθεί ότι δεν θα μείνει στιγμή μόνος του και δεν θα τον χάσει ποτέ από τα μάτια της…
Η ιστορία μπορεί να ακούγεται σαν άλλη μια ταινία με ναρκωτικά για μπερδεμένους νέους και κακόμοιρους γονείς, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν είναι κάτι τέτοιο. Είτε λόγω του απρόβλεπτα καλογραμμένου σεναρίου το οποίο βάζει δίπλα σε κάθε προβλέψιμη σεκάνς μια πινελιά ανατροπής που διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον του θεατή, είτε λόγω της εξαιρετικής πρωταγωνίστριας (ποτέ δεν θεωρούσαμε σπουδαία ηθοποιό τη Ρόμπερτς αλλά εδώ μας υποχρεώνει να της βγάλουμε το καπέλο), το φιλμ του Πίτερ Χέτζες είναι μια πολύ ευχάριστη έκπληξη και παρά το σκληρό θέμα του δεν γίνεται σχεδόν ποτέ μελό. Τα εύσημα ανήκουν φυσικά και στον νεαρό γιο του σκηνοθέτη, τον Λούκας Χέτζες (υποψήφιος για Όσκαρ Β΄ρόλου με το «Μια πόλη δίπλα στη θάλασσα»), ο οποίος δίνει με ρεαλιστικές λεπτομέρειες το πορτρέτο του παγιδευμένου νέου που ψάχνει να βρει τον τρόπο να ξεφύγει από την προδιαγραμμένη μοίρα και κυρίως το σκληρό παρελθόν του για το οποίο δεν ξέρουν σχεδόν τίποτα οι δικοί του. Σε έναν από τους πιο δυνατούς διαλόγους του φιλμ, η Χόλι του λέει «είμαι η μητέρα σου και σε ξέρω πολύ καλά», για να της απαντήσει καθησυχαστικά ήρεμα αλλάζοντας υπό μια έννοια τους ρόλους τους, «πίστεψέ με, δεν με ξέρεις καθόλου». Και διά του λόγου το αληθές της το αποδεικνύει στη συνέχεια, με τις απρόσμενες στάσεις της νυχτερινής τους διαδρομής…
Το βράδυ που έφαγε τον κόσμο (The Night Eats the World) **
Σκηνοθεσία: Ντομινίκ Ροσέρ
Πρωταγωνιστούν: Αντερς Ντάνιελσεν Λι, Γκολσιφτέ Φαραχανί, Ντενίς Λαβάν
Παρίσι, σήμερα. Μετά από ξέφρενο πάρτι ο νεαρός Σαμ ξυπνά μόνος σε ένα διαμέρισμα για να διαπιστώσει ότι η γαλλική πρωτεύουσα έχει καταληφθεί από στρατιές ζόμπι και το πιθανότερο είναι πως είναι ο μοναδικός επιζών.
Το θέμα της επιβίωσης του ήρωα (ο νορβηγός Άντερς Ντάνιελσεν Λι του «July 22» του Πολ Γκρίνγκρας, όπου υποδύθηκε τον μακελάρη εθνικιστή του Όσλο) σε ένα σκηνικό τρόμου χρησιμοποιείται ως παραβολή για τη μικροαστική ζωή που μεταμορφώνει τους ανθρώπους σε νεκροζώντανους. Δεν είναι λοιπόν τυχαία η επιλογή της πόλης του Φωτός και του καταναλωτισμού ως το φυσικό τοπίο που θα φιλοξενήσει τις ύστατες στιγμές της ανθρωπότητας, σε μια ιστορία που αναπαράγει τα μοτίβα του είδους (τα ζόμπι ποτέ δεν είναι χορτοφάγα), αν και από ένα σημείο και μετά ξεμένει από ιδέες και φρεσκάδα. Παρακολουθείται μεν με σχετική άνεση, αλλά όσο περνά η ώρα πυκνώνουν οι σεκάνς με τα δυσοίωνα όνειρα του πρωταγωνιστή, που δυσκολεύεται να παρακολουθήσει την πραγματικότητα και μοιραία οδηγείται στη μεγάλη έξοδο (βρίσκεται καλά ταμπουρωμένος στο σπίτι έχοντας μάλιστα παγιδευμένο κι ένα ζόμπι μαζί του με το οποίο μιλάει όταν έχει μοναξιές!) αφήνοντας το υβρίδιο τρόμου και δράματος, ανοιχτό σε όποια ερμηνεία επιθυμεί ο θεατής.
Η ιστορία της Jiyan (Jiyan's story) **½
Σκηνοθεσία: Χαλούκ Ουνάλ
Εμφανίζεται: Ζιάν Τοχιλντάν
Το χρονικό της «Επανάστασης των Γυναικών» εναντίον της πολιορκίας του ISIS στο Κομπάνι της βόρειας Συρίας, μέσα από τα λόγια της ίδιας της Ζιάν Τοχιλντάν, διοικήτριας στο αρχηγείο του YPJ (Μονάδες Προστασίας των Γυναικών), καθώς και μερικών ακόμη συμπολεμιστριών της.
Η πρώτη ταινία που καταπιάνεται με το ισχυρό πλήγμα που δέχτηκε ο στρατός του ISIS στο Κομπάνι από το γυναικείο στρατό που πολέμησε στο πλευρό των δημοκρατικών δυνάμεων, είναι ένα ιστορικό ντοκιμαντέρ που αποτυπώνει με τον πιο δυναμικό τρόπο την αποφασιστικότητα αυτών των γυναικών να αλλάξουν τον κόσμο. Τα ηχηρά μηνύματα της «Επανάστασης των Γυναικών» που αφορούν στην τόλμη και την αυταπάρνηση αυτών των ηρωίδων με τα όπλα γίνονται σύμβολα αντίστασης απέναντι όχι μόνο στον θρησκευτικό φονταμενταλισμό, αλλά και τον σκοταδισμό ενός ολόκληρου σύμπαντος που θεωρεί τις γυναίκες κατώτερα όντα. Οι αφηγήσεις τους μπορεί πλέον να μην προκαλούν το ξάφνιασμα του άγνωστου πρώτου ακούσματος (η χρήση της μαντίλας, η παντρειά με το ζόρι σε ηλικία 12 ετών, η κακοποίηση από τους άντρες κ.λπ.), αλλά εξακολουθούν να συγκινούν και να βάζουν στο αίτημα της φεμινιστικής επανάστασης και αλλαγής τη σφραγίδα του κατεπείγοντος.
ΑΚΟΜΗ
▶ Το νοσταλγικό, θρησκευτικό ντοκιμαντέρ «Στο σώμα της» (**) Ζαχαρία Μαυροειδή περιγράφει το έθιμο των «δεκαπεντάρηδων» της Θηρασιάς, που πραγματοποιείται 31 Ιουλίου έως 15 Αυγούστου, όταν κάποιες γυναίκες επιστρέφουν στα κελιά της Μονής της Κοίμησης για να διατηρήσουν ζωντανή τη μνήμη και να τιμήσουν τους νεκρούς, ενόψει της μεγάλης γιορτής του Δεκαπενταύγουστου.
▶ Η «Στολή του Λοχαγού» (The Captain) (-) του Ρόμπερτ Σβένκε αφηγείται μια ιστορία λίγο πριν από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν ένας ναζί λιποτάκτης βρίσκει το παλτό και τη στολή κάποιου λοχαγού, τα φοράει για να ζεσταθεί και «μεταμορφώνεται» σε αδίστακτο διοικητή.