- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Το «Shadow» της Σοφίας Καλογιάννη έχει πάρει τέσσερα διεθνή βραβεία
Μια ενδιαφέρουσα συζήτηση με μια νέα σκηνοθέτιδα, για τον σύγχρονο κινηματογράφο
Το σύγχρονο ελληνικό σινεμά τα τελευταία χρόνια βρίσκεται σε κατάσταση εξωστρέφειας, με αρκετές ταινίες να κερδίζουν βραβεία και διακρίσεις σε φεστιβάλ του εξωτερικού, πολλές από τις οποίες έχουν και ανάλογη ανταπόκριση στις αίθουσες.
Υπάρχουν όμως και κάποιοι νέοι σκηνοθέτες που κινούνται αθόρυβα, όπως η Σοφία Καλογιάννη. Το «Shadow», η πρώτη μικρού μήκους ταινία της, ολοκληρώνει σε λίγες εβδομάδες τη φεστιβαλική του πορεία, έχοντας λάβει μέρος ως τώρα σε δέκα διεθνή διαδικτυακά φεστιβάλ με ζωντανές προβολές, σε Ευρώπη, Αμερική και Καναδά, κι έχοντας κερδίσει τέσσερα βραβεία: δυο ευρωπαϊκά και δύο στις ΗΠΑ. Στα μέσα του επόμενου έτους το «Shadow» θα συμμετάσχει στον ετήσιο διαγωνισμό που πραγματοποιείται στο North Hollywood της California.
Μιλήσαμε με τη Σοφία Καλογιάννη, όχι μόνο για την ταινία της αλλά και για το τι συμβαίνει αυτήν την περίοδο στο ελληνικό σινεμά και για το πώς οι δημιουργοί του είδους, γενικότερα, θα πρέπει να αναδιοργανωθούν και να γίνουν επινοητικοί, έχοντας να αντιμετωπίσουν την κυριαρχία των τηλεοπτικών σειρών που κερδίζουν παγκοσμίως το κινηματογραφικό κοινό.
Τι σημαίνει για έναν νέο σκηνοθέτη να κάνει σινεμά στην Ελλάδα του 2018;
Η Ελλάδα της οικονομικής κρίσης χαρακτηρίζεται από μια περιορισμένη και πλέον αρκετά εξασθενημένη κινηματογραφική αγορά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το κοινό των (καλλιτεχνικών κυρίως) ταινιών δεν ήταν ανέκαθεν μικρό αριθμητικά και όχι ιδιαίτερα ενημερωμένο. Ο κινηματογράφος, αν και εξαιρετικά ισχυρός τομέας πολιτισμού, έχει ιδιαίτερα περιορισμένη δυνατότητα χρηματοδότησης στη χώρα μας. Την ίδια στιγμή, η υπερπροσφορά ταινιών - σε παγκόσμιο, βέβαια, επίπεδο- κάνει πιο επιτακτικό το αίτημα του περιορισμού της ποσότητας και της αύξησης της ποιότητας. Από την άλλη πλευρά, η ευκολία που παρέχει πλέον η ψηφιακή τεχνολογία σε σχέση με την προώθηση και τους εναλλακτικούς τρόπους προβολής προκαλεί ραγδαία αύξηση της παραγωγής. Ταυτόχρονα βλέπουμε ότι οι αλλεπάλληλες φεστιβαλικές διακρίσεις δικαιώνουν την προσπάθεια που καταβάλλει το ελληνικό σινεμά να παραμείνει βιώσιμο και να εξελιχθεί, ακόμα και μέσα σε τέτοιες συνθήκες οικονομικής δυσπραγίας.
Πράγματι, τα τελευταία χρόνια το ελληνικό σινεμά βρίσκεται ολοένα και σε πιο εξωστρεφή φάση, με συμμετοχές και διακρίσεις σε διεθνή φεστιβάλ. Πιστεύεις ότι έχει δημιουργήσει πια μια κινηματογραφική γλώσσα περισσότερο παγκόσμια, ή που αφορά τουλάχιστον ένα κοινό και έξω από τη χώρα μας;
Η αναδιαμόρφωση της σημερινής κινηματογραφικής γλώσσας στο ελληνικό σινεμά αποτελεί την κορύφωση μιας διαδικασίας που ξεκίνησε σχεδόν πριν από μια εικοσαετία. Αρχικά με το σινεμά του Κ. Γιάνναρη στα τέλη του ’90 και κατόπιν με τον Γ. Οικονομίδη και το φοβερό «Σπιρτόκουτο» του 2002. Προετοιμάστηκε έτσι το έδαφος για την έλευση του επονομαζόμενου Greek Weird Wave, το οποίο εγκαινιάστηκε με τον απίστευτο «Κυνόδοντα», ο οποίος έσπασε τα σύνορα, την εποχή που μάλιστα η κρίση ήταν προ των πυλών. Το ρεύμα αυτό των ταινιών αποτέλεσε μια νέα αισθητική πρόταση, αναπτύσσοντας κοινές υφολογικές και θεματικές συνισταμένες, μέσα από τη χρήση μιας γλώσσας πιο σύγχρονης, εισάγοντας ένα ιδιότυπο είδος αποδραματοποιημένου ρεαλισμού. Έσπασε έτσι την απομόνωση και, σε κάποιες περιπτώσεις, τη μονομερή εσωστρέφεια του ελληνικού σινεμά, κατορθώνοντας να ανοίξει έναν δίαυλο επικοινωνίας με τα σύγχρονα διεθνή ρεύματα. Την τελευταία δεκαετία το ελληνικό σινεμά, αν και διατηρεί τις επιρροές των προγενέστερων, κινείται σε πιο ασφαλή μονοπάτια, αλλά εξακολουθεί να διατηρεί το διεθνές ενδιαφέρον, καθώς παραμένει στραμμένο τόσο προς τα μικρά όσο και προς στα μεγάλα διεθνή φεστιβάλ μέσα από αρκετές ενδιαφέρουσες και προσεγμένες δουλειές.
Μου έλεγες για το «Shadow» πως αποτελεί επί της ουσίας μια μινιμαλιστική άσκηση που δομείται γύρω από τις προσωπικές σου εμμονές. Ποιες είναι αυτές;
Η έννοια της αυτοσυνείδησης. Η υπαρξιακή απόγνωση και το προσωπικό έρεβος (κυρίως ο τρόπος που το τελευταίο αποτυπώνεται στο πεδίο της κοινωνικής αλληλεπίδρασης και στη δυσχέρεια της επικοινωνίας). Οι διαφορετικές εκφάνσεις του ανθρώπινου πόνου, τόσο σε εσωτερικό όσο και σε εξωτερικό επίπεδο. Οι διαδικασίες μέσα από τις οποίες παρεμποδίζεται η ατομική και κοινωνική ελευθερία και οι οποίες οδηγούν στην ανθρώπινη αλλοτρίωση. Η έννοια της κυκλικότητας.
Πώς ξεκίνησε το μεγάλο ταξίδι του «Shadow» και ποια θα είναι η συνέχεια;
Το «Shadow» πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του πρακτικού σεμιναρίου του Filmschool, το οποίο μου έδωσε την ευκαιρία να έρθω σε επαφή με το πρακτικό μέρος ενός αντικειμένου, το οποίο, αν και έχω στο παρελθόν σπουδάσει, δυστυχώς δεν είχα μέχρι πρότινος εξασκήσει. Για τον λόγο αυτό είμαι εξαιρετικά χαρούμενη για την πορεία αυτής της ταινίας, η οποία ξεπέρασε τις αρχικές μου προσδοκίες. Εν τω μέσω φοβερών αντιξοοτήτων και με ελάχιστα μέσα κατορθώσαμε τελικά να την ολοκληρώσουμε. Και εδώ θέλω να ευχαριστήσω τόσο τον Χρήστο Πυθαρά για την καθοριστική του συμβολή (είναι ένας άνθρωπος με εξαιρετικά μεγάλο πάθος για αυτό που κάνει), όσο και όλη την ομάδα των ανθρώπων που δούλεψαν μαζί μου με ενθουσιασμό, και για αυτό τους είμαι ευγνώμων. Ο φεστιβαλικός κύκλος της ταινίας κλείνει στο τέλος του χρόνου και κατόπιν συνεχίζω με το επόμενό μου project πάνω στο οποίο έχω ήδη αρχίσει να δουλεύω.
Το ότι σήμερα ο κινηματογράφος έχει κατά κάποιο τρόπο μετατοπιστεί στις τηλεοπτικές σειρές πού οφείλεται; Και πώς βλέπεις να διαμορφώνονται τα πράγματα τα επόμενα χρόνια;
Η γενικευμένη πτώση του αριθμού των εισιτηρίων στις κινηματογραφικές αίθουσες έρχεται σε αντίθεση με το υψηλό επίπεδο της παγκόσμιας κινηματογραφικής παραγωγής. Σήμερα το Netflix και το Αmazon αποτελούν παγκόσμιας εμβέλειας διαδικτυακούς κολοσσούς, οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να αναλάβουν τόσο τον ρόλο του παραγωγού όσο και εκείνον του διανομέα, διαμορφώνοντας ένα νέο είδος που θα ονόμαζα «σινεμά του καναπέ». Οι δε τηλεοπτικές σειρές αποτελούν προϊόντα τεχνικά άρτια και θεματολογικά επίκαιρα, τα οποία ενίοτε συναγωνίζονται αισθητικά υψηλού επιπέδου κινηματογραφικές παραγωγές. Η ανάπτυξη της συνδρομητικής τηλεόρασης και το αδιάκοπο downloading ασφαλώς και αποτελούν επιπρόσθετους παράγοντες απομάκρυνσης του κοινού από τις αίθουσες. Δεν θεωρώ τόσο μεγάλη τη συμβολή της οικονομικής κρίσης στην πτώση της δημοτικότητας της κινηματογραφικής αίθουσας. Δεν μπορώ να κάνω προβλέψεις για το τι μέλει γενέσθαι, αλλά αναθυμούμενη το γεγονός της κυριαρχίας των multiplex της δεκαετίας του ’90, τα οποία αποτέλεσαν το έναυσμα για την επιστροφή του κοινού στις αίθουσες (δεν μιλώ βέβαια για το σινεφίλ κοινό), σκέφτομαι ότι θα μπορούσε να μας κάνει να αντιληφθούμε ότι απαιτείται αναδιοργάνωση και επινοητικότητα για να αντιμετωπισθεί το διαρκώς επιδεινούμενο πρόβλημα της απώλειας του κινηματογραφικού κοινού από τις αίθουσες. Παραμένω ωστόσο αισιόδοξη για το μέλλον του κινηματογράφου, καθώς το «τηλεοπτικό σινεμά» υποθάλπει την απομόνωση και την εσωστρέφεια, ενώ αντίθετα η κινηματογραφική διαδικασία προωθεί την ανθρώπινη επαφή και την κοινωνικοποίηση.
Τι σχέδια υπάρχουν για τη συνέχεια; Υπάρχει πλάνο για ταινία μεγάλου μήκους;
Η μεγάλου μήκους ταινία αποτελεί ευσεβή πόθο, αλλά ταυτόχρονα λίγο πιο μακροπρόθεσμο στόχο. Τα άμεσα σχέδιά μου περιλαμβάνουν την πραγματοποίηση της δεύτερης μικρού μήκους (στο αισιόδοξο σενάριο μεσαίου μήκους) ταινίας μου μέσα στον επόμενο χρόνο, καθώς ήδη βρίσκομαι στη διαδικασία της συγγραφής του σεναρίου.